Οι ιμπεριαλιστικές συμφωνίες οξύνουν το κόστος της κρίσης στο Μεξικό


Marco Vinicio Davila Juarez, διευθυντής του «Ελ Κομουνίστα», οργάνου της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος των Κομμουνιστών, Μεξικό.

Στον καπιταλισμό οι κρίσεις είναι αναπόφευκτες

Η σημερινή κρίση του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής αναδεικνύει την επικαιρότητα του μαρξισμού-λενινισμού και των επαναστατικών καθηκόντων του προλεταριάτου και της οργανωμένης πρωτοπορίας του, των κομμουνιστικών κομμάτων, στην πάλη των τάξεων. Την ίδια στιγμή, ο γενικός χαρακτήρας αυτής της κρίσης θέτει επί τάπητος την επείγουσα ανάγκη της επεξεργασίας μιας κοινής στρατηγικής των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων για να αναπτυχθεί μια ισχυρή και αποφασιστική παρέμβαση σε μια έντονη περίοδο σαν αυτή που ανοίγει σαν ιστορική προοπτική.

Οι Μαρξ, Ένγκελς και Λένιν αποδεικνύουν στο σύνολο των έργων τους ότι ο καπιταλισμός, όπως και οι προηγούμενοι τρόποι παραγωγής, δεν είναι αιώνιος και ότι μέσα από στους κόλπους του εμφανίζονται αντιθέσεις, οι οποίες επιδεινώνουν τη ζωή των μαζών και θέτουν στην ημερήσια διάταξη την αναγκαιότητα της ανατροπής του μέσω της επαναστατικής οδού. Είναι αδύνατη η σταθερή ανάπτυξη του καπιταλισμού, στον οποίο οι κυκλικές κρίσεις υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης αποτελούν εγγενή χαρακτηριστικά, όπως από νωρίς το είχε περιγράψει ο Φρίντριχ Ένγκελς στο Αντι-Ντύρινγκ.

Είναι επίσης αναγκαίο να σημειώσουμε ότι διανύουμε την ιμπεριαλιστική φάση του καπιταλισμού και ότι η κρίση είναι διεθνής, ότι καμιά χώρα δεν εξαιρείται. Όπως γνωρίζουμε, πράγμα που αποδεικνύει η κρίση την οποία διανύουμε, τα μονοπώλια επιβάλλουν στην εργατική τάξη το κόστος της ενώ εκείνα διασφαλίζουν τα κέρδη τους.

Στον ιμπεριαλισμό η ανισότητα οξύνεται. Η πολιτική της καταλήστευσης που χαρακτηρίζει τον ιμπεριαλισμό υιοθετεί τις πιο διαφορετικές μορφές: υπερεκμετάλλευση της εργατικής δύναμης, άνισες ανταλλαγές, αλόγιστη χρήση ορισμένων πόρων. Η κυριαρχία που ασκείται από τις πιο ισχυρές χώρες ενδυναμώνει το μονοπωλιακό κεφάλαιο και φέρνει τεράστια οικονομικά κέρδη και πολλά άλλα πλεονεκτήματα στις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις. Η εδραίωση των μονοπωλίων εντείνει τις εγγενείς αντιθέσεις του συστήματος: την ίδια στιγμή που προκαλεί γοργές διαδικασίες ανάπτυξης, βαθιά άναρχης και ανισόμετρης, επίσης γεννά μια τάση στασιμότητας και αποσύνθεσης.

Με την συγκέντρωση της παραγωγής και πάνω από όλα του κεφαλαίου σε μια μειοψηφία γιγαντιαίων κονσόρτσιουμ που ελέγχονται από τη χρηματιστική ολιγαρχία, όπως επίσης και με τη συγκέντρωση τεράστιων ποσοτήτων χρημάτων στα χρηματιστικά κέντρα των κυρίαρχων χωρών γεννιούνται οι συνθήκες για τη σήψη και τον παρασιτισμό. Ο παρασιτισμός που χαρακτηρίζει τη χρηματιστική ολιγαρχία δείχνει τις αντιθέσεις ενός ανίκανου καθεστώτος εκμετάλλευσης που εκφράζεται με το μιλιταρισμό, τον πόλεμο και τις κρίσεις, που κάθε φορά αποκτούν μεγαλύτερη ένταση.

Στην Έκθεση της Συλλογικής Καθοδήγησης στην 8η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος των Κομμουνιστών, εκφράζεται η εξής άποψη σχετικά με την παρούσα κρίση:

«Το Εθνικό Γραφείο Οικονομικής Έρευνας (NBER) ανακοίνωσε ότι οι ΗΠΑ μπήκαν επίσημα σε ύφεση την 1η Δεκέμβρη του 2008. Αρχικά παρουσιάστηκε μόνο σαν κρίση στην αγορά των ακινήτων, σαν κρίση των subprime δανείων από το Μάρτη του 2007. Έκαναν ότι ήταν δυνατό για να συγκρατήσουν τις πληροφορίες που θα τη χαρακτήριζαν σαν μια βαθιά οικονομική κρίση του καπιταλιστικού συστήματος με επίκεντρο το ιμπεριαλισμό των ΗΠΑ.

Με γοργό ρυθμό, το ένα μετά το άλλο, χρεοκοπούν ο κτηματομεσιτικός τομέας, οι τράπεζες, η βιομηχανία, οι υπηρεσίες. Για κάθε μονοπώλιο φτάνει η ώρα του. Τις ΗΠΑ ακολούθησαν η Αγγλία, η Ιαπωνία, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι εξαρτημένες καπιταλιστικές χώρες.

Σε πρώτη φάση θέλησαν να παρουσιάσουν αυτή την κρίση σαν μια κρίση περιορισμένη στο χρηματοπιστωτικό τομέα των ΗΠΑ, περιορισμένη μόνο στη Νιου Σέντσουρι Φαϊνάνσιαλ Κορπορέισον, στην τράπεζα Βερ Στερνς, στην ΙΚΒ (τράπεζα γερμανικής βιομηχανίας), στη Μέριλ Λιντς, στη Σίτι Γκρουπ, στη Μόργκαν Στάνλεϊ, στην Γκόλντμαν Σακς, στη Λίμαν Μπράδερς, στη Χάιπο Ρίαλ Εστέιτ, στην Μπανκ οφ Αμέρικα. Και από μια άποψη αυτό είναι αλήθεια, αλλά δεν ισχύει μόνο αυτό, αφού πρόκειται για μια πρώτη εκδήλωση μιας κρίσης όχι μόνο των ΗΠΑ αλλά παγκόσμιας. Όχι μόνο του χρηματοπιστωτικού τομέα αλλά συνολικά του συστήματος. Όχι μόνο του νεοφιλελευθερισμού, αλλά του καπιταλισμού, του ιμπεριαλισμού.

Μπορούμε να πούμε ότι η παγκόσμια χρηματοπιστωτική χρεοκοπία είναι η πρώτη εκδήλωση της γενικής κρίσης του καπιταλισμού. Έσκασε η χρηματοπιστωτική φούσκα και τα πράγματα δεν μπορούσαν να είναι διαφορετικά.

...Αυτή η παγκόσμια κρίση είναι κρίση συνολικά του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, πολύ βαθύτερη από αυτή του 1929, αφού τα περιθώρια της καπιταλιστικής σταθεροποίησης δεν είναι όμοια με εκείνα του 1929 και επειδή συμπίπτει με μια κρίση ενεργειακή, παραγωγική, περιβαλλοντική, διατροφική και πολιτική. Πρόκειται επίσης για μια κρίση με επιπτώσεις για την υπεροχή των ΗΠΑ που επιτεύχθηκε στο πλαίσιο της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο. Επιπλέον, όπως καταρρέουν οι δείκτες του χρηματιστηρίου καταρρέουν και οι μύθοι στους οποίους βασίστηκε ο νομισματικός φονταμενταλισμός του νεοφιλελευθερισμού για να αναγγείλει το θάνατο του μαρξισμού, του κομμουνισμού.» [1]

Απολύτως έγκυρη η Μαρξιστική-Λενινιστική θεωρία για τον ιμπεριαλισμό ως ανώτατη φάση του καπιταλισμού

Η αντεπανάσταση της δεκαετίας του 1990 δεν περιορίστηκε μόνο στα προσωρινά πισωγυρίσματα στη σοσιαλιστική οικοδόμηση για την εργατική τάξη και τους λαούς των ΕΣΣΔ, ΓΛΔ, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας, Γιουγκοσλαβίας, Βουλγαρίας, Ρουμανίας, Ουγγαρίας, Μογγολίας και της Αλβανίας και για τις διαδικασίες που βρίσκονταν σε εξέλιξη στο Αφγανιστάν, στην Αιθιοπία και στην Υεμένη. Σήμανε επίσης πισωγύρισμα στις κατακτήσεις του εργατικού κινήματος σε ολόκληρο τον κόσμο μέσω της καπιταλιστικής αναδιάρθρωσης γνωστής και ως νεοφιλελευθερισμός, όπως επίσης και τον πόλεμο στο Ιράκ και τις προσπάθειες για να καταστήσουν τη Λατινική Αμερική αποκλειστική ζώνη επιρροής του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ. Είναι ο ίδιος αυτός αντεπαναστατικός δρόμος του «τέλους της ιστορίας» που βοήθησε να τεθεί σε ισχύ η Συνθήκη Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής, μεταξύ των ΗΠΑ, του Καναδά και του Μεξικού.

Όταν οι λαϊκές και επαναστατικές δυνάμεις άρχισαν να αναδιοργανώνονται, έσπευσαν σε βοήθεια του ιμπεριαλισμού μια σειρά οπορτουνιστικές και ρεφορμιστικές ιδεολογικές θέσεις. Εξαπολύθηκε δριμεία επίθεση ενάντια στη συγκέντρωση της εργατικής τάξης, μιλώντας για το τέλος της εργασίας και για την εισβολή συνιστάμενων υποκειμένων. Επίσης έπεσε η ιδέα της μη-εξουσίας και η «καινοτόμος» περιφρόνηση για το ζήτημα του κράτους και της κατάληψης της εξουσίας. Άλλη καμπάνια μιλούσε για το πολιτικό κόμμα της εργατικής τάξης, επαναφέροντας το «δόγμα του αυθόρμητου» και τον κινηματισμό, προσπαθώντας να διαχωρίσουν την πολιτική από την κοινωνική πλευρά και από την πάλη σε οικονομικό επίπεδο. Όμως μια από τις πιο επικίνδυνες απόψεις ήταν η συζήτηση γύρω από τον ιμπεριαλισμό που άνοιξαν οι Νέγκρι και Χαρντ. Ακόμη κι αν είναι ανάγκη να συστηματοποιήσουμε περισσότερο τη συζήτηση αυτή την περίοδο που ήδη συμπληρώνει μια δεκαετία, αν γίνεται κατανοητό ότι με συντονισμένο ή όχι τρόπο επρόκειτο για μια επίθεση ενάντια σε θεμελιώδεις πλευρές του μαρξισμού-λενινισμού, φέρνοντας ξανά στο σήμερα επιχειρήματα που έχουν ανασκευαστεί εδώ και χρόνια, όχι μόνο του αναρχισμού, αλλά και των Μπερνστάιν και Κάουτσκι. Αυτό βεβαίως είχε αρνητικές συνέπειες για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης η οποία εντάθηκε το τελευταίο διάστημα, για τη μαζικοποίηση της αμφισβήτησης της καπιταλιστικής κυριαρχίας και του πολέμου. Ωστόσο οι σύγχρονες οπορτουνιστικές δυνάμεις είχαν προσχωρήσει σε αυτές τις συντεταγμένες, και για να παραθέσουμε ένα παράδειγμα, το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, κόμμα που συνεργάζεται με το κεφάλαιο, και όλοι εκείνοι που είχαν αποφασίσει να υποταχθούν και να ενσωματωθούν σε ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση όπως επίσης και πολλές από τις οργανώσεις της αποχρωματισμένης πρώην κομμουνιστικής αριστεράς που δρουν στη Λατινική Αμερική, όπως η περίπτωση του Κόμματος της Δημοκρατικής Επανάστασης στο Μεξικό που αποδέχεται τη Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής, προτείνοντας μόνο πολύ μικρές αλλαγές οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν αλλάζουν τον ιμπεριαλιστικό της χαρακτήρα.

Όπως γνωρίζουμε, στο μεγάλο θεωρητικό του έργο Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού ο Λένιν συγκεντρώνει τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν το μετασχηματισμό του καπιταλισμού του ελεύθερου συναγωνισμού σε μονοπωλιακό καπιταλισμό με τον παρακάτω τρόπο:

«1) συγκέντρωση της παραγωγής και του κεφαλαίου, που έχει φτάσει σε τέτοιο υψηλό βαθμό ανάπτυξης, ώστε να δημιουργεί μονοπώλια που παίζουν αποφασιστικό ρόλο στην οικονομική ζωή, 2) συγχώνευση του τραπεζικού κεφαλαίου με το βιομηχανικό και δημιουργία μιας χρηματιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση αυτού του «χρηματιστικού κεφαλαίου», 3) εξαιρετικά σπουδαία σημασία αποκτάει η εξαγωγή κεφαλαίων σε αντίθεση με την εξαγωγή εμπορευμάτων, 4) συγκρότηση διεθνών μονοπωλιακών ενώσεων των καπιταλιστών, οι οποίες μοιράζουν τον κόσμο, και 5) η ολοκλήρωση του εδαφικού μοιράσματος της γης ανάμεσα στις μεγαλύτερες καπιταλιστικές δυνάμεις.» [2]

Αντ’ αυτού, οι οπορτουνιστές και οι ρεφορμιστές ανατρέχουν στις παλιές ιδέες του Καρλ Κάουτσκι για τον υπεριμπεριαλισμό σπέρνοντας σύγχυση για μια «φυσική τάση» στην ολοκλήρωση και την ειρηνική ανάπτυξη του καπιταλισμού, προσπαθώντας να δικαιολογήσουν τους πολέμους λεηλασίας, αρπαγής, κατακτήσεων με τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούσαν στο Μεσαίωνα οι Σταυροφόροι, δηλαδή σα να πρόκειται για πολέμους μεταξύ της δύσης και του πολιτισμού εναντίον των βαρβάρων, σαν πολέμους των καλών ενάντια στους κακούς.

Σήμερα εδώ δεν προσπαθούμε παρά να θέσουμε το προηγούμενο που καταρρίπτεται από την σημερινή κρίση, σε αυτές τις ιδεολογικές φτήνιες που κατέκλυσαν την αγορά για να πουλήσουν μια αριστερά μη βίαιη, σύγχρονη, έξυπνη, διαλλακτική και ανοιχτή σε συνεργασίες η οποία θα μπορούσε να καταλάβει μια από τις θέσεις του συμβουλίου διαχείρισης των συμφερόντων των καπιταλιστών, το κράτος.

Η μαρξιστική-λενινιστική θεωρία του ιμπεριαλισμού είναι ζωτικής σημασίας για να εξηγήσουμε γιατί οι διεθνείς εμπορικές συμφωνίες και τα διακρατικά σχέδια που παρουσιάζονται ως σανίδα σωτηρίας μετατρέπονται σε βαρίδι που βυθίζει τους λαούς και τις χώρες που βρίσκονται σε υποδεέστερη θέση στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα.

Τα σχέδια επέκτασης και κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού στη Λατινική Αμερική: Η μεξικανική εμπειρία

Το Βορειοαμερικάνικο Σύμφωνο Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA) τέθηκε σε εφαρμογή το 1994. Δεκαπέντε χρόνια μετά ο απολογισμός είναι συντριπτικός. Το NAFTA και η πρωτοβουλία για να επεκταθεί σε όλη την ήπειρο στη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (ALCA) επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ιμπεριαλιστικής πολιτικής παρά τις μεταμφιέσεις που υιοθετεί στα λόγια.

Αυτό το Σύμφωνο επιδιώκει να γενικευθεί σε όλη την Αμερική. Παρά τη μεγάλη αποτυχία που υπέστη η πρωτοβουλία των ΗΠΑ για μια συνολική συμφωνία, το βέβαιο είναι ότι μέσα από διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες εμμένουν στο σχέδιό τους και συνοδεύουν την πρωτοβουλία με στρατιωτικές και κατασταλτικές συμφωνίες.

Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η πρώτη ήττα της ALCA οφειλόταν στη μεγάλη λαϊκή, κοινωνική, πολιτική και ένοπλη αντίσταση. Θα πρέπει να επισημάνουμε τον κεντρικό ρόλο της Κουβανικής Επανάστασης που κατάφερε να συσπειρώσει, με το κάλεσμά της στις Συναντήσεις του Ημισφαιρίου για τον Αγώνα ενάντια στην ALCA, σε ένα ενιαίο μέτωπο εργατικά και αγροτικά κινήματα, κοινωνικές δυνάμεις, διανοούμενους και καλλιτέχνες πραγματοποιώντας ημερίδες σε επίπεδο ηπείρου και σχέδια δράσης με σημαντική συνεισφορά. Σημαντικό ρόλο έπαιξε κι η μπολιβαριανή διαδικασία στη Βενεζουέλα. Σε αυτή τη μάχη ήταν αποφασιστικός ο ρόλος της κολομβιάνικης αντίστασης στο Σχέδιο Κολομβία και στο Πατριωτικό Σχέδιο, και κυρίως των FARC-EP. Η αυξανόμενη αντίθεση της εργατικής τάξης του Μεξικού, των αγροτών και ιθαγενών ενάντια στο NAFTA συνέβαλε στο να συνειδητοποιήσουν οι λαοί τους κινδύνους από την αποδοχή της ALCA. [3]

Με τον ευφημισμό του ελεύθερου εμπορίου [4] οι ΗΠΑ επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την ηγεμονική τους θέση στη Λατινική Αμερική έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός από το Σύμφωνο αυτό, η CAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου στην Κεντρική Αμερική), το Σχέδιο Πουέμπλα-Παναμά, το ASPAN (Συμμαχία για την Ασφάλεια και την Ευημερία της Βόρειας Αμερικής) και διμερείς συμφωνίες αποτελούν την ίδια στρατηγική. Συνοδεύτηκαν από στρατιωτικά κατασταλτικά σχέδια, όπως το Σχέδιο Κολομβία ή η Πρωτοβουλία Μέριδα, καθώς επίσης και με εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων των ΗΠΑ παντού [5] και με την επαναλειτουργία του Τέταρτου Στόλου.

Κατ’ αρχάς, με την αδράνεια που πρόσφερε η λεγόμενη αποϊδεολογικοποίηση, ο ιμπεριαλισμός καλλωπίστηκε και στο όνομα της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας», του «ελεύθερου εμπορίου», της «αλληλεξάρτησης» και της «νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων» προσπάθησε να καταπνίξει κάθε αντίσταση στην πολιτική τους της κυριαρχίας στη Λατινική Αμερική. Οι συνθήκες της διεθνούς αντεπανάστασης επέβαλαν το NAFTA, που περιγράφεται από ερευνητές και ακαδημαϊκούς ως η αγοραπωλησία του Μεξικού, [6] το οποίο είναι ανάλογο μόνο του Συμφώνου Γουαδελούπης Ιδάλγο που αποτελεί έναν τρομερό ακρωτηριασμό της εθνικής επικράτειας του Μεξικού μετά τον άδικο πόλεμο του 1847-1848 που νομιμοποίησε την εκποίηση 2.263.866 τ.χλμ. Αν και δεκαπέντε χρόνια μετά το NAFTA κατέστρεψε τη μεξικανική ύπαιθρο, την επισιτιστική κυριαρχία και την εθνική παραγωγική βάση με την επικράτηση των μονοπωλίων των ΗΠΑ στη γη και στους φυσικούς πόρους, κυρίως τους ενεργειακούς. Το φυσικό αέριο βρίσκεται ήδη στα χέρια των ξένων εταιριών. Τα μονοπώλια έχουν εισβάλει ήδη σε τομείς που προηγουμένως βρίσκονταν αποκλειστικά υπό κρατικό έλεγχο κατ’ εντολή της αστικοδημοκρατικής επανάστασης του 1910, όπως για παράδειγμα ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας και το πετρέλαιο.

Μεταξύ των αποτελεσμάτων είναι η εντατικοποίηση της λεηλασίας και της εκμετάλλευσης, η ανεργία στο χωριό και στην πόλη, η μόνιμη μετανάστευση.

Ο μεξικάνικος καπιταλισμός εξαρτάται απόλυτα από τον ιμπεριαλισμό. Είναι ο βασικός και σχεδόν μοναδικός αγοραστής του πετρελαίου που παράγεται, ο αποκλειστικός σχεδόν προορισμός των εξαγωγών μας καθώς και η πηγή του δεύτερου μεγαλύτερου οικονομικού εσόδου μας, δηλαδή των εμβασμάτων των Μεξικάνων μεταναστών εργαζομένων που από το Νοέμβριο του 2008 μειώθηκαν κατά 3%.

Από τότε που ο Φελίπε Καλντερόν ανέλαβε τα καθήκοντά του ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, η οικονομική κατάσταση της χώρας συνεχώς επιδεινώνεται κυρίως σε βάρος των εργαζομένων. Ο αυτοαποκαλούμενος «πρόεδρος της απασχόλησης» δεν πραγματοποίησε ούτε μία ενέργεια που να συμβάλλει αποτελεσματικά στο επίπεδο ζωής των εργαζομένων.

Τώρα που γνωρίζουμε ότι η αύξηση για το 2009 [7] θα είναι ουσιαστικά μηδενική λόγω της ύφεσης που περνάει η χώρα, μόνο 0,5% ανάπτυξη σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αφοσιώθηκε στην εφαρμογή διαφόρων σχεδίων κατά της κρίσης, τα οποία στοχεύουν στην ενίσχυση της οικογενειακής οικονομίας, της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και της απασχόλησης, αν και κατά περίεργο τρόπο όλες οι ενέργειες αυτών των σχεδίων στοχεύουν στη μεταφορά μεγάλων οικονομικών πόρων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.

Τα μέτρα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δεν αποσκοπούν στην επίλυση των προβλημάτων των εργαζομένων, ενώ οι οικονομικές πιέσεις συνεχίζουν να οξύνονται. Ο πληθωρισμός τον περασμένο χρόνο ήταν στο 6,53%, το διπλάσιο από το προβλεπόμενο, και η κυβέρνηση εκτιμά για το τρέχον έτος ότι θα ανέλθει στο 6,28%, η υποτίμηση του πέσο έναντι του δολαρίου είναι πάνω από 38% από το Γενάρη του 2007 μέχρι το Φλεβάρη του 2009, το ΑΕΠ μέχρι τον Ιούλιο του 2008 ήταν στο 1,2%.

Οι εκδηλώσεις της έλλειψης συμμόρφωσης με το εργασιακό καθεστώς εκφράζονται με διάφορους τρόπους, ένας από τους οποίους είναι οι κλητεύσεις λόγω απεργίας. Οι κλητεύσεις αυτές είχαν αύξηση 46,33% και από 7.390 το 2006 ανήλθαν σε 10.814 την περασμένη χρονιά, και το Γενάρη φέτος φτάνουν τις 1.162. Η πλειοψηφία αυτών των κλητεύσεων είναι για αύξηση του μισθού, αλλά στην πραγματικότητα κανείς δεν καταφέρνει να ξεπεράσει το ανώτατο όριο μισθού που έχει καθοριστεί, και το οποίο για φέτος, σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας Χαβιέρ Λοσάνο Αλαρκόν δε θα ξεπεράσει το 6%.

Όλα αυτά δείχνουν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των εργαζομένων για την κρίσιμη εργασιακή κατάσταση. Είναι αλήθεια ότι κατά μέσο όρο μόνο 25 με 40 κλητεύσεις οδηγούν σε απεργία αλλά σε μερικές περιπτώσεις οι επιπτώσεις τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο αγγίζει μεγάλες περιοχές ή τομείς της παραγωγής, όπως στην περίπτωση των ορυχείων, όπου οι απεργίες στο Τάσκο της πολιτείας Γκερέρο, στο Σομπρερέτε της πολιτείας Σακατέκας, Μετ Μεξ Πενιόλες στην πολιτεία Κοαουίλα και στην Κανανέα στην πολιτεία Σονόρα είχαν απήχηση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.

Στην ύπαιθρο η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη, σύμφωνα με στοιχεία του Εργατικού Πανεπιστημίου του Μεξικού, τα τελευταία 12 χρόνια χάθηκαν δύο εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε αγροτικές περιοχές, με 85,5% φτώχειας, από το οποίο το 55,3% βρίσκεται σε απόλυτη φτώχεια. Η αγροτική μετανάστευση αγγίζει το 45% των αγροτικών οικογενειών με τουλάχιστον ένα μέλος στις ΗΠΑ και το 80% με ένα μέλος έξω από την κοινότητά τους.

Το NAFTA, εντείνοντας την εξάρτηση του Μεξικού, προκαλεί άμεσα καταστροφικά αποτελέσματα. Για τη σταθεροποίηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας λόγω της κερδοσκοπίας, η χώρα ξόδεψε πάνω από 20 δις δολάρια από το αποθεματικό της Τράπεζας του Μεξικού. Η εργατική τάξη υποφέρει από την κερδοσκοπική άνοδο των τροφίμων, [8] το πλεόνασμα χρεών οδήγησε 10.250 επιχειρήσεις σε χρεοκοπία, οι Μεξικάνοι εργαζόμενοι έχασαν 53 δισεκατομμύρια πέσος από τη συνταξιοδοτική αποταμίευση λόγω του ότι επενδύθηκαν σε διεθνή χρηματοπιστωτικά μέσα, που σημαίνει ότι λεηλατήθηκε το 10% των αποταμιεύσεών τους. Η μείωση της απασχόλησης στις ΗΠΑ στον τομέα των οικοδομών θα αναγκάσει τρία εκατομμύρια Μεξικανούς μετανάστες να επιστρέψουν στη χώρα.

Η μεξικανική οικονομία πέρασε από τη χρόνια στασιμότητα στην πραγματική ύφεση και δείχνει πλέον τα αποτελέσματα της εξωτερικής κρίσης στην παραγωγική βάση, στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στα δημόσια οικονομικά και στην αγορά εργασίας. Η βιομηχανική δραστηριότητα υποχώρησε στο 11,1% το Γενάρη του 2009. Οι συνολικές εξαγωγές υποχώρησαν κατά 30,5%, οι πετρελαϊκές κατά 55,3% και των βιομηχανικών [G1] προϊόντων κατά 25,9%, μεταξύ Γενάρη και Φλεβάρη. Τα δημοσιονομικά έσοδα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης μειώθηκαν κατά 9,9% λόγω της μείωσης των ποσοτήτων των παραγώγων της πετρελαϊκής δραστηριότητας και των χαμηλών φορολογικών εσόδων μεταξύ Γενάρη 2008 και Γενάρη 2009. Μειώθηκε κατά 44,4% η παραγωγή αυτοκινήτων, από 340.036 σε 189.080 μονάδες το πρώτο δίμηνο του 2009. Στον τομέα του φασόν παρατηρήθηκε μια πτώση της τάξης του 31,5%, φτάνοντας από τα 6,299 δις δολάρια σε 4,313 δις δολάρια μεταξύ 2007 και 2008.

Παρότι οι εργαζόμενοι πλήττονται εδώ και τρεις δεκαετίες σχεδόν από τη συστηματική λεηλασία των αποταμιεύσεων μιας ζωής διατηρείται το ανώτατο μισθολογικό όριο με σκοπό την παραπέρα μείωση των εξόδων των επιχειρήσεων, παρά την κλιμάκωση της κερδοσκοπίας στα τρόφιμα που διατηρεί σε μόνιμο χάσμα τους μισθούς σε σχέση με τον πληθωρισμό. Στην απώλεια της αγοραστικής δύναμης των μισθών προστίθεται και η απώλεια θέσεων απασχόλησης. Το 2009, όχι μόνο δε θα δημιουργηθούν θέσεις για να καλύψουν τη ζήτηση δουλειάς από τους νέους που έχουν ενταχθεί στην αγορά εργασίας, αλλά και θα χαθούν και υπάρχουσες θέσεις εργασίας. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι σύμφωνα με υπολογισμούς της Τράπεζας του Μεξικού, ο Οικονομικά Ενεργός Πληθυσμός θα αυξηθεί σε 1,3 εκατομμύρια άτομα και τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών και Δημόσιας Πίστωσης που αναφέρουν ότι θα χαθούν μέχρι 300.000 θέσεις εργασίας, τότε θα υπάρχει ένα έλλειμμα απασχόλησης που θα ανέρχεται σε τουλάχιστον 1,6 εκατομμύρια άτομα. Ωστόσο, θεωρούμε ότι η απώλεια αλλά και το έλλειμμα θέσεων εργασίας θα είναι πολύ μεγαλύτερο, αν λάβουμε υπόψη μας την τάση μείωσης της επίσημης εργασίας από το 2008 μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με στοιχεία του Μεξικανικού Ινστιτούτου Κοινωνικής Ασφάλισης, έχασαν τη δουλειά τους 538.068 εργαζόμενοι, το οποίο σημαίνει μείωση 107.600 θέσεων εργασίας κατά μέσο όρο το μήνα, από τον Οκτώβρη του 2008 μέχρι το Φλεβάρη του 2009. Μόνο στις εξαγωγές στο φασόν (που έχει πληγεί περισσότερο από την ύφεση στις ΗΠΑ και την υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας), χάθηκαν 64.404 θέσεις απασχόλησης, μεταξύ Οκτώβρη 2008 και Φλεβάρη 2009. Σχετικά με τη βιομηχανία ενδυμάτων χάθηκαν 40 χιλιάδες θέσεις εργασίας και έκλεισαν 350 επιχειρήσεις το 2008. Από την άλλη, στην εξορυκτική βιομηχανία χάθηκαν 2.000 άμεσες θέσεις απασχόλησης και 20.000 έμμεσες, ενώ 2.500 είναι σε τεχνητή ανεργία. Επίσης, στη βιομηχανία ζάχαρης υπολογίζεται ότι χάθηκαν τουλάχιστον 10.000 θέσεις εργασίας το 2008, λόγω της απελευθέρωσης της εισαγωγής ζάχαρης όπως προβλέπει το Σύμφωνο Ελεύθερου Εμπορίου της Βορείου Αμερικής. Η εργασιακή ανασφάλεια βαθαίνει ακόμα περισσότερο σε περιόδους κρίσης: Η τεχνητή ανεργία είναι ένας μηχανισμός που χρησιμοποιούν οι επιχειρηματίες ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς, για παράδειγμα, για να μειώσουν την παραγωγή όταν πέφτουν οι πωλήσεις, δηλαδή, δεν έχουν στόχο να διαφυλάξουν την εργασία. Στην πραγματικότητα, οι επιχειρηματίες εκτός από το να εφαρμόζουν την τεχνητή ανεργία, μειώνουν μισθούς και παροχές και καταλήγουν να απολύουν τους εργαζόμενους. Στην εταιρία General Motors, για παράδειγμα, μετά από την τεχνητή ανεργία, απέλυσαν γύρω στους 600 εργαζόμενους. Εκτός από το σταθερό χτύπημα των μισθών, την τεχνητή ανεργία, τη μείωση των μισθών και την ανεργία, οι πιο φτωχοί εργαζόμενοι της χώρας συνεχίζουν να πληρώνουν εισπρακτικούς φόρους. Ανάμεσα στο Γενάρη και το Σεπτέμβρη του 2008, όσοι έπαιρναν μέχρι και δέκα βασικούς μισθούς συνεισέφεραν περισσότερο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση από τα άτομα που έπαιρναν πάνω από 100 φορές το βασικό μισθό. Τέλος, οι εργαζόμενοι κατέληγαν καταχρεωμένοι λόγω της μείωσης των μισθών, της ανεργίας, της επαχθούς πληρωμής φόρων και της γενικής ανασφάλειας των συνθηκών εργασίας τους και ζωής τους, με προβλήματα υγείας και ατυχήματα.

Νέες μορφές των παλιών συνταγών

Οι ιμπεριαλιστικές συμφωνίες καταδικάζουν όχι μόνο τους εργάτες του Μεξικού, αλλά τους εργάτες όλου του κόσμου. Δείχνουν ότι η βασική αντίθεση της εποχής είναι η αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Το Μεξικό είναι εξαρτημένη χώρα, αλλά αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχουν εθνικά μονοπώλια που εξάγουν κεφάλαια, όπως τα μονοπώλια της CEMEX, της TELMEX και της Televisa, του Grupo Elektra, της Televisión Azteca, για να αναφέρουμε μερικά, και ότι αυτά ευνοήθηκαν από το NAFTA.

Στην πραγματικότητα, αυτοί οι μονοπωλιακοί όμιλοι σε συμφωνία με τις ΗΠΑ θέτουν το ζήτημα -απορρίπτοντας ανοιχτά τα δόγματα που διαλαλούσαν τη δεκαετία του ’90, τότε που ευνοούνταν από την ιδιωτικοποίηση του κρατικού τομέα της οικονομίας- ότι χρειάζεται κρατική παρέμβαση. Η ΚΕ του Κόμματος των Κομμουνιστών του Μεξικού έκανε την παρακάτω ανάλυση:

«...είναι σημαντικό να εμβαθύνουμε στο ζήτημα από τη δική μας ταξική θέση και με βάση τη μαρξιστική-λενινιστική ιδεολογία μας και να ξεσκεπάσουμε οποιαδήποτε προσπάθεια καπιταλιστικής διεξόδου, ακόμα κι αν καταφεύγουν στο ανθρώπινο πρόσωπο, δηλαδή σε διεξόδους που παρουσιάζουν έναν καπιταλισμό με ανθρώπινο πρόσωπο.

Ως κομμουνιστές έχουμε ξεκάθαρο ότι η σημερινή κρίση είναι η εκδήλωση ανυπέρβλητων αντιθέσεων στον τρόπο παραγωγής και ότι βάσει όλων των χαρακτηριστικών της πρόκειται για μια κρίση υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης που πιάνει το σύνολο του καπιταλιστικού συστήματος στον κόσμο. Δεν αποδεχόμαστε την άποψη ότι είναι δυνατή μια μεταρρύθμιση νεοκεϋνσιανού τύπου. Αυτή την περίοδο που ανοίγεται πρέπει να έχουμε ως στόχο τη σοσιαλιστική επανάσταση, να δουλεύουμε μόνο για αυτό τον σκοπό, ανοίγοντας πραγματικές προοπτικές για την εργατική τάξη και τους λαούς.

Στο χάος αναζητούνται εξιλαστήρια θύματα, και βάζουν το νεοφιλελευθερισμό στο εδώλιο των κατηγορουμένων οι ίδιοι οι δημιουργοί του. Χρειάζεται να ποδοπατήσουν τα επιχειρήματα που παρουσίαζαν πριν δύο δεκαετίες για το τέλος των ιδεολογιών, για το non plus-ultra της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Ο τροχός της ιστορίας παίρνει αδυσώπητα εκδίκηση, καθώς δυο δεκαετίες είναι μόλις ένα δευτερόλεπτο στο ρολόι της ιστορίας της ανθρωπότητας και ο νεοφιλελεύθερος λόγος που θριαμβολογούσε είναι σήμερα δύσοσμος. Άλλη μια φορά, το κράτος διογκώνεται, φουσκώνει σε ελιγμούς απελπισίας για να εμποδίσει την πλήρη χρεοκοπία.

Τα μεγάλα μέσα ενημέρωσης λατρεύουν και πάλι το Κράτος και ξαναρχίζει η συζήτηση για τον προστατευτισμό. Τη θέση των ιδιωτικοποιήσεων παίρνουν οι κρατικοποιήσεις. Αυτό όμως δημιουργεί πολύ επικίνδυνες ψευδαισθήσεις που τροφοδοτούνται από τη σοσιαλδημοκρατία και θεωρούν προοδευτικά μέτρα αυτά που υιοθέτησαν ο Μπους και τώρα ο Ομπάμα, στοιχηματίζοντας σε μια καπιταλιστική μεταρρύθμιση που να δημιουργήσει ένα νέο Κράτος Πρόνοιας.» [9]

Δυο αιώνες πάλης για την ανεξαρτησία: ο σοσιαλισμός είναι η προοπτική

Στη 10η Διεθνή Συνάντηση των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων που πραγματοποιήθηκε στο Σάο Πάουλο, ορισμένα από τα κόμματα που πήραν μέρος ενέκριναν τη Διακήρυξη για τους δύο αιώνες ανεξαρτησίας της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής [10] που προβάλλει την πάλη ενάντια στην αποικιοκρατία κυρίως των Ισπανών. Τονίζεται το καθήκον που ορίστηκε στη Συνδιάσκεψη των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων της Λατινικής Αμερικής που πραγματοποιήθηκε στην Αβάνα το 1975 για τη δεύτερη και οριστική ανεξαρτησία.

Οι απελευθερωτικές διαδικασίες του 20ού αιώνα, από τη Μεξικανική Επανάσταση του 1910 και την Κουβανική Επανάσταση του 1959, θέτουν τις σημερινές διαδικασίες στη διαλεκτική του αντιιμπεριαλισμού και της σοσιαλιστικής επανάστασης. Με άλλο τρόπο, παρά τα απελευθερωτικά χαρακτηριστικά καταλήγει στην επανάκτηση της κυριαρχίας των εκμεταλλευτριών τάξεων. Η Μεξικανική Επανάσταση είναι ένα τέτοιο παράδειγμα, καθώς θέτει το εξής ερώτημα: τι χρησιμεύει να έχει το κράτος τον έλεγχο του 70% της οικονομίας αν το κράτος αυτό είναι αστικό;

Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση διακρίνεται γιατί έσπασε τον πάγο, έδειξε το δρόμο. Εγκαινίασε την εποχή του περάσματος από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό. Σήμερα είναι αδύνατο να αποσυνδέσουμε τα καθήκοντα της οικονομικής χειραφέτησης των εξαρτημένων χωρών χωρίς να θέσουμε το ζήτημα της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη και της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη κομμουνιστικών κομμάτων και το μαρξισμό-λενινισμό, την ιδεολογία της πρωτοπόρας τάξης στη σημερινή εποχή.


[1] Η κρίση του καπιταλισμού και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στο Μεξικό. Πολυγραφημένη έκδοση της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος των Κομμουνιστών, Μάρτης 2009.

[2] Β.Ι. Λένιν, «Άπαντα», 5η έκδοση, τ. 27, σελ. 393.

[3] Δεν μπορούμε να ξεχνάμε επίσης το σημαντικό ρόλο της εξέγερσης των ιθαγενών και των Μεξικανών αγροτών ενάντια στο NAFTA, ακριβώς την ημέρα που τέθηκε σε ισχύ την 1 Γενάρη του 1994. Οργανώθηκε στην Τσιάπας στα νοτιοανατολικά του Μεξικού από τον EZLN, τον Στρατό των Ζαπατίστας για την Εθνική Απελευθέρωση και η ένοπλη αυτή εξέγερση εξέφρασε με σκληρότητα ότι η ιμπεριαλιστική συμφωνία είναι η θανατική καταδίκη για τους ινδιάνικους λαούς.

[4] Γνωρίζουμε καλά ότι ο καπιταλισμός δεν είναι πλέον στο στάδιο του ελεύθερου συναγωνισμού, που έχει ιστορικά μείνει στο παρελθόν.

[5] Πρόσφατα δημιουργήθηκε μια νέα στρατιωτική βάση στην Κολομβία στο Παλενκέρο, που σαφώς είναι προσανατολισμένη στη συνέχιση του αιματηρού πολέμου ενάντια στον αδερφό λαό και τις επαναστατικές του δυνάμεις, φτάνει όμως μέχρι την περιοχή των Άνδεων, την Καραϊβική και την Κεντρική Αμερική. Μάλιστα, μεταξύ άλλων, επιβεβαιώνει ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ συνεχίζει το δρόμο των προκατόχων του. Επίσης, ο Ομπάμα επικύρωσε το σύνολο των πόρων που υποσχέθηκε ο Μπους για την Πρωτοβουλία Μέριδα, δυσφημώντας την οπορτουνιστική αριστερά του Μεξικού που μιλάει για νέα εποχή και χαιρέτισε με ενθουσιασμό την εκλογή του Αμερικανού δημοκρατικού.

[6] Μεταξύ άλλων, ο ακαδημαϊκός Τζον Σαξ Φερνάντες σε μια μελέτη με τον ομώνυμο τίτλο, όπου τεκμηριώνει ότι το NAFTA σημαίνει για το Μεξικό προσάρτηση, ότι θα ολοκλήρωνε την εξάπλωση που ξεκίνησε με το βίαιο πόλεμο του 1847 ενάντια στο Μεξικό, που προηγουμένως είχε προσαρτήσει το Τέξας και είχε εξαγοράσει άλλες περιοχές όπως τη Λουιζιάνα. Στο βιβλίο του «Η αγοραπωλησία του Μεξικού» αναφέρει: «Για τις ΗΠΑ η αγορά της Λουιζιάνας και το Σύμφωνο της Γουαδελούπης του 1848 ήταν κρίσιμα για την άνοδό τους ως δύναμης στην ήπειρο, στο ημισφαίριο αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο λόγω των γεωγραφικών διαστάσεων και του ορυκτού πλούτου και έπειτα για το πετρέλαιο που τόσο γενναιόδωρα τους έδωσε η φύση.»

[7] Είναι περίεργο το γεγονός ότι η κυβέρνηση και η αστική τάξη έκαναν μια προπαγανδιστική εκστρατεία προειδοποιώντας ότι η κρίση των ΗΠΑ δεν θα μας άγγιζε και ότι οποιαδήποτε αρνητική επίπτωση στην οικονομία θα ήταν αποτέλεσμα προβοκατόρικων ομάδων που ειδικεύονται στις δολιοφθορές.

[8] Ενώ ο βασικός μισθός αυξήθηκε μόνο κατά 12,6% οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν μέχρι και 339,4% όπως στο φρέσκο καλαμπόκι, στο κοτόπουλο 243,4%, στο λάδι 107,7%, στο ρύζι 139%, στο αλάτι 77,2%, στο άσπρο ψωμί 53%, στην τορτίγια 42,8%, στο σιτάλευρο 54,4%, στα μαύρα φασόλια 35,5% και στα αυγά 49,8%.

[9] Η κρίση του καπιταλισμού και τα καθήκοντα των κομμουνιστών στο Μεξικό. Πολυγραφημένη έκδοση της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος των Κομμουνιστών, Μάρτης 2009.

[10] 10η Διεθνής Συνάντηση Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων, εκδόθηκε από το ΚΚ Βραζιλίας.