Το Βορειοαμερικάνικο Σύμφωνο Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA) τέθηκε σε εφαρμογή το 1994. Δεκαπέντε χρόνια μετά ο απολογισμός είναι συντριπτικός. Το NAFTA και η πρωτοβουλία για να επεκταθεί σε όλη την ήπειρο στη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου της Αμερικής (ALCA) επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ιμπεριαλιστικής πολιτικής παρά τις μεταμφιέσεις που υιοθετεί στα λόγια.
Αυτό το Σύμφωνο επιδιώκει να γενικευθεί σε όλη την Αμερική. Παρά τη μεγάλη αποτυχία που υπέστη η πρωτοβουλία των ΗΠΑ για μια συνολική συμφωνία, το βέβαιο είναι ότι μέσα από διμερείς και περιφερειακές συμφωνίες εμμένουν στο σχέδιό τους και συνοδεύουν την πρωτοβουλία με στρατιωτικές και κατασταλτικές συμφωνίες.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι η πρώτη ήττα της ALCA οφειλόταν στη μεγάλη λαϊκή, κοινωνική, πολιτική και ένοπλη αντίσταση. Θα πρέπει να επισημάνουμε τον κεντρικό ρόλο της Κουβανικής Επανάστασης που κατάφερε να συσπειρώσει, με το κάλεσμά της στις Συναντήσεις του Ημισφαιρίου για τον Αγώνα ενάντια στην ALCA, σε ένα ενιαίο μέτωπο εργατικά και αγροτικά κινήματα, κοινωνικές δυνάμεις, διανοούμενους και καλλιτέχνες πραγματοποιώντας ημερίδες σε επίπεδο ηπείρου και σχέδια δράσης με σημαντική συνεισφορά. Σημαντικό ρόλο έπαιξε κι η μπολιβαριανή διαδικασία στη Βενεζουέλα. Σε αυτή τη μάχη ήταν αποφασιστικός ο ρόλος της κολομβιάνικης αντίστασης στο Σχέδιο Κολομβία και στο Πατριωτικό Σχέδιο, και κυρίως των FARC-EP. Η αυξανόμενη αντίθεση της εργατικής τάξης του Μεξικού, των αγροτών και ιθαγενών ενάντια στο NAFTA συνέβαλε στο να συνειδητοποιήσουν οι λαοί τους κινδύνους από την αποδοχή της ALCA. [3]
Με τον ευφημισμό του ελεύθερου εμπορίου [4] οι ΗΠΑ επιδιώκουν να εξασφαλίσουν την ηγεμονική τους θέση στη Λατινική Αμερική έναντι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκτός από το Σύμφωνο αυτό, η CAFTA (Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου στην Κεντρική Αμερική), το Σχέδιο Πουέμπλα-Παναμά, το ASPAN (Συμμαχία για την Ασφάλεια και την Ευημερία της Βόρειας Αμερικής) και διμερείς συμφωνίες αποτελούν την ίδια στρατηγική. Συνοδεύτηκαν από στρατιωτικά κατασταλτικά σχέδια, όπως το Σχέδιο Κολομβία ή η Πρωτοβουλία Μέριδα, καθώς επίσης και με εγκατάσταση στρατιωτικών βάσεων των ΗΠΑ παντού [5] και με την επαναλειτουργία του Τέταρτου Στόλου.
Κατ’ αρχάς, με την αδράνεια που πρόσφερε η λεγόμενη αποϊδεολογικοποίηση, ο ιμπεριαλισμός καλλωπίστηκε και στο όνομα της «ελευθερίας», της «δημοκρατίας», του «ελεύθερου εμπορίου», της «αλληλεξάρτησης» και της «νέας παγκόσμιας τάξης πραγμάτων» προσπάθησε να καταπνίξει κάθε αντίσταση στην πολιτική τους της κυριαρχίας στη Λατινική Αμερική. Οι συνθήκες της διεθνούς αντεπανάστασης επέβαλαν το NAFTA, που περιγράφεται από ερευνητές και ακαδημαϊκούς ως η αγοραπωλησία του Μεξικού, [6] το οποίο είναι ανάλογο μόνο του Συμφώνου Γουαδελούπης Ιδάλγο που αποτελεί έναν τρομερό ακρωτηριασμό της εθνικής επικράτειας του Μεξικού μετά τον άδικο πόλεμο του 1847-1848 που νομιμοποίησε την εκποίηση 2.263.866 τ.χλμ. Αν και δεκαπέντε χρόνια μετά το NAFTA κατέστρεψε τη μεξικανική ύπαιθρο, την επισιτιστική κυριαρχία και την εθνική παραγωγική βάση με την επικράτηση των μονοπωλίων των ΗΠΑ στη γη και στους φυσικούς πόρους, κυρίως τους ενεργειακούς. Το φυσικό αέριο βρίσκεται ήδη στα χέρια των ξένων εταιριών. Τα μονοπώλια έχουν εισβάλει ήδη σε τομείς που προηγουμένως βρίσκονταν αποκλειστικά υπό κρατικό έλεγχο κατ’ εντολή της αστικοδημοκρατικής επανάστασης του 1910, όπως για παράδειγμα ο τομέας της ηλεκτρικής ενέργειας και το πετρέλαιο.
