Η σοβιετική εμπειρία της υλοποίησης του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου. Διδάγματα για το μέλλον


Vyacheslav Sychev, Member of the RCWP CC Ideological Commission

Εισαγωγή - Αφιερώνεται στα 100 χρόνια από την ίδρυση της ΕΣΣΔ

Πριν 30 χρόνια αποσύρθηκε από τη σκηνή της Ιστορίας η ΕΣΣΔ, το πρώτο κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου στον κόσμο, που όχι μόνο κατόρθωσε να αντέξει στην αντιπαράθεση του σκληρού εμφύλιου πολέμου κατά τα πρώτα χρόνια της εμφάνισής του, αλλά επί πολλά έτη μπόρεσε να ξεδιπλώσει μια μεγαλειώδη σοσιαλιστική οικοδόμηση, να δημιουργήσει στην πράξη ένα νέο κοινωνικό σύστημα –το σοσιαλιστικό.

Ποια σημασία έχει για τη σύγχρονη περίοδο η ιστορία της χώρας των Σοβιέτ, για την οποία δε συνηθίζεται να γίνονται θετικές αναφορές από την πλευρά των κύκλων που τώρα βρίσκονται στην εξουσία;

Οι αστοί ιστορικοί και πολιτικοί διακηρύσσουν συνεχώς ότι η ΕΣΣΔ ήταν μια απολυταρχική χώρα που εμφανίστηκε τυχαία, καταπίεζε τον πληθυσμό, ασκούσε επιθετική εσωτερική και εξωτερική πολιτική, είχε ανεπαρκή οικονομία, ηττήθηκε από την καπιταλιστική Δύση στον Ψυχρό Πόλεμο. Γενικά, η ΕΣΣΔ παρουσιάζεται ως ένα ιδιόμορφο ζιγκ-ζαγκ της Ιστορίας. Βασιζόμενοι σε αυτήν την εκτίμηση, λένε ότι η ιστορία της Σοβιετικής Ένωσης το μόνο που μπορεί να διδάξει στις νέες γενιές είναι ότι η επανάληψη ενός τέτοιου «παραδείγματος» θα ήταν επικίνδυνη και αδιανόητη. Αυτή είναι η αστική θέση.

Υπάρχει όμως και μια άλλη άποψη, σε διάκριση με την αναφερόμενη, που έχει επιστημονική και ταξική βάση.

Το σοβιετικό σύστημα έγινε πραγματικότητα στη Ρωσία ως αποτέλεσμα μιας νομοτελούς επανάστασης, που είχε προετοιμαστεί από ολόκληρη την ιστορική διαδικασία και τις συσσωρευμένες αντιθέσεις που είχαν προηγηθεί.

Μετά από το 1917, η πάλη ενάντια στην εκμετάλλευση και στην καταπίεση προχώρησε σε νέο επίπεδο σε όλο τον κόσμο –στο στάδιο της πρακτικής εφαρμογής του σχεδίου που πλέον είχε αποδειχτεί μονοσήμαντα ότι μπορούσε να γίνει πραγματικότητα. Το πρωτοφανές σοσιαλιστικό σύστημα, που στηρίζεται στον εργαζόμενο λαό, άνοιξε μια νέα εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Η κάμψη της οργανωμένης ταξικής πάλης, που παρατηρούμε στη δική μας εποχή, είναι μια προσωρινή κρίση, που αναπόφευκτα θα τελειώσει.

Η Ιστορία δε στέκεται ακίνητη, ενώ πάντοτε μετά από περιόδους κάμψης και αντίδρασης έρχονται περίοδοι επαναστατικής ανόδου. Η σοβιετική εμπειρία υλοποίησης της δικτατορίας του προλεταριάτου μπορεί να είναι χρήσιμη για το μελλοντικό γύρο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού και πρέπει να αποτελέσει δίδαγμα που πρέπει να μελετηθεί καλά. Πρέπει να ληφθούν υπόψη τα επιτεύγματα και τα λάθη που έκανε το Κομμουνιστικό Κόμμα, ο σοβιετικός λαός, ώστε να αποφευχθούν οι δυσκολίες που μπήκαν στο δρόμο των οικοδόμων του σοσιαλισμού –με άλλα λόγια, αυτές οι δυσκολίες να ξεπεραστούν μέσω της γνώσης όσων προηγήθηκαν. 

Ας δούμε ορισμένα διδάγματα για το μέλλον.

1. Η επαναστατική κατάσταση και οι συνθήκες εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η δικτατορία του προλεταριάτου μπορεί να εγκαθιδρυθεί μόνο από το προλεταριάτο, το οποίο προετοιμάζεται μέσα από την επίμονη μακροχρόνια πάλη και είναι εξοπλισμένο με την πρωτοπόρα επιστημονική θεωρία. Χωρίς την πείρα του προεπαναστατικού αγώνα, το προλεταριάτο δε θα μπορέσει να κατακτήσει και να κρατήσει την εξουσία.

Οι κομμουνιστές του 21ου αιώνα πρέπει να καταλάβουν με πλήρη σαφήνεια ότι αποφασιστικός παράγοντας για την επιτυχία της προλεταριακής επανάστασης είναι ο μακρόχρονος και οργανωμένος ταξικός αγώνας της εργατικής τάξης σε συνθήκες κυριαρχίας της αστικής τάξης. Σε τέτοιους ακριβώς ταξικούς αγώνες οι εργάτες αποκτούν την πείρα της απεργίας, μαθαίνουν να ενώνονται σε αποτελεσματικότερες ενώσεις, αποκτούν εμπειρίες της εργατικής δημοκρατίας, διδάσκονται ώστε να διακρίνουν μέσα στα διάφορα γεγονότα ποια είναι τα ταξικά συμφέροντα του προλεταριάτου και της αστικής τάξης και αποκτούν ένα επαρκές επίπεδο ταξικής συνείδησης για την επαναστατική άνοδο.

Το προλεταριάτο της Ρωσίας, ήδη από τη δεκαετία του ’90 του 19ου αιώνα, γνώριζε πώς να πραγματοποιεί μεγάλες απεργίες. Η συγκέντρωση της παραγωγής είχε φτάσει σε τέτοιο βαθμό στην Πετρούπολη, στο Νίζνι-Νόβγκοροντ, στη Μόσχα, στη Ρίγα, στη Βαρσοβία, που δεκάδες χιλιάδες εργάτες μπορούσαν να έρθουν σε επαφή μεταξύ τους και να δράσουν από κοινού.

Η επανάσταση του 1905-1907 αποτέλεσε τη «γενική πρόβα» του Οκτώβρη, χωρίς την οποία, όπως έγραφε ο Λένιν, η νίκη του προλεταριάτου το 1917 θα ήταν αδύνατη. [1] Αυτή η επανάσταση έδειξε τη δύναμη και την αλληλεγγύη του προλεταριάτου της Ρωσίας, την ικανότητά του να τραβήξει την αγροτιά, όπως και τις καταπιεσμένες εθνότητες, να είναι δηλαδή ηγέτης, ηγεμόνας της επανάστασης που πραγματοποιείται σε αγροτική πολυεθνική χώρα. Το 1905, το προλεταριάτο έμαθε να χρησιμοποιεί τις μαζικές πολιτικές απεργίες –μια γνώση που θα του φαινόταν χρήσιμη αργότερα, στις συνθήκες του 1917.

Η εργατική τάξη εμπλούτισε την εμπειρία της με την ένοπλη εξέγερση στη Μόσχα (Δεκέμβρης 1905). Είχε μεγάλη σημασία το γεγονός ότι το 1905 το προλεταριάτο δημιούργησε εντελώς νέες οργανώσεις των εργαζόμενων –τα Σοβιέτ, τα οποία έγιναν όργανο εξέγερσης όσο και μορφή οργάνωσης της εξουσίας των εργαζόμενων. Η εμπειρία της δημιουργίας των Σοβιέτ των εργατών βουλευτών το 1905 έδωσε τη δυνατότητα στις λαϊκές μάζες να ιδρύσουν το 1917, με μεγάλη ταχύτητα σε όλη τη χώρα, τα Σοβιέτ των εργατών, στρατιωτών και αγροτών βουλευτών.

Το 1905, το προλεταριάτο ξεκίνησε τον αγώνα για το στρατό, έφερε στην πλευρά της επανάστασης χιλιάδες στρατιώτες και ναύτες. Και αυτή η εμπειρία στάθηκε χρήσιμη το 1917, όταν το προλεταριάτο χρησιμοποιούσε πλατιά όσα είχαν δοκιμαστεί πριν 12 χρόνια, αλλά και νέες μορφές δουλειάς στο στρατό, επιδιώκοντας το πέρασμα των στρατιωτών και των ναυτών με την πλευρά της επανάστασης.

Στην επανάσταση του 1905-1907, το προλεταριάτο είδε ότι είναι ικανό να παλέψει και να νικήσει στους ταξικούς αγώνες.

Η πείρα της πρώτης ρωσικής επανάστασης έδειξε τη μεγάλη σημασία να υπάρχει κατά τη διάρκεια της επαναστατικής κρίσης ένα προλεταριακό επαναστατικό κόμμα, το οποίο θα είναι εξοπλισμένο με τη θεωρία του επιστημονικού σοσιαλισμού και θα διαμορφώνει τους στόχους και τις μεθόδους του αγώνα. Όπως δίδασκε ο Λένιν, η ύπαρξη τέτοιου κόμματος είναι ο αναγκαίος υποκειμενικός παράγοντας για την πραγματοποίηση της επανάστασης. Το Κόμμα των Μπολσεβίκων μέσα από εκείνα τα γεγονότα έμαθε να εφαρμόζει διάφορες μορφές της ταξικής πάλης και της οργάνωσης των μαζών –παράνομες, νόμιμες, ένοπλες, κοινοβουλευτικές και εξωκοινοβουλευτικές.

Η επανάσταση έδειξε τη σοβαρότητα της πάλης ενάντια στον «αριστερό» και στο δεξιό οπορτουνισμό. Επιπλέον, το Κόμμα των Μπολσεβίκων απέκτησε την εμπειρία της τακτικής του «αριστερού μπλοκ», δηλαδή των συμφωνιών με τα μικροαστικά κόμματα στο όνομα της δημιουργίας ενός πλατιού μετώπου όσων διαμαρτύρονται ενάντια στην εξουσία κάτω από την καθοδήγηση του προλεταριάτου.

Όσοι μετείχαν δραστήρια στις επαναστατικές μάχες του 1905-1907 και οι οποίοι αποτελούσαν τη σπονδυλική στήλη του συνειδητού προλεταριάτου, ήταν ζωντανοί φορείς αυτής της πείρας στις επαναστατικές μάχες που ακολούθησαν.

Από το 1907 μέχρι το 1914, την περίοδο μετά από την ήττα της πρώτης ρωσικής επανάστασης, το προλεταριάτο κατάφερε να συνέλθει από την κατάσταση συντριβής. Το 1912-1914, στην Πετρούπολη και σε άλλα βιομηχανικά κέντρα της Ρωσίας, οι εργάτες ξαναβγήκαν στον ταξικό απεργιακό αγώνα που φούντωνε, ο οποίος παρεμποδίστηκε προσωρινά από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που είχε μόλις αρχίσει.

Το 1917, το προλεταριάτο της Ρωσίας αξιοποίησε πλατιά την πείρα που είχε συσσωρεύσει κατά την προηγούμενη περίοδο. Από τις πρώτες μέρες της επανάστασης του Φλεβάρη, άρχισαν να εμφανίζονται Σοβιέτ, συνδικάτα, εργοστασιακές επιτροπές –όλες αυτές οι μορφές ήταν ήδη γνωστές στους εργαζόμενους της Ρωσίας.

Ο Β. Ι. Λένιν, στο έργο του Οι θέσεις του Απρίλη. Τα καθήκοντα του προλεταριάτου στην τωρινή επανάσταση, μπόρεσε να συνενώσει θεωρητικά όλες τις συσσωρευμένες επεξεργασίες της ταξικής πάλης του προλεταριάτου της Ρωσίας με την επαναστατική κατάσταση που είχε διαμορφωθεί. Το Πρόγραμμα που προέκυψε έγινε η βάση της στρατηγικής του Κόμματος των Μπολσεβίκων, οι οποίοι τέθηκαν επικεφαλής της πάλης των εργαζόμενων. Η Οκτωβριανή Επανάσταση αποτέλεσε το ανώτερο σημείο αυτής της πάλης.

Έτσι, βλέπουμε ότι η πείρα της ταξικής πάλης στη διάρκεια των δεκαετιών πριν το επαναστατικό ξέσπασμα διαμόρφωνε αγωνιστικές εμπειρίες μέσα στην εργατική τάξη. Αυτές είναι απολύτως απαραίτητες για την κατάργηση της εξουσίας του κεφαλαίου, είναι αδύνατο να υπερεκτιμηθούν. Αυτό το δίδαγμα είναι πολύ σημαντικό: Η συσσωρευμένη πείρα από τους προηγούμενους ταξικούς αγώνες αποτελεί αναγκαίο παράγοντα της νίκης στην επανάσταση.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χωρίς αυτό το πλεονέκτημα, χωρίς πείρα ταξικών αγώνων, η εργατική τάξη, η οποία δεν έχει διδαχτεί να μάχεται ούτε για τα οικονομικά της συμφέροντα, δεν ξέρει να ξεχωρίζει τους «δικούς της» από τους «ξένους», δεν κατέχει την ικανότητα να συνενώνεται στη βάση των δικών της ταξικών συμφερόντων, δεν αντιλαμβάνεται τον καθοριστικό και αποφασιστικό ρόλο της επαναστατικής θεωρίας, τελικά είναι καταδικασμένη στην ήττα. Σε ένα τέτοιο στάδιο κατάπτωσης βρισκόταν το 2014 το ουκρανικό προλεταριάτο, το οποίο βρέθηκε ιδεολογικά αποπροσανατολισμένο και οργανωτικά αφοπλισμένο υπό την επίδραση της οπορτουνιστικής ηγεσίας του Κομμουνιστικού Κόμματος Ουκρανίας.

2. Εξουσία όχι απλά για τους εργαζομένους, αλλά των εργαζόμενων. Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι η ταξική συμμαχία του προλεταριάτου και των πλησιέστερων προς αυτό εργαζόμενων τάξεων. Χωρίς τη βοήθεια των ταξικών συμμάχων, το προλεταριάτο δε θα μπορέσει να διατηρήσει τη δικτατορία του.

Ο ιστορικός ρόλος του προλεταριάτου ως ηγέτη όλων των εργαζόμενων και ηγεμόνα της επανάστασης προκύπτει από τη θεμελιώδη μαρξιστική θέση σύμφωνα με την οποία το προλεταριάτο είναι η μοναδική μέχρι τέλους επαναστατική τάξη.

