Η ομιλία του Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ: Ο σοσιαλισμός μένει ανυπεράσπιστος


Κεμάλ Οκουγιάν, Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας

Στις 25 Φλεβάρη 1956 συγκλήθηκε το 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης. Τα Συνέδρια ήταν πάντοτε ορόσημο στην ιστορία των πραγματικών Κομμουνιστικών Κομμάτων. Όμως το 20ό Συνέδριο απέκτησε σημασία, γιατί αποτέλεσε ιστορικό χτύπημα στον κομμουνιστικό χαρακτήρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Προφανώς, η Σοβιετική Ένωση δεν έχασε το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της με αυτό, αλλά το 20ό Συνέδριο θα μπορούσε να τεθεί υπό εξέταση σε σχέση με τη διαδικασία που οδήγησε στη διάλυσή της (1991). Λέγοντάς το αυτό, δεν υπονοούμε ότι όλα τα προβλήματα στη Σοβιετική Ένωση ξεκίνησαν το 1956 ή με το θάνατο του Στάλιν (1953). Πρωτίστως, αυτή η μεταφυσική προσέγγιση δεν μπορεί να εξηγήσει τη βαθιά κρίση που εμφανίστηκε στην ηγεσία του Κόμματος αμέσως μετά από το θάνατο του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν. Ο αναντικατάστατος ρόλος του Στάλιν στη διαδικασία θεμελίωσης του σοσιαλισμού, την ενίσχυση της εργατικής εξουσίας και την πάλη ενάντια στο φασισμό είναι αναμφισβήτητος. Ωστόσο, είναι προφανές ότι οι βαθύτερες αιτίες της αδυναμίας στην οποία βρέθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, μετά από το θάνατο του Στάλιν, θα πρέπει ν’ αναζητηθούν στα χρόνια πριν το 1953.

Αντί ν’ αναζητήσουμε μια απάντηση στο ερώτημα γιατί η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης εισήλθε σε κρίση, στο παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε στην επίδραση που είχε η ομιλία που εκφώνησε ο Α΄ Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, Νικίτα Χρουστσόφ, κεκλεισμένων των θυρών, στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και τη Σοβιετική Ένωση. Αυτή η ομιλία –την οποία μπορούμε εύκολα να περιγράψουμε ως «καταστρεπτική»– ετοιμάστηκε για να εξαλείψει και να παροπλίσει όλα όσα έμπαιναν εμπόδιο στη στρατηγική κατεύθυνση που είχε αποκρυσταλλωθεί στο 20ό Συνέδριο.

Ο Χρουστσόφ πέτυχε το στόχο του. Το 1964, μετά από την αποπομπή του, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είχε μετατραπεί σε ένα Κόμμα που είχε χάσει την ικανότητα να συζητήσει με υγιή τρόπο τι είχε συμβεί στο 20ό Συνέδριο και το οποίο –να το πούμε επιεικώς– ήταν καταδικασμένο να περιέλθει σε τέλμα. Στην επίσημη σοβιετική ιστοριογραφία, το θέμα άρχισε να συγκαλύπτεται κάτω από την έννοια της «προσωπολατρίας», και το όνομα του Στάλιν, του ανθρώπου που ηγήθηκε της χώρας και του Κόμματος για χρόνια, αναφερόταν μόνο σε αυτό το πλαίσιο. Όταν οι αντεπαναστάτες Γκορμπατσόφ και Σία ανέλαβαν την ηγεσία, το ζήτημα ξεκίνησε να συζητιέται λεπτομερώς, αλλά αυτήν τη φορά στο πλαίσιο μιας αντικομμουνιστικής υστερίας που θα ζήλευε ακόμα κι ο Χρουστσόφ...

