3. Ο Λένιν όχι μόνο εμπλούτισε τη μαρξιστική θεωρία της επανάστασης, αλλά και την εφάρμοσε θαυμάσια στην πράξη. Όπως έγραφε ο Στάλιν:
«Ο Λένιν ήταν γεννημένος για την επανάσταση. Ήταν πραγματικά η μεγαλοφυΐα των επαναστατικών εκρήξεων και ο μεγαλύτερος μάστορας της επαναστατικής καθοδήγησης. Ποτέ δεν ένιωθε τον εαυτό του τόσο ελεύθερο και χαρούμενο όσο σε μία εποχή επαναστατικών κλονισμών. Με αυτό δε θέλω να πω καθόλου ότι ο Λένιν επιδοκίμαζε με τον ίδιο τρόπο κάθε επαναστατικό κλονισμό ή ότι πάντα και σε οποιεσδήποτε συνθήκες ήταν υπέρ των επαναστατικών εκρήξεων. Καθόλου. Θέλω μόνο να πω ότι ποτέ η μεγαλοφυής διορατικότητα του Λένιν δεν εκδηλωνόταν τόσο ολοκληρωμένα και καθαρά όσο τον καιρό των επαναστατικών εκρήξεων. Τις μέρες των επαναστατικών στροφών άνθιζε κυριολεκτικά, γινόταν οξυδερκής, μάντευε την κίνηση των τάξεων και τα πιθανά ζιγκ-ζαγκ της επανάστασης, λες και τα διάβαζε μέσα στην παλάμη του. Δε λένε του κάκου στους κομματικούς μας κύκλους ότι “ο Ίλιτς ξέρει να κολυμπά στα κύματα της επανάστασης, όπως το ψάρι στο νερό”.» [3]
Κανείς δεν ήξερε καλύτερα από τον Λένιν να αλλάζει ευέλικτα την τακτική ανάλογα με τη συγκεκριμένη κατάσταση και με το στάδιο ανάπτυξης της επανάστασης, να χτίζει τις σχέσεις με τους συμμάχους και τους συνοδοιπόρους του προλεταριάτου. Για παράδειγμα, αρχικά με ολόκληρη την αγροτιά ενάντια στους γαιοκτήμονες, έπειτα με τη φτωχή αγροτιά ενάντια στους κουλάκους με αδρανοποίηση των μεσαίων αγροτών, μετά από αυτό σταθερή συμμαχία με το μεσαίο αγρότη. Παρακάτω θα γίνει αναφορά στην αξιοποίηση από τον Λένιν των κοινοβουλευτικών μεθόδων πάλης, στην εναλλαγή των μορφών της σχέσης προς τον κοινοβουλευτισμό, όπως τη συμμετοχή στις εκλογές, την αποχή, τη διάλυση της Συντακτικής Συνέλευσης.
Ή η επιλογή της κατεύθυνσης του κύριου χτυπήματος. Το βασικό πλήγμα ενάντια στους καντέτους, ως κόμμα της συμφωνίας με την απολυταρχία, το 1905- 1907, τον καιρό της πρώτης ρωσικής επανάστασης και το βασικό πλήγμα ενάντια στους μενσεβίκους και στους εσέρους, που μετά από την επανάσταση του Φλεβάρη κατάντησαν οι κύριοι διασώστες της αστικής τάξης και το μεγαλύτερο εμπόδιο για τη νίκη της προλεταριακής επανάστασης το 1917. Αν και βρέθηκαν πολλοί άνθρωποι που φώναζαν ότι «δεν πρέπει να σπέρνουμε τη διχόνοια ανάμεσα στους δημοκράτες» στην πρώτη περίπτωση και «ανάμεσα στους σοσιαλιστές» στη δεύτερη.