Στο έργο Ο ρεφορμισμός στη ρωσική σοσιαλδημοκρατία ο Β. Ι. Λένιν έγραφε: «Το προλεταριάτο, ως η μοναδική ως το τέλος επαναστατική τάξη της σύγχρονης κοινωνίας, πρέπει να είναι ο καθοδηγητής, ο ηγεμόνας στην πάλη όλου του λαού για μια ολοκληρωμένη δημοκρατική επανάσταση, στην πάλη όλων των εργαζόμενων και εκμεταλλευόμενων ενάντια στους καταπιεστές και στους εκμεταλλευτές. Το προλεταριάτο είναι επαναστατικό μόνο στο βαθμό που συνειδητοποιεί και πραγματοποιεί την ιδέα αυτή της ηγεμονίας.» [2]

Στις αρχές της Οκτωβριανής Επανάστασης, το προλεταριάτο αποτελούσε λίγο περισσότερο από το 10% του πληθυσμού της Ρωσίας. Ωστόσο, όντας καλά οργανωμένο, συσπειρωμένο υπό την καθοδήγηση του μαρξιστικού κόμματος, μπόρεσε να κατακτήσει με την πλευρά του τη συντριπτική πλειοψηφία του λαού και να τον οδηγήσει στην έφοδο ενάντια στον καπιταλισμό. Η ηγεμονία του προλεταριάτου στην επανάσταση του 1905-1907 και στην επανάσταση του Φλεβάρη του έδωσε τη δυνατότητα να οδηγήσει τις μάζες στο υψηλότερο –το σοσιαλιστικό– στάδιο της επανάστασης και να ηγηθεί της κίνησης προς το σοσιαλισμό.

Μέχρι το 1917, η Ρωσία ήταν μια χώρα με αγροτική πλειοψηφία του πληθυσμού, με πολυάριθμα μικροαστικά στρώματα στις πόλεις. Στην ταξική αντιπαράθεση που εξελίχτηκε, το προλεταριάτο, διαθέτοντας πλούσια επαναστατική εμπειρία, κατόρθωσε να τραβήξει με το μέρος του την εργαζόμενη αγροτιά, η οποία δεν ήταν ικανή να διεξαγάγει αυτοτελή αγώνα για την απελευθέρωσή της.

Στο στάδιο της σοσιαλιστικής επανάστασης πήρε μορφή η συμμαχία του προλεταριάτου με τη φτωχή αγροτιά, στο βαθμό που η μάχη δε θα δινόταν μόνο ενάντια στην αστική τάξη της πόλης, αλλά και του χωριού.

Στη συμμαχία του με τη φτωχή αγροτιά και τα μικροαστικά στρώματα της πόλης, που είχαν οδηγηθεί από τον καπιταλισμό στο χείλος της καταστροφής, το προλεταριάτο στη Ρωσία μπόρεσε να νικήσει στον εμφύλιο πόλεμο, να πραγματοποιήσει την εκβιομηχάνιση και την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας.

Στις συνθήκες της επανάστασης και του εμφύλιου πολέμου, η διανόηση της Ρωσίας, εκείνο το λεπτό στρώμα των διανοούμενων και των μορφωμένων τεχνικών ειδικών, διαιρέθηκε σε δύο μέρη. Το ένα συνέχισε να υπηρετεί τους εκμεταλλευτές ή οργάνωνε σαμποτάζ ενάντια στη σοβιετική εξουσία. Όμως, το άλλο μέρος πέρασε στην πλευρά της εργατικής τάξης και είχε τη δυνατότητα να εργαστεί, να αναπτύξει την επιστήμη και την τεχνική, την τέχνη και τον πολιτισμό για το συμφέρον του εργαζόμενου λαού. Ένας σημαντικός αριθμός αξιωματικών του τσαρικού στρατού στήριξε την Οκτωβριανή Επανάσταση και κατατάχτηκε στον Κόκκινο Στρατό.

Προκύπτει ότι το προλεταριάτο μπόρεσε να ασκήσει την ηγεμονία του πάνω σε ένα ουσιαστικό μέρος της διανόησης, με αποτέλεσμα να οδηγήσει αυτό το μέρος του λαού στην οικοδόμηση της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας.

Έχει σημασία να κατανοηθεί ότι το προλεταριάτο δεν είναι μόνο του όταν παίρνει την εξουσία με επαναστατικό τρόπο και όταν κυριαρχεί πάνω σε όλες τις άλλες τάξεις.

«Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι ειδική μορφή της ταξικής συμμαχίας ανάμεσα στο προλεταριάτο, την πρωτοπορία των εργαζόμενων, και στα πολυάριθμα μη προλεταριακά στρώματα των εργαζόμενων (μικροαστική τάξη, μικρονοικοκυραίοι, αγροτιά, διανόηση κλπ.) ή με την πλειοψηφία τους, συμμαχίας ενάντια στο κεφάλαιο, συμμαχίας για την ολοκληρωτική ανατροπή του κεφαλαίου, το ολοκληρωτικό τσάκισμα της αντίστασης της αστικής τάξης και των προσπαθειών της για παλινόρθωση, συμμαχίας για την οριστική δημιουργία και εδραίωση του σοσιαλισμού.» [3]

Στις δικές μας σύγχρονες συνθήκες, το προλεταριάτο είναι πολύ διαφοροποιημένο. Τα τυπικά στρώματα της πόλης αποτελούν πλατιά μίγματα προλεταριακών, μισοπρολεταριακών, μικροαστικών και αστικών ομάδων του πληθυσμού. Σε μια πιθανή εκδήλωση επαναστατικής κατάστασης και με την παρουσία επαναστατικής πρωτοπορίας της εργατικής τάξης, δεν πρέπει να ξεχνιέται το σοβαρό δίδαγμα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Αυτό μας δείχνει ότι είναι αναγκαίο να δημιουργείται η ταξική συμμαχία των εργαζόμενων, ότι δεν πρέπει να απορρίπτεται η συμμαχία με κάποια ή άλλα στρώματα του εργαζόμενου λαού στη βάση οποιωνδήποτε μη προλεταριακών χαρακτηριστικών. Αναμφίβολα, δεν πρέπει να ξεχνιέται ότι ο ηγέτης σε αυτήν την ταξική συμμαχία πρέπει να είναι ακριβώς το προλεταριάτο.

3. Η πείρα της σοβιετικής δημοκρατίας - της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η Οκτωβριανή Επανάσταση και η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ μας έδωσαν τη θεωρία και την πρακτική εμπειρία της οικοδόμησης του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Στηριγμένοι στην πείρα όλης της προεπαναστατικής πάλης, όπως και στην πείρα της επανάστασης του Φλεβάρη και των γεγονότων που ακολούθησαν, η εργατική τάξη της Ρωσίας και το Κόμμα των Μπολσεβίκων, που την καθοδηγούσε, καταλάβαιναν καλά ότι χωρίς τη δικτατορία του προλεταριάτου δε θα κρατούσαν την εξουσία που είχε κατακτηθεί τον Οκτώβρη.

Αναπτύσσοντας τις σκέψεις του Μαρξ, ο Λένιν θεμελίωσε την αναγκαιότητα και το αναπόφευκτο της δικτατορίας του προλεταριάτου στην περίοδο μετάβασης από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό. Το βιβλίο του Λένιν Κράτος και επανάσταση αποτελεί κεντρικό σημείο της θεωρητικής εργασίας και των πρακτικών συμβουλών για την οργάνωση της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Η Ιστορία δείχνει ότι δεν είχε υπάρξει ακόμα χώρα στην οποία οι εκμεταλλεύτριες τάξεις που είχαν ανατραπεί δεν πρόβαλαν σκληρή αντίσταση στην έλευση της εργατικής τάξης στην εξουσία. Για όσο διάστημα παραμένουν οι οικονομικές συνθήκες για την ύπαρξη εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, τα αφεντικά που έχουν ανατραπεί θα διατηρούν αναπόφευκτα κρυφές ελπίδες για παλινόρθωση και αυτές οι ελπίδες θα γίνουν προσπάθειες μιας τέτοιας παλινόρθωσης, που θα βρουν υποστήριξη από το παγκόσμιο κεφάλαιο.

Η αντίσταση των εκμεταλλευτών στην υπόθεση του σοσιαλισμού κάνει αναπόφευκτη τη βίαιη καταστολή τους, για την οποία η εργατική τάξη χρειάζεται τη σκληρή προλεταριακή εξουσία. Η αναγκαιότητά της ενισχύεται επειδή η αστική τάξη, μετά από τη νίκη της επανάστασης, περνά σε ακραίους τρόπους πάλης, οργανώνοντας ανταρσίες, συνομωσίες, σαμποτάζ, μέχρι και εμφύλιο πόλεμο.

Είναι σημαντικό να κατανοούμε ότι οι εκμεταλλευτές που έχουν ανατραπεί διαθέτουν σημαντική δύναμη και έχουν αρκετά πλεονεκτήματα (χρήμα, γνώσεις, οργανωτική εμπειρία, δεσμούς με το εξωτερικό, στρατιωτική εμπειρία κλπ.) αμέσως μετά από την ανατροπή. Η πάλη με τον τόσο επικίνδυνο εχθρό της επανάστασης απαιτεί αποφασιστικά μέτρα.

Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι επίσης απαραίτητη επειδή, εκτός από τις εκμεταλλεύτριες τάξεις, υπάρχει στην κοινωνία και μια άλλη δύναμη που αντιπαρατίθεται στο προλεταριάτο –το μικροαστικό στοιχείο. Κοινωνική του βάση είναι τα πολυάριθμα μικροαστικά στρώματα του πληθυσμού. Αυτά έχουν διττή φύση –σε ορισμένες συνθήκες μπορούν να γίνουν και σύμμαχοι της εργατικής τάξης, όμως επίσης μπορούν να στηρίξουν την αντεπανάσταση. Η εργατική τάξη, αξιοποιώντας την εξουσία της, πρέπει να τραβήξει στη δική της πλευρά τα μικροαστικά στρώματα, να μετασχηματίσει την κοινωνική τους φύση, που προκαλεί ταξικές ταλαντεύσεις, να τα κάνει συμμέτοχους στη σοσιαλιστική οικοδόμηση.

Μόλις το προλεταριάτο της Ρωσίας ανήλθε στην εξουσία, υλοποίησε τη δικτατορία του μέσω ενός ολόκληρου συστήματος οργανώσεων: Σοβιέτ, σωματεία, συνεταιρισμοί, αλλά και μέσω των ειδικά διαμορφωμένων κατασταλτικών δομών της επανάστασης –τον Κόκκινο Στρατό, τη Λαϊκή Πολιτοφυλακή, την Πανρωσική Έκτακτη Επιτροπή κ.ά.

Τα όργανα της δικτατορίας του προλεταριάτου, δρώντας στις συνθήκες του εμφύλιου πολέμου, της καταστροφής, μέσα στα δύσκολα χρόνια της ΝΕΠ, της κολεκτιβοποίησης και της εκβιομηχάνισης, κατόρθωσαν να εξαλείψουν τις τάξεις των καπιταλιστών και των γαιοκτημόνων, κατέστειλαν την αντίστασή τους, εξάλειψαν την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, ενίσχυσαν την κοινωνική βάση της σοβιετικής εξουσίας, προσέλκυσαν στη διεύθυνση του κράτους πλατιές μάζες των εργαζόμενων. Η σοβιετική δημοκρατία απελευθέρωσε όλα τα προηγουμένως καταπιεσμένα στρώματα του πληθυσμού και όλες τις εθνότητες, εξασφάλισε πλήρη ισοτιμία.

Στην πορεία της επανάστασης και στη διαδικασία πραγματοποίησης της δικτατορίας του προλεταριάτου στη Ρωσία και στη συνέχεια στη Σοβιετική Ένωση, διαμορφώθηκαν οι βασικές αρχές οργάνωσης των προλεταριακών οργάνων εξουσίας, των Σοβιέτ:

  • Το Σοβιέτ είναι όργανο που δημιουργείται σε ταξική βάση σε εδαφικές παραγωγικές περιφέρειες. Τα Σοβιέτ στηρίζονται στην αντικειμενική ικανότητα των ανθρώπων να οργανώνονται –μέσα από τη διαδικασία της εργασίας.
  • Αντιπρόσωποι στα Σοβιέτ γίνονται οι εκλεγμένοι από τους ίδιους τους εργαζόμενους που έχουν αναδειχτεί υποψήφιοι από τις δικές τους γραμμές. Οι αντιπρόσωποι βρίσκονται σε συνεχή σύνδεση με τους εκλογείς και κάνουν απολογισμό στις κολεκτίβες τους.
  • Ο αντιπρόσωπος κάθε επιπέδου μπορεί να ανακληθεί από τους εκλογείς ανά πάσα στιγμή.
  • Το Σοβιέτ επιλύει πρακτικά ζητήματα, αλλά δε στήνει «κουβέντες για το θεαθήναι». Καταργείται η αρχή της αστικής διάκρισης των εξουσιών και όσοι λαμβάνουν αποφάσεις οργανώνουν και την υλοποίησή τους.
  • Η αρχή λειτουργίας σε Συνόδους δίνει τη δυνατότητα στους αντιπροσώπους να εργάζονται περισσότερο χρόνο στη θέση εργασίας τους.
  • Τα Σοβιέτ διαμορφώνονται χωρίς την ψήφο των εκμεταλλευτριών τάξεων, ενώ η ψήφος των εργατών υπερισχύει εκείνης των αγροτών και των άλλων στρωμάτων της κοινωνίας. Τα Σοβιέτ έχουν τη δυνατότητα να μπλοκάρουν τη δράση των αστικών κομμάτων και ομάδων.

Η ιστορία της ΕΣΣΔ έδειξε –και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό δίδαγμα για εμάς– πόσο θανάσιμη για το σοσιαλισμό είναι η απομάκρυνση από τις αρχές της σοβιετικής δημοκρατίας, η είσοδος στα Σοβιέτ ξένων στοιχείων προς το προλεταριάτο, όπως και το γεγονός ότι τα Σοβιέτ έπαψαν να είναι η οργανωτική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου και μετατράπηκαν σε κοινοβούλιο.

4. Ό ρόλος του επαναστατικού κόμματος. Το Κόμμα αποτελεί αναγκαίο παράγοντα, χάρη στον οποίο η συγκέντρωση των χαρακτηριστικών της επαναστατικής κατάστασης θα επαρκεί ώστε να πραγματοποιηθεί η πολιτική ανατροπή.

Χρειάζεται άραγε το προλεταριάτο το δικό του επαναστατικό κόμμα; Εάν το χρειάζεται, πώς ακριβώς πρέπει να είναι;

Η θεμελίωση και η ίδρυση του Κόμματος Νέου Τύπου, που μπόρεσε να γίνει καθοδηγητής του προλεταριάτου και της νικηφόρας Οκτωβριανής Επανάστασης, αποτελεί ιστορική συμβολή του Β. Ι. Λένιν. Το Μπολσεβίκικο Κόμμα μπόρεσε να οργανώσει τη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο και την ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης λαϊκής οικονομίας, καθοδήγησε την εκβιομηχάνιση της βιομηχανίας και την κολεκτιβοποίηση της αγροτικής οικονομίας, ήταν ο οργανωτής και ο εμψυχωτής της νίκης του σοβιετικού λαού στο Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο και μπόρεσε να καθοδηγήσει τη λύση όλων των μεταπολεμικών καθηκόντων.

Το επαναστατικό κομμουνιστικό κόμμα διαφέρει ριζικά από τα αστικά κόμματα τόσο εξωτερικά όσο και στην ουσία του. Οι καπιταλιστές συνενώνονται σε κόμματα ώστε να επιβάλλουν τη δικτατορία της τάξης τους συνολικά, να λύνουν τα στενά ιδιοτελή τους ζητήματα και να ασκούν την πολιτική τους μέσω του κοινοβουλίου και των άλλων αντιπροσωπευτικών οργάνων. Το κύριο καθήκον κάθε σύγχρονου αστικού κόμματος είναι να νικήσει στις εκλογές, να αποσπάσει την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, να προωθήσει τους υποψηφίους του στα υψηλότερα κρατικά αξιώματα, να διαμορφώσει με κάθε τρόπο πριν τις εκλογές τις συνθήκες ώστε το δικό του «προϊόν» και οι δικοί του υποψήφιοι να είναι οι πιο δημοφιλείς. Όλοι ξέρουν εδώ και καιρό ότι οι προεκλογικές υποσχέσεις ξεχνιούνται την επόμενη μέρα των εκλογών.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, στα κόμματα της Β΄ Διεθνούς εμπεδώθηκε η παράδοση της κοινοβουλευτικής πολιτικής πάλης. Τα πρώην προλεταριακά κόμματα συνήθισαν να συμμετέχουν στις αστικές εκλογές και, σε συνθήκες όπου είχαν συνηθίσει στη νομιμότητα, κατέληξαν να θεωρούν την επαναστατική πάλη σαν κάτι το μη υποχρεωτικό, ακόμα και παρωχημένο.

Όταν ο καπιταλισμός, ο οποίος μπήκε στο νέο, το ιμπεριαλιστικό στάδιο της ανάπτυξής του, οδήγησε τον κόσμο σε μια νέα περίοδο κρίσεων και πολέμων, όλα τα παλιά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα αποδείχτηκαν ανέτοιμα για τις συνθήκες που άλλαξαν. Μόνο το λενινιστικό κόμμα μπόρεσε να συνδυάσει την τακτική των νόμιμων και μη νόμιμων δραστηριοτήτων, να τοποθετηθεί σωστά στο ζήτημα του ιμπεριαλιστικού πολέμου προωθώντας το σύνθημα της μετατροπής του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο πόλεμο και κατόρθωσε, με τη μεγαλύτερη επιτυχία προς το συμφέρον της εργατικής τάξης, να ξεδιπλώσει τη δράση του στη διάρκεια της παγκόσμιας κρίσης που είχε ξεσπάσει.

Οι ιδιαιτερότητες του νέου κόμματος έχουν περιγραφεί από τους μπολσεβίκους σε πολλές ευκαιρίες. Με πληρέστερο τρόπο ο Ι. Β. Στάλιν απαριθμεί τα χαρακτηριστικά του νέου κόμματος στο έργο του Για τις βάσεις του λενινισμού. [4]

Θυμίζουμε σύντομα τις βασικές θέσεις:

Το Κόμμα είναι το πρωτοπόρο τμήμα της εργατικής τάξης. Ενσωματώνει τα καλύτερα στοιχεία της τάξης, είναι εξοπλισμένο με την πρωτοπόρα θεωρία και είναι έτοιμο να εφαρμόσει αυτήν τη θεωρία στην πράξη. Το Κόμμα πρέπει να είναι ο πολιτικός ηγέτης και το πολεμικό επιτελείο της τάξης. Το Κόμμα πρέπει να είναι στενά δεμένο με το πρωτοπόρο τμήμα της τάξης, όμως πρέπει να έχει δεσμούς και με τα άλλα τμήματα των εργαζόμενων.

Το Κόμμα είναι το οργανωμένο τμήμα της εργατικής τάξης, πρέπει να ξέρει να καθοδηγεί την πάλη στις πιο δύσκολες συνθήκες. Η πειθαρχία, ο δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, η υποταγή της μειοψηφίας στην πλειοψηφία, η σχεδιασμένη δουλειά είναι σημαντικά στοιχεία για το μαρξιστικό προλεταριακό κόμμα.

Το Κόμμα είναι η ανώτερη μορφή ταξικής οργάνωσης του προλεταριάτου. Καθοδηγεί ιδεολογικά τις άλλες προλεταριακές οργανώσεις: Συνδικάτα, συνεταιρισμούς, κοινοβουλευτικές ομάδες, εργοστασιακές επιτροπές, εξωκομματικές ενώσεις γυναικών, τον Τύπο και άλλα. Το Κόμμα πρέπει να ξέρει να εισάγει την πολιτική του ανάμεσα στους εξωκομματικούς που είναι μέλη όλων αυτών των οργανώσεων με τις μεθόδους της ζύμωσης και της προπαγάνδας.

Το Κόμμα είναι το εργαλείο της δικτατορίας του προλεταριάτου. Δεν είναι ο στόχος, αλλά το εργαλείο στα χέρια του προλεταριάτου για την κατάκτηση της δικτατορίας, για τη διατήρηση, την ενίσχυση και τη διεύρυνσή της. Το Κόμμα εισάγει στα εκατομμύρια των μαζών το πνεύμα της πειθαρχίας και της οργανωτικότητας.

Το Κόμμα είναι ενότητα θέλησης και στο εσωτερικό του δεν υπάρχει χώρος για το φραξιονισμό. Στο Κόμμα επιδιώκεται η εσωτερική κριτική και η αυτοκριτική, η δημοκρατική συζήτηση όλων των ζητημάτων. Όμως, έπειτα από το τέλος της πάλης των γνωμών και τη λήψη απόφασης, μπαίνει σε κίνηση η ενότητα θέλησης και η ενότητα δράσης.

Το Κόμμα πρέπει πάντα να θυμάται το αναπόφευκτο της εκκαθάρισης των γραμμών του από τα οπορτουνιστικά στοιχεία.

Η πρακτική του 20ού και του 21ου αιώνα δείχνει ότι, εάν επικεφαλής του προλεταριάτου δε βρίσκεται ένα πρωτοπόρο κόμμα λενινιστικού τύπου, αλλά μια οργάνωση κάποιου άλλου είδους, τότε η επανάσταση το πιθανότερο είναι να καταπνιγεί από την αστική τάξη σε κάποιο από τα αρχικά της στάδια.

Και ένα ακόμα σημαντικό συμπέρασμα: Η πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό είναι ένα αναγκαίο χαρακτηριστικό του κομμουνιστικού κόμματος. Αυτή η πάλη δεν πρέπει να διεξάγεται μόνο ιδεολογικά, αλλά και στις εργατικές κολεκτίβες, σε όλα τα επίπεδα της δουλειάς στη βάση. Μόνο αυτό θα αποτρέψει τους οπορτουνιστές (δηλαδή τους εκπροσώπους της αστικής τάξης που προσπαθούν να εμφανίζονται σαν επαναστάτες) από το να εδραιωθούν στο εργατικό περιβάλλον, όπως έχει συμβεί συχνά από τη στιγμή της εμφάνισης του μαρξισμού.

5. Η ταξική πάλη στο σοσιαλισμό. Στο μέτρο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού, η ταξική πάλη όχι μόνο δε χάνεται, αλλά και δεν αδυνατίζει. Στο σοσιαλισμό η ταξική πάλη δεν τελειώνει, αλλά παίρνει νέες μορφές, συνεχίζεται ως πάλη της προλεταριακής, κομμουνιστικής δημιουργικής τάσης με τη μικροαστική τάση της ατομικής ιδιοκτησίας. Αναπόσπαστο χαρακτηριστικό του σοσιαλισμού είναι η εξουσία που ασκεί τη δικτατορία του προλεταριάτου κι εξασφαλίζει τη νίκη της θετικής κομμουνιστικής τάσης.

Η νέα σοσιαλιστική κοινωνία, που μόλις πρόσφατα ολοκλήρωσε τη φάση της ανοιχτής πάλης με τους εκμεταλλευτές, θα αντιμετωπίσει αναπόφευκτα άλλες, συγκαλυμμένες, αλλά όχι λιγότερο επικίνδυνες, μορφές της ταξικής πάλης.

Ο Ι. Β. Στάλιν περιέγραψε θαυμάσια την ουσία αυτού του ζητήματος στο λόγο που εκφώνησε στις 9 Ιούλη 1928 με τίτλο «Η εκβιομηχάνιση και το ζήτημα των σιτηρών»: «Λέμε συχνά ότι αναπτύσσουμε τις σοσιαλιστικές μορφές οικονομίας στον τομέα του εμπορίου. Μα τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει πως έτσι εκτοπίζουμε από το εμπόριο χιλιάδες και χιλιάδες μικρούς και μεσαίους εμπόρους. Είναι δυνατό να νομίζουμε πως αυτοί οι έμποροι, οι εκτοπισμένοι από τη σφαίρα του εμπορίου, θα κάθονται με σταυρωμένα τα χέρια, χωρίς να προσπαθούν να οργανώσουν κάποια αντίσταση; Είναι φανερό πως δεν είναι δυνατό.

Λέμε συχνά ότι αναπτύσσουμε τις σοσιαλιστικές μορφές οικονομίας στον τομέα της βιομηχανίας. Μα τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι με την κίνησή μας προς τα μπρος, προς το σοσιαλισμό, εκτοπίζουμε και καταστρέφουμε, χωρίς ίσως να το παρατηρούμε και οι ίδιοι, χιλιάδες και χιλιάδες μικρούς και μεσαίους καπιταλιστές-βιομήχανους. Είναι δυνατό να νομίζουμε ότι αυτοί οι κατεστραμμένοι άνθρωποι θα κάθονται με τα χέρια σταυρωμένα, χωρίς να προσπαθούν να οργανώσουν κάποια αντίσταση; Φυσικά δεν είναι δυνατό.

Λέμε συχνά ότι είναι απαραίτητο να περιορίσουμε τις εκμεταλλευτικές τάσεις των κουλάκων στο χωριό, ότι πρέπει να επιβάλουμε στους κουλάκους μεγάλους φόρους, ότι πρέπει να περιορίσουμε το δικαίωμα της μίσθωσης, να μη δίνουμε στους κουλάκους το δικαίωμα της συμμετοχής στις εκλογές για τα Σοβιέτ κλπ. κλπ. Μα τι σημαίνει αυτό; Αυτό σημαίνει ότι πιέζουμε και στριμώχνουμε βαθμιαία τα καπιταλιστικά στοιχεία του χωριού, φέρνοντάς τα μερικές φορές ως την καταστροφή. Μπορούμε να φανταστούμε ότι οι κουλάκοι θα μας ευγνωμονούν γι’ αυτό και ότι δε θα δοκιμάσουν να οργανώσουν ένα μέρος της φτωχολογιάς ή των μεσαίων αγροτών ενάντια στη σοβιετική εξουσία; Φυσικά δεν είναι δυνατό.

Δεν είναι φανερό, λοιπόν, πως όλη η κίνησή μας προς τα μπρος, κάθε λίγο-πολύ σοβαρή επιτυχία μας στον τομέα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης είναι έκφραση και αποτέλεσμα της ταξικής πάλης στη χώρα μας;

Απ’ όλ’ αυτά, όμως, προκύπτει ότι, στο βαθμό της κίνησής μας προς τα μπρος, θα μεγαλώνει η αντίσταση των καπιταλιστικών στοιχείων, θα οξύνεται η ταξική πάλη και η σοβιετική εξουσία, που οι δυνάμεις της θα μεγαλώνουν ολοένα και περισσότερο, θα εφαρμόζει πολιτική απομόνωσης αυτών των στοιχείων, πολιτική αποσύνθεσης των εχθρών της εργατικής τάξης, τέλος, πολιτική κατάπνιξης της αντίστασης των εκμεταλλευτών, δημιουργώντας τη βάση για την παραπέρα προοδευτική κίνηση της εργατικής τάξης και των βασικών μαζών της αγροτιάς.

Δεν πρέπει να φανταζόμαστε το πράγμα έτσι, ότι δηλαδή οι σοσιαλιστικές μορφές θα αναπτύσσονται εκτοπίζοντας τους εχθρούς της εργατικής τάξης και οι εχθροί θα υποχωρούν σιωπηλά, αφήνοντας ελεύθερο το δρόμο στην προχώρησή μας, ότι κατόπιν εμείς θα ξαναπροχωρούμε μπροστά και αυτοί θα ξαναϋποχωρούν και ύστερα “αναπάντεχα” όλες χωρίς εξαίρεση οι κοινωνικές ομάδες, τόσο οι κουλάκοι όσο και η φτωχολογιά, τόσο οι εργάτες όσο και οι καπιταλιστές, θα βρεθούν “ξαφνικά”, “απαρατήρητα”, χωρίς πάλη και αναταραχές στους κόλπους της σοσιαλιστικής κοινωνίας. Τέτοια παραμύθια δε συμβαίνουν και ούτε μπορούν να συμβούν γενικά και πολύ περισσότερο στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου!

Δε συνέβη και ούτε θα συμβεί οι τάξεις που πεθαίνουν να παραδώσουν τις θέσεις τους θεληματικά, χωρίς να προσπαθήσουν να οργανώσουν αντίσταση. Δε συνέβη και ούτε θα συμβεί στην ταξική κοινωνία η προώθηση της εργατικής τάξης προς το σοσιαλισμό να γίνεται χωρίς πάλη και αναταραχές. Αντίθετα, η προώθηση προς το σοσιαλισμό δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αντίσταση των εκμεταλλευτικών στοιχείων σε αυτήν την προώθηση και η αντίσταση των εκμεταλλευτών δεν μπορεί παρά να οδηγήσει στην αναπόφευκτη όξυνση της ταξικής πάλης.» [5]

Κατά την περίοδο της «περεστρόικα» του Γκορμπατσόφ και αργότερα, την περίοδο της παλινόρθωσης του καπιταλισμού στην ΕΣΣΔ, οι ηγέτες της αντεπανάστασης επιτίθονταν συχνά στη διατύπωση του Στάλιν για την όξυνση της ταξικής πάλης κατά την περίοδο της κίνησης προς το σοσιαλισμό. Ορισμένοι προσπαθούσαν ακόμα και να ειρωνευτούν, λέγοντας ότι ο Στάλιν έδειξε δήθεν πολιτική μυωπία και δεν είδε την αντίθεση: Ο κομμουνισμός όλο και πλησιάζει και η ταξική πάλη συνεχίζει να οξύνεται χωρίς να φαίνεται το τέλος της.

Όμως, η Ιστορία απέδειξε ότι δίκιο είχε ο Στάλιν και όχι οι όψιμοι επικριτές του από το δεξιό ή το αριστερίστικο στρατόπεδο. Η αντίφαση της διατύπωσης ότι η ταξική πάλη οξύνεται κατά την περίοδο της οικοδόμησης του σοσιαλισμού έχει διαλεκτικό χαρακτήρα. Τα αστικά στοιχεία που επιβιώνουν δεν ηρεμούν μέχρι να δοκιμάσουν όλους τους δυνατούς τρόπους για να αποτρέψουν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού, να καθυστερήσουν αυτήν την ιστορική διαδικασία. Οι μικροαστικές τάσεις ενισχύονται αμέσως μόλις εμφανιστεί κάποιο ρήγμα στην πρακτική του σοσιαλισμού. Η παρακολούθηση της πορείας αυτής της διαδικασίας είναι κύρια λειτουργία της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Γνωρίζουμε ότι μετά από το θάνατο του Στάλιν οι αστικές τάσεις στην ΕΣΣΔ πήραν νέες μορφές. Η παραοικονομία, η διαφθορά, η μαύρη αγορά, ο τοπικισμός και ο εθνικισμός, που δεν είχαν ηττηθεί μέχρι τέλους, πέρασαν στην επίθεση. Στο Κομμουνιστικό Κόμμα, στα κρατικά όργανα και στις ειδικές υπηρεσίες διείσδυσαν αντισοβιετικές διαθέσεις.

Η κατάσταση οξύνθηκε από το γεγονός ότι, από τη δεκαετία του 1950 περίπου, ο σοβιετικός λαός έπαψε να νιώθει τον εαυτό του μαχητικό τμήμα της επανάστασης, συνήθισε στις νίκες και άρχισε να σκέφτεται ότι ο καπιταλισμός έχει τελειώσει για πάντα, ότι όσα επιβλαβή φαινόμενα διατηρούνταν ακόμα στην ΕΣΣΔ έχουν προσωρινό χαρακτήρα, ότι ο σοσιαλισμός στη χώρα μας έχει ήδη οικοδομηθεί και έχει ανεπίστρεπτο χαρακτήρα.

Αντί να γίνει ταξική επιστράτευση για τη νέα μάχη με τον εχθρό που άλλαζε μορφές αντίστασης, οι Σοβιετικοί, συμπεριλαμβανομένων και έμπειρων κομματικών στελεχών, εκδήλωσαν μαζικό εφησυχασμό, εμπιστεύτηκαν με ηρεμία τα ζητήματα της πάλης στα όργανα διατήρησης της νομιμότητας.

Αυτό, φυσικά, ήταν εντελώς ανεπαρκές και, πέραν τούτου, στα όργανα διατήρησης της νομιμότητας εκδηλώθηκε ανεπαίσθητα ο τοπικισμός, η διαφθορά και αστικές τάσεις.

Όσες αστικές τάσεις είχαν απομείνει και οι οποίες δεν είχαν κατασταλεί, δεν έχασαν την ευκαιρία –και μάλιστα τη στιγμή του αδυνατίσματος της δικτατορίας του προλεταριάτου– έπαιξαν το ρόλο του πρωτοπόρου τμήματος της αντεπανάστασης στα τέλη της δεκαετίας του 1980.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και ο εδραιωμένος ώριμος σοσιαλισμός εμπεριέχει ταυτόχρονα δύο τάσεις –από τη μια την κομμουνιστική και από την άλλη την καπιταλιστική, τη μικροαστική. Για όσο διάστημα δεν έχει οικοδομηθεί σε όλο τον κόσμο ο ολοκληρωμένος κομμουνισμός, η καπιταλιστική τάση θα καθυστερεί την κίνηση προς τα μπροστά με διάφορους τρόπους και θα προσπαθεί να γυρίσει την Ιστορία προς τα πίσω. Στις συνθήκες της σοσιαλιστικής κοινωνίας απαιτείται συνεχής πάλη με την αρνητική καπιταλιστική τάση –όχι μόνο για να μην ξεχαστεί, αλλά και για να διατεθούν όσο το δυνατόν περισσότερες κοινωνικές δυνάμεις και πόροι για το πλήρες ξερίζωμά της. Στη Σοβιετική Ένωση κατά τις τελευταίες δεκαετίες της ύπαρξής της το Κόμμα και οι εργάτες ξέχασαν αυτήν τη διαλεκτική της πάλης, γεγονός που οδήγησε σε καταστροφικές συνέπειες.

Η μαρξιστική-λενινιστική θεωρία δεν υπαγορεύει λεπτομερείς συνταγές και ιδανικά μοντέλα της μελλοντικής κοινωνίας. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραφαν ότι ο κομμουνισμός δεν είναι μια κατάσταση που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, δεν είναι ιδανικό με το οποίο πρέπει να συγκρίνεται η πραγματικότητα. Κομμουνισμό ονόμαζαν την πραγματική κίνηση που καταργεί την τωρινή κατάσταση, που είναι άδικη και καθυστερεί την ανάπτυξη της κοινωνίας.

Ο σοσιαλισμός είναι τέτοιος όπως βγήκε από τον καπιταλισμό και εξαρτάται από τις διαμορφωμένες συνθήκες. Μπορεί να είναι αυστηρός, σκληρός, πεινασμένος, ακόμα και αιματηρός. Στο σοσιαλισμό, όπως δείξαμε, η ταξική πάλη δεν τελειώνει, αλλά παίρνει νέες μορφές, συνεχίζεται ως πάλη της προλεταριακής, κομμουνιστικής δημιουργικής τάσης με τη μικροαστική τάση της ατομικής ιδιοκτησίας. Υποχρεωτικό χαρακτηριστικό του σοσιαλισμού είναι η εξουσία που υλοποιεί τη δικτατορία του προλεταριάτου και εξασφαλίζει τη νίκη της θετικής κομμουνιστικής τάσης.

Ο σοσιαλισμός χαρακτηρίζεται από τα εξής:

Στον πολιτικό τομέα ο σοσιαλισμός, σύμφωνα με το λενινιστικό ορισμό, είναι η εξάλειψη των τάξεων. Δηλαδή η κίνηση προς το ξεπέρασμα των ταξικών διαφορών, των διαφορών μεταξύ της πνευματικής και της χειρωνακτικής εργασίας κ.ά. Ο Β. Ι. Λένιν διευκρινίζει ότι «η εξάλειψη των τάξεων είναι υπόθεση μακρόχρονης, δύσκολης, επίμονης ταξικής πάλης, που δεν εξαφανίζεται ύστερα από την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, ύστερα από τη συντριβή του αστικού κράτους, ύστερα από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου (όπως φαντάζονται οι χυδαιολόγοι του παλιού σοσιαλισμού και της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας), αλλά απλώς αλλάζει τις μορφές της, γίνεται από πολλές απόψεις ακόμα πιο σκληρή». [6]

Στον τομέα των οικονομικών σχέσεων ο σοσιαλισμός είναι το ξεπέρασμα των εμπορευματικών στοιχείων στην άμεσα κοινωνική παραγωγή.

Στο ηθικό πεδίο ο σοσιαλισμός εξασφαλίζει αυξανόμενες δυνατότητες για την ελεύθερη ανάπτυξη του συνόλου και του καθένα ξεχωριστά.

6. Ο δρόμος έχει φανεί. Η δικτατορία του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ - βήμα προς την παγκόσμια επανάσταση. Δεν αποτελεί μονάχα επίτευγμα των εργαζόμενων λαών της Ρωσίας, αλλά κατάκτηση της εργατικής τάξης όλου του κόσμου.

Πολλοί εργαζόμενοι άλλων χωρών υποστήριζαν την Οκτωβριανή Επανάσταση, την βοηθούσαν με διάφορους τρόπους.

Πλήρως αντίθετη ήταν η αντίδραση των εκμεταλλευτριών τάξεων ενώπιον της νίκης της επανάστασης: Κακία, φόβος για την ιδιοκτησία τους, προσπάθεια να καταπνίξουν με κάθε τρόπο την εξουσία των εργατών και των αγροτών. Οι πλέον ανεπτυγμένες ιμπεριαλιστικές χώρες (ΗΠΑ, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία, Ιαπωνία και άλλες) οργάνωσαν την επέμβαση στη Σοβιετική Ρωσία, βοήθησαν τις δυνάμεις της αντεπανάστασης στην πάλη τους ενάντια στη σοβιετική εξουσία, παρέχοντάς τους τα όπλα, τρόφιμα και εξοπλισμό.

Όμως, η εργατική τάξη των χωρών του εξωτερικού κατάφερε να οργανώσει την αντίσταση στις προσπάθειες του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού να καταπνίξει την επανάσταση. Το μαζικό κίνημα ενάντια στην επέμβαση, με το σύνθημα «Κάτω τα χέρια από τη Σοβιετική Ρωσία!», ξεδιπλώθηκε όχι μόνο στις ίδιες τις καπιταλιστικές χώρες, αλλά και στα στρατεύματα των εισβολέων που στάλθηκαν στη Ρωσία. Αν στηριχτούμε στην ιστορική πείρα που αποκτήθηκε από το διεθνές εργατικό κίνημα και το ρόλο του στον εμφύλιο πόλεμο στη Ρωσία, μπορούμε να πούμε ότι η πάλη για το σοσιαλισμό σε μια χώρα έγινε υπόθεση των συνειδητών εργατών όλων των χωρών. Αυτό ήταν η ενσάρκωση του συνθήματος «Προλετάριοι όλων των χωρών, ενωθείτε!» στην πράξη.

Οι Άγγλοι λιμενεργάτες το 1919 αρνήθηκαν να φορτώσουν όπλα που προορίζονταν για τα στρατεύματα των εισβολέων και για τους Λευκούς. Οι ναύτες και οι εργάτες σταματούσαν να δουλεύουν σε εργασίες που είχαν παραγγείλει οι αντιμπολσεβίκικες δυνάμεις.

Το Δεκέμβρη του 1919, οι λιμενεργάτες στη γαλλική πόλη Μπορντό αρνήθηκαν να φορτώσουν πολεμοφόδια για τους εισβολείς και τους λευκοφρουρούς. Το 1921, οι Ιταλοί σιδηροδρομικοί εμπόδισαν δραστήρια την αποστολή όπλων στις αντισοβιετικές δυνάμεις. Στη Γερμανία, στη Φινλανδία, στην Ουγγαρία, στην Κίνα, στην Ιαπωνία και σε άλλες χώρες πραγματοποιήθηκαν μαζικές διαμαρτυρίες ενάντια στη βοήθεια προς το κίνημα των Λευκών και τους εισβολείς στη Ρωσία.

Ο Λένιν έγραφε: «Μόλις η διεθνής αστική τάξη απειλεί να μας χτυπήσει, της αρπάζουν το χέρι οι ίδιοι οι δικοί της εργάτες.» [7]

Το 1919, στη Μαύρη Θάλασσα εξεγέρθηκαν οι Γάλλοι ναύτες του πολεμικού στόλου, που δεν ήθελαν να πολεμήσουν ενάντια στους Κόκκινους. Στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού δεν πολέμησαν μόνο εκπρόσωποι όλων των λαών της Ρωσίας, αλλά και Ούγγροι, Τσέχοι, Κινέζοι, Φινλανδοί, Πολωνοί και εκπρόσωποι πολλών άλλων χωρών.

Το διεθνές κίνημα «Κάτω τα χέρια από τη Σοβιετική Ρωσία!» ήταν μια από τις κύριες δυνάμεις που ανάγκασαν την Αγγλία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ να αποσύρουν τα στρατεύματά τους και να σταματήσουν την περαιτέρω ανοιχτή επέμβαση.

Η παγκόσμια επαναστατική άνοδος μετά από τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν εμφανίζεται μόνο στη Ρωσία. Η εργατική τάξη, αν και για σύντομο διάστημα, πήρε την εξουσία σε σειρά καπιταλιστικών χωρών –Φινλανδία, Ουγγαρία, Βαυαρία και Σλοβακία.

Η παγκόσμια ιμπεριαλιστική Αντίδραση –ασύγκριτα ισχυρότερη από οικονομική και στρατιωτική άποψη– κατάφερε με τις ξιφολόγχες του γερμανικού ιμπεριαλισμού και των στρατών της Αντάντ να καταπνίξει τις επαναστάσεις στην Ευρώπη. Ωστόσο, αυτό δε σταμάτησε το κύμα του απεργιακού κινήματος που σηκώθηκε στη Γαλλία, στην Αγγλία, στην Ιταλία, στις ΗΠΑ, στην Ιαπωνία.

Μόνο στη Ρωσία οι εργάτες κατόρθωσαν να καταλάβουν και να κρατήσουν την εξουσία, να οργανώσουν τη δικτατορία του προλεταριάτου και να ξεδιπλώσουν τη μαζική σοσιαλιστική οικοδόμηση μετά από το τέλος του εμφύλιου πολέμου. Όμως, αυτή η νίκη αποτελεί αναμφισβήτητη νίκη του παγκόσμιου προλεταριάτου. Αυτό είναι ένα σημαντικό δίδαγμα της διεθνούς αλληλεγγύης και αυτό οι κομμουνιστές και οι εργάτες όλων των χωρών οφείλουν να το αφομοιώσουν για τις νέες νίκες.

7. Το κύριο καθήκον της σοβιετικής εξουσίας. Η πάλη για την ισότητα και τη δημιουργία της νέας ιστορικής κοινότητας. Ο σοβιετικός λαός.

Κατά την εξέλιξη της Οκτωβριανής Επανάστασης, το επαναστατικό προλεταριάτο και οι σύμμαχοί του κατάργησαν την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και τις αιτίες που την γεννούν, κατάργησαν την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, τα οποία τα μετέτρεψαν σε κοινωνική ιδιοκτησία, έδωσαν γη στους αγρότες, εθνικοποίησαν τη μεγάλη βιομηχανία, τις τράπεζες, τις μεταφορές, απέκτησαν το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση, επιλύοντας σοσιαλιστικά καθήκοντα, διευκόλυνε τη θέση του λαού, ενώ οδήγησε μέχρι το τέλος καθήκοντα της αστικοδημοκρατικής επανάστασης. Κατάργησε την παλιά φεουδαρχική διαίρεση της κοινωνίας, κατάργησε τα προνόμια και τους περιορισμούς που αφορούσαν τις ομάδες της φεουδαρχικής διαίρεσης της κοινωνίας και τις τάξεις. Η σοβιετική εξουσία διακήρυξε την ελευθερία συνείδησης, διαχώρισε την Εκκλησία από το κράτος και το σχολείο από την Εκκλησία, οι γυναίκες απέκτησαν ίσα δικαιώματα με τους άντρες.

Η ισότητα δε διακηρυσσόταν μόνο τυπικά, στα κείμενα και στους νόμους, αλλά έπαιρνε σάρκα και οστά στην πράξη. Η κοινωνική πολιτική του σοβιετικού κράτους εφαρμοζόταν αποκλειστικά προς το συμφέρον των εργαζόμενων τάξεων. Η σοβιετική εξουσία πραγματοποίησε βαθιές αλλαγές στο χωριό, εξάλειψε τον αναλφαβητισμό, κατέστησε προσιτά για όλους την προστασία της υγείας, τη μέση και ανώτερη παιδεία, το δικαίωμα στην εργασία και στην ανάπαυση, πρόσφερε πρόσβαση στην πνευματική-πολιτιστική ανάπτυξη.