Αλλά ήταν πράγματι τόσο σημαντική και επιδραστική αυτή η ομιλία; Σήμερα, ο Χρουστσόφ παίζει στα ιμπεριαλιστικά μέσα ενημέρωσης για τη διαμαρτυρία του ενάντια στον εκπρόσωπο των Φιλιππίνων, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, όπου χτυπάει το παπούτσι του στο έδρανο, το 1960, όπως επίσης και για την ομιλία του στο 20ό Συνέδριο. Σε μια πιο λεπτομερή ανάλυση, θεωρείται ρεφορμιστής που άφησε το έργο του ημιτελές.

Ναι, ο Χρουστσόφ δεν ηγήθηκε της καταστροφής της Σοβιετικής Ένωσης. Στην πραγματικότητα, στην εποχή του η Σοβιετική Ένωση έκανε σημαντικές ανακαλύψεις σε ορισμένους τομείς. Αλλά, αν θεωρήσουμε ότι η Σοβιετική Ένωση είχε αρχίσει να αποδυναμώνεται σημαντικά στη διεθνή ταξική πάλη από το 1956, τότε σίγουρα αυτή η ολέθρια ομιλία του Χρουστσόφ έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό.

Ωστόσο, το περιεχόμενο αυτής της ομιλίας, που έμοιαζε με έκθεση, ήταν ιδιαίτερα αδύναμο. Το γεγονός ότι οι αντιπρόσωποι του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης στο Συνέδριο δεν εξεγέρθηκαν ενάντια στην εκλεκτική και ασυνεπή ομιλία του, η οποία έβριθε ψεμάτων, διαστρεβλώσεων και ομολογιών, αποτελεί ένδειξη του σοβαρού τέλματος στο οποίο είχε περιέλθει το Κόμμα, μεταξύ 1953-1956, πόσο μάλλον και πιο πριν.

Από την άλλη μεριά, η μόνη προϋπόθεση για να μη φέρει κανείς αντίρρηση στην ομιλία του Χρουστσόφ και για να είναι αποτελεσματική, ήταν ότι έπρεπε ακριβώς να βασίζεται σε ψέματα! Ήταν ξεκάθαρο ότι οι ιδεολογικοπολιτικές ικανότητες του Χρουστσόφ δε θα επαρκούσαν για να κλείσουν τους λογαριασμούς με την εποχή του Στάλιν και θα ήταν παράλογο για τον ίδιο να ξεκινήσει μια διαδικασία που θα έβλαπτε την αποδοχή του. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να σοκάρει τους ήδη σαστισμένους αντιπροσώπους. Σα να ήταν με την παρέα του σε μια καφετέρια της γειτονιάς και να κουτσομπολεύει, σκαρφίστηκε το ένα ψέμα μετά από το άλλο και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, που είχε περάσει τόσα πολλά μέχρι τότε, ήρθε σχεδόν ολοκληρωτικά σε ρήξη με την μπολσεβίκικη παράδοση.

Ποιος ήταν ο στόχος;

Ορισμένοι ιστορικοί, κυρίως ο Γκρόβερ Φερ, ορθώς ισχυρίζονται ότι ο Χρουστσόφ μετέθεσε την ευθύνη στον Στάλιν και τον Μπέρια και παραποίησε τα γεγονότα, ώστε να αποκρύψει το δικό του ρόλο στις αιματηρές εκκαθαρίσεις του 1936-1938. Πολλά έγγραφα που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό. Όμως, στην καρδιά των γεγονότων του 20ού Συνεδρίου βρίσκουμε στοιχεία που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτού του είδους την προσπάθεια να αποποιηθεί των ευθυνών του. Στην πραγματικότητα, οι εν λόγω ιστορικοί τονίζουν ακριβώς αυτό.