Αλλάζοντας την τακτική στις μεγάλες στροφές της επανάστασης, ο Λένιν ταυτόχρονα εκδήλωνε αταλάντευτη σκληρότητα στα ζητήματα που αυτό ήταν απαραίτητο. Η ανελέητη πάλη με τους σοσιαλσοβινιστές την περίοδο του ιμπεριαλιστικού πολέμου, η προβολή του συνθήματος της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο προκάλεσε για ένα ορισμένο διάστημα την απομάκρυνση ενός μέρους συμπαθούντων από τους μπολσεβίκους, ανάγκασε το Κόμμα να αντέξει το χτύπημα του κατασταλτικού μηχανισμού του τσαρισμού και έπειτα και της Προσωρινής Κυβέρνησης, όμως, τελικά οδήγησε τους μπολσεβίκους στη νίκη.
Ο Λένιν προσέγγιζε με σοβαρότητα την ένοπλη εξέγερση, που την θεωρούσε τέχνη.
«Να κατηγορείς τους μαρξιστές για μπλανκισμό επειδή βλέπουν την εξέγερση ως τέχνη! Μπορεί άραγε να υπάρξει πιο κατάφωρη διαστρέβλωση της αλήθειας, τη στιγμή που κανένας μαρξιστής δε θα αρνηθεί ότι ακριβώς ο Μαρξ εκφράστηκε με τον πιο συγκεκριμένο, ακριβολογημένο και κατηγορηματικό τρόπο πάνω σε αυτό το ζήτημα, ονομάζοντας την εξέγερση ακριβώς τέχνη, λέγοντας ότι την εξέγερση πρέπει να την βλέπουμε ως τέχνη, ότι πρέπει να κατακτήσουμε την πρώτη επιτυχία και να βαδίσουμε από επιτυχία σε επιτυχία, χωρίς να σταματάμε την επίθεση ενάντια στον εχθρό, εκμεταλλευόμενοι τη σύγχυσή του κτλ. κτλ.
Η εξέγερση, για να πετύχει, δεν πρέπει να στηρίζεται σε συνωμοσία, ούτε σε ένα κόμμα, αλλά στην πρωτοπόρα τάξη, αυτό είναι το πρώτο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται στην επαναστατική άνοδο του λαού. Αυτό είναι το δεύτερο. Η εξέγερση πρέπει να στηρίζεται σε τέτοιο σημείο στροφής στην ιστορία της αναπτυσσόμενης επανάστασης, όταν στις πρωτοπόρες γραμμές του λαού παρατηρείται η μεγαλύτερη δραστηριότητα, όταν οι ταλαντεύσεις στις γραμμές των εχθρών και στις γραμμές των αδύναμων, μεσοβέζικων, αναποφάσιστων φίλων της επανάστασης είναι μεγαλύτερες από κάθε άλλη φορά. Αυτό είναι το τρίτο. Και με αυτούς ακριβώς τους τρεις όρους στην τοποθέτηση του ζητήματος της εξέγερσης ξεχωρίζει ο μαρξισμός από τον μπλανκισμό.» [4]
Ο Λένιν, επιθυμώντας σφοδρά την κατάκτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο, ήξερε να μην παραδίδεται σε πειρασμούς και να μην εκδηλώνεται πρόωρα, όπως έγινε στις 3-4 Ιούλη 1917, και να μη χάνει την ευνοϊκή στιγμή για την εξέγερση, όπως τον Οκτώβρη του 1917, όταν ο Λένιν χρειάστηκε να αφιερώσει πολύ χρόνο για να πείσει την ΚΕ του Κόμματος για την αναγκαιότητα της άμεσης δράσης.
«Στις 3 και 4 Ιούλη θα μπορούσαμε, χωρίς να αμαρτήσουμε απέναντι στην αλήθεια, να βάλουμε το ζήτημα έτσι: Πιο σωστό θα ήταν να πάρουμε την εξουσία, γιατί διαφορετικά οι εχθροί θα μας κατηγορήσουν οπωσδήποτε για εξέγερση και θα μας χτυπήσουν ως στασιαστές. Από αυτό, όμως, δεν μπορούσαμε να βγάλουμε το συμπέρασμα πως έπρεπε τότε να πάρουμε την εξουσία, γιατί οι αντικειμενικοί όροι για τη νίκη της εξέγερσης δεν υπήρχαν τότε.
