Πάλη ενάντια στο σύγχρονο οπορτουνισμό και αναθεωρητισμό. Η πείρα των Ούγγρων κομμουνιστών


Γκιούλα Τιούρμερ, Πρόεδρος του Ουγγρικού Εργατικού Κόμματος

Το 2004, όταν το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα γιόρταζε τα 15 χρόνια του, εξαπολύθηκε μια σφοδρή πολιτική και ιδεολογική επίθεση ενάντιά του. Ήταν η μεγαλύτερη και πιο άγρια επίθεση των οπορτουνιστικών δυνάμεων μέσα στο κόμμα, που παραλίγο να οδηγήσει στον αφανισμό του. Το Εργατικό Κόμμα κατάφερε να ξεπεράσει αυτή την αρρώστια μετά από 500 μέρες σκληρής εσωκομματικής και εξωκομματικής πάλης. Το κόμμα αποδυναμώθηκε αλλά δεν κατάφεραν να το διαλύσουν.

Το Εργατικό Κόμμα έβγαλε μια σειρά συμπεράσματα από τα γεγονότα, ενίσχυσε τον μαρξιστικό-λενινιστικό χαρακτήρα του, σταθεροποίησε την ηγεσία του, ανανέωσε το σύστημα της εσωκομματικής μόρφωσης, άλλαξε το όνομά του σε Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα [1], έφυγε από το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς και το 2012 ψήφισε το νέο Πρόγραμμά του.

Ποιος ήταν στην οπορτουνιστική εσωκομματική αντιπολίτευση;

Το 2004-2005 η εσωκομματική αντιπολίτευση, που τότε καθοδηγούνταν από τον αντιπρόεδρο του κόμματος Attila Vajnai, ξεκίνησε επίθεση ενάντια στην πολιτική γραμμή του κόμματος.

Πρόσφορο έδαφος για οπορτουνιστική εσωκομματική αντιπολίτευση υπήρχε κυρίως σε δυο μέρη. Πρώτον, σε αυτές τις πόλεις όπου το Εργατικό Κόμμα συνεργαζόταν με το Σοσιαλιστικό Κόμμα (HSP) στις τοπικές αρχές (για παράδειγμα στις πόλεις Pécs, Eger, Komarom, Kecskemét και αλλού). Ανέκαθεν η πολιτική του Εργατικού Κόμματος ήταν ότι σε συγκεκριμένες περιπτώσεις μπορούσε και έπρεπε να συνεργάζεται με άλλα κόμματα, συμπεριλαμβανομένου και του HSΡ, για τα συμφέροντα των εργαζομένων. Αλλά αυτό δεν σημαίνει στρατηγική συνεργασία.

Οι εκπρόσωποί μας στις τοπικές αρχές είχαν δημόσια αναγνώριση, ρόλο και θέση και -για να είμαστε ειλικρινείς- σημαντικό εισόδημα σε σύγκριση με τα μέτρια εισοδήματά μας. Δεν υπολογίζαμε την ενδεχόμενη επίδραση του χρήματος. Το HSΡ κατάφερε κυριολεκτικά να εξαγοράσει κάποιους εκπροσώπους.

Ένα άλλο πρόσφορο έδαφος του οπορτουνισμού ήταν στη Βουδαπέστη, σε κύκλους διανοουμένων. Σχεδόν όλα τα στελέχη της οπορτουνιστικής αντιπολίτευσης άνηκαν στην πρώην «νομενκλατούρα» της σοσιαλιστικής Ουγγαρίας. Πρώην επικεφαλής των Τμημάτων της ΚΕ, πρώτοι Γραμματείς των Επιτροπών Περιοχής, στελέχη του κράτους, συνταγματάρχες και στρατηγοί, καθηγητές της πρώην Ανώτατης Κομματικής Σχολής. Έλεγαν ότι έχουν πολλούς φίλους μέσα στο Σοσιαλιστικό Κόμμα. Αρνήθηκαν να αντιμετωπίσουν το γεγονός ότι το HSΡ είχε γίνει ένα αστικό, δεξιό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα.

Τι ήθελε η οπορτουνιστική αντιπολίτευση;

Ήθελε να αλλάξει τη μαρξιστική ηγεσία του κόμματος και να ανατρέψει το μαρξιστικό χαρακτήρα, τη στρατηγική, την τακτική, την οργανωτική δομή και τον προσανατολισμό του κόμματος στην εξωτερική πολιτική.

Φυσικά, αυτοί οι στόχοι δεν ήταν άμεσα και απόλυτα διακριτοί, ενώ δεν είχαν όλοι οι παράγοντες τις ίδιες φιλοδοξίες. Αυτό έκανε την καταπολέμησή τους ακόμα πιο δύσκολη. Ποιους συγκεκριμένους στόχους και αρχές διακήρυσσαν;

1. «Η ενωμένη Αριστερά».

Το βασικό σύνθημα των οπορτουνιστικών δυνάμεων ήταν «η ενότητα της Αριστεράς», δηλαδή η ενότητα με τη σοσιαλδημοκρατία και με όλες τις «αριστερές δυνάμεις». Στα λόγια αποδέχτηκαν τη θέση της πλειοψηφίας των μελών του Εργατικού Κόμματος, σύμφωνα με την οποία στην Ουγγαρία υπήρχε καπιταλισμός και οι δυο βασικές παρατάξεις της καπιταλιστικής τάξης ήταν από τη μια η σοσιαλδημοκρατική-φιλελεύθερη και από την άλλη η εθνικιστική-συντηρητική. Ταυτόχρονα όμως έλεγαν ότι η νίκη των εθνικιστικών-συντηρητικών δυνάμεων θα οδηγούσε στην ενίσχυση της ακροδεξιάς και κάτι παραπάνω, στο φασισμό. Επομένως, για να το αποτρέψει αυτό το Εργατικό Κόμμα έπρεπε να συνεργαστεί με τη σοσιαλδημοκρατία και συγκεκριμένα με το Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα.

2. «Ενωμένο Αριστερό Κόμμα».

Οι οπορτουνιστές σχεδίαζαν να δημιουργήσουν μια τέτοια οργάνωση, στην οποία θα εντάσσονταν ένα τμήμα του Εργατικού Κόμματος, αριστεροί σοσιαλιστές, επιστήμονες της αγροτικής οικονομίας, απογοητευμένοι επιχειρηματίες, δημόσιοι υπάλληλοι κλπ. Ανέφεραν ως παράδειγμα την ισπανική Ενωμένη Αριστερά ή τη φινλανδική αριστερή οργάνωση Vasemmistoliitto.

Παράλληλα με την ιδέα ενός «ενωμένου αριστερού κόμματος» άρχισαν να οργανώνουν στο διαδίκτυο ένα «φόρουμ του ανανεωμένου εργατικού κινήματος». Δήλωσαν ότι βρίσκονται «αριστερά της σοσιαλδημοκρατίας και ότι αναζητούν εναλλακτικές στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές». Έδωσαν ιδιαίτερη έμφαση στο γεγονός ότι είναι ανεξάρτητοι από το Εργατικό Κόμμα. Διεξήγαγαν μια σκληρή επίθεση ενάντια στην πολιτική και την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος που η θρασύτητά της ξεπερνούσε μέχρι και τα αστικά μέσα ενημέρωσης.

Τέτοιες απόψεις χρησιμοποιούσαν μια προσωρινή ήττα της εργατικής τάξης για να αποδείξουν ότι από εδώ και πέρα η βασική αντίθεση -και ως εκ τούτου η πάλη- δεν αφορά την εργασία και το κεφάλαιο, αλλά το κεφάλαιο, την παγκοσμιοποίηση και τις λεγόμενες «οργανώσεις που αναζητούν εναλλακτική στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές».

3. «Μετασχηματισμός του καπιταλισμού» αντί για επαναστατική πάλη.

Η οπορτουνιστική αντιπολίτευση ήθελε να πετύχει κυρίως πολιτικούς στόχους, να αντικαταστήσει τη μαρξιστική ηγεσία του κόμματος και να καταλάβει το Εργατικό Κόμμα, ενώ επίσης είχαν διατυπώσει και ορισμένες ιδεολογικές θέσεις. Παραθέτοντας παραδείγματα από αριστερά κινήματα στη Λατινική Αμερική και από το Κοινωνικό Φόρουμ, διακήρυσσαν ότι δεν υπάρχει ανάγκη για ταξική πάλη, ότι μπορούμε «να μετασχηματίσουμε το εκμεταλλευτικό σύστημα χρησιμοποιώντας τις μορφές της άμεσης δημοκρατίας». Τόνιζαν ότι στις σημερινές συνθήκες η ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής δεν έχει σημασία και το πιο σημαντικό πράγμα δεν είναι να έχουμε την ιδιοκτησία των μέσων παραγωγής, αλλά η δυνατότητα να τα ελέγχουμε.

4. Ο βασικός κίνδυνος, ο φασισμός.

Οι οπορτουνιστές αποδέχτηκαν και επανέλαβαν τα επιχειρήματα της σοσιαλδημοκρατίας και της φιλελεύθερης αστικής τάξης, σύμφωνα με τα οποία στην Ουγγαρία έχουμε τη διαδικασία ενίσχυσης της ακροδεξιάς και μάλιστα του φασισμού, ενώ η εκλογική νίκη του συντηρητικού εθνικιστικού κόμματος ανοίγει το δρόμο στο φασισμό. Στην πράξη αυτές οι δυνάμεις περιόριζαν την πάλη ενάντια στο φασισμό στην πάλη ενάντια στον αντισημιτισμό και την άρνηση του ολοκαυτώματος. Παρέβλεψαν το γεγονός ότι ο φασισμός είναι απλά μια συνέπεια, μια επιπλοκή και όχι η ίδια η αρρώστια. Η αρρώστια, η αιτία του φασισμού είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.

Το 2004 στην Ουγγαρία υπήρχε ακροδεξιά. Παραδοσιακά η ακροδεξιά αξιοποιεί δυο παράγοντες. Από τη μια το γεγονός ότι στην Ουγγαρία με τα δέκα εκατομμύρια πληθυσμό υπάρχουν 700-800 χιλιάδες τσιγγάνοι, για τους οποίους το καπιταλιστικό σύστημα κατέστησε αδύνατο να βρουν μια δουλειά και έτσι ο πληθυσμός των τσιγγάνων αποτελεί πηγή σημαντικών κοινωνικών διενέξεων. Από την άλλη η ακροδεξιά χρησιμοποιεί το γεγονός ότι στην Ουγγαρία υπάρχει μια από τις μεγαλύτερες εβραϊκές κοινότητες στην Ευρώπη.

Ωστόσο δεν μπορούμε να μιλάμε για επικείμενη απειλή του φασισμού. Είναι γεγονός ότι τα συντηρητικά κόμματα ήταν τα πρώτα που υιοθέτησαν αντικομμουνιστικούς νόμους, όταν το 1993 απαγόρευσαν τη δημόσια χρήση του κόκκινου αστεριού και του σφυροδρέπανου. Όμως οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις που ακολούθησαν δεν έκαναν κάτι για να αλλάξουν αυτήν την κατάσταση.

5. Δημοκρατικό, ανοιχτό κόμμα.

Οι οπορτουνιστές ήταν ενάντια στην αρχή του δημοκρατικού συγκεντρωτισμού. Διακήρυξαν ότι οι αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής δεν είναι δεσμευτικές, αλλά απλά συστάσεις. Υπογράμμισαν ότι η μειοψηφία δεν πρέπει να δεσμεύεται από την απόφαση της πλειοψηφίας. Οι εκπρόσωποι αυτών των απόψεων δεν ήθελαν μαχητική οργάνωση που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων. Ήθελαν να δημιουργήσουν κάτι διαφορετικό, κάτι σαν φόρουμ συζήτησης με βάση το διαδίκτυο.

Οι ηγεσίες τριών (από τις 19) Οργανώσεις Περιοχής (περιοχές Baranya, Bacs-Kiskun και Somogy) αντιτάσσονταν τακτικά στην πολιτική της ΚΕ του κόμματος με τις επίσημες αποφάσεις τους και τις δραστηριότητές τους .

Προσπάθησαν να μετατρέψουν την Επιτροπή Κομματικής Δεοντολογίας (Committee on Ethics of the Party) σε ένα παράλληλο διοικητικό όργανο σε αντιπαράθεση με την ΚΕ.

Σχεδίαζαν να αλλάξουν τη δομή του κόμματος, να αντικαταστήσουν το πειθαρχημένο συγκεντρωτικό κόμμα με μια χαλαρή ένωση οργανώσεων.

Αντί για το τρίπτυχο των απαιτήσεων από τα κομματικά μέλη (να αποδέχονται το Πρόγραμμα του κόμματος, να κάνουν συγκεκριμένη δουλειά σε μια οργάνωση βάσης και να πληρώνουν συνδρομές), ήθελαν το κόμμα ανοιχτό σε όλους τους υποστηρικτές. Υποστήριζαν τη δυνατότητα ένταξης στο κόμμα μέσω του διαδικτύου. Στη δραστηριότητα των κομματικών μέσων ενημέρωσης αντί για συνειδητή στρατευμένη προπαγάνδα υποστήριζαν ένα χαλαρό δίκτυο φόρουμ και κοινωνικές ιστοσελίδων.

6. Κοινωνικά φόρουμ και άλλα κινήματα της κοινωνίας των πολιτών.

Τα στελέχη της οπορτουνιστικής αντιπολίτευσης επισκέφτηκαν πολλές εκδηλώσεις του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ. Έτειναν όλο και περισσότερο στο να πιστεύουν ότι ένα κομμουνιστικό κόμμα πρέπει να ταυτίζεται με τις οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και τα κινήματα.

Η θέση τους ήταν ότι σήμερα δεν μπορούμε πλέον να θεωρούμε την εργατική τάξη βασική δύναμη της επαναστατικής πάλης, ότι από εδώ και πέρα το ρόλο της τον παίζουν οι διανοούμενοι και τα ενδιάμεσα στρώματα που σήμερα δραστηριοποιούνται περισσότερο στην πολιτική και εκπροσωπούνται κυρίως στα κοινωνικά κινήματα.

7. Συμμαχία με το ΚΕΑ.

Οι οπορτουνιστές δε δίστασαν να χτυπήσουν ούτε το σύστημα διεθνών σχέσεων του κόμματος. Υποστήριξαν ότι το Εργατικό Κόμμα δεν πρέπει να στηρίζει τις Διεθνείς Συναντήσεις Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, αλλά να ενισχύσει τη συνεργασία με το ΚΕΑ και την ομάδα GUE/NGL του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου.

Τι ήταν αυτό που έκανε δυνατή την εμφάνιση και την ενίσχυση του οπορτουνισμού;

Η εμφάνιση και η ενίσχυση του οπορτουνισμού ήταν το αποτέλεσμα της συνδυασμένης επίδρασης διάφορων παραγόντων, εκ των οποίων ορισμένοι έχουν να κάνουν με την προηγούμενη περίοδο του σοσιαλισμού, ενώ άλλοι αποτελούν προϊόν των τελευταίων δυο δεκαετιών.

1. Η πλειοψηφία των μελών του Εργατικού Κόμματος μεγάλωσε στα χρόνια του σοσιαλισμού, στο πνεύμα του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ.

Στο σύστημα της εσωκομματικής μόρφωσης τα ζητήματα της ταξικής πάλης αντιμετωπίζονταν στο πνεύμα του 20ού συνεδρίου. Δίδασκαν ότι η ταξική πάλη περιορίζεται, πολύ περισσότερο ότι στο σοσιαλισμό εξαφανίζεται ή ότι αν υπάρχει, υπάρχει μόνο στο διεθνές πεδίο πάλης. Στην εσωτερική πολιτική είναι αποφασιστικής σημασίας η «συνεργασία», τα «εθνικά» συμφέροντα «ολόκληρης της κοινωνίας».

Η πλειοψηφία των μελών του Εργατικού Κόμματος διδασκόταν παλιότερα ότι οι κομμουνιστές πρέπει να συνεργάζονται με τους σοσιαλδημοκράτες. Ο ισχυρισμός ότι θα μπορούσε να αποτραπεί η άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία αν οι κομμουνιστές είχαν συνεργαστεί με τους σοσιαλδημοκράτες επαναλαμβανόταν αμέτρητες φορές αποτελούσε σχεδόν δόγμα. Αυτές οι απόψεις επιβεβαιώθηκαν από το 20ό Συνέδριο.

Σύμφωνα με το δόγμα του 20ού Συνεδρίου υπήρχε η ελπίδα ότι οι σχέσεις ανάμεσα στις καπιταλιστικές και τις σοσιαλιστικές χώρες θα ήταν αιώνια ειρηνική συνύπαρξη. Ξέχασαν ότι ο καπιταλισμός επεδίωκε και επιδιώκει να εξολοθρέψει το σοσιαλισμό.

2. Η πλειοψηφία του Εργατικού Κόμματος δεν είχε πείρα από ταξική πάλη.

Το 1956 το ουγγρικό κομμουνιστικό κίνημα είχε να αντιμετωπίσει το γεγονός ότι υπήρχαν αντεπαναστατικές δυνάμεις που επεδίωκαν να ανατρέψουν την εργατοαγροτική κυβέρνηση. Η πείρα του 1956 ατσάλωσε αυτή τη γενιά. Οι γενιές που ακολούθησαν δεν είχαν τέτοια πείρα.

3. Για αρκετό καιρό στην πολιτική του Εργατικού Κόμματος δεν υπήρχε ενιαία εκτίμηση για το HSP.

Το φθινόπωρο του 1989 δημιουργήθηκαν δυο κόμματα στη βάση του πρώην Ουγγρικού Σοσιαλιστικού Κόμματος. Τα μέλη του Εργατικού Κόμματος και η ηγεσία του είχαν για αρκετό καιρό αυταπάτες ότι θα μπορούσαν να συνεργαστούν με το HSΡ για τα συμφέροντα των εργαζομένων στην πάλη ενάντια στον καπιταλισμό.

Από αυτή την άποψη το 2002 ήταν χρονιά αποφασιστικής σημασίας. Στις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2002 το Εργατικό Κόμμα απέσυρε στο δεύτερο γύρο τους υποψηφίους του σε οχτώ μονοεδρικές περιφέρειες, συμβάλλοντας έτσι στην εκλογική νίκη των σοσιαλιστών και της κυβέρνησης Medgyessy. Αργότερα η ηγεσία του Εργατικού Κόμματος σημείωνε συχνά αυτοκριτικά: «Γνωρίζαμε ότι παίρναμε λάθος απόφαση, αλλά τα μέλη του κόμματός μας πίστευαν στο HSΡ και η ηγεσία του κόμματος πήγε με το ρεύμα».

Στο τέλος του 2002 το 20ό Συνέδριο του Εργατικού Κόμματος επανατοποθετήθηκε σχετικά με το HSΡ. Το συνέδριο δήλωσε: το HSΡ δεν είναι ούτε φίλος μας, ούτε φυσικός σύμμαχος. Το HSΡ είναι ένα από τα πολλά ουγγρικά αστικά κόμματα που υπερασπίζονται τον καπιταλισμό. Αυτή η συνεδριακή απόφαση αποτέλεσε σημείο καμπής στην ιστορία του κόμματος.

4. Η έλλειψη ιδεολογικής ετοιμότητας του κόμματος έπαιξε ρόλο στην ενίσχυση του οπορτουνισμού και την παρατεταμένη διαμάχη.

Αυτό ήταν από τη μια αποτέλεσμα του γεγονότος ότι η βάση του κόμματος στους διανοούμενους ήταν μικρή. Το 1989-90 η πλειοψηφία των πρώην μαρξιστών επιστημόνων δεν εντάχθηκε στο Εργατικό κόμμα, αλλά στη σοσιαλδημοκρατία. Αφενός γιατί τους φαινόταν πιο εύκολη διέξοδος και αφετέρου γιατί το HSΡ μπορούσε να τους παρέχει τα υλικά μέσα, ενώ το Εργατικό Κόμμα δεν είχε τη δυνατότητα να το κάνει. [2]

Ένα άλλο πρόβλημα είναι ότι η ιδεολογική δουλειά δεν είχε γίνει υπόθεση όλου του κόμματος. Οι αποφάσεις της Κεντρικής Επιτροπής παρείχαν καθαρή μαρξιστική ανάλυση, αλλά δεν καταφέρναμε να φτάσουν σε όλους. Ένα κομμάτι των κομματικών μελών βρέθηκαν υπό την επιρροή του αντι-μαρξισμού.

Μια σοβαρή αδυναμία του Εργατικού Κόμματος ήταν ότι το κόμμα δεν κατάφερε να αναπτύξει ένα σύστημα εσωκομματικής εκπαίδευσης. Έγιναν πολλές προσπάθειες αλλά χωρίς επιτυχία. Θεωρήσαμε ότι ήταν αδύνατο να διδάξουμε το μαρξισμό χρησιμοποιώντας παλιά εγχειρίδια και διδακτικά υλικά. Χρειαζόμασταν νέες μεθόδους, νέα εγχειρίδια, νέους δασκάλους, αλλά όλα αυτά χρειάζονταν χρόνο.

5. Ένα σημαντικό τμήμα των κομματικών μελών αρνούνταν για πολύ καιρό να πιστέψουν το ενδεχόμενο ύπαρξης οπορτουνιστικής εσωκομματικής αντιπολίτευσης.

Πολλοί δεν κουράστηκαν ποτέ να επαναλαμβάνουν ότι «πρέπει να δούμε τα κοινά που έχουμε και όχι αυτά που μας χωρίζουν». Πολλοί νόμιζαν ότι δεν υπήρχε ζήτημα κακών προθέσεων, ότι απλώς νεότερα στελέχη αναζητούσαν νέες μορφές εκσυγχρονισμού. Είναι λυπηρό ότι ακόμα και κάποια μέλη του προεδρείου χρειάστηκαν χρόνο για να αναγνωρίσουν ότι δεν αντιμετωπίζαμε απλά παρανοήσεις μεμονωμένων νεαρών στελεχών, αλλά μια γενική ιδεολογική και πολιτική επίθεση με στόχο τη διάσπαση του Εργατικού Κόμματος.

6. Η απογοήτευση και η απαισιοδοξία των κομματικών μελών έπαιξε επίσης ρόλο

Ήταν δύσκολο να συνηθίσουν το γεγονός ότι μετά το 1989-90 στην Ουγγαρία υπήρχε καπιταλισμός. Ήταν δύσκολο να καταλάβουν τι σήμαινε η απώλεια της εξουσίας. Πολλά κομματικά μέλη δεν σταμάτησαν να ελπίζουν ότι θα σταματήσει σύντομα η ύφεση του κομμουνιστικού κινήματος και ότι ακόμα και αν δεν επέστρεφε ο σοσιαλισμός, το κόμμα θα ενισχυόταν. Πολλοί δεν καταλάβαιναν γιατί το Εργατικό Κόμμα παρά τα 15 χρόνια σκληρού και επίμονου αγώνα δεν κατάφερε να μπει στη βουλή, ενώ οι Έλληνες, οι Πορτογάλοι και οι Τσέχοι καθώς και άλλοι σύντροφοι πέτυχαν καλά αποτελέσματα.

7. Η ενίσχυση του οπορτουνισμού μέσα στο Εργατικό Κόμμα ενισχύθηκε με κάθε πιθανό τρόπο από το HSP.

Τα στελέχη των σοσιαλδημοκρατών συνειδητοποίησαν ότι στο άμεσο μέλλον το Εργατικό Κόμμα θα αποτελούσε κίνδυνο για το HSP. Τι σήμαινε αυτό;

Πρώτον, παρότι το Εργατικό Κόμμα δεν μπορούσε να μπει στη βουλή, καθώς το 2,2%-3,9% δεν ήταν αρκετό για να ξεπεράσει το όριο 5%, οι εκλογές του 2002 κρίθηκαν σε πολλές εκλογικές περιφέρειες από τις ψήφους του Εργατικού Κόμματος. Αν το Εργατικό Κόμμα δεν είχε στηρίξει τους υποψηφίους του HSP στο δεύτερο γύρο των εκλογών του 2002, το HSP προφανώς θα είχε χάσει. Έπειτα το HSP συγκέντρωσε 42%, ενώ το αντίπαλο Fidesz 41,07%.

Δεύτερον, το 2004 το Εργατικό Κόμμα πήρε την πρωτοβουλία για ένα εθνικό δημοψήφισμα σχετικά με την ιδιωτικοποίηση των νοσοκομείων και άλλων εγκαταστάσεων για την υγεία, απαιτώντας να παραμείνουν ιδιοκτησία του κράτους ή των δήμων. Αυτή η πρωτοβουλία στράφηκε ανοιχτά ενάντια στο HSP, καθώς τότε το HSP ήταν στην εξουσία και η ιδιωτικοποίηση της υγείας αποφασίστηκε από την κυβέρνηση των σοσιαλιστών και των φιλελεύθερων. Τα μέλη του Εργατικού Κόμματος παρά το χειμωνιάτικο κρύο και το χιόνι συνέλεξαν τις 200.000 υπογραφές που χρειάζονταν για το δημοψήφισμα (συνολικά μαζεύτηκαν 300.000 υπογραφές). Αυτό ήταν απόδειξη της οργανωτικής ενίσχυσης του Εργατικού Κόμματος.

Τρίτον, το 20ό Συνέδριο του Εργατικού Κόμματος που διεξάχθηκε στο τέλος του 2002 άλλαξε την πολιτική του κόμματος απέναντι στο HSP και ξεκαθάρισε ότι στις μελλοντικές εκλογές το Εργατικό Κόμμα δε θα στηρίξει με κανένα τρόπο το HSP.

Η πρωτοβουλία του Εργατικού Κόμματος για εθνικό δημοψήφισμα ενόχλησε τους σοσιαλιστές που προσπάθησαν να εξαγοράσουν το Εργατικό Κόμμα. Ο τότε πρόεδρος της ηγεσίας του HSP György Janossy είχε εντολή να πείσει το Εργατικό Κόμμα και συγκεκριμένα τον Attila Vajnai να μη δώσει τις υπογραφές που είχαν μαζευτεί. Επίσης ζήτησαν από τους κομμουνιστές να μην κατεβάσουν υποψήφιους στις εκλογές για τις Ευρωεκλογές. Ως αντάλλαγμα πρόσφεραν στήριξη στις τοπικές αρχές και καλοπληρωμένες θέσεις σε κρατικούς θεσμούς. Η απάντηση της ηγεσίας του Εργατικού κόμματος ήταν σύντομη: Το Εργατικό Κόμμα δεν είναι για πούλημα! Το κόμμα μας κατέθεσε τις υπογραφές που μάζεψε και επέμεινε στο δημοψήφισμα.

Η ηγεσία του HSP συνειδητοποίησε ότι στις εκλογές του 2006 θα είχε να αντιμετωπίσει έναν πολύ ισχυρό αντίπαλο στο πρόσωπο του Fidesz, κι έτσι κάθε ψήφος θα είχε μεγάλη σημασία γι’ αυτήν. Το σοσιαλιστικό κόμμα ποτέ δεν ήθελε να συνεργαστεί με τους κομμουνιστές σε πανεθνικό επίπεδο. Ο στόχος τους ήταν πάντα να αποσπούν ψήφους από το Εργατικό Κόμμα με το σύνθημα «μπροστά στην απειλή του φασισμού η αριστερά πρέπει να ενωθεί».

8. Στην ενίσχυση του οπορτουνισμού έπαιξε σημαντικό ρόλο το ΚΕΑ.

Το Ουγγρικό Εργατικό Κόμμα ήταν ένας από τους ιδρυτές του ΚΕΑ, όμως από την αρχή αντιμετώπιζε το ΚΕΑ με σημαντικές επιφυλάξεις. Το πνεύμα του ΚΕΑ ασκούσε επιρροή στους κύκλους των διανοούμενων του Εργατικού Κόμματος, ωστόσο αυτή η επιρροή ήταν κατά κάποιο τρόπο περιορισμένη λόγω των εμποδίων της γλώσσας.

Το Δεκέμβρη του 2004 ο πρόεδρος του ΚΕΑ Fausto Bertinotti επισκέφτηκε τη Βουδαπέστη για να πείσει την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος για τη σημασία της «νέας ευρωπαϊκής πολιτικής κουλτούρας», η οποία κατά τη γνώμη του έπρεπε να αντικαταστήσει την «ξεπερασμένη» έννοια της ταξικής πάλης. Ο Bertinotti δεν κατάφερε να πείσει την ηγεσία του κόμματος, αλλά η οπορτουνιστική αντιπολίτευση είδε ότι οι απόψεις και η δράση της είχαν στήριξη σε «ευρωπαϊκό επίπεδο».

Το Γενάρη του 2005 ο Attila Vajnai, που ήταν ακόμη αντιπρόεδρος του κόμματος, πρότεινε να γίνει ψηφοφορία των μελών για να επικυρωθεί η συμμετοχή του κόμματος στο ΚΕΑ. Η πρόθεση του ήταν ξεκάθαρη: να πάρει με το μέρος του το κόμμα με το σύνθημα του «Ευρωπαϊκού» και του «σύγχρονου». Η ΚΕ απέρριψε την ιδέα της ψηφοφορίας μέσα στο κόμμα.

Ποιες ήταν οι συνέπειες της δραστηριότητας της οπορτουνιστικής εσωκομματικής αντιπολίτευσης;

Οι επιθέσεις των οπορτουνιστών μέσα στο κόμμα είχαν σοβαρή επίδραση στο ουγγρικό κομμουνιστικό κίνημα και στο Εργατικό Κόμμα.

1. Οι επιθέσεις της οπορτουνιστικής αντιπολίτευσης ακινητοποίησαν πλήρως το Εργατικό Κόμμα, τα μέλη και τις οργανώσεις του για 500 μέρες.

Με αυτό τον τρόπο αποδυνάμωσαν το κόμμα πριν από τις βουλευτικές εκλογές του 2006, παρότι όλες οι προβλέψεις υποστήριζαν ότι το Εργατικό Κόμμα θα κατάφερνε να κερδίσει τις ψήφους αυτών που απογοητεύτηκαν από το HSΡ στα τέσσερα αυτά χρόνια.

2. Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις αποδυνάμωσαν το κόμμα οργανωτικά.

Καθώς δεν κατάφεραν να καταλάβουν την ηγεσία του κόμματος το 2005, αποχώρησαν από το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα και το 2006 ίδρυσαν νέο κόμμα με την ονομασία «Ουγγρικό Εργατικό Κόμμα-2006». Το αποτέλεσμα ήταν το 20% των μελών να αποχωρήσουν από το Ουγγρικό Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα και να ενταχθούν στο κόμμα που προέκυψε από τη διάσπαση, όμως η πλειοψηφία απογοητεύτηκε, αποχώρησε από το κομμουνιστικό κίνημα.

Η ηγεσία τεσσάρων (από τις 19) περιφερειακές επιτροπές του κόμματος πέρασε με το μέρος των οπορτουνιστών. Το αποτέλεσμα ήταν σε πολλές οργανώσεις βάσης σε αυτές τις περιοχές να δημιουργηθεί σύγχυση και παθητικότητα.

3. Οι οπορτουνιστικές δυνάμεις έβλαψαν την αξιοπιστία του Ουγγρικού κομμουνιστικού κινήματος, δείχνοντας ότι «ούτε εδώ υπάρχει ενότητα, κι εδώ υπάρχουν μόνο εσωτερικές διενέξεις». Αυτό αποξένωσε πολλούς υποστηρικτές.

4. Αυτά τα γεγονότα πήγαν πίσω τη διαδικασία ενίσχυσης της κομμουνιστικής επιρροής στα συνδικάτα και τα κοινωνικά κινήματα.

Πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό

Για την καταπολέμηση του οπορτουνισμού το Κόμμα Εργατών πήρε μια σειρά πολιτικών, ιδεολογικών και οργανωτικών μέτρων σώζοντας έτσι το κόμμα από την καταστροφή.

1. Το Εργατικό Κόμμα έκανε μαρξιστική αποτίμηση της οπορτουνιστικής επίθεσης.

Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε το 2005 από το 21ο Συνέδριο του κόμματος, το οποίο δήλωσε: «Το 21ο Κομμουνιστικό Συνέδριο του Εργατικού Κόμματος καταδικάζει τη δράση ορισμένων μελών και οργανώσεων του κόμματος ενάντια σε αποφάσεις της ΚΕ του Εργατικού Κόμματος. Στόχος της δραστηριότητάς τους ήταν να αντικαταστήσουν την ηγεσία του κόμματος, προφασιζόμενοι μια στάση ανοχής απέναντι στη δεξιά, να υπονομεύσουν το κόμμα και να υποτάξουν το Εργατικό Κόμμα στο Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα. Οι φραξιονιστές προξένησαν σοβαρή ζημιά στο Εργατικό Κόμμα, απομάκρυναν τις κομματικές δυνάμεις από την εκλογική και οργανωτική δουλειά. Το συνέδριο επιβεβαιώνει τις αποφάσεις της ΚΕ για την εσωκομματική αντιπολίτευση, εγκρίνει την εξαίρεση της εσωκομματικής αντιπολίτευσης από τις γραμμές του Εργατικού Κόμματος και τη διάλυση της ηγεσίας της Επιτροπής Περιοχής της Baranya. Το συνέδριο κλείνει τη συζήτηση για την εσωκομματική αντιπολίτευση. Καλεί όλα τα μέλη και τις οργανώσεις του κόμματος να αποκαταστήσουν την κομματική πειθαρχία.

2. Το 2005 το Εργατικό Κόμμα αποφάσισε να μετονομαστεί ονομαστεί Ουγγρικό Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα (ΟΚΕΚ).

Με αυτό τον τρόπο το κόμμα ήθελε να δείξει στην εσωτερική πολιτική και στο διεθνές εργατικό κίνημα ότι είναι μαρξιστικό-λενινιστικό κομμουνιστικό κόμμα.

3. Το 2009 το 23ο Συνέριο του ΟΚΕΚ άλλαξε τη σύνθεση σχεδόν ολόκληρης της ΚΕ και του προεδρείου του κόμματος.

Νέες, ανανεωμένες δυνάμεις μπήκαν στην ηγεσία του κόμματος, δραστήριοι εργαζόμενοι, εργαζόμενη διανόηση. Ο μέσος όρος ηλικίας των μελών της ΚΕ που εκλέχθηκε ήταν τα 50 χρόνια.

4. Η ηγεσία του κόμματος αποφάσισε να ασκεί άμεσο έλεγχο στα κομματικά μέσα ενημέρωσης, στην εβδομαδιαία εφημερίδα «Szabadsâg», στη δραστηριότητα στο διαδίκτυο.

Το κόμμα οργάνωσε την υπηρεσία ταχυμεταφορών που διανέμει την κεντρική εβδομαδιαία εφημερίδα του κόμματος στις τοπικές οργανώσεις και παράλληλα προβλέπει την επικοινωνία ανάμεσα στο κέντρο και τις τοπικές οργανώσεις.

5. Το 2011 το ΟΚΕΚ δημιούργησε την Ακαδημία «Ervin Szabo». [3]

Ανάμεσα στους 80 μαθητές της είναι όλα τα μέλη της ΚΕ, όλα τα στελέχη των περιφερειακών οργανώσεων, νέα μέλη και στελέχη των οργανώσεων των γυναικών και της νεολαίας.

6. Το εργατικό Κόμμα έκανε σημαντική θεωρητική και ιδεολογική δουλειά.

Το 2006 η ΚΕ έκανε ολοκληρωμένη ανάλυση των αντεπαναστατικών γεγονότων του 1956. Το 2007, στα 90 χρόνια από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Επανάσταση, έκανε ανάλυση για τις εννιά δεκαετίες του κομμουνιστικού κινήματος.

Το 2010-2011 έγινε η επεξεργασία των θέσεων του Νέου Προγράμματος του ΟΚΕΚ. Στη βάση της νέας γνώσης και πείρας, χρησιμοποιώντας νέες μεθόδους, αναλύσαμε τις τέσσερις δεκαετίες του σοσιαλισμού στην Ουγγαρία, τα αίτια της αντεπανάστασης του 1989. Οι θέσεις αυτές συζητήθηκαν πλατιά στις γραμμές του κόμματος. Παράλληλα, η ΚΕ του ΟΚΕΚ ενέκρινε τις θέσεις της για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Janos Kadar, όπου έγινε νέα αποτίμηση της δράσης του Janos Kadar και της πείρας από τον ουγγρικό σοσιαλισμό.

Το προεδρείο του κόμματος και οι συνεργάτες του επεξεργαστήκαν μια σειρά υλικά, στα οποία ανέλυαν συγκεκριμένα ζητήματα του συστήματος συνταξιοδότησης, της πολιτικής απασχόλησης, της οικονομικής πολιτικής και ζητήματα κομματικής οικοδόμησης.

Το αποτέλεσμα αυτής της δουλειάς ήταν η προετοιμασία του νέου Προγράμματος του ΟΚΕΚ, το οποίο εγκρίθηκε από το 24ο Συνέδριο του Κόμματος το 2012.

7. Το Εργατικό κόμμα επικέντρωσε όλες τις προσπάθειές του στη συγκεκριμένη δουλειά

Επιβεβαιώνουμε ότι η ιδεολογική και πολιτική ανάπτυξη του κόμματος είναι δυνατή μόνο αν το κόμμα δοκιμάζει τις αρχές του στη συγκεκριμένη δουλειά, συνοψίζει τη συγκεκριμένη εμπειρία και τη χρησιμοποιεί στην ιδεολογική και πολιτική δουλειά. Το κόμμα συμμετέχει σε δραστηριότητες συνδικάτων, οργανώνει κομματικές δραστηριότητες σε δρόμους των πόλεων, τα κομματικά μέλη μπαίνουν σε κοινωνικές οργανώσεις και κινήματα.

8. Το ΟΚΕΚ βάθυνε τους δεσμούς του με άλλα μαρξιστικά κομμουνιστικά κόμματα του κόσμου, διερευνά την εμπειρία τους.

Το ΟΚΕΚ συμμετέχει ενεργά στις ετήσιες Διεθνείς Συναντήσεις Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων.

Το Εργατικό Κόμμα έμαθε από την πάλη του ότι πρέπει να είναι έτοιμο όχι μόνο να αντισταθεί στις επιθέσεις των δυνάμεων από δεξιά. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι αστικές δυνάμεις εκτός από τις αντικομμουνιστικές εκστρατείες χρησιμοποιούν τον οπορτουνισμό ως βασικό όπλο στην πάλη ενάντια στο κομμουνιστικό κίνημα.

Το καπιταλιστικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένου και του ουγγρικού καπιταλισμού, βρίσκεται σε κρίση. Η κρίση αυτή πηγάζει από την ίδια τη φύση του καπιταλισμού και φαίνεται ότι οι καπιταλιστικές χώρες δεν μπορούν να την ελέγξουν. Η αστική τάξη αντιδρά στην κρίση μειώνοντας τις δαπάνες για τις κοινωνικές και τις άλλες λαϊκές ανάγκες, περικόπτοντας τα εργατικά δικαιώματα. Αυτό αυξάνει την αντίσταση των μαζών.

Το ΟΚΕΚ, παρότι δεν έχει ξεπεράσει τις δυσκολίες, άντεξε τις δοκιμασίες των δυο τελευταίων δεκαετιών και είναι μια πραγματική και αναγνωρισμένη δύναμη στη ζωή της Ουγγαρίας. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι στην ουγγρική κοινωνία αρχίζουν να συνειδητοποιούν ότι η πολιτική και η ιδεολογία της συμφιλίωσης με τον καπιταλισμό δεν οδηγεί πουθενά. Υπάρχει μόνο ένας αληθινός δρόμος: πάλη ενάντια στον καπιταλισμό, η προοπτική της σοσιαλιστικής επανάστασης.


[1] Μέχρι το 2005 λεγόταν Εργατικό Κόμμα, μετονομάστηκε σε Κομμουνιστικό Εργατικό Κόμμα. Εξαιτίας όμως νέου νόμου στην Ουγγαρία που απαγορεύει τη χρήση του όρου «κομμουνιστικό» υποχρεώθκε να το αφαιρέσει απ’ το όνομα του.

[2] Όλη η περιουσία του πρώην Ουγγρικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος πήγε στο HSP, το οποίο ανακηρύχτηκε επίσημος διάδοχος.

[3] Ervin Szabó (1877-1918), ηγέτης του ουγγρικού εργατικού κινήματος, μαρξιστής θεωρητικός, ιστορικός και κοινωνιολόγος.