Για να κατανοηθεί η πρόθεση του Χρουστσόφ, όταν ετοίμαζε την έκθεση που διάβασε στην κλειστή συνεδρίαση του 20ού Συνεδρίου, είναι αναγκαίο να εξετάσουμε τα αποτελέσματα της εν λόγω ομιλίας:

Από τη σκοπιά του Ιμπεριαλισμού

1. Η ομιλία του Χρουστσόφ βρήκε γρήγορα αντίκρισμα στον ιμπεριαλιστικό κόσμο και αυτό επιβεβαιώθηκε με πολλούς τρόπους. Οι Δυτικοί άδραξαν την ευκαιρία και ισχυρίστηκαν πως ο Α΄ Γραμματέας του ΚΚΣΕ επιβεβαίωσε τα όσα έλεγαν εδώ και χρόνια για τον κομμουνισμό. Για να το πούμε ωμά, ο αντικομμουνισμός πέτυχε κάτι που δε θα μπορούσε να έχει πετύχει ποτέ μόνος του και αξιοποίησε αυτό το γεγονός υπέρ του στην παρουσίαση του κομμουνισμού ως εγκληματικού φαινομένου.

2. Η έκθεση του Χρουστσόφ έγινε ένα από τα σημαντικότερα πειστήρια ότι η Σοβιετική Ένωση θα υποχωρούσε μπροστά στην ιμπεριαλιστική επιθετικότητα που ονομάστηκε Ψυχρός Πόλεμος. Η προώθηση της πολιτικής της ειρηνικής συνύπαρξης σε ένα εντελώς διαφορετικό πλαίσιο από εκείνο που όρισε ο Λένιν αποτελεί παρέκκλιση, η οποία εκδηλώθηκε στο 20ό Συνέδριο και σημάδεψε τη μετέπειτα περίοδο. Επιπλέον, η ομιλία στην κλειστή συνεδρίαση, που απαριθμούσε τα «εγκλήματα που διαπράχτηκαν την περίοδο του Στάλιν», αξιοποιήθηκε, μαζί με άλλες πτυχές, ως απόδειξη ότι η σοβιετική ηγεσία έκλινε προς τη γραμμή συνθηκολόγησης. Παρόλο που ο Χρουστσόφ ισχυριζόταν το αντίθετο, η αποσταλινοποίηση επισκίασε όλα τα επιτεύγματα της Σοβιετικής Ένωσης στη θεμελίωση του σοσιαλισμού, και, υπό αυτήν την έννοια, υπονομεύτηκε το κύρος της Σοβιετικής Ένωσης. Σήμερα, μέχρι και η ρωσική αστική κυβέρνηση δεν τολμά να αμαυρώσει σε αυτόν το βαθμό το κύρος του ιδεολογικού και ταξικού της εχθρού, της Σοβιετικής Ένωσης.

3. Η απεικόνιση του Στάλιν από τον Χρουστσόφ ως ανίκανου που δεν άκουγε κανέναν και ως υπεύθυνου για τις υλικές απώλειες της ΕΣΣΔ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο όχι μόνο απαξίωνε τη Σοβιετική Ένωση, αλλά, επίσης, έπεσε σαν προπέτασμα καπνού πάνω από τα εγκλήματα του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου σε σχέση με το φασισμό και τον πόλεμο. Η προπαγάνδα του Ψυχρού Πολέμου για την εξίσωση του Στάλιν με τον Χίτλερ και του κομμουνισμού με το φασισμό δυστυχώς έγινε πιο πειστική έπειτα από την ομιλία του Χρουστσόφ.

4. Είναι σαφές ότι ο Χρουστσόφ ήξερε ότι η ομιλία του στην κλειστή συνεδρίαση θα έφτανε κατευθείαν στα ιμπεριαλιστικά κέντρα. Είναι, επίσης, πιθανό η ομιλία να διέρρευσε από τη σοβιετική ηγεσία, όπως έχουν αναφέρει κάποιοι. Ωστόσο, ενώ οι δυτικές χώρες δεν έκρυψαν τη χαρά τους γι’ αυτήν την ομιλία, ταυτόχρονα δεν έκαναν την παραμικρή προσπάθεια για να αποκλιμακώσουν τη δριμύτητα του Ψυχρού Πολέμου. Αντιθέτως, όξυναν την επιθετικότητά τους προς τα αδύναμα σημεία της Σοβιετικής Ένωσης και των άλλων σοσιαλιστικών χωρών.

