Ο πόλεμος στην Ουκρανία και ο ρόλος της Τουρκίας


Ερχάν Ναλτσατζί, μέλος του Κεντρικού Εκτελεστικού Συμβουλίου του ΚΚ Τουρκίας

Η έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία θα πρέπει ίσως να υπολογιστεί από το 2014, αλλά στο παρόν άρθρο [1] θα επικεντρωθούμε στην περίοδο που αρχίζει με τη ρωσική επέμβαση στο ουκρανικό έδαφος το Φλεβάρη του 2022. Ο πόλεμος στην Ουκρανία δε διεξάγεται απλώς μεταξύ δύο εθνικών κρατών, η Ουκρανία λειτούργησε ως πληρεξούσιος του ΝΑΤΟ, με άλλα λόγια του ιμπεριαλιστικού ευρωατλαντικού μπλοκ, οπότε ο πόλεμος διεξάγεται μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας. Αλλά, γενικότερα, η Ουκρανία ήταν ένα μέτωπο στην ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση, η οποία είναι προϊόν του ιμπεριαλιστικού ανταγωνισμού, που έχει πλέον κυριαρχήσει στον κόσμο. Πρόκειται για έναν πόλεμο που δεν έχει γίνει ακόμα ολοκληρωτικός.

Σε αυτόν τον πόλεμο, τον οποίον θα συζητήσουμε σε αυτό το άρθρο, η Τουρκία έχει παίξει έναν δευτερεύοντα, αλλά πολύ περίπλοκο ρόλο. Σε μία κατάσταση που σπάνια παρατηρείται στην παγκόσμια ιστορία, η τουρκική αστική τάξη και οι πολιτικοί της προμήθευαν με όπλα τη μία από τις αντιμαχόμενες πλευρές, ενώ παράλληλα ανέπτυσσαν οικονομικές σχέσεις και διατηρούσαν διπλωματικές σχέσεις με την άλλη πλευρά. Ενώ αποκάλεσε τη Ρωσία κατακτητή και κατήγγειλε την προσάρτηση της Κριμαίας, η Τουρκία προσπάθησε να προστατεύσει τη Ρωσία όσο μπορούσε από το οικονομικό εμπάργκο που της επέβαλε το ευρωατλαντικό μπλοκ. Από τη μία πλευρά, ενώ η Τουρκία διατηρεί τη συμμετοχή της στο ΝΑΤΟ και συμμετέχει σε ασκήσεις του, υποστήριξε τη Ρωσία ακολουθώντας τους κανόνες της Συνθήκης του Μοντρέ μην επιτρέποντας στο ΝΑΤΟ να εισέλθει στη Μαύρη Θάλασσα. Η Τουρκία δεν ενήργησε ως μέλος του ΝΑΤΟ ή ως τυπικό γρανάζι στον τροχό του ευρωατλαντικού μπλοκ κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά προσπάθησε να παίξει ένα διπλό παιχνίδι.

Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσουμε να ξεδιαλύνουμε τους λόγους αυτής της ιδιαιτερότητας. Γιατί η τουρκική καπιταλιστική τάξη ήταν τόσο πραγματιστική σε αυτήν τη διαδικασία; Γιατί η Τουρκία είχε τόσες πολλές αντιθέσεις με τις ΗΠΑ, παρόλο που είναι κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ; Γιατί η Ρωσία ανέχτηκε και ανέπτυξε σχέσεις με μία χώρα που είναι σύμμαχος και προμηθευτής όπλων της Ουκρανίας;

Πριν υπεισέλθουμε στις λεπτομέρειες του θέματος, πρέπει να εξετάσουμε δύο θεμελιώδεις διαδικασίες, ώστε να καταλήξουμε σε ένα εννοιολογικό πλαίσιο. Η πρώτη είναι η κρίση της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας, χωρίς την οποία δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τις διεθνείς σχέσεις σήμερα, και η άλλη είναι οι προσπάθειες μίας σειράς χωρών, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας, να ανέβουν στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα με βάση τη συσσώρευση κεφαλαίου τα τελευταία τριάντα χρόνια.

Τι είναι η κρίση της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας;

Για να μην εκτροχιάσουμε το θέμα, θα πρέπει να το ορίσουμε συνοπτικά. Μετά από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όσον αφορά τη συμβολή τους στην παγκόσμια παραγωγή και τη δύναμή τους να επηρεάζουν τον κόσμο στρατιωτικά, οικονομικά, πολιτικά και ιδεολογικά, οι ΗΠΑ ήταν αναμφισβήτητα στην κορυφή του ιμπεριαλιστικού κόσμου. Υπό την ηγεσία τους, διεξήχθη ένας αγώνας ενάντια στην πολιτική της εργατικής τάξης σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα ενάντια στη Σοβιετική Ένωση, και σε αυτό προσανατολίστηκε ο παγκόσμιος καπιταλισμός.

Μετά από τη διαδικασία της αντεπανάστασης στη Σοβιετική Ένωση και στο σοσιαλιστικό κόσμο, οι ΗΠΑ διατήρησαν την ηγεσία του ιμπεριαλιστικού κόσμου. Πλέον, που δεν υπήρχαν σοσιαλιστικές κυβερνήσεις και η εργατική τάξη είχε υποχωρήσει, ο κόσμος έπρεπε να αναδιαρθρωθεί, οι κατακτήσεις της εργατικής τάξης έπρεπε να ανατραπούν και να μην υπάρχουν εθνικά εμπόδια μπροστά στο κεφάλαιο. Με την ηγεσία των ΗΠΑ, οι αστικές τάξεις έδρασαν με μία ελευθερία που δεν είχαν ξαναδεί από την εποχή της Οκτωβριανής Επανάστασης. Στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ και στη Γιουγκοσλαβία, η ιμπεριαλιστική αναμόρφωση του κόσμου πέρασε μέσα από στρατιωτικές επεμβάσεις των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Αυτή η διαδικασία του μεγάλου θριάμβου και της αυτοπεποίθησης του κεφαλαίου συνοδεύτηκε από τη δομική κρίση του καπιταλισμού και μία τεράστια εξαγωγή κεφαλαίου από τη Δύση στην Ανατολή, όπου ο βαθμός εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης ήταν υψηλός, τα κίνητρα για μετακινήσεις κεφαλαίου ήταν μεγάλα και τα περιβαλλοντικά προβλήματα αγνοούνταν. Τη δεκαετία του 2000, έγινε αντιληπτό ότι το κινεζικό κράτος διαχειριζόταν τη συσσώρευση κεφαλαίου με βάση αυτήν την εξαγωγή κεφαλαίου με μία παγκόσμια στρατηγική. Στη δεκαετία του 2000, η Κίνα επρόκειτο να ξεπεράσει τις ΗΠΑ όσον αφορά τη συμβολή της στην παγκόσμια παραγωγή, να δημιουργήσει το δικό της σύστημα συμμαχιών και να κινητοποιήσει ένα τεράστιο ποσό χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου. Θα ανέπτυσσε ένα παγκόσμιο σχέδιο για την ηγεμονία της, όπως ο «Νέος Δρόμος του Μεταξιού», και θα άρχιζε να διώχνει τις ΗΠΑ και το ευρωατλαντικό μπλοκ από αφρικανικές, ασιατικές, ακόμη και ευρωπαϊκές αγορές μέσω των εξαγωγών κεφαλαίου. Η Κίνα θα γινόταν όλο και πιο στρατιωτικοποιημένη υπό την ομπρέλα της ασφάλειας που θα παρείχε η Ρωσία και θα άρχιζε να απειλεί την πρωτοκαθεδρία των ΗΠΑ στην περιοχή του Ειρηνικού. Η οικονομική κατάρρευση του 2008 στις ΗΠΑ σηματοδότησε ένα σημείο καμπής στον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό. Το 2011, όταν οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν στον κόσμο ότι θα ενισχύσουν το στρατιωτικό τους οπλοστάσιο προκειμένου να διατηρήσουν την ηγεμονία τους στην περιοχή του Ειρηνικού, άρχισε στην πραγματικότητα η πολεμική ιμπεριαλιστική αντιπαράθεση με συγκαλυμμένο τρόπο.

Οι συνωμοσίες των ΗΠΑ και των συμμάχων τους στη Λιβύη και στη Συρία και η επέμβαση της Ρωσίας στη Συρία το 2015 μπορούν να θεωρηθούν επεισόδια αυτής της πολεμικής ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης. Η ίδια η Ουκρανία αποτελεί μήλον της έριδος με τον πλούτο της που διεγείρει τις ορέξεις του ιμπεριαλισμού, την τεράστια αγροτική παραγωγή και τη βιομηχανία της, που αποτελούν κληρονομιά της Σοβιετικής Ένωσης. Ωστόσο, μία από τις αιτίες αυτού του πολέμου, που ξεκίνησε με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς τα ανατολικά, τον εξοπλισμό της Ουκρανίας, τη μετατροπή της σε ΝΑΤΟϊκό μηχανισμό πολιτικά και την πρόκληση της Ρωσίας στρατιωτικά, ήταν να φθαρεί στρατιωτικά η Ρωσία και να καταστεί ανίκανη να πολεμήσει μαζί με την Κίνα στον Ειρηνικό. Ωστόσο, αυτό δεν πρέπει να μας αποκρύβει το γεγονός ότι η Ρωσία είναι επίσης μία καπιταλιστική χώρα που έχει επεκτατικούς στόχους και προσπαθεί να αποκτήσει νέα ερείσματα στο πλαίσιο της κρίσης της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας.

Η θέση της Τουρκίας στην κρίση της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας

Μέχρι το 1990, η Τουρκία ήταν μία χώρα την οποία οι ΗΠΑ μπορούσαν να κατευθύνουν μέσω στρατιωτικών πραξικοπημάτων, μία χώρα όπου οι ΗΠΑ είχαν οικοδομήσει μία σταθερή ηγεμονία στο στρατό, στο κράτος, στην πολιτική, στα Μέσα Ενημέρωσης και στην οικονομία. Είχε γίνει κοινός τόπος για όσους θα κυβερνούσαν την Τουρκία να ζητούν την ευλογία των ΗΠΑ, και αυτό συνέβη και με τον Ερντογάν το 2001.

Ωστόσο, ειδικά μετά από το 2002, κατά τη διάρκεια της μακράς διακυβέρνησης του ΑΚΡ στην Τουρκία, έλαβαν χώρα διαφορετικές διαδικασίες συσσώρευσης κεφαλαίου. Η πρώτη από αυτές ήταν μία μεταβίβαση περιουσίας κατά την οποία σχεδόν όλη η δημόσια περιουσία λεηλατήθηκε από το κεφάλαιο. Κατά τη διαδικασία αυτήν, όλες οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας περιήλθαν στο κεφάλαιο. Δεύτερο, η επίθεση στην οργάνωση της εργατικής τάξης δημιούργησε ένα ανεξέλεγκτο εργασιακό καθεστώς στην Τουρκία με πολύ υψηλό ποσοστό εκμετάλλευσης. Τρίτο, μετά από τις νομικές αλλαγές που διευκόλυναν τις επιχειρήσεις του κεφαλαίου, υπήρξε μία μαζική ροή κεφαλαίων από το εξωτερικό προς την Τουρκία.

Όλες αυτές οι διαδικασίες επέτρεψαν στο τουρκικό κεφάλαιο να ανθίσει και να στρέψει το βλέμμα του στο εξωτερικό. Νέες αγορές, νέες περιοχές επενδύσεων κεφαλαίου, νέα ηγεμονία, ακόμη και νέες περιοχές για προσάρτηση...

Αν και η τουρκική οικονομία εξακολουθεί να εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το ευρωατλαντικό μπλοκ, ο ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός υπό την ηγεσία των ΗΠΑ περιόρισε τον επεκτατισμό του τουρκικού κεφαλαίου. Για παράδειγμα, οι πόλεμοι στη Συρία και στη Λιβύη έβλαψαν αρχικά τις επενδύσεις και τη θέση του τουρκικού κεφαλαίου. Με τη Ρωσία, από την άλλη πλευρά, η γεωγραφική εγγύτητα δημιούργησε μία φυσική οικονομική λεκάνη, η Τουρκία επωφελήθηκε από το ρωσικό φυσικό αέριο, είδε τη Ρωσία ως αγορά και χώρο επένδυσης κεφαλαίων και οι Ρώσοι τουρίστες ήταν οι βασικοί πελάτες του τουριστικού κλάδου.

Μετά από την καμπή του 2008, η Τουρκία άλλαξε κατεύθυνση, από χώρα υπό την ηγεμονία του ιμπεριαλισμού, σε χώρα που φιλοδοξούσε να είναι ιμπεριαλιστική για τον εαυτό της. Η απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, η οποία ξεκίνησε από τη σέχτα Γκιουλέν, συνιστώσα του ΑΚΡ, και με άμεση καθοδήγηση από τις ΗΠΑ, αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο σε αυτήν τη διαδικασία. Ήταν η πρώτη φορά που οι ΗΠΑ απέτυχαν σε στρατιωτικό πραξικόπημα στην Τουρκία και συντελέστηκε μία σημαντική διάβρωση της ηγεμονίας τους. Κατά τη διάρκεια της πάλης στο εσωτερικό του κράτους και ενδεχομένως μεταξύ των διαφορετικών προσανατολισμών της αστικής τάξης, η ομάδα υπό την ηγεσία του Ερντογάν δε δίστασε να επιδιώξει την υποστήριξη από τη Ρωσία.

Η Τουρκία άρχισε να έχει στρατεύματα στο εξωτερικό όχι μόνο στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ ή του ΟΗΕ, αλλά και σύμφωνα με τα ίδια τα συμφέροντα της τουρκικής αστικής τάξης. Ένα μεγάλο στρατιωτικοβιομηχανικό σύμπλεγμα αναδύθηκε στην Τουρκία, που είναι σε θέση να κατευθύνει τις ιμπεριαλιστικές τάσεις του κεφαλαίου. Παλιότερα, οι ΗΠΑ δε θα το επέτρεπαν ποτέ αυτό. Επιπλέον, αυτή η άνοδος πραγματοποιήθηκε παρά τους περιορισμούς που επέβαλαν οι ΗΠΑ στην προμήθεια όπλων και ενδιάμεσων προϊόντων που είναι απαραίτητα για την παραγωγή όπλων.

Το μερίδιο της Τουρκίας στις παγκόσμιες εξαγωγές όπλων αυξήθηκε από 0,69% μεταξύ 2013-2017 σε 1,1% μεταξύ 2018-2022 και η Τουρκία κατέλαβε τη δωδέκατη θέση μεταξύ των προμηθευτών όπλων παγκοσμίως. [2] Λέγεται ότι υπάρχουν περίπου δύο χιλιάδες μικρές ή μεσαίες εταιρίες στην Τουρκία που παράγουν μη επανδρωμένα αεροσκάφη από βίδες μέχρι λέιζερ. [3] Ως αποτέλεσμα της συνεργασίας της εταιρίας Baykar με το κράτος, η Τουρκία έχει αρχίσει να παρεμβαίνει σε περιφερειακούς πολέμους. Οι χώρες που κάποτε παρήγγειλαν UCAV (μη επανδρωμένα εναέρια οχήματα μάχης) έχουν γίνει εξαρτημένες από την Τουρκία όσον αφορά τις τεχνικές προδιαγραφές, την πτητική εκπαίδευση και τα πυρομαχικά που χρησιμοποιούνται στα UCAV.

Το τουρκικό κεφάλαιο έχει ανακηρύξει τον 21ο αιώνα ως τον «αιώνα της Τουρκίας», ακόμη και αν σε έναν σημαντικό βαθμό αυτό είναι ιδεολογική προπαγάνδα, όπως ακριβώς ανακηρύσσουν για τον εαυτό τους κράτη όπως η Κίνα, η Βραζιλία και η Ινδία στη φάση της κρίσης της ιμπεριαλιστικής ηγεμονίας.

Παράλληλα, η Τουρκία προσπάθησε να ανοίξει το δρόμο με διπλωματικές κινήσεις και να συμμετάσχει σε διάφορες ιμπεριαλιστικές ειρηνευτικές διαδικασίες.

Στο τέλος θα αναφερθούμε στον εύθραυστο χαρακτήρα του τουρκικού καπιταλισμού, αλλά, χωρίς να κατανοήσουμε το μετασχηματισμό του τουρκικού καπιταλισμού τα τελευταία τριάντα χρόνια, δε θα είναι δυνατό να κατανοήσουμε αυτήν την ιδιότυπη κατάσταση στον πόλεμο Ουκρανίας-Ρωσίας.

Οι σχέσεις Ουκρανίας-Τουρκίας κατά τη διάρκεια του πολέμου

Παρά την πτώση της αποικιοκρατίας μετά από το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο ιμπεριαλισμός συνεχίστηκε με διάφορα παράγωγα των εξαγωγών κεφαλαίου με πολύ πιο σύνθετο τρόπο. Σήμερα, ένα από αυτά τα παράγωγα εκδηλώνεται με τη μορφή της γεωργίας με τη μίσθωση/αγορά γεωργικής γης σε μία ξένη χώρα.

Οι ΗΠΑ, η Κίνα και οι μεγάλες χώρες της ΕΕ καλλιεργούν γη σε διάφορες χώρες, κυρίως στην Αφρική. Το τουρκικό κεφάλαιο έχει επίσης ενταχτεί σε αυτήν την τάση λόγω της νέας επεκτατικής του θέσης.

Επί Σοβιετικής Ένωσης, η Ουκρανία έγινε το μεγαλύτερο εργαστήριο γεωργικής έρευνας στον κόσμο και γνώρισε μία επανάσταση στην παραγωγικότητα της γεωργίας. Σήμερα, το μέγεθος της καλλιεργήσιμης γης στην Ουκρανία εκτιμάται σε περίπου 100 εκατομμύρια εκτάρια. Πριν τον πόλεμο, το 10% του παγκόσμιου σιταριού, το 13% του κριθαριού, το 15% του καλαμποκιού και σχεδόν το 50% των εξαγωγών ηλίανθου προέρχονταν από την Ουκρανία. Θα χρειαστούμε αυτές τις πληροφορίες όταν θα μιλήσουμε για το «διάδρομο σιτηρών». Χώρες, όπως η Κίνα και η Σαουδική Αραβία, έχουν μισθώσει μεγάλες εκτάσεις γεωργικής γης από την Ουκρανία. Όσον αφορά την Τουρκία, λίγο πριν τον πόλεμο, περίπου σαράντα εταιρίες λειτουργούσαν σε 25-30 χιλιάδες εκτάρια.

Επιπλέον, η σημαντικότερη εξαγωγή κεφαλαίων από την Τουρκία ήταν στον κατασκευαστικό τομέα και η Ουκρανία είχε γίνει σημαντικός κόμβος για τις τουρκικές κατασκευαστικές εταιρίες.

Ωστόσο, ο σημαντικότερος τομέας που σχετιζόταν με το ρόλο της Τουρκίας στον πόλεμο ήταν ο στρατιωτικός και το εμπόριο όπλων. Η τεταμένη κατάσταση μεταξύ Ουκρανίας και Ρωσίας δεν ξεκίνησε το 2022, αλλά πολύ νωρίτερα. Οι στρατιωτικές σχέσεις που είχαν αναπτυχθεί μεταξύ της Τουρκίας και της Ουκρανίας πριν το 2022 συνεχίστηκαν με τον πόλεμο.

Πρώτ’ απ’ όλα, στον πόλεμο χαμηλής έντασης στο Ντονμπάς και στο Λουγκάνσκ τα UCAV και τα φορητά όπλα που προμήθευσε η Τουρκία είχαν καθοριστικό ρόλο και η Ουκρανία έγινε αγορά για τα τουρκικά μονοπώλια όπλων. Υπήρχε όμως και ένας άλλος λόγος για τον οποίον η Τουρκία προσανατολίστηκε προς την Ουκρανία. Πριν το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Τουρκία είχε μία σχεδιασμένη και εθνικά προσανατολισμένη οικονομία και αναπτυσσόταν ταχύτατα στο δρόμο της βιομηχανικής ανάπτυξης. Ωστόσο, μετά από τον πόλεμο, όταν τέθηκε υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ, η κατεύθυνση και ο ρυθμός της εκβιομηχάνισης διαταράχτηκαν. Λόγω αυτής της ιμπεριαλιστικής παρέμβασης, η Τουρκία δεν ήταν σε θέση να παράγει κινητήρες μέχρι πρόσφατα. Από την άλλη πλευρά, η στρατιωτική βιομηχανία, η οποία αναπτύχθηκε ραγδαία τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, χρειαζόταν κινητήρες για άρματα μάχης, πολεμικά πλοία και UCAV. Ήθελαν να μεταφέρουν τεχνολογία και όχι απλώς να εισάγουν κινητήρες. Για το λόγο αυτόν, το τουρκικό κεφάλαιο έστρεψε το βλέμμα του στην Ουκρανία με τα εργοστάσια κινητήρων που είχαν απομείνει από τη Σοβιετική Ένωση. Η Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, ήταν πρόθυμη για αμοιβαία μεταφορά τεχνολογίας και έτσι γεννήθηκε μία στρατιωτική συμμαχία.

Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του Ζελένσκι, ο οποίος εξελέγη Πρόεδρος της Ουκρανίας ως λειτουργός του ευρωατλαντικού μπλοκ, στην Τουρκία τον Οκτώβρη του 2020 υπογράφηκε συμφωνία στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών. Η χρήση των τουρκικών UCAV κατά τη διάρκεια του πολέμου του Καραμπάχ είχε οδηγήσει σε ένα συγκαλυμμένο εμπάργκο κατά της Τουρκίας από το ευρωατλαντικό μπλοκ. Έτσι, η Τουρκία στράφηκε στην Ουκρανία για ενδιάμεσα προϊόντα στην παραγωγή όπλων.

Το 2022, μόλις τρεις βδομάδες πριν τον πόλεμο, ο Ερντογάν επισκέφτηκε την Ουκρανία, υπογράφηκε συμφωνία συνεργασίας για την υψηλή τεχνολογία, την αεροπορία και το Διάστημα και αποφασίστηκε ότι η Baykar θα κατασκεύαζε εργοστάσιο μη επανδρωμένων αεροσκαφών στην Ουκρανία. [4]

Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, ο ουκρανικός στρατός χρησιμοποιούσε ήδη πολύ εξοπλισμό τουρκικής προέλευσης. Το τι είδους εξοπλισμός πουλήθηκε στην Ουκρανία κρατήθηκε γενικά μυστικό από το κοινό στην Τουρκία και μάθαμε μόνο όσα αναφέρονταν στον ουκρανικό ή στο ρωσικό Τύπο. Ένα παράδειγμα είναι η χρήση ασυρμάτων μίας τουρκικής εταιρίας τεχνολογίας, της Aselsan, από τις ουκρανικές μονάδες πεζικού και τεθωρακισμένων. Υπήρξε επίσης αναφορά για την τουρκο-ουκρανική συμπαραγωγή συστημάτων εκτόξευσης αντιαρματικών πυραύλων. Στο ναυτικό τομέα, πλοία του πολεμικού ναυτικού έχουν επίσης αρχίσει να παράγονται από την Τουρκία για την Ουκρανία. Το 2021, μία κορβέτα καθελκύστηκε στη Ναυπηγική Διοίκηση της Κωνσταντινούπολης. [5] Αναφέρθηκε επίσης ότι τα σύνθετα κράνη και τα βαλλιστικά γιλέκα που εισήχθησαν από την Τουρκία για τους στρατιώτες του ουκρανικού στρατού παρείχαν ψυχολογικό πλεονέκτημα έναντι του ρωσικού στρατού στην αρχή του πολέμου. [6]

Ωστόσο, το σημαντικότερο στοιχείο στο εμπόριο όπλων ήταν τα UCAV. Δεν είναι δυνατό να γνωρίζουμε τον ακριβή αριθμό, καθώς κρατείται μυστικός, αλλά, σύμφωνα με τον Τύπο, η Ουκρανία προμηθεύτηκε περίπου πενήντα UCAV από την Τουρκία. Τα UCAV διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην αρχή του πολέμου. Λίγο πριν τον πόλεμο, όταν ο ουκρανικός στρατός επιτέθηκε προκλητικά στο Λουγκάνσκ και στο Ντονμπάς, η Ρωσία προσβλήθηκε από την κοινοποίηση μίας εικόνας ενός τουρκικού UCAV που κατέστρεφε ένα ρωσικό κανόνι. [7] Η τουρκική πλευρά απάντησε στα παράπονα της Ρωσίας λέγοντας ότι η εταιρία που πωλούσε τα UCAV ήταν ιδιωτική και ότι δεν μπορούσε να παρέμβει. Στην πραγματικότητα, το κράτος και τα μονοπώλια όπλων ήταν αλληλένδετα και δεν ήταν σαφές ποιος διαχειριζόταν τη διαδικασία.

Η βύθιση του «Μόσχα», της ναυαρχίδας του ρωσικού πολεμικού ναυτικού στη Μαύρη Θάλασσα, υποστηρίχτηκε επίσης ότι ήταν αποτέλεσμα UCAV που είχε προμηθεύσει η Τουρκία. Την ώρα που τα UCAV απασχολούσαν τα ραντάρ του θωρηκτού «Μόσχα», λέγεται ότι το πλοίο βυθίστηκε από πυραύλους Neptune. [8]

Από την άλλη πλευρά, ενώ το ευρωατλαντικό μπλοκ στέλνει νέους ανθρώπους στο μέτωπο για να πεθάνουν, έχει επίσης ρίξει τόσα πολλά όπλα στην Ουκρανία, που οι εξαγωγές όπλων της Τουρκίας στην Ουκρανία έχουν επισκιαστεί. Δεν είναι εύκολο να εκτιμηθεί το σημερινό επίπεδο των προμηθειών όπλων από την Τουρκία λόγω της μεγαλύτερης μυστικότητας των πληροφοριών σε συνθήκες πολέμου.

Όσον αφορά την προμήθεια κινητήρων από την Ουκρανία, τα εργοστάσια κινητήρων που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή UCAV, πυρομαχικών και μαχητικών ελικοπτέρων βομβαρδίστηκαν επανειλημμένα από τη Ρωσία κατά τη διάρκεια του πολέμου. Ως εκ τούτου, η εισαγωγή ουκρανικών κινητήρων για την εξοπλιστική βιομηχανία της Τουρκίας ενδέχεται να έχει διακοπεί.

Οι σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας κατά τη διάρκεια του πολέμου

Από το 2008, οι σχέσεις μεταξύ της Τουρκίας και της Ρωσίας έχουν περάσει αρκετά και έντονα σκαμπανεβάσματα ώστε η εξέτασή τους να μπορεί να ξεστρατίσει από τη στόχευση αυτού του άρθρου. Δολοφονήθηκε ο Ρώσος πρέσβης, καταρρίφτηκε ρωσικό μαχητικό αεροσκάφος από τουρκικά αεροσκάφη στη Συρία κ.ά. Σε γενικές γραμμές, όμως, παρατηρούμε ότι η ρωσική αστική τάξη έχει χωνέψει την τυχοδιωκτική στάση και τον πραγματισμό της τουρκικής αστικής τάξης.

Υπό το ρωσικό μονοπωλιακό κεφάλαιο, το οποίο σχηματίστηκε με τη λεηλασία των μέσων παραγωγής που ανήκαν στη σοβιετική κοινωνία, και τον πολιτικό εκπρόσωπό του, Πούτιν, η Ρωσία δεν έγινε βιομηχανικός γίγαντας που συμβάλει σε μεγάλο βαθμό στην παγκόσμια παραγωγή, όπως η Κίνα. Δεν υπήρχαν ούτε εκατοντάδες εκατομμύρια αγρότες για να οδηγηθούν σε ζώνες ελεύθερης εκμετάλλευσης, όπως στην Κίνα, ούτε μία εργατική τάξη που να εργάζεται εντελώς χωρίς κανόνες. Για το λόγο αυτόν, δεν υπήρξε τεράστια εισροή κεφαλαίων από το εξωτερικό. Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία, με το στρατιωτικό μηχανισμό που κληρονόμησε από τη Σοβιετική Ένωση, ανέλαβε την ασφάλεια των αναδυόμενων περιοχών κινεζικής ηγεμονίας από τον Ειρηνικό μέχρι την Κεντρική Ασία, από τη Μέση Ανατολή μέχρι τη Μεσόγειο. Ως εκ τούτου, έχει γίνει στόχος που το ΝΑΤΟ θέλει να εξαλείψει πριν την Κίνα. Για το λόγο αυτόν, η διατάραξη της συνοχής που δημιούργησε η Τουρκία στο ΝΑΤΟ αξιοποιήθηκε από τη Ρωσία, η οποία προσπάθησε να διευρύνει και να τροφοδοτήσει αυτήν τη ρωγμή. Παρόλες τις αντιφάσεις, οι δύο αστικές τάξεις, που προσπαθούν να κερδίσουν μία αναβαθμισμένη θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, προσέγγισαν η μία την άλλη στο όνομα της ασφάλειας και των αμοιβαίων πεδίων κερδοφορίας.

Παρά την επιμονή της Τουρκίας στην αποκατάσταση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας, συμπεριλαμβανομένης της Κριμαίας, μετά από το Φλεβάρη του 2022 οι σχέσεις Τουρκίας-Ρωσίας συνέχισαν να αναπτύσσονται. Η κατασκευή του πυρηνικού εργοστασίου Akkuyu στις ακτές της Μεσογείου από ρωσική εταιρία δεν επιβραδύνθηκε. Αλλά το πιο σημαντικό, παρά το εμπάργκο πετρελαίου και φυσικού αερίου που επέβαλε το ευρωατλαντικό μπλοκ στη Ρωσία, η Τουρκία συνέχισε να αγοράζει φυσικό αέριο από τη Ρωσία και μάλιστα έγινε ο κύριος κόμβος φυσικού αερίου της Ρωσίας στην Ευρώπη.

Το ρωσικό φυσικό αέριο εισήλθε για πρώτη φορά στην Τουρκία μέσω των βουλγαρικών συνόρων το 1987 επί Σοβιετικής Ένωσης. Ακολούθησε ο αγωγός Blue Stream μέσω της Μαύρης Θάλασσας μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας, ο οποίος συμφωνήθηκε το 1997 και άρχισε να μεταφέρει φυσικό αέριο στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Στα εγκαίνιά του το 2003 συμμετείχαν ο Ερντογάν και ο Πούτιν.

Το 2014, ο Πούτιν πρότεινε τη συμφωνία για τον αγωγό φυσικού αερίου Turkish Stream που θα συνέδεε τη Ρωσία και τη Θράκη μέσω της Μαύρης Θάλασσας, ο οποίος εγκαινιάστηκε επίσημα το 2020. Η πιο σημαντική εξέλιξη κατά τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία ήταν η πρόταση της Ρωσίας για την κατασκευή ενός μεγάλου σταθμού εξαγωγής φυσικού αερίου στην Τουρκία, ο οποίος θα επέτρεπε στη Ρωσία να εξάγει φυσικό αέριο στην Ευρώπη χωρίς να διέρχεται από το ουκρανικό έδαφος. Η Ανατολική Θράκη επιλέχτηκε για το έργο, το οποίο θα ολοκληρωθεί φέτος κατόπιν συμφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών. [9]

Κατά τη διάρκεια των δύο χρόνων του πολέμου (2022-2023), ο όγκος των εμπορικών συναλλαγών της Ρωσίας με την Τουρκία σχεδόν τριπλασιάστηκε σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, φτάνοντας σχεδόν τα 70 δισεκατομμύρια δολάρια. Ο όγκος αυτός βασίστηκε σε εισαγωγές από τη Ρωσία ύψους περίπου 58 δισεκατομμυρίων δολαρίων. [10]

Αυτή η αύξηση του εμπορίου δεν οφειλόταν μόνο στην αύξηση των εισαγωγών φυσικού αερίου, αλλά η τουρκική πλευρά έκανε επίσης μία συγκαλυμμένη προσπάθεια να παρακάμψει το εμπορικό εμπάργκο κατά της Ρωσίας. Επιπλέον, πολλές ρωσικές εταιρίες ιδρύθηκαν στην Τουρκία για να παρακάμψουν το εμπάργκο. Μεταξύ των εταιριών στις οποίες επιβλήθηκαν κυρώσεις από τις ΗΠΑ για παραβίαση του εμπάργκο ήταν τέσσερις τουρκικές. Για παράδειγμα, μία εταιρία με την επωνυμία Azu λέγεται ότι αγόραζε τσιπ απ’ όλο τον κόσμο και τα έστελνε στη Ρωσία. [11] Το σύστημα πληρωμών MIR των ρωσικών τραπεζών γινόταν επίσης αποδεκτό στο τουρκικό τραπεζικό σύστημα μέχρι που αυτό διακόπηκε ως αποτέλεσμα της πίεσης του ευρωατλαντικού μπλοκ. Παρόλ’ αυτά, μία αντιπροσωπία της Επιτροπής της ΕΕ αναγκάστηκε να πραγματοποιήσει επίσκεψη στην Τουρκία τον Οκτώβρη του 2022 για να προειδοποιήσει τη χώρα για κυρώσεις.

Η αναβάθμιση της θέσης στην ιμπεριαλιστική ιεραρχία δεν έχει να κάνει μόνο με την παρέμβαση σε περιφερειακούς πολέμους και την άσκηση επιθετικής εξωτερικής πολιτικής. Ένα κράτος, με το να παίζει ρόλο στην περιφερειακή ειρήνη, αυξάνει επίσης την ηγεμονία του σε μία συγκεκριμένη περιοχή. Αυτό έκανε και η Τουρκία, η οποία ως κράτος με σχέσεις και με τις δύο πλευρές θέλησε να παίξει διπλωματικό ρόλο.

Αντιπροσωπίες από την Ουκρανία και τη Ρωσία συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη στις 29 Μάρτη 2022, λίγο περισσότερο από έναν μήνα μετά από την έναρξη του πολέμου, με τη μεσολάβηση του Ερντογάν. Εάν είχε υλοποιηθεί μία ειρηνευτική συμφωνία, η Τουρκία θα ήταν πιθανότατα ένα από τα κράτη-εγγυητές. Αλλά το ζήτημα δεν ήταν ούτε οι εδαφικές απώλειες της Ουκρανίας, ούτε η πιθανή ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, όπως έχουμε ήδη αναφέρει. Το ευρωατλαντικό μπλοκ είχε βάλει μπροστά την Ουκρανία και είχε προκαλέσει τον πόλεμο με σκοπό την αποδυνάμωση της θέσης της Ρωσίας στη συνεχιζόμενη σύγκρουση εντός του ιμπεριαλιστικού συστήματος και τη μείωση των στρατιωτικών δυνατοτήτων της παράλληλα με αυτόν τον κύριο στόχο. Γι’ αυτό, δεν υπήρξε τότε ειρηνευτική συμφωνία και για τα επόμενα δύο χρόνια οι εργάτες των δύο χωρών συνέχισαν να αλληλοσκοτώνονται στο μέτωπο.

Μία άλλη διπλωματική προσπάθεια της Τουρκίας ήταν η πρωτοβουλία για τα σιτηρά της Μαύρης Θάλασσας. Έχουμε ήδη αναφέρει τη σημασία των ουκρανικών και των ρωσικών αγροτικών προϊόντων για την παγκόσμια αγορά και την παγκόσμια επισιτιστική ασφάλεια. Ας προσθέσουμε και ότι τα λιπάσματα που παράγονται στη Ρωσία είναι σημαντικά για τις παγκόσμιες αγορές. Ο κόσμος είχε ήδη ανακάμψει από μία πανδημία και η άνοδος των τιμών των τροφίμων είχε επιβαρύνει σημαντικά την εργατική τάξη διεθνώς. Σε αυτό, προστέθηκε και η μη διαθεσιμότητα των ουκρανικών λιμανιών λόγω του πολέμου. Η Ρωσία αδυνατούσε να μεταφέρει τα αγροτικά της προϊόντα στα παγκόσμια λιμάνια λόγω του εμπορικού εμπάργκο που της είχε επιβληθεί. Δεν ήταν δυνατή ούτε η μεταφορά χρημάτων μέσω τραπεζών, ούτε η ασφάλιση των πλοίων και των εμπορευμάτων τους κατά τον ελλιμενισμό.

Με πρωτοβουλία της Τουρκίας και την υποστήριξη του ΟΗΕ, η Συμφωνία για το Διάδρομο των Σιτηρών υπογράφηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 22 Ιούλη 2022, όταν συναντήθηκαν αντιπροσωπίες από τη Ρωσία και την Ουκρανία. Έτσι, η Τουρκία σημείωσε μία διπλωματική επιτυχία σε παγκόσμια κλίμακα και, μέχρι το Μάη του 2023, περισσότεροι από 30 εκατομμύρια τόνοι αγροτικών προϊόντων θα μεταφέρονταν σε χώρες σε όλο τον κόσμο.

Ωστόσο, η συμφωνία δεν παρατάθηκε περαιτέρω και καταγγέλθηκε από τη Ρωσία. Πρώτ’ απ’ όλα, έγινε κατανοητό ότι τα εξαγόμενα αγροτικά προϊόντα αποθηκεύονταν στις κορυφαίες χώρες του ιμπεριαλισμού και μόνο το 10% περίπου από αυτά παραδιδόταν στις φτωχές χώρες των οποίων οι λαοί λιμοκτονούσαν. [12]

Η συμφωνία δεν ακυρώθηκε επειδή ειπώθηκε ότι τα σιτηρά αποσπώνται από φτωχές χώρες, παρότι αυτό προωθήθηκε ως λόγος της ακύρωσης. Το ευρωατλαντικό μπλοκ καταχράστηκε τη συνθήκη αυτήν, που αφορούσε τη διακίνηση πλοίων στη Μαύρη Θάλασσα, και επιτέθηκε στην ασφάλεια της Ρωσίας με μη επανδρωμένα ναυτικά σκάφη. Επιπλέον, δεν υπήρξε καμιά χαλάρωση του εμπάργκο στα αγροτικά προϊόντα, το οποίο είχε ζητήσει η Ρωσία και περιλαμβανόταν στη συμφωνία.

Η Συνθήκη του Μοντρέ και τα διαρθρωτικά προβλήματα του τουρκικού καπιταλισμού

Ο σημαντικότερος ρόλος της Τουρκίας στον πόλεμο στην Ουκρανία ήταν αναμφίβολα η εφαρμογή της Συνθήκης του Μοντρέ. Με τη Συνθήκη της Λοζάνης του 1923, ο έλεγχος των Δαρδανελίων και των Στενών της Κωνσταντινούπολης, που συνδέουν τη Μαύρη Θάλασσα με τη Μεσόγειο, δε δόθηκε στη νεαρή τότε Τουρκική Δημοκρατία. Μόνο υπό τις συνθήκες του επικείμενου ιμπεριαλιστικού διχοτομικού πολέμου και με την υποστήριξη της Σοβιετικής Ένωσης θα επιτευχθεί αυτό το δικαίωμα κυριαρχίας με τη Συνθήκη του Μοντρέ, που υπογράφηκε το 1936.

Με βάση τη συμφωνία, εάν τα παραθαλάσσια κράτη της Μαύρης Θάλασσας επιθυμούσαν να φέρουν τα πολεμικά τους πλοία στη Μαύρη Θάλασσα, θα μπορούσαν να εισέλθουν σε αυτήν με περιορισμό χωρητικότητας και με προειδοποίηση τριών βδομάδων και θα έφευγαν από κει μετά από δύο βδομάδες. Έτσι, η συνθήκη απαγόρευε την είσοδο υποβρυχίων, αεροπλανοφόρων και καταδρομικών στη Μαύρη Θάλασσα σε καιρό ειρήνης. Εάν ξεσπούσε πόλεμος στη Μαύρη Θάλασσα, τα παράκτια κράτη της δε θα μπορούσαν να εισέλθουν στη Μαύρη Θάλασσα σε καμιά περίπτωση.

Το τουρκικό κράτος άρχισε να εφαρμόζει τη συμφωνία αυτή μόλις ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία. Δεν επέτρεψε καν την επιστροφή των ρωσικών πολεμικών πλοίων στο στόλο της Μαύρης Θάλασσας. Η Ρωσία δεν είχε αντίρρηση σε αυτό, διότι η εφαρμογή των αποφάσεων του Μοντρέ ουσιαστικά κράτησε το ΝΑΤΟϊκό στόλο εκτός Μαύρης Θάλασσας.

Αυτή η κατάσταση είχε ως αποτέλεσμα η τουρκική αστική τάξη και το τουρκικό κράτος να βρίσκονται υπό την πίεση του ευρωατλαντικού μπλοκ από την αρχή του πολέμου. Εκείνο πίεζε μέσω ανεπίσημων καναλιών να σπάσει η Συνθήκη του Μοντρέ, να δημιουργηθεί ναυτική βάση του ΝΑΤΟ στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας. Δεν ξέρουμε επίσης αν υπήρξαν άλλες πιέσεις που κρατήθηκαν μυστικές και δεν εκφράστηκαν στις επίσημες συναντήσεις.

Δημιουργήθηκαν προσχήματα για να παραβιαστεί το Μοντρέ. Για παράδειγμα, ήθελαν να στείλουν ναρκαλιευτικά πλοία μετά από την αποδέσμευση των ναρκών που είχε τοποθετήσει η Ουκρανία γύρω από το λιμάνι της Οδησσού και βρίσκονται «αδέσποτες» στη Μαύρη Θάλασσα. Αυτή η προσπάθεια απορρίφτηκε από την Τουρκία. Στο πλαίσιο της Συμφωνίας για την Ασφάλεια της Μαύρης Θάλασσας, που υπογράφηκε πρόσφατα μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου, της Νορβηγίας και της Ουκρανίας, δύο ναρκαλιευτικά πλοία επρόκειτο να μεταφερθούν στη Μαύρη Θάλασσα. [13]

Ίσως επειδή δεν μπορούσε να αντέξει την πίεση, η Τουρκία υπέγραψε το Γενάρη του 2024 συμφωνία για την ασφάλεια της Μαύρης Θάλασσας κατά των ναρκών με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, αμφότερες μέλη του ΝΑΤΟ στη Μαύρη Θάλασσα. Η συμφωνία αυτή δεν επιτρέπει ξένα πολεμικά πλοία, αλλά το γεγονός ότι και οι τρεις είναι χώρες του ΝΑΤΟ είναι ανησυχητικό και υποδηλώνει την πιθανότητα να αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου.

Αν και ο τουρκικός καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια ώστε να παρέχει το έδαφος για τις επεκτατικές φιλοδοξίες της τουρκικής αστικής τάξης, έχει μία εύθραυστη δομή. Με το χρόνιο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών και τα εξωτερικά χρέη προς τις δυτικές τράπεζες που είναι δύσκολο να μετακυλιστούν, μοιάζει με μία χώρα επιρρεπή σε οικονομικές κρίσεις. Επιπλέον, η Τουρκία δεν έχει ακόμη καταφέρει να παράγει μαχητικά αεροσκάφη και είναι στριμωγμένη από το αμερικανικό εμπάργκο. Περιμένει από τις ΗΠΑ για την αγορά F-16 και τον εκσυγχρονισμό του στόλου της.

Όλ’ αυτά οδηγούν την Τουρκία σε μία πιο συμβιβαστική στάση. Για παράδειγμα, η Τουρκία δεν προέβαλε μεγάλη αντίσταση στην εισδοχή της Φινλανδίας και της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ. Ωστόσο, αυτή η επέκταση του ΝΑΤΟ είναι σημαντική στην περικύκλωση της Ρωσίας και σε έναν πιθανό ευρωπαϊκό πόλεμο.

Αν η τουρκική αστική τάξη επιτρέψει την παραβίαση της Συνθήκης του Μοντρέ, αυτό θα μπορούσε να σημαίνει ότι η Τουρκία θα εισέλθει de facto σε πόλεμο με τη Ρωσία στο πλευρό του ΝΑΤΟ.

Το πρωτοπόρο πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης της Τουρκίας παρακολουθεί στενά αυτήν τη διαδικασία, που σημαίνει μία μεγάλη πολιτική κρίση και μία απειλή για τους εργαζόμενους, προκειμένου να παρέμβει.


[1] Το άρθρο αυτό συζητήθηκε στη Συντακτική Επιτροπή το Γενάρη του 2024. Ωστόσο, στους μήνες που μεσολάβησαν, όπως προβλέπεται στο άρθρο, παρατηρήθηκε ότι οι φιλοαμερικανικές/ΝΑΤΟϊκές πτέρυγες της τουρκικής αστικής τάξης και τα συνδεδεμένα με αυτήν κυβερνητικά και αντιπολιτευτικά πολιτικά κόμματα έχουν αποκτήσει πολιτική υπεροχή. Η Τουρκία έχει συνάψει τη συμφωνία για τα F-16 με τις ΗΠΑ, έχει συνεργαστεί με το ΝΑΤΟ σε πολλά επιχειρησιακά ζητήματα και έχει αρχίσει να περιορίζει το εμπόριο με τη Ρωσία, σε συμμόρφωση με το εμπορικό εμπάργκο. Η στρατιωτική της υποστήριξη προς την Ουκρανία φαίνεται να εξαρτάται περισσότερο από το ΝΑΤΟ παρά από τα δικά της συμφέροντα. Η Συνθήκη του Μοντρέ δεν έχει ακόμη παραβιαστεί, αλλά η πλάστιγγα έχει γείρει υπέρ της εμπλοκής των ΗΠΑ με ανησυχητικό τρόπο.

[2] https://tr.euronews.com/2023/03/13/rapor-kuresel-silah-ihracatinda-turkiyenin-payi-artti-ithalat-oraniazaldi.

[3] https://www.crisisgroup.org/tr/europe-central-asia/western-europemediterranean/turkiye/turkiyesgrowing-drone-exports.

[4] https://www.crisisgroup.org/tr/europe-central-asia/western europemediterranean/turkiye/turkiyesgrowing-drone-exports.

[5] https://www.indyturk.com/node/482386/siyaset/bayraktar-si%25CC%2587ha-d%25C4%25B1%25C5%259F%25C4%25B1nda-t%25C3%25BCrkiye-ukraynaya-hangi-askeri-malzemeleri-satt%25C4%25B1#:~:text=T%25C3%25BCrkiye'nin%2520son%2520y%25C4%25B1llarda%2520Ukrayna,24%2520adet%2520daha%2520sat%25C4%25B1lmas%25C4%25B1%2520kararla%25C5%259Ft%25C4%25B1r%25C4%25B1lm%25C4%25B1%25C5%259Ft%25C4%25B1.

[6] https://www.crisisgroup.org/tr/europe-central-asia/western-europemediterranean/turkiye/turkiyesgrowing-drone-exports.

[7] https://www.bbc.com/turkce/haberler-turkiye-60258180.

[8] https://www.crisisgroup.org/tr/europe-central-asia/western-europemediterranean/turkiye/turkiyesgrowing-drone-exports.

[9] https://www.yirmidort.tv/ekonomi/turkiye-ve-rusya-anlasti-dogalgaz-merkezi-icin-yol-haritasi-tamam-136599.

[10] https://ticaret.gov.tr/data/5bcc5d4813b876034cfece26/RF%2520%25C3%259CLKE%2520RAPORU%2520%2520-%25202023.pdf.

[11] https://tr.euronews.com/2023/04/12/abdden-rusya-ambargosunu-ihlal-ettigi-gerekcesiyle-turkiyemerkezli-sirketlere-yaptirim.

[12] https://haber.sol.org.tr/yazar/tahil-koridoru-yalan-dehlizi-380957.

[13] https://www.reuters.com/world/europe/uk-transfer-two-minehunters-ukraine-it-launches-maritimesupport-plan-2023-12-11/.