Στα προεπαναστατικά χρόνια, ο μισός πληθυσμός της χώρας υπέφερε από την εθνική καταπίεση. Η νέα εργατική εξουσία έφερε την κοινωνική και εθνική απελευθέρωση στους πολυάριθμους λαούς της Ρωσίας, διακήρυξε την ισονομία. Κάθε έθνος απέκτησε το δικαίωμα για εθνική αυτοδιάθεση –είτε να παραμείνει στη σύνθεση της χώρας των Σοβιέτ είτε να αποχωριστεί σε αυτοτελές κράτος. Η εθνική πολιτική του εργατικού κράτους κατάφερε πλήγμα στο μεγαλοκρατικό σοβινισμό και στον αστικό εθνικισμό.

Η νίκη της σοβιετικής εξουσίας στις εθνικές περιοχές άλλαξε τη μοίρα των ως τότε καταπιεζόμενων λαών της Ρωσίας. Όλοι οι λαοί της μεγάλης χώρας μπόρεσαν να ενωθούν στο ενιαίο ενωσιακό κράτος, στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών. Η Ένωση ΣΣΔ ιδρύθηκε στις 30 Δεκέμβρη 1922 με την ένωση της Σοβιετικής Ομοσπονδιακής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Ρωσίας (ΣΟΣΔΡ), των ΣΣΔ της Ουκρανίας, της Λευκορωσίας και της ΣΟΣΔ της Υπερκαυκασίας σε ένα κράτος με ενιαία όργανα εξουσίας, με πρωτεύουσα τη Μόσχα, με de jure διατήρηση του δικαιώματος κάθε Ενωσιακής Δημοκρατίας να αποχωρήσει ελεύθερα από την Ένωση.

Η δημιουργική ισχύς της δικτατορίας του προλεταριάτου και της σοβιετικής εξουσίας εκδηλώθηκε με όλη της τη δύναμη στην εμφάνιση της νέας ιστορικής κοινότητας, που ονομάζεται σοβιετικός λαός.

Δημιουργήθηκαν οι συνθήκες στις οποίες πολλά ως τότε καταπιεσμένα έθνη πραγματοποίησαν το άλμα από τις φεουδαρχικές-πατριαρχικές σχέσεις στο σοσιαλισμό. Ξεπεράστηκε η οικονομική και πολιτιστική καθυστέρηση των εθνικών περιοχών.

Παλιότερα, οι προοδευτικοί άνθρωποι συνήθιζαν να ονομάζουν τη Ρωσική Αυτοκρατορία «φυλακή των λαών» –σε ένα μεγάλο κράτος είχαν ενωθεί, με τη χρήση της άμεσης βίας, της οικονομικής βίας και άλλων τρόπων πίεσης, έθνη τα οποία ήταν διαφορετικά ως προς τον ιστορικό δρόμο που είχαν ακολουθήσει και ως προς την πολιτιστική ανάπτυξη που είχε προηγηθεί. Στο εσωτερικό της Ρωσίας καλλιεργούνταν ένας βολικός για τις κυρίαρχες τάξεις εθνικισμός, ήταν συχνές οι περιπτώσεις διεθνικών συγκρούσεων, τα πογκρόμ και οι διακρίσεις με βάση την εθνικότητα.

Σε αντίθεση με κάθε εθνικισμό, ο προλεταριακός διεθνισμός προϋπέθετε την ενότητα των εργατών κάθε εθνικότητας, την ένωσή τους σε εργατικές οργανώσεις, σε κοινή δημιουργική δραστηριότητα, αλλά και για τους σκοπούς της άμυνας. Η νέα προλεταριακή εξουσία δε διακήρυξε μονάχα την ισότητα για όλους τους λαούς που κατοικούσαν την ΕΣΣΔ, αλλά στην πορεία της κοινής δραστηριότητας, στην πάλη με τις εκμεταλλεύτριες τάξεις, στην οικοδόμηση χιλιάδων πόλεων και επιχειρήσεων, στην πορεία του σκληρότατου πολέμου ενάντια στο ναζισμό, εκείνοι οι λαοί, οι οποίοι παλιότερα ήταν διαχωρισμένοι και βρίσκονταν σε διαφορετικά στάδια ανάπτυξης, κατάφεραν να γίνουν ένα ενιαίο όλο, να γίνουν ο σοβιετικός λαός. Οι εργαζόμενοι όλων των εθνικοτήτων που αποτελούσαν την ΕΣΣΔ εκλάμβαναν τη σοβιετική εξουσία ως το σημαντικότερο και κοινό ιστορικό επίτευγμα. Άνθρωποι διαφορετικών εθνικοτήτων εκδήλωναν θαύματα αντοχής και ηρωισμού στην πορεία της οικοδόμησης του νέου κόσμου, στην πορεία της υπεράσπισής του από τις επιβουλές των ιμπεριαλιστών. Στο εσωτερικό της νέας ιστορικής κοινότητας λάμβανε χώρα η ανάπτυξη του κάθε εθνικού πολιτισμού που συμμετείχε σε αυτήν όσο και η άνθιση του νέου, σοβιετικού πολιτισμού.

Το δικαίωμα των λαών στην αυτοδιάθεση, που χαρίστηκε στους λαούς από τη δικτατορία του προλεταριάτου στην πορεία της επανάστασης, υπονοεί την άνευ όρων ισοτιμία όλων των εθνών στο κράτος και την άνευ όρων περιφρούρηση των δικαιωμάτων όλων των εθνικών μειονοτήτων, την εφαρμογή ευρείας αυτοδιοίκησης, την αυτονόμηση των εθνικών περιοχών. Αυτή η αρχή προβλέπει τόσο την ελευθερία της δυνατότητας εξόδου από την Ένωση όσο και την ελευθερία παραμονής σε αυτήν. Η Σοβιετική Ένωση παρέμενε ενιαία και ακατανίκητη λόγω ακριβώς της διατήρησης της βάσης της ενότητας –του σοσιαλισμού και της σοβιετικής εξουσίας.

Όταν, ως αποτέλεσμα των λαθών που έγιναν, η εξουσία έχασε τον ταξικό προλεταριακό χαρακτήρα της και ο σοσιαλισμός καταστράφηκε, τότε συνέβη και η διάλυση της ΕΣΣΔ, τα συστατικά μέρη της οποίας διασκορπίστηκαν στις εθνικές τους άκρες –το καθένα με επικεφαλής τη δική του αστική τάξη.

Σήμερα, η αστική προπαγάνδα και οι πολιτικοί που βρίσκονται επικεφαλής, ξεκινώντας από τον Πούτιν και τελειώνοντας με τον Ζιρινόφσκι, προσπαθούν να ρίξουν αλλού την ευθύνη για τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.

Το ψεύδος αυτού του ισχυρισμού είναι προφανές, εάν αντιληφθούμε σε ποιο πολιτικό θεμέλιο χτίστηκε το οικοδόμημα του κράτους νέου τύπου. Βάση της εθνικής περιφερειακής οικοδόμησης της ΕΣΣΔ, που γινόταν κατανοητή με τον ίδιο τρόπο από τον Λένιν και τον Στάλιν, ήταν η σοβιετική εξουσία, δηλαδή η οργανωτική μορφή υλοποίησης της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η ανώτατη, αυθεντικά προοδευτική μορφή δημοκρατίας –η προλεταριακή δημοκρατία– των εργαζόμενων και για τους εργαζόμενους, η σοβιετική εξουσία. Όπως είναι γνωστό, στους εργαζόμενους δε χρειάζονται θέσεις στην αγορά για να βάλουν την πραμάτειά τους. Πάντα μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους. Η Ιστορία απέδειξε ότι, για όσο διάστημα η εξουσία ήταν σοβιετική και το Κόμμα κομμουνιστικό, τη Σοβιετική Ένωση δεν μπόρεσαν να την καταστρέψουν ούτε οι εσωτερικοί, ούτε οι εξωτερικοί, αλλά ούτε και τα πρωτοπόρα τμήματα του ιμπεριαλισμού, όπως ο χιτλερικός φασισμός. Και αυτή η ίδια Ιστορία έδειξε ότι μόλις το Κόμμα και το κράτος απώλεσαν τον ταξικό τους χαρακτήρα, το κράτος καταστράφηκε γρήγορα σχετικά, χωρίς αντίσταση με την πολιτική προς την αγορά, δηλαδή προς τον καπιταλισμό. Έτσι, υπογραμμίζουμε ακόμα μια φορά τη σημασία της ταξικής βάσης του κράτους.

Το ιστορικό παράδειγμα της φιλίας των λαών στην ΕΣΣΔ και η εμφάνιση στη βάση της δικτατορίας του προλεταριάτου της νέας κοινότητας του σοβιετικού λαού δείχνουν καλά ποιο δρόμο θα ακολουθήσει η ένωση ολόκληρης της ανθρωπότητας, όταν θα έχει ξεμπερδέψει οριστικά με τον καπιταλισμό.

Η σύγχρονη αστική προπαγάνδα προσπαθεί διαρκώς να δυσφημίσει το σοσιαλισμό και τη δικτατορία του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ. Κατασκευάζουν ζοφερές και ψευδείς εικόνες φρίκης, καταπίεσης και αμορφωσιάς. Είναι κατανοητό ότι οι καπιταλιστές φοβούνται την εξουσία των εργαζόμενων και προσπαθούν με το ψέμα και την αποσιώπηση να πείσουν τους σύγχρονους εργαζόμενους ότι ο σοσιαλισμός είναι κάτι το αποκρουστικό ή παρωχημένο.

Όμως, η αντικειμενική ανάλυση της ιστορίας της Σοβιετικής Ένωσης μας οδηγεί σε άλλα συμπεράσματα: Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των εργατών και των ταξικών τους συμμάχων για την εγκαθίδρυση της κοινωνικής και της εθνικής ισότητας. Όλες οι σύγχρονες συγκρούσεις που κρατούν από παλιά, ακόμα και αν οι ρίζες τους βρίσκονται στα βάθη των αιώνων, μπορούν να λυθούν αποτελεσματικά και εντελώς αναίμακτα προς το συμφέρον του εργαζόμενου λαού με τη βοήθεια μεθόδων που έχουν επαληθευτεί στην πράξη και οι οποίες ανακαλύφθηκαν στην πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ.

Πρέπει επιπλέον να υπογραμμιστεί: Οι διεθνικές συγκρούσεις αποτελούν πάντοτε σύνθετα και περίπλοκα ζητήματα, η επίλυση των οποίων συχνά δεν απαιτεί μονάχα ένα αποτελεσματικό εργαλείο, τη δικτατορία του προλεταριάτου, αλλά απαιτεί και χρόνο, που ενίοτε δεν είναι μόνο μερικά χρόνια, αλλά δεκαετίες.

8. Το δίδαγμα του «ιλίγγου από τις επιτυχίες».

Το 1930, ο Ι. Β. Στάλιν έγραψε το άρθρο «Ίλιγγος από τις επιτυχίες. Ζητήματα του κολχόζνικου κινήματος». Σε αυτό το υλικό, που δημοσιεύτηκε στο κεντρικό όργανο του ΠΚΚ (Μπ.), την εφημερίδα Πράβντα, ανακοινωνόταν ότι, στο φόντο των εμφανών επιτυχιών που είχε επιτύχει η σοβιετική εξουσία στην υπόθεση της κολχόζνικης οικοδόμησης, άρχισαν να εμφανίζονται μέσα στο Κόμμα επικίνδυνες διαθέσεις, οι οποίες σε ορισμένες περιπτώσεις οδηγούσαν στην απόρριψη των μεθόδων της πειθούς και στην υπερτίμηση των δυνάμεων (σ.τ.μ.: του Κόμματος).

«Οι επιτυχίες, όμως, έχουν και την αρνητική τους πλευρά, ιδιαίτερα όταν κατακτιούνται σχετικά “εύκολα”, με τρόπο, σα να λέμε, “αναπάντεχο”. Τέτοιες επιτυχίες μεταδίδουν κάποτε το πνεύμα της έπαρσης και του κομπασμού: “Εμείς όλα μπορούμε να τα κάνουμε!”, “Για μας τίποτα δεν είναι δύσκολο!” Οι επιτυχίες αυτές όχι σπάνια μεθούν τους ανθρώπους, αρχίζει να τους πιάνει ίλιγγος από τις επιτυχίες και τότε χάνουν το αίσθημα του μέτρου, χάνουν την ικανότητα να αντιλαμβάνονται την πραγματικότητα, εκδηλώνεται η τάση υπερτίμησης των δυνάμεών τους και υποτίμησης των δυνάμεων του αντιπάλου, εμφανίζονται τυχοδιωκτικές απόπειρες να λυθούν “στο άψε-σβήσε” όλα τα προβλήματα της σοσιαλιστικής ανοικοδόμησης. Και έτσι, δεν τους μένει μυαλό να νοιαστούν για να κατοχυρώσουν τις επιτυχίες που κατακτήθηκαν και να τις χρησιμοποιήσουν συστηματικά για την παραπέρα πορεία προς τα μπρος. Τι μας χρειάζεται να κατοχυρώσουμε τις επιτυχίες που κατακτήσαμε, αφού και έτσι μπορούμε να φτάσουμε “στο άψε-σβήσε” ως την πλήρη νίκη του σοσιαλισμού; “Εμείς όλα μπορούμε να τα κάνουμε!”, “Για μας τίποτα δεν είναι δύσκολο!”» [8]

Ο Στάλιν επικρίνει σκληρά αυτές τις διαθέσεις, που μπορούν να οδηγήσουν σε επικίνδυνες συνέπειες, για παράδειγμα, στην άνοδο της καχυποψίας του πληθυσμού για τη δράση των σοβιετικών και των κομματικών οργάνων. Εκεί όπου «το κεφάλι γυρνάει από τις επιτυχίες», εμφανίζονται καθοδηγητές που είναι ικανοί να αγνοήσουν τις πραγματικές διαθέσεις και ανάγκες των απλών ανθρώπων. Εμφανίζεται η αυταπάτη ότι «με μια κίνηση» μπορούν να λυθούν δύσκολα ζητήματα που απαιτούν μακρά συζήτηση, πειθώ. Σε αυτές τις περιπτώσεις, οι ίδιοι οι εργαζόμενοι μοιάζει να αποκλείονται από τη λύση των προβλημάτων, τις σχετικές αποφάσεις τις παίρνουν τα καθοδηγητικά κομματικά και σοβιετικά στελέχη, που, συνειδητά ή όχι, κάνουν ένα βαρύ πολιτικό λάθος.

Το 1930, αυτό το αρνητικό φαινόμενο εκδηλώθηκε με την καταπάτηση της αρχής του εθελοντικού χαρακτήρα της οργάνωσης των κολχόζ. Αντί της ζύμωσης και της πειθούς, άρχισαν να «πιέζουν» τους αγρότες με διάφορους τρόπους, αναγκάζοντάς τους να ενταχτούν στο κολχόζ. Τέτοιες «παρεκκλίσεις» μπορούσαν να οδηγήσουν μόνο στην απογοήτευση των ανθρώπων, στην αύξηση των ευνοϊκών συνθηκών για εχθρική αντισοβιετική προπαγάνδα.

Μια άλλη αρνητική πλευρά του «ιλίγγου από τις επιτυχίες» δεν είναι μόνο η υπερτίμηση των δυνάμεων (σ.τ.μ.: των Σοβιετικών στελεχών), αλλά και η υποτίμηση των δυνάμεων του ταξικού εχθρού. Στα τέλη της δεκαετίας του 1920, στην ΕΣΣΔ αυτός ο εσωτερικός εχθρός ήταν οι κουλάκοι –δηλαδή η αστική τάξη στην ύπαιθρο– που αντιπολιτεύονταν τη σοβιετική εξουσία. Όλες οι περιπτώσεις καταπάτησης της αρχής της εθελοντικής ένταξης στα κολχόζ αξιοποιούνταν άμεσα από τους κουλάκους στην προπαγάνδα τους ενάντια στα κολχόζ.

Ο Στάλιν επικρίνει αποφασιστικά τις διαθέσεις ευφορίας που εμφανίστηκαν στο Κόμμα στο φόντο των εύκολων και αναπάντεχων επιτυχιών. Ο ίλιγγος από τις επιτυχίες είναι σα να προσπαθούμε να λύσουμε δύσκολα ζητήματα με βιασύνη, με αποτέλεσμα να απομακρυνόμαστε από την πραγματικότητα και τις μάζες, οι οποίες δεν έχουν αγκαλιάσει ακόμα σα δική τους τη νέα υπόθεση.

Στην ΕΣΣΔ, ιδιαίτερα μετά από το Μεγάλο Πατριωτικό Πόλεμο, μέσα στο Κόμμα και ανάμεσα σε πολλούς Σοβιετικούς ανθρώπους αναπτύχθηκε μια αίσθηση περί ανεπίστρεπτης οικοδόμησης του σοσιαλισμού στο φόντο της γρήγορης αποκατάστασης της λαϊκής οικονομίας που είχε καταστραφεί από τον πόλεμο, των επιτυχιών που σημειώθηκαν στην οικοδόμηση νέων κλάδων της οικονομίας και χιλιάδων επιχειρήσεων, των επιτυχιών της ατομικής ενέργειας, της κοσμοναυτικής, των μηχανοκατασκευών και της αεροναυπηγικής, της διάλυσης του παγκόσμιου αποικιακού συστήματος και της δημιουργίας της ομάδας των αδελφών σοσιαλιστικών χωρών. Η επιστροφή του καπιταλισμού τους φαινόταν κάτι το αδιανόητο.

Όμως, η διάλυση του σοσιαλισμού έγινε ακριβώς δυνατή και για το λόγο ότι όχι μόνο η πλειοψηφία του σοβιετικού λαού, αλλά και οι κομμουνιστές βρέθηκαν ηθικά παροπλισμένοι μπροστά σε αυτόν τον κίνδυνο, ήταν ανέτοιμοι να αντισταθούν στον επελαύνοντα καπιταλισμό, βρέθηκαν ανυπεράσπιστοι μπροστά στην ιησουίτικη προπαγάνδα του.

Ο ίλιγγος από τις επιτυχίες κατέλαβε τις μάζες των Σοβιετικών πολιτών και βοήθησε τους εχθρούς να ολοκληρώσουν την αντεπαναστατική ανατροπή. Στην πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι ο κίνδυνος της ευφορίας και της υποτίμησης των δυνάμεων του ταξικού αντιπάλου αποδείχτηκε ιστορικά.

9. Η θεωρητική κληρονομιά των Λένιν, Στάλιν και του Κόμματος των Μπολσεβίκων, που καθοδήγησαν την οικοδόμηση του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου, αποτελεί καθοδήγηση για δράση.

Στις δεκαετίες της επαναστατικής πάλης τους οι μπολσεβίκοι δημιούργησαν μια πλατιά θεωρητική βάση. Τα άρθρα και τα σημειώματα στις εφημερίδες, οι μπροσούρες, τα κείμενα και τα στενογραφήματα των ομιλιών, τα βιβλία, τα γράμματα και τα άλλα ιστορικά ντοκουμέντα αποτελούν μια ευρεία επιστημονική βιβλιοθήκη. Σήμερα, μπορούμε να έχουμε πρόσβαση σε εκατοντάδες εξέχουσες εργασίες που καλύπτουν όλες τις κοινωνικοπολιτικές κατευθύνσεις.

Μετά από το θάνατο του Ένγκελς, ο μέγιστος θεωρητικός Λένιν και, μετά από το θάνατο του Λένιν, ο Στάλιν και άλλοι μαθητές του Λένιν κατάφεραν όχι μόνο να προωθήσουν το μαρξισμό θεωρητικά, αλλά και να εμπλουτίσουν τη θεωρία με τη νέα πείρα στις νέες συνθήκες της ταξικής πάλης κατά την περίοδο της σοσιαλιστικής επανάστασης και της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Τα έργα των Λένιν και Στάλιν είναι ανεκτίμητος πλούτος, που βοηθά όλους τους επαναστάτες στην επίτευξη θεωρητικών και πρακτικών ζητημάτων. Αυτά τα έργα έγιναν κλασικά στο μαρξισμό και παραμένουν επίκαιρα, καλά εφαρμόσιμα και στον 21ο αιώνα, εάν καταπιαστούμε με προσεκτική σκέψη και όχι με μηχανιστικό τρόπο.

Οι μπολσεβίκοι της Ρωσίας πήραν επάξια τη σκυτάλη της ανάπτυξης της θεωρίας από τον Κ. Μαρξ και τον Φρ. Ένγκελς. Σημειώθηκε μεγάλη συμβολή στη μαρξιστική φιλοσοφία, η πολιτική οικονομία συμπληρώθηκε με τη θεωρία του ιμπεριαλισμού. Ένα πλήθος βιβλίων, άρθρων και υλικού κάθε είδους με συγγραφείς τον Β. Ι. Λένιν και τον Ι. Β. Στάλιν είναι αφιερωμένα στην πάλη ενάντια στον οπορτουνισμό, στο εργατικό κίνημα, σε ζητήματα της κομματικής οικοδόμησης, της επαναστατικής τακτικής, στην επίλυση κρατικών καθηκόντων, σε ζητήματα οργάνωσης της Κομμουνιστικής Διεθνούς, της κολεκτιβοποίησης της αγροτικής οικονομίας και σε άλλα τρέχοντα προβλήματα, που εμφανίζονταν στην πορεία της επαναστατικής δράσης.

Θα μπορούσαμε για πολλή ώρα να απαριθμούμε τα θέματα και τις κατευθύνσεις που επεξεργάστηκαν και εξέθεσαν οι μπολσεβίκοι θεωρητικοί. Το σημαντικό είναι να κατανοήσουμε ότι η θεωρητική κληρονομιά των μπολσεβίκων δεν είναι δόγμα, δεν είναι μια συλλογή κάποιων μοτίβων, που κάποιος μπορεί να πάρει χωρίς σκέψη και να τα μεταφέρει στην εποχή μας, δεν είναι σύμβολο πίστεως.

Ο μαρξισμός –περιλαμβανομένης και της ανάπτυξής του από τον Λένιν, τον Στάλιν και τους συνεργάτες τους– είναι μια αναπτυσσόμενη θεωρία, καθοδήγηση για δράση. Η λογική της μαρξιστικής βιβλιογραφίας δεν απαιτεί την αποστήθιση κειμένων ή την παράθεσή τους σε κάθε ευκαιρία, κάτι που συχνά είναι άστοχο. Για την ανάλυση της δικής μας τρέχουσας στιγμής απαιτείται η προσεκτική ανάγνωση των έργων των κλασικών του μαρξισμού, με την υποχρεωτική κατανόηση της διαφοράς των συνθηκών του 20ού αιώνα και της σύγχρονης περιόδου.

Το να είσαι μαρξιστής σημαίνει να ακολουθείς τη μέθοδο του Μαρξ, να μάθεις να ξεχωρίζεις το κύριο στα γεγονότα και τα κοινωνικά φαινόμενα, να συσχετίζεις τις συμβουλές των κλασικών με όλη τη συνθετότητα των τρεχουσών συνθηκών. Έτσι ακριβώς έκαναν ο Λένιν, ο Στάλιν και οι άλλοι μπολσεβίκοι.

Μόνο με αυτόν τον τρόπο είναι δυνατό να εξάγουμε τα σωστά συμπεράσματα και να αποκτήσουμε ορθές κατευθύνσεις από τα βιβλία που έχουν γραφτεί πριν έναν αιώνα.

Στην εποχή μας, υπάρχει πλήθος ομάδων και μεμονωμένων ατόμων οι οποίοι αυτοαποκαλούνται συνεχιστές των Σοβιετικών κομμουνιστών. Όμως, τα πορτρέτα των ηγετών, τα κόκκινα λάβαρα και τα τσιτάτα δεν αποτελούν αποδείξεις ότι έχει κατανοηθεί η μαρξιστική θεωρία, ότι έχει συσχετιστεί ορθά με την πραγματικότητα. Η εφαρμογή του μαρξισμού στην πράξη είναι πολύ πιο δύσκολη από μια απλή ανάγνωση των έργων των κλασικών. Αυτή ακριβώς η δουλειά –η εφαρμογή του μαρξισμού στη σημερινή πρακτική, στο σημερινό εργατικό κίνημα, σε όποια κατάσταση και αν βρίσκεται αυτό– είναι η αυθεντική συνέχιση της θεωρίας. Αυτό ακριβώς είναι τώρα το πιο σημαντικό θέμα για τους μαρξιστές.

Η ανεκτίμητη ιστορική πείρα της δικτατορίας του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ δείχνει ότι η μαρξιστική βιβλιογραφία δεν είναι απλά όμορφες λέξεις, αλλά επαναστατική μαχητική θεωρία, έτοιμη να εμπλουτίσει την πράξη, να την κατευθύνει στο σωστό και νικηφόρο δρόμο. Σε αυτήν περιλαμβάνεται και η εμπειρία των λαθών και της παράδοσης θέσεων από το όψιμο ΚΚΣΕ των καιρών του Γκορμπατσόφ. Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ότι αυτή η αντεπανάσταση έγινε χωρίς μάχη. Οι πραγματικοί κομμουνιστές αντιστάθηκαν στην πολιτική της «περεστρόικα», ως αλλαγής του συστήματος, ως πολιτικής προς την αγοραία οικονομία, δηλαδή τον καπιταλισμό. Οι σύντροφοί μας ακριβώς, εξ ονόματος του Κινήματος Κομμουνιστικής Πρωτοβουλίας στο 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, την προτελευταία μέρα των εργασιών τοποθετήθηκαν με την Ανακοίνωση της μειοψηφίας (1.259 ψήφοι «υπέρ», 2.012 «κατά», 414 «λευκά», 160 αντιπρόσωποι του Συνεδρίου απείχαν). Στην ανακοίνωση, την οποία παρουσίασε ένας από τους ιδρυτές του Κόμματός μας, ο Βίκτορ Τιούλκιν, στις 11 Ιούλη 1990, ανάμεσα σε άλλα ανέφερε: «Θεωρούμε αναγκαίο να προειδοποιήσουμε όλους τους κομμουνιστές της χώρας: Η απερίσκεπτη μετάβαση στην αγορά (...) η βίαιη, ενάντια σε κάθε αντικειμενική διαδικασία, θεραπεία του σοσιαλισμού με τον καπιταλισμό, δε θα επιφέρει την άνοδο της παραγωγής και του βιοτικού επιπέδου, αλλά την αναπόφευκτη πτώση τους, θα προκαλέσει πλατιές κοινωνικές διαμαρτυρίες, θα οδηγήσει σε βαριά δεινά το λαό (...) Το Κόμμα δεν μπορεί να συνεχίσει με την περεστρόικα, που οδήγησε σε χειροτέρευση της ζωής του λαού. Υπάρχουν άλλες αντιλήψεις οικονομικής αναδιοργάνωσης (σ.τ.μ.: περεστρόικα), μάλιστα όχι μία, που δε σηματοδοτούν την επιστροφή προς τα πίσω, ούτε στο αστικό σύστημα, ούτε στο διοικητικό σύστημα. Θεωρούμε αναγκαίο να διατυπώσουμε στο συνέδριο αυτήν τη γνώμη της μειοψηφίας των αντιπροσώπων του, ώστε να γίνει δυνατό να πραγματοποιηθεί πρωτοβουλιακά και από τα κάτω μια πλατιά συζήτηση στο Κόμμα για εναλλακτικά σχέδια και να είμαστε έτοιμοι για πιθανές συγκρούσεις στο άμεσο μέλλον ως αποτέλεσμα της πλήρους χρεοκοπίας της οικονομικής πολιτικής που ασκείται τώρα.

Συνοψίζοντας, θέλω να σημειώσω ότι η βασική σκέψη συνίσταται στο ότι το Κόμμα δεν μπορεί να πραγματοποιεί την περεστρόικα, που οδήγησε σε βαριά χειροτέρευση της ζωής του λαού.

Σε ό,τι αφορά το Κομμουνιστικό Κόμμα, δε θα αντέξει αυτούς τους κλυδωνισμούς και δε θα υπάρχει κανείς να υπερασπιστεί τους τελικούς σκοπούς της κίνησης.» [9]

Όπως γνωρίζουμε, οι προγνώσεις μας δυστυχώς επαληθεύτηκαν. Και αυτή είναι μια εμπειρία της θεωρητικής και της πολιτικής πάλης για τους κομμουνιστές όλου του κόσμου.

10. Η επίδραση της ΕΣΣΔ και η σημασία της πείρας της δικτατορίας του προλεταριάτου για ολόκληρο τον κόσμο.

Η πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης και της υλοποίησης της δικτατορίας του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ απέδειξαν ξεκάθαρα ότι το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό δεν είναι δυνατό να πραγματοποιηθεί μέσω μεταρρυθμίσεων, όπως διακηρύσσουν οι οπορτουνιστές, αλλά μόνο μέσω της επανάστασης. Η μοίρα των επαναστάσεων που ακολούθησαν μετά από την Οκτωβριανή Επανάσταση στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, στην Ασία και στην Κούβα λένε ότι δεν υπάρχει στη φύση άλλος δρόμος που να δείχνει τη δυνατότητα περάσματος στο σοσιαλισμό, εκτός από την επανάσταση.

Είναι σημαντικό να λαμβάνονται υπόψη οι αντικειμενικές και οι υποκειμενικές προϋποθέσεις της επανάστασης. Οι μπολσεβίκοι και το προλεταριάτο της Ρωσίας έδειξαν ιστορικά με τη δική τους πείρα το πώς πρέπει να λαμβάνονται υπόψη αυτές οι προϋποθέσεις στην πράξη.

Το προλεταριάτο της Ρωσίας, πραγματοποιώντας μια μεγαλειώδη ανατροπή σε όλες τις σφαίρες της κοινωνικής ζωής στη δική του χώρα, είχε μια ανεπίστρεπτη επίδραση σε όλο τον κόσμο. Η επαναστατική πρακτική της εργατικής τάξης της Ρωσίας κατάφερε πλήγμα στον παγκόσμιο ρεφορμισμό, αποδεικνύοντας την ιστορική ορθότητα της λενινιστικής μπολσεβίκικης γραμμής.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ έγραφε: «Οι μπολσεβίκοι ήταν η προσωποποίηση της επαναστατικής τιμής και της ικανότητας για δράση που έχασε η σοσιαλδημοκρατία της Δύσης. Ο ξεσηκωμός τους του Οκτώβρη δεν ήταν μόνο η σωτηρία της ρωσικής επανάστασης στην πράξη, αλλά και η σωτηρία της τιμής του παγκόσμιου σοσιαλισμού.» [10]

Το παράδειγμα των μπολσεβίκων ενέπνευσε τους σοσιαλιστές των άλλων χωρών. Σε διάφορες χώρες, όπου είχαν ήδη ωριμάσει οι εσωτερικές ανάγκες γι’ αυτό, ιδρύονταν κομμουνιστικά κόμματα. Αυτό ήταν το νομοτελειακό αποτέλεσμα της ανάπτυξης του διεθνούς εργατικού κινήματος.

Η δικτατορία του προλεταριάτου που εγκαθιδρύθηκε στη Ρωσία δημιούργησε τις προϋποθέσεις για την ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς –της παγκόσμιας προλεταριακής οργάνωσης, η οποία έπαιξε εξέχοντα ρόλο στην ιδεολογική και οργανωτική ενίσχυση του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, στο ξεπέρασμα της επίδρασης του δεξιού και του «αριστερού» οπορτουνισμού στις γραμμές του. Το κομμουνιστικό κίνημα γινόταν πλέον διεθνής δύναμη με επιρροή, την οποία ο ιμπεριαλισμός έπρεπε να υπολογίζει.

Η νίκη του σοσιαλισμού στη Ρωσία και η ίδρυση της ΕΣΣΔ έδειξαν σε όλους τους λαούς το δρόμο του επαναστατικού μετασχηματισμού της κοινωνίας πάνω σε σοσιαλιστικές αρχές, εξόπλισαν το επαναστατικό και το εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα με μια πλουσιότατη εμπειρία και με το παράδειγμα της πάλης για το σοσιαλισμό.

Το προλεταριακό κράτος μπόρεσε να συντρίψει το φασισμό, εμπνέοντας εκατομμύρια προοδευτικούς ανθρώπους σε ολόκληρο τον κόσμο να πάρουν μέρος στον αγώνα ενάντια σε αυτό το ιμπεριαλιστικό φαινόμενο.

Η ΕΣΣΔ βοήθησε πολλούς λαούς που διεξήγαν εθνικοαπελευθερωτικό και επαναστατικό αγώνα. Η κατάρρευση του παγκόσμιου αποικιακού συστήματος αποτελεί και αυτό άμεση συνέπεια της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Η Σοβιετική Ένωση δεχόταν φοιτητές από δεκάδες χώρες, βοηθούσε ανιδιοτελώς στην οικοδόμηση σημαντικών υποδομών σε χώρες της Ασίας, της Αφρικής και στην Κούβα.

Χάρη στην ύπαρξη του σοβιετικού κράτους οι ιμπεριαλιστές, ιδιαίτερα μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναγκάστηκαν να υπολογίζουν τη στρατιωτική και την οικονομική ισχύ της ΕΣΣΔ και δεν μπορούσαν να κυριαρχούν απόλυτα σε όλο τον κόσμο. Η ΕΣΣΔ συχνά στήριζε χώρες που είχαν γίνει αντικείμενο του ιμπεριαλιστικού επεκτατισμού.

Με τη βοήθεια της ΕΣΣΔ οι λαοί σε μια σειρά χωρών μπόρεσαν μέσα σε μερικές δεκαετίες να αποκοπούν από τον καπιταλισμό. Μετά από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο υπήρχε μια ολόκληρη ομάδα σοσιαλιστικών κρατών που απάρτιζαν το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, έδιναν το ένα στο άλλο οικονομική και στρατιωτική βοήθεια, μοιράζονταν την πείρα και τα επιστημονικά επιτεύγματα.

Η υλοποίηση της δικτατορίας του προλεταριάτου στην πράξη έδειξε πόσο ισχυρό εργαλείο αποτέλεσε στα χέρια της πρωτοπόρας τάξης με επαναστατική σημασία για όλο τον κόσμο.

Σήμερα, που δεν υπάρχει Σοβιετική Ένωση στον παγκόσμιο χάρτη, το παγκόσμιο εργατικό κίνημα περνά κρίση. Όμως, οι ιμπεριαλιστές δεν μπορούν να εξαφανίσουν όλες τις κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζόμενων που έχουν επιτευχθεί τον 20ό αιώνα κάτω από την επίδραση του πρώτου κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου στον κόσμο.

Πολλοί σύγχρονοι εργάτες που είναι επιρρεπείς στα στερεότυπα της κυρίαρχης αστικής προπαγάνδας και οι οποίοι δεν έχουν ακόμα σοσιαλιστικές απόψεις αναγνωρίζουν, παρόλ’ αυτά, την ανάγκη της πάλης για οχτάωρη εργάσιμη μέρα, για συντάξεις και κοινωνικές παροχές, για προσιτή εξειδικευμένη φροντίδα της υγείας, για ποιοτική και προσιτή παιδεία, για εξασφαλισμένες θέσεις εργασίας, για εξάλειψη της ανεργίας. Όλ’ αυτά τα αγαθά ήταν προσιτά στο σοβιετικό λαό χάρη στην Οκτωβριανή Επανάσταση και στην αποτελεσματική λειτουργία της δικτατορίας του προλεταριάτου. Στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες πολλές από αυτές τις προοδευτικές κατακτήσεις έγιναν επίσης πραγματικότητα κάτω από την επίδραση της σοβιετικής εμπειρίας. Οι καπιταλιστές γίνονταν πιο υποχωρητικοί, καθώς έβλεπαν τι μπορούσε να πετύχει το προλεταριάτο που ξέρει να παλεύει για τα δικαιώματά του.

Σήμερα, η αστική τάξη εξαπέλυσε επίθεση σε ολόκληρο τον κόσμο ενάντια στις παλιότερες κοινωνικές κατακτήσεις των εργαζόμενων. Η ΕΣΣΔ δεν υπάρχει πλέον εδώ και 30 χρόνια, ο προηγούμενος φόβος έχει εν πολλοίς ξεχαστεί από τους καπιταλιστές.

Προκύπτει ότι οι εργάτες σε όλο τον κόσμο χρειάζονται και πάλι τη σοβιετική πείρα και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Όσο περνάει ο καιρός, η επικαιρότητα των διδαγμάτων του σοσιαλισμού του 20ού αιώνα μόνο θα αυξάνεται. Όμως, αυτήν τη φορά όχι μόνο για την κατάκτηση των ελάχιστων αγαθών, αλλά για την οριστική συντριβή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας σε ολόκληρο τον κόσμο.

11. Διδάγματα από τα λάθη και τις ήττες.

Η ιστορία της ΕΣΣΔ έδειξε ότι η οικοδόμηση του σοσιαλισμού είναι σύνθετη διαδικασία, στην πορεία της οποίας εμφανίζονται συχνά διακλαδώσεις διάφορων εκδοχών κίνησης. Η δικτατορία του προλεταριάτου δημιουργεί τις συνθήκες για την κατάπνιξη των φανερών αστικών δυνάμεων και τάσεων που προσπαθούν σε κάθε ευκαιρία να ανατρέψουν την επαναστατική εξέλιξη προς τον κομμουνισμό, να επαναφέρουν την κοινωνία στον καπιταλισμό, δηλαδή προς τα πίσω –σε ένα σχηματισμό που έχει ξεπεραστεί –παρά τη μεγάλη προσπάθεια που γίνεται να αποδειχτεί το αντίθετο– και ο οποίος έχει καταντήσει ξεπερασμένος. Όμως, στο εσωτερικό του σοσιαλισμού συνεχίζουν να υποβόσκουν αφανείς μη σοσιαλιστικές τάσεις, που είναι δύσκολο να αναγνωριστούν και να περιοριστούν. Τέτοιες τάσεις μπορούν να επιδράσουν στην επιλογή της πορείας και δεν πρέπει να υποτιμάμε αυτόν τον κίνδυνο. Η καταστροφή που συνέβη στη Σοβιετική Ένωση αναγκάζει εμάς, τους σύγχρονους κομμουνιστές, να μελετάμε με μεγάλη προσοχή όχι μόνο τα επιτεύγματα, αλλά και τις ήττες και τα λάθη της ΕΣΣΔ.

Στην εισήγηση «Τα 100 χρόνια της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης» [11], που ετοίμασε το 2017 η Κεντρική Επιτροπή του ΚΕΚΡ, έχει αναλυθεί λεπτομερώς όλη η σειρά των ιστορικών λαθών και εξάγονται τα αντίστοιχα συμπεράσματα, τα οποία είμαστε υποχρεωμένοι να αναφέρουμε εδώ (σε συντομευμένη μορφή).

Στην εισήγηση αναφέρεται: Από τη δική μας, την υλιστική άποψη, η βασική αιτία της προσωρινής ήττας του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ είναι τα εσωτερικά, τα δικά μας λάθη, ο αναθεωρητισμός και η αποστασία της ανώτερης καθοδήγησης του Κόμματος.

  • Το κύριο θεωρητικό λάθος των Σοβιετικών κομμουνιστών είναι η απόρριψη του κύριου ζητήματος του μαρξισμού, η απόρριψη της δικτατορίας του προλεταριάτου.

Ο Λένιν θεωρούσε ως κύριο ζήτημα του μαρξισμού την αναγνώριση της δικτατορίας του προλεταριάτου: «Μαρξιστής είναι μόνο εκείνος που επεκτείνει την αναγνώριση της πάλης των τάξεων ως την αναγνώριση της δικτατορίας του προλεταριάτου.» [12]

Μέχρι το 1953, η δικτατορία του προλεταριάτου στη Σοβιετική Ένωση υλοποιούνταν στην πράξη με συνέπεια. Αυτό ήταν ένα αναγκαίο στοιχείο της εξέλιξης της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Μετά από το θάνατο του Στάλιν, με τον ερχομό στην καθοδήγηση του Κόμματος του Ν. Σ. Χρουστσόφ, διαμορφώθηκε στην κομματική καθοδήγηση μια αναθεωρητική ομάδα, η οποία έθεσε υπό αμφισβήτηση ό,τι θετικό έγινε από τη σταλινική καθοδήγηση και ξεκίνησε την επανεξέταση κρίσιμων θέσεων του μαρξισμού για την ταξική πάλη και τη δικτατορία του προλεταριάτου.

Στο 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, με πρωτοβουλία του Χρουστσόφ και των ομοϊδεατών του, υπερψηφίστηκε το αναθεωρητικό, αντιλενινιστικό στην ουσία του, αντιμαρξιστικό Πρόγραμμα (σ.τ.μ.: του Κόμματος). Σε αυτό υποστηριζόταν ότι δήθεν «η δικτατορία του προλεταριάτου ολοκλήρωσε την ιστορική της αποστολή και, από την άποψη των καθηκόντων της εσωτερικής ανάπτυξης, έπαψε να είναι αναγκαία στην ΕΣΣΔ. Το κράτος, που εμφανίστηκε ως κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου, μετατράπηκε σε ένα νέο, στο σύγχρονο στάδιό του, σε παλλαϊκό κράτος (...) Το Κόμμα ξεκινά από το γεγονός ότι η δικτατορία της εργατικής τάξης παύει να είναι αναγκαία πριν την απονέκρωση του κράτους».

Έτσι, έγινε ένα τεράστιο λάθος στόχευσης. Η απόρριψη της δικτατορίας του προλεταριάτου και του στόχου του σοσιαλισμού συνέβαλαν στην αλλαγή της ταξικής ουσίας του κράτους. Αυτό έγινε ανίκανο να πραγματοποιεί τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, τα οποία στην εποχή της δικτατορίας του προλεταριάτου αποτελούν τα κοινωνικά συμφέροντα.

Το γεγονός ότι το ΚΚΣΕ απέρριψε στο 22ο Συνέδριο το κύριο ζήτημα του μαρξισμού –τη δικτατορία του προλεταριάτου, το στόχο της σοσιαλιστικής παραγωγής και το στόχο του σοσιαλισμού– είχε ως αποτέλεσμα να σημειωθεί άνοδος των διαθέσεων ατομικής ιδιοκτησίας και τελικά, παρά τη δραστήρια αντίσταση από πλευράς της κομμουνιστικής μειοψηφίας, είχε ως αποτέλεσμα την καταστροφή του Κόμματος, του κράτους και της χώρας. Αυτή η απόρριψη δεν έγινε μόνο με ευθύνη της ηγεσίας του ΚΚΣΕ που αποστάτησε, αλλά και με ευθύνη εκείνων των μελών του Κόμματος που, αντί να μελετούν και να κατανοούν το μαρξισμό-λενινισμό, μάθαιναν απ’ έξω τσιτάτα και συνθήματα και δέχονταν ως θέσφατο τα λόγια της αναθεωρητικής ηγεσίας του Κόμματος και επειδή οι συνεπείς κομμουνιστικές δυνάμεις δεν μπόρεσαν να υπερνικήσουν τους οπορτουνιστές, τους ρεβιζιονιστές και τους αποστάτες προδότες του σοσιαλισμού. Αυτό είναι ένα μάθημα όχι μόνο για τους κομμουνιστές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και της τωρινής Ρωσίας. Αυτό είναι ένα μάθημα για ολόκληρο το παγκόσμιο εργατικό και κομμουνιστικό κίνημα.

  • Οικονομικά λάθη. Η ανάπτυξη εμπορευματικών στοιχείων της κοινωνικής παραγωγής και η διολίσθηση προς τον καπιταλισμό.

Η κίνηση προς το μη εμπορευματικό, άμεσα κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής δεν αποτελεί μόνο γνώρισμα, αλλά και προϋπόθεση ύπαρξης και ανάπτυξης του σοσιαλισμού.

Ο καπιταλισμός, πρώτ’ απ’ όλα, είναι καθολική εμπορευματική παραγωγή. Ο Λένιν διευκρίνιζε ότι ο ίδιος ο καπιταλισμός είναι το αποτέλεσμα της εξέλιξης της εμπορευματικής παραγωγής και δεν κουραζόταν να δείχνει σε πολλά έργα του ότι στην ανάπτυξή της η εμπορευματική παραγωγή γεννά διαρκώς και αναπόφευκτα τον καπιταλισμό. Επιπλέον, ο Λένιν ποτέ δεν έθετε το ζήτημα της γρήγορης κατάργησης του εμπορευματικού χαρακτήρα της παραγωγής. Υπογράμμιζε πάντα ότι γίνεται λόγος για το ξεπέρασμα του εμπορευματικού χαρακτήρα, την απομάκρυνση από τον εμπορευματικό χαρακτήρα, την άρνηση του εμπορευματικού χαρακτήρα στη σοσιαλιστική κοινωνική παραγωγή.

Ο Στάλιν εφάρμοσε στην πράξη και με συνέπεια τη γραμμή του Λένιν σχετικά με την υπέρβαση του εμπορευματικού χαρακτήρα της παραγωγής στη μεταβατική περίοδο προς το σοσιαλισμό και στη μετατροπή προϊόντος, το οποίο προκύπτει από αυτού του είδους την παραγωγή σε προϊόν της άμεσα κοινωνικής παραγωγής.

Στη σοσιαλιστική οικονομία ο εμπορευματικός χαρακτήρας υπάρχει μονάχα ως άρνηση του άμεσα κοινωνικού της χαρακτήρα και ανήκει σε εκείνα τα ίχνη του καπιταλισμού τα οποία ξεπερνιούνται στη διαδικασία ανάπτυξης του σοσιαλισμού από ατελή κομμουνισμό σε πλήρη κομμουνισμό. Γι’ αυτό μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η ανάπτυξη της σοσιαλιστικής οικονομίας είναι η ενίσχυση της άμεσα κοινωνικής της ουσίας και η υπέρβαση του εμπορευματικού της χαρακτήρα και ο ολοένα και μεγαλύτερος προσανατολισμός της παραγωγής στην ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας. Ανεξάρτητα από την προεπαναστατική ανάπτυξη ή τις όποιες υποχωρήσεις και συμβιβασμούς που αναγκάστηκαν να κάνουν οι κομμουνιστές, ο στόχος πρέπει να είναι πάντα ο ίδιος –ξεπέρασμα της εμπορευματικής παραγωγής και πέρασμα στη σοσιαλιστική, την άμεσα κοινωνική παραγωγή. Η βαθμιαία κίνηση της σοσιαλιστικής οικονομίας εξασφαλιζόταν εφόσον η εξουσία σχετιζόταν με την οργάνωση της οικονομίας ως άμεσα κοινωνικής παραγωγής. Το πλάνο και η συγκεντροποίηση είναι κατακτήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού και έχουν την ίδια εμβέλεια όπως ο διαφορικός λογισμός και η θεωρία της εξέλιξης των ειδών του Δαρβίνου. Όμως, μόνο στις συνθήκες της δικτατορίας του προλεταριάτου με άμεσα κοινωνική παραγωγή αυτά τα επιτεύγματα μπορούν να εφαρμοστούν προς όφελος των συμφερόντων του εργαζόμενου λαού.

Η απόφαση της χρουστσοφικής καθοδήγησης το 1961 για απόρριψη της πολιτικής βάσης του σοσιαλισμού –της δικτατορίας του προλεταριάτου– και η οικονομική μεταρρύθμιση του 1965 προξένησαν μια διαδικασία βαθμιαίας συσσώρευσης αρνητικών τάσεων στη σοσιαλιστική οικονομία, στις κοινωνικές σχέσεις. Ενισχύθηκαν οι τάσεις ατομικής ιδιοκτησίας στη σοσιαλιστική οικονομία και είχαν καταστροφικό χαρακτήρα για τη λαϊκή οικονομία. Η μεταρρύθμιση επέτρεπε στις επιχειρήσεις να προσανατολίσουν την απόδοσή τους στον όγκο πραγματοποίησης (σ.τ.μ.: των πωλήσεων) σε ρούβλια και στο κέρδος, με αποτέλεσμα να δίνονται κίνητρα στο συλλογικό εγωισμό, ενώ οι παραγωγοί είχαν συμφέρον να παράγουν όσο το δυνατό λιγότερο και όσο το δυνατόν ακριβότερα, άρα προκλήθηκαν ελλείψεις και πληθωρισμός. Ενισχύθηκε η ανισοτιμία των σχέσεων μεταξύ πόλης και χωριού, αυξήθηκε απότομα το ποσοστό των ειδών πολυτελείας και των κοινωνικά επιβλαβών αγαθών στο μερίδιο της προσωπικής κατανάλωσης του πληθυσμού. Σε συνθήκες άνθησης της σκιώδους οικονομίας, λάμβανε χώρα η αστική μετάλλαξη της καθοδήγησης του Κόμματος και του κράτους, των οικονομικών στελεχών, που μασκαρευόταν με ύπουλες φράσεις για αφοσίωση στον κομμουνισμό.

Η ανάπτυξη αυτών των τάσεων οδήγησε στην «περεστρόικα» του Γκορμπατσόφ και στην πλήρη απόρριψη του σοσιαλισμού. Στο 28ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ επικράτησε το πέρασμα στην αγορά, δηλαδή στον καπιταλισμό.

  • Τα πολιτικά λάθη που έγιναν στην πορεία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Η απομάκρυνση από τις λενινιστικές αρχές οικοδόμησης της σοβιετικής εξουσίας.

Το ΚΕΚΡ θεωρεί ότι ορισμένα πολιτικά λάθη, όσο και αν φαίνεται περίεργο, έγιναν κατά την ανοδική κίνηση της ΕΣΣΔ προς το σοσιαλισμό. Παρά την ισχύουσα προγραμματική θέση του ΠΚΚ (Μπ.) το 1936, σε συνθήκες πολύ οξυμένης διεθνούς κατάστασης και αυξανόμενης πολεμικής απειλής, κατά την υπερψήφιση του νέου Συντάγματος πραγματοποιήθηκε μια εν πολλοίς εξαναγκασμένη απομάκρυνση από την εκλογή των οργάνων εξουσίας από τις εργατικές κολεκτίβες. Παρότι διατηρήθηκαν πολλά χαρακτηριστικά των Σοβιέτ (ανάδειξη των υποψηφίων από τις εργατικές κολεκτίβες, υψηλό ποσοστό των εργατών και των αγροτών στο σώμα των αντιπροσώπων, τακτικός απολογισμός των αντιπροσώπων στους εκλογείς, συνένωση των νομοθετικών και εκτελεστικών λειτουργιών στα Σοβιέτ), παρ’ όλ’ αυτά, άλλαξαν οι εκλογικοί κανονισμοί που έδιναν τη δυνατότητα στην εργατική τάξη να αξιοποιεί την υπεροχή της στη μορφή της οργανωτικότητας στη διαδικασία της εργασίας. Εμφανίστηκαν προϋποθέσεις διαμόρφωσης ενός κοινοβουλευτικού συστήματος ξεκομμένου από τις εργατικές κολεκτίβες, που επέτρεπε στους αντιπροσώπους, ιδιαίτερα των ανώτερων επιπέδων, οι οποίοι είχαν εκλεγεί σε εδαφική βάση, να αγνοούν τη θέληση του εργαζόμενου λαού χωρίς να διακινδυνεύουν στην πράξη την ανάκλησή τους. Η έλλειψη ελέγχου της κρατικής εξουσίας από τις εργατικές κολεκτίβες, η σχετική της ανεξαρτησία από αυτές συνέβαλαν στη μείωση του ρόλου των εργαζόμενων στη διεύθυνση της κοινωνίας, στη γραφειοκρατικοποίηση ολόκληρου του συστήματος της κρατικής εξουσίας. Ο σοσιαλιστικός χαρακτήρας της σοβιετικής εξουσίας διατηρούνταν και η εξουσία συνέχιζε να δρα προς το συμφέρον της εργατικής τάξης στο βαθμό που η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος διατηρούσε την πίστη στο μαρξισμό-λενινισμό.

Η απόρριψη της κεντρικής αρχής των Σοβιέτ για εκλογή των αντιπροσώπων μέσα από τις εργατικές κολεκτίβες στα εργοστάσια και το πέρασμα στις εκλογές ανά εδαφικές περιφέρειες τυπικά τεκμηριωνόταν ως μια γενική διεύρυνση της δημοκρατίας, όμως αυτό ήταν στην πράξη ένα βήμα προς το πέρασμα από τη σοβιετική, την προλεταριακή δημοκρατία στην κοινοβουλευτική, την αστική δημοκρατία, που προβλέπει τυπική ισότητα και αγνοεί την ανισότητα που υπάρχει στην πραγματικότητα. Καμιά πραγματική διεύρυνση της δημοκρατίας δεν μπορούσε να προκύψει από τη μονοσήμαντη τυπική διεύρυνση του ίσου δικαιώματος ψήφου για όλους ανεξαιρέτως τους πολίτες, συμπεριλαμβανομένων και των εκπροσώπων των πρώην εκμεταλλευτριών τάξεων. Αυτό το βήμα οδήγησε αντικειμενικά στην αποδυνάμωση της δικτατορίας της εργατικής τάξης, δηλαδή στην περιστολή του πραγματικού προλεταριακού δημοκρατισμού.

Οι ενέργειες της σοβιετικής ηγεσίας μπορούν να κατανοηθούν και να εξηγηθούν: Στις συνθήκες της πολύ οξυμένης διεθνούς κατάστασης –της ενίσχυσης του φασισμού και του αυξανόμενου κινδύνου ενός πολέμου– ήταν ζωτικής σημασίας, από τη μια, να υπάρξουν πολιτικά επιχειρήματα για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και να καταρριφθεί η συκοφαντία περί δήθεν δικτατορικού, αντιδημοκρατικού χαρακτήρα της εξουσίας στην ΕΣΣΔ και, από την άλλη, υπήρχε η απαίτηση να ενισχυθεί η συγκέντρωση της κρατικής διεύθυνσης για την περίοδο της προετοιμασίας και διεξαγωγής του πολέμου.

Ωστόσο, στο μέλλον, μετά από το τέλος του πολέμου και την εξάλειψη της βασικής αιτίας απόρριψης των προγραμματικών θέσεων για την προλεταριακή δημοκρατία, δεν πάρθηκε απόφαση για επιστροφή σε αυτές τις αρχές. Μετά από πολλά χρόνια, όταν οι πράξεις της αναθεωρητικής ηγεσίας του ΚΚΣΕ με επικεφαλής τον Γκορμπατσόφ δημιούργησαν τις αντίστοιχες συνθήκες, οι εκλογές σε περιφέρειες και η μετάλλαξη των καθοδηγητικών στελεχών διευκόλυναν την αντεπανάσταση στην κατάληψη της εξουσίας.

Έτσι, είναι φανερό ότι η απομάκρυνση από τις λενινιστικές αρχές οικοδόμησης της σοβιετικής εξουσίας αποτελεί θανάσιμο κίνδυνο για το σοσιαλισμό.

Συμπέρασμα

Συνεπώς, εξετάσαμε τα βασικά διδάγματα που αντλήσαμε από την πείρα της υλοποίησης του κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου στην ΕΣΣΔ. Την επικαιρότητά τους μπορούν να την αμφισβητήσουν μόνο οι πεισμένοι απολογητές του αστικού συστήματος ή οι παντελώς αδιάφοροι φιλισταίοι, που δεν έχουν συνηθίσει να εξετάζουν αναλυτικά την Ιστορία. Όμως, αυτή η σοβιετική ιστορική πείρα έχει αναμφίβολα σοβαρότατη σημασία για όσους συνδέονται άμεσα με το εργατικό κίνημα και δουλεύουν για τη μελλοντική επανάσταση, η οποία πρέπει να λύσει για πάντα το, από καιρό ώριμο, ζήτημα της αντικατάστασης του καπιταλιστικού συστήματος από το σοσιαλισμό σε παγκόσμια κλίμακα.

Η δράση των λαϊκών μαζών είναι η μεγαλύτερη δύναμη. Πάντα την υποτιμούσαν οι επίσημοι ιστορικοί που βρίσκονται στην υπηρεσία των εκμεταλλευτικών καθεστώτων εξουσίας.

Γενικά και σήμερα, εξακολουθούν να θεωρούν τις επαναστάσεις ως τυχαία περιστατικά που δεν έχουν νομοτελειακές αντικειμενικές αιτίες.

Οι κομμουνιστές έχουν μια εντελώς διαφορετική σχέση με την πείρα των περασμένων ταξικών αγώνων. Η εξαγωγή διδαγμάτων από τις επαναστάσεις του παρελθόντος είναι μια μακρόχρονη μαρξιστική παράδοση.

Οι επαναστάτες του 19ου αιώνα στηρίζονταν στην πείρα της Μεγάλης Γαλλικής Επανάστασης, έπαιρναν ως παράδειγμα τη δράση των Ιακωβίνων, μελετούσαν τα λάθη, τις παραλείψεις, τις επιτυχίες τους.

Οι επαναστάσεις του 1848-1850 και η Παρισινή Κομμούνα αναλύθηκαν ενδελεχώς από τον Κ. Μαρξ. Οι έρευνές του έγιναν υπόδειγμα υλιστικής-διαλεκτικής ανάλυσης των επαναστατικών γεγονότων.

Στις ενέργειες των μπολσεβίκων και της εργατικής τάξης της Ρωσίας είχαν άμεση επίδραση τα συμπεράσματα του Β. Ι. Λένιν που διατυπώθηκαν στα άρθρα «Διδάγματα της Κομμούνας», «Μνήμες της Κομμούνας», «Διδάγματα της επανάστασης», «Διδάγματα της εξέγερσης της Μόσχας».

Είμαστε πεπεισμένοι ότι η Οκτωβριανή Επανάσταση και η πείρα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ δεν είναι μόνο τα σημαντικότερα γεγονότα του 20ού αιώνα, αλλά η αφετηρία μιας νέας εποχής στην εξέλιξη ολόκληρης της ανθρωπότητας.

Η μελέτη αυτής της πείρας απαιτεί σοβαρή επιστημονική προσέγγιση, συνεχή συσχέτισή της με τη σύγχρονη πρακτική.

Μόνο μια τέτοια –αυθεντικά μαρξιστική– προσέγγιση θα κάνει νικηφόρες τις σοσιαλιστικές επαναστάσεις του κοντινού μέλλοντος.


[1] Β. Ι. Λένιν, «Ο “αριστερισμός”, παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», Άπαντα, τόμ. 41, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 9.

[2] Β. Ι. Λένιν, «Ο ρεφορμισμός στη ρωσική σοσιαλδημοκρατία», Άπαντα, τόμ. 20, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 318.

[3] Β. Ι. Λένιν, «Πρόλογος στο λόγο “Για την εξαπάτηση του λαού...”», Άπαντα, τόμ. 38, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 377.

[4] Ι. Β. Στάλιν, «Οι βάσεις του λενινισμού», Άπαντα, τόμ. 6, εκδ. Σύγχρονη Εποχή.

[5] Ι. Β. Στάλιν, «Η εκβιομηχάνιση και το πρόβλημα των σιτηρών», Άπαντα, τόμ. 11, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 197-199.

[6] Β. Ι. Λένιν, «Χαιρετισμός προς τους Ούγγρους εργάτες», Άπαντα, τόμ. 38, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 386-387.

[7] Β. Ι. Λένιν, «Λόγος στο συνέδριο των εργατών και υπαλλήλων της βιομηχανίας δέρματος», Άπαντα, τόμ. 41, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 329.

[8] Ι. Β. Στάλιν, «Ίλιγγος από τις επιτυχίες. Ζητήματα του κολχόζνικου κινήματος», Άπαντα, τόμ. 12, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 219-220.

[9] Στενογραφημένα πρακτικά του 28ου Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, τεύχ. Νο 12.

[10] Ρ. Λούξεμπουργκ, «Χειρόγραφο για τη ρωσική επανάσταση», https://rabkrin.org/lyuksemburg-r-rukopis-o-russkoy-revolyutsii-statya/

[11] https://rkrp-rpk.ru/2017/04/15/100-лет-великой-октябрьской-социалистич/

[12] Β. Ι. Λένιν, «Κράτος και επανάσταση», Άπαντα, τόμ. 33, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, σελ. 34.