1) Δε μας ακολουθούσε ακόμη η τάξη που αποτελεί την πρωτοπορία της επανάστασης. Δεν είχαμε ακόμη την πλειοψηφία μέσα στους εργάτες και στους στρατιώτες στις δύο πρωτεύουσες. Τώρα την έχουμε και στα δύο Σοβιέτ. Δημιουργήθηκε μόνο με την ιστορία του Ιούλη και του Αυγούστου, με την πείρα των “άγριων διωγμών” κατά των μπολσεβίκων και την πείρα του κορνιλοφισμού.
2) Δεν υπήρχε τότε παλλαϊκή επαναστατική άνοδος. Τώρα, μετά από τον κορνιλοφισμό, υπάρχει. Η επαρχία και η κατάληψη της εξουσίας από τα Σοβιέτ σε πολλά μέρη το αποδεικνύουν.
3) Δεν υπήρχαν τότε ταλαντεύσεις σε σοβαρή γενική πολιτική κλίμακα στους εχθρούς μας και στη μεσοβέζικη μικροαστική τάξη. Τώρα υπάρχουν τεράστιες ταλαντεύσεις: Ο κύριος εχθρός μας, ο συμμαχικός και ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός –γιατί οι “σύμμαχοι” βρίσκονται επικεφαλής του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού– ταλαντεύτηκε ανάμεσα στη συνέχιση του πολέμου ως τη νίκη και στη χωριστή ειρήνη ενάντια στη Ρωσία. Οι μικροαστοί δημοκράτες μας, χάνοντας ολοφάνερα την πλειοψηφία στο λαό, ταλαντεύτηκαν σε τεράστιο βαθμό, παραιτήθηκαν από το μπλοκ, δηλαδή από το συνασπισμό με τους καντέτους.
4) Γι’ αυτό στις 3 και 4 Ιούλη η εξέγερση θα ήταν λάθος: Δε θα μπορούσαμε να κρατήσουμε την εξουσία ούτε υλικά, ούτε πολιτικά. Υλικά, παρά το ότι υπήρχαν στιγμές που η Πετρούπολη ήταν στα χέρια μας, γιατί οι εργάτες και οι στρατιώτες μας δε θα πολεμούσαν, δε θα πέθαιναν τότε για την Πετρούπολη. Πολιτικά δε θα μπορούσαμε να κρατήσουμε την εξουσία στις 3 και 4 Ιούλη, γιατί ο στρατός και η επαρχία πριν τον κορνιλοφισμό μπορούσαν να βαδίσουν και θα βάδιζαν ενάντια στην Πετρούπολη.
Τώρα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική.
Μας ακολουθεί η πλειοψηφία της τάξης που είναι η εμπροσθοφυλακή της επανάστασης, η εμπροσθοφυλακή του λαού, που είναι ικανή να συναρπάσει τις μάζες.
Μας ακολουθεί η πλειοψηφία του λαού, γιατί η παραίτηση του Τσερνόφ δεν είναι καθόλου η μοναδική, είναι, όμως, η πιο φανερή, η πιο χειροπιαστή ένδειξη ότι από το συνασπισμό των εσέρων (και από τους ίδιους τους εσέρους) η αγροτιά δε θα πάρει τη γη. Και αυτό είναι το ουσιαστικότερο σημείο του παλλαϊκού χαρακτήρα της επανάστασης.
Βρισκόμαστε στην ευνοϊκή θέση ενός κόμματος που ξέρει σταθερά το δρόμο του, σε στιγμές που ολόκληρος ο ιμπεριαλισμός και ολόκληρος ο συνασπισμός των μενσεβίκων με τους εσέρους έχουν πρωτάκουστες ταλαντεύσεις.
Η νίκη μας είναι σίγουρη, γιατί ο λαός έχει πια φτάσει πολύ κοντά στην απόγνωση και εμείς προσφέρουμε σε όλο το λαό μία σίγουρη διέξοδο, γιατί του δείξαμε στις “κορνιλιφικές μέρες” τι αξίζει η καθοδήγησή μας και έπειτα προτείναμε συμβιβασμό στους ανθρώπους του συνασπισμού, που αρνήθηκαν να τον δεχτούν, χωρίς να έχουν καθόλου σταματήσει οι ταλαντεύσεις τους.» [5]