Από τη σκοπιά του Παγκόσμιου Κομμουνιστικού Κινήματος

5. Δεν είναι μυστικό ότι υπήρχαν διάφορες τάσεις μέσα στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα και μέσα στο κάθε ξεχωριστό κόμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς, κατά τη διάρκεια της περιόδου ύπαρξής της. Ωστόσο, μετά από τη διάλυση της ΚΔ, το 1943, το κύρος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης συνέβαλε ώστε να διατηρηθεί η ενότητα του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος μέχρι το 1956, όπου συμπεριλαμβάνεται και η περίοδος της Κομινφόρμ. Ακόμα κι αν αυτό το κύρος είχε ως αποτέλεσμα ορισμένα κόμματα να εμφανίζονται σα να μην έχουν δικό τους χαρακτήρα κάποιες φορές, σε τελευταία ανάλυση, το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα κατάφερε να αποτελεί μια αποτελεσματική και ενιαία δύναμη. Με εξαίρεση το παράδειγμα της Γιουγκοσλαβίας, τα Κομμουνιστικά Κόμματα δρούσαν αντιλαμβανόμενα ότι αποτελούν μέλη της ίδιας οικογένειας. Η ομιλία του Χρουστσόφ, το 1956, είχε μια διαλυτική επίδραση σε αυτήν την οικογένεια. Παρόλο που η ρήξη της Κίνας με το σοσιαλιστικό στρατόπεδο δεν μπορεί να αποδοθεί πλήρως στον Χρουστσόφ, η ασυνέπεια της ηγεσίας του ΚΚΣΕ διευκόλυνε αλλά και εδραίωσε αυτήν τη ρήξη. Πολλά Κομμουνιστικά Κόμματα διασπάστηκαν.

6. Βέβαια, θα ήταν άδικο να ισχυριστούμε ότι ο «ευρωκομμουνισμός» αποτέλεσε συνέπεια της πολιτικής του Χρουστσόφ. Μπορούμε να πούμε πως οι ρίζες του «ευρωκομμουνισμού», ο οποίος διατυπώθηκε εννοιολογικά τα επόμενα χρόνια, εντοπίζονται στη Β΄ Διεθνή, ενώ παρόμοιες τάσεις παρατηρούνται σε πολλά κόμματα και κατά την περίοδο της ΚΔ. Επομένως, ο «ευρωκομμουνισμός» αποτελεί αδιάλειπτο στοιχείο του Ευρωπαϊκού Εργατικού Κινήματος, ανεξάρτητα από τις ονομασίες που μπορεί να λάβει. Από την άλλη μεριά, η περίοδος της ΚΔ υπήρξε περίοδος διαπάλης με αυτές τις τάσεις από την αρχή. Εάν κοιτάξουμε προσεκτικά, υπάρχουν πολλές αναφορές στο ζήτημα της διείσδυσης ρεφορμιστικών στοιχείων στον «κομμουνισμό» κατά την ίδρυση της Γ΄ Διεθνούς και γι’ αυτόν το λόγο οι όροι εισδοχής στην Κομμουνιστική Διεθνή είχαν διατηρηθεί όσο το δυνατόν πιο αυστηροί. Ακολούθως, γίνονταν κατά διαστήματα ορισμένες παρεμβάσεις ώστε να ξεριζωθούν οι ρεφορμιστές από τα ευρωπαϊκά Κομμουνιστικά Κόμματα και ν’ αποτραπούν οι αναπόφευκτοι κίνδυνοι που εμπεριέχονται στην πολιτική της «υπεράσπισης του σοσιαλισμού σε μία χώρα». Αδιαμφισβήτητα, παρόλο που η αποτελεσματικότητα αυτών των παρεμβάσεων αμβλύνθηκε με την άνοδο του φασισμού στην εξουσία στη Γερμανία, είναι προφανές ότι το ΚΚΣΕ και η ΚΔ έπαιξαν ρόλο στον περιορισμό της δεξιάς μετατόπισης κομμάτων στην Ευρώπη, μεταξύ 1919-1943. Ωστόσο, η ομιλία του Χρουστσόφ είχε ήδη ενθαρρύνει τους Ευρωπαίους μαρξιστές που δεν ήταν ιδιαίτερα ευχαριστημένοι με το κύρος και την επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης, ενώ ορισμένα στοιχεία, τα οποία θεωρούσαν δημιουργικό να υποστηρίξουν ότι «δε θα το κάνουμε όπως οι Ρώσοι», απέκτησαν επιρροή μέσα στα Κομμουνιστικά Κόμματα.