Μεταξύ των αποτελεσμάτων είναι η εντατικοποίηση της λεηλασίας και της εκμετάλλευσης, η ανεργία στο χωριό και στην πόλη, η μόνιμη μετανάστευση.
Ο μεξικάνικος καπιταλισμός εξαρτάται απόλυτα από τον ιμπεριαλισμό. Είναι ο βασικός και σχεδόν μοναδικός αγοραστής του πετρελαίου που παράγεται, ο αποκλειστικός σχεδόν προορισμός των εξαγωγών μας καθώς και η πηγή του δεύτερου μεγαλύτερου οικονομικού εσόδου μας, δηλαδή των εμβασμάτων των Μεξικάνων μεταναστών εργαζομένων που από το Νοέμβριο του 2008 μειώθηκαν κατά 3%.
Από τότε που ο Φελίπε Καλντερόν ανέλαβε τα καθήκοντά του ως πρόεδρος της Δημοκρατίας, η οικονομική κατάσταση της χώρας συνεχώς επιδεινώνεται κυρίως σε βάρος των εργαζομένων. Ο αυτοαποκαλούμενος «πρόεδρος της απασχόλησης» δεν πραγματοποίησε ούτε μία ενέργεια που να συμβάλλει αποτελεσματικά στο επίπεδο ζωής των εργαζομένων.
Τώρα που γνωρίζουμε ότι η αύξηση για το 2009 [7] θα είναι ουσιαστικά μηδενική λόγω της ύφεσης που περνάει η χώρα, μόνο 0,5% ανάπτυξη σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αφοσιώθηκε στην εφαρμογή διαφόρων σχεδίων κατά της κρίσης, τα οποία στοχεύουν στην ενίσχυση της οικογενειακής οικονομίας, της αγοραστικής δύναμης των εργαζομένων και της απασχόλησης, αν και κατά περίεργο τρόπο όλες οι ενέργειες αυτών των σχεδίων στοχεύουν στη μεταφορά μεγάλων οικονομικών πόρων στις ιδιωτικές επιχειρήσεις.
Τα μέτρα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης δεν αποσκοπούν στην επίλυση των προβλημάτων των εργαζομένων, ενώ οι οικονομικές πιέσεις συνεχίζουν να οξύνονται. Ο πληθωρισμός τον περασμένο χρόνο ήταν στο 6,53%, το διπλάσιο από το προβλεπόμενο, και η κυβέρνηση εκτιμά για το τρέχον έτος ότι θα ανέλθει στο 6,28%, η υποτίμηση του πέσο έναντι του δολαρίου είναι πάνω από 38% από το Γενάρη του 2007 μέχρι το Φλεβάρη του 2009, το ΑΕΠ μέχρι τον Ιούλιο του 2008 ήταν στο 1,2%.
Οι εκδηλώσεις της έλλειψης συμμόρφωσης με το εργασιακό καθεστώς εκφράζονται με διάφορους τρόπους, ένας από τους οποίους είναι οι κλητεύσεις λόγω απεργίας. Οι κλητεύσεις αυτές είχαν αύξηση 46,33% και από 7.390 το 2006 ανήλθαν σε 10.814 την περασμένη χρονιά, και το Γενάρη φέτος φτάνουν τις 1.162. Η πλειοψηφία αυτών των κλητεύσεων είναι για αύξηση του μισθού, αλλά στην πραγματικότητα κανείς δεν καταφέρνει να ξεπεράσει το ανώτατο όριο μισθού που έχει καθοριστεί, και το οποίο για φέτος, σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας Χαβιέρ Λοσάνο Αλαρκόν δε θα ξεπεράσει το 6%.
Όλα αυτά δείχνουν την αυξανόμενη δυσαρέσκεια των εργαζομένων για την κρίσιμη εργασιακή κατάσταση. Είναι αλήθεια ότι κατά μέσο όρο μόνο 25 με 40 κλητεύσεις οδηγούν σε απεργία αλλά σε μερικές περιπτώσεις οι επιπτώσεις τόσο σε κοινωνικό όσο και σε οικονομικό επίπεδο αγγίζει μεγάλες περιοχές ή τομείς της παραγωγής, όπως στην περίπτωση των ορυχείων, όπου οι απεργίες στο Τάσκο της πολιτείας Γκερέρο, στο Σομπρερέτε της πολιτείας Σακατέκας, Μετ Μεξ Πενιόλες στην πολιτεία Κοαουίλα και στην Κανανέα στην πολιτεία Σονόρα είχαν απήχηση σε εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Στην ύπαιθρο η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη, σύμφωνα με στοιχεία του Εργατικού Πανεπιστημίου του Μεξικού, τα τελευταία 12 χρόνια χάθηκαν δύο εκατομμύρια θέσεις εργασίας σε αγροτικές περιοχές, με 85,5% φτώχειας, από το οποίο το 55,3% βρίσκεται σε απόλυτη φτώχεια. Η αγροτική μετανάστευση αγγίζει το 45% των αγροτικών οικογενειών με τουλάχιστον ένα μέλος στις ΗΠΑ και το 80% με ένα μέλος έξω από την κοινότητά τους.
Το NAFTA, εντείνοντας την εξάρτηση του Μεξικού, προκαλεί άμεσα καταστροφικά αποτελέσματα. Για τη σταθεροποίηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας λόγω της κερδοσκοπίας, η χώρα ξόδεψε πάνω από 20 δις δολάρια από το αποθεματικό της Τράπεζας του Μεξικού. Η εργατική τάξη υποφέρει από την κερδοσκοπική άνοδο των τροφίμων, [8] το πλεόνασμα χρεών οδήγησε 10.250 επιχειρήσεις σε χρεοκοπία, οι Μεξικάνοι εργαζόμενοι έχασαν 53 δισεκατομμύρια πέσος από τη συνταξιοδοτική αποταμίευση λόγω του ότι επενδύθηκαν σε διεθνή χρηματοπιστωτικά μέσα, που σημαίνει ότι λεηλατήθηκε το 10% των αποταμιεύσεών τους. Η μείωση της απασχόλησης στις ΗΠΑ στον τομέα των οικοδομών θα αναγκάσει τρία εκατομμύρια Μεξικανούς μετανάστες να επιστρέψουν στη χώρα.
Η μεξικανική οικονομία πέρασε από τη χρόνια στασιμότητα στην πραγματική ύφεση και δείχνει πλέον τα αποτελέσματα της εξωτερικής κρίσης στην παραγωγική βάση, στο χρηματοπιστωτικό τομέα, στα δημόσια οικονομικά και στην αγορά εργασίας. Η βιομηχανική δραστηριότητα υποχώρησε στο 11,1% το Γενάρη του 2009. Οι συνολικές εξαγωγές υποχώρησαν κατά 30,5%, οι πετρελαϊκές κατά 55,3% και των βιομηχανικών [G1] προϊόντων κατά 25,9%, μεταξύ Γενάρη και Φλεβάρη. Τα δημοσιονομικά έσοδα της ομοσπονδιακής κυβέρνησης μειώθηκαν κατά 9,9% λόγω της μείωσης των ποσοτήτων των παραγώγων της πετρελαϊκής δραστηριότητας και των χαμηλών φορολογικών εσόδων μεταξύ Γενάρη 2008 και Γενάρη 2009. Μειώθηκε κατά 44,4% η παραγωγή αυτοκινήτων, από 340.036 σε 189.080 μονάδες το πρώτο δίμηνο του 2009. Στον τομέα του φασόν παρατηρήθηκε μια πτώση της τάξης του 31,5%, φτάνοντας από τα 6,299 δις δολάρια σε 4,313 δις δολάρια μεταξύ 2007 και 2008.
Παρότι οι εργαζόμενοι πλήττονται εδώ και τρεις δεκαετίες σχεδόν από τη συστηματική λεηλασία των αποταμιεύσεων μιας ζωής διατηρείται το ανώτατο μισθολογικό όριο με σκοπό την παραπέρα μείωση των εξόδων των επιχειρήσεων, παρά την κλιμάκωση της κερδοσκοπίας στα τρόφιμα που διατηρεί σε μόνιμο χάσμα τους μισθούς σε σχέση με τον πληθωρισμό. Στην απώλεια της αγοραστικής δύναμης των μισθών προστίθεται και η απώλεια θέσεων απασχόλησης. Το 2009, όχι μόνο δε θα δημιουργηθούν θέσεις για να καλύψουν τη ζήτηση δουλειάς από τους νέους που έχουν ενταχθεί στην αγορά εργασίας, αλλά και θα χαθούν και υπάρχουσες θέσεις εργασίας. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι σύμφωνα με υπολογισμούς της Τράπεζας του Μεξικού, ο Οικονομικά Ενεργός Πληθυσμός θα αυξηθεί σε 1,3 εκατομμύρια άτομα και τους υπολογισμούς του υπουργείου Οικονομικών και Δημόσιας Πίστωσης που αναφέρουν ότι θα χαθούν μέχρι 300.000 θέσεις εργασίας, τότε θα υπάρχει ένα έλλειμμα απασχόλησης που θα ανέρχεται σε τουλάχιστον 1,6 εκατομμύρια άτομα. Ωστόσο, θεωρούμε ότι η απώλεια αλλά και το έλλειμμα θέσεων εργασίας θα είναι πολύ μεγαλύτερο, αν λάβουμε υπόψη μας την τάση μείωσης της επίσημης εργασίας από το 2008 μέχρι σήμερα. Σύμφωνα με στοιχεία του Μεξικανικού Ινστιτούτου Κοινωνικής Ασφάλισης, έχασαν τη δουλειά τους 538.068 εργαζόμενοι, το οποίο σημαίνει μείωση 107.600 θέσεων εργασίας κατά μέσο όρο το μήνα, από τον Οκτώβρη του 2008 μέχρι το Φλεβάρη του 2009. Μόνο στις εξαγωγές στο φασόν (που έχει πληγεί περισσότερο από την ύφεση στις ΗΠΑ και την υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας), χάθηκαν 64.404 θέσεις απασχόλησης, μεταξύ Οκτώβρη 2008 και Φλεβάρη 2009. Σχετικά με τη βιομηχανία ενδυμάτων χάθηκαν 40 χιλιάδες θέσεις εργασίας και έκλεισαν 350 επιχειρήσεις το 2008. Από την άλλη, στην εξορυκτική βιομηχανία χάθηκαν 2.000 άμεσες θέσεις απασχόλησης και 20.000 έμμεσες, ενώ 2.500 είναι σε τεχνητή ανεργία. Επίσης, στη βιομηχανία ζάχαρης υπολογίζεται ότι χάθηκαν τουλάχιστον 10.000 θέσεις εργασίας το 2008, λόγω της απελευθέρωσης της εισαγωγής ζάχαρης όπως προβλέπει το Σύμφωνο Ελεύθερου Εμπορίου της Βορείου Αμερικής. Η εργασιακή ανασφάλεια βαθαίνει ακόμα περισσότερο σε περιόδους κρίσης: Η τεχνητή ανεργία είναι ένας μηχανισμός που χρησιμοποιούν οι επιχειρηματίες ανάλογα με τις ανάγκες της αγοράς, για παράδειγμα, για να μειώσουν την παραγωγή όταν πέφτουν οι πωλήσεις, δηλαδή, δεν έχουν στόχο να διαφυλάξουν την εργασία. Στην πραγματικότητα, οι επιχειρηματίες εκτός από το να εφαρμόζουν την τεχνητή ανεργία, μειώνουν μισθούς και παροχές και καταλήγουν να απολύουν τους εργαζόμενους. Στην εταιρία General Motors, για παράδειγμα, μετά από την τεχνητή ανεργία, απέλυσαν γύρω στους 600 εργαζόμενους. Εκτός από το σταθερό χτύπημα των μισθών, την τεχνητή ανεργία, τη μείωση των μισθών και την ανεργία, οι πιο φτωχοί εργαζόμενοι της χώρας συνεχίζουν να πληρώνουν εισπρακτικούς φόρους. Ανάμεσα στο Γενάρη και το Σεπτέμβρη του 2008, όσοι έπαιρναν μέχρι και δέκα βασικούς μισθούς συνεισέφεραν περισσότερο στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση από τα άτομα που έπαιρναν πάνω από 100 φορές το βασικό μισθό. Τέλος, οι εργαζόμενοι κατέληγαν καταχρεωμένοι λόγω της μείωσης των μισθών, της ανεργίας, της επαχθούς πληρωμής φόρων και της γενικής ανασφάλειας των συνθηκών εργασίας τους και ζωής τους, με προβλήματα υγείας και ατυχήματα.