7. Επιπλέον, η ομιλία του Χρουστσόφ ήταν καταστροφική και για έναν ακόμα λόγο. Ολόκληρη η ιστορία του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος διακατέχεται από έντονη εσωτερική διαπάλη, διενέξεις, διασπάσεις και εκκαθαρίσεις. Παρ’ όλ’ αυτά, οι παραδόσεις της ΚΔ κατάφεραν να κρατήσουν ζωντανή και κυρίαρχη την επαναστατική αντίληψη, οι άνθρωποι παρέμειναν πιστοί στο ιδανικό του κομμουνισμού και απέκτησαν έναν πολιτικό, στρατιωτικό, ιδεολογικό, πολιτιστικό, αλλά και ηθικό σκοπό στον ανελέητο αγώνα ενάντια στο φασισμό. Ο Χρουστσόφ είχε ήδη σπείρει υποψίες στην ίδια την καρδιά αυτής της κληρονομιάς. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό σε περίπτωση που πήγαζε από την αλήθεια. Όμως ο Χρουστσόφ, με τη γεμάτη ψέματα ομιλία του, κλόνισε την αυτοπεποίθηση των κομμουνιστών και άνοιξε το δρόμο για την υποκρισία, τη μετριότητα και την αχρειότητα μέσα στους κόλπους του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος.

8. Αξίζει να επισημάνουμε ότι η λέξη «ψέμα» έχει και μια άλλη έννοια. Οι κομμουνιστές μπορεί να κάνουν λάθη και κάποιες φορές να μην εκφράζουν όλα τα στοιχεία της αλήθειας. Όμως οι κομμουνιστές δε λένε ψέματα στο Κόμμα, στο λαό και στην ανθρωπότητα. Το γεγονός ότι ο Α΄ Γραμματέας του ΚΚΣΕ κατέφυγε σε φτηνά ψεύδη αποτελεί σημαντικό σημείο καμπής στις παραδόσεις μας. Στην πραγματικότητα, ο Χρουστσόφ δε σταμάτησε εκεί, είπε ψέματα σε ολόκληρο τον κόσμο κατά την κρίση των πυραύλων της Κούβας κι έβαλε και άλλους να κάνουν το ίδιο. Επίσης, εξαπάτησε και τους Κουβανούς επαναστάτες, κατά μία έννοια. Παρόλο που κάποιες φορές ο Χρουστσόφ υπερασπιζόταν τα συμφέροντα του σοσιαλισμού στη διεθνή σκηνή, επέφερε μεγάλο πλήγμα στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα στο σύνολό του.

9. Η αδρανοποίηση και εκκαθάριση κομμουνιστικών στελεχών σε πολλά κόμματα, οι οποίοι θεώρησαν την ομιλία του Χρουστσόφ ανούσια, λανθασμένη και επικίνδυνη, αποτέλεσε ένα ακόμα πλήγμα στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα. Το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός κομμουνιστών σε σοσιαλιστικές, αλλά και σε καπιταλιστικές χώρες, ήρθαν σε ρήξη σε πολιτικό επίπεδο στο όνομα της ΕΣΣΔ, είναι ένα ακόμα πλήγμα που κατάφερε ο Χρουστσόφ, ο οποίος, υπό κανονικές συνθήκες, δε θα κατείχε καμία εξέχουσα θέση σε κανένα Κομμουνιστικό Κόμμα.

10. Η ομιλία του Χρουστσόφ είναι μια έκκληση για να καθαριστεί το Κόμμα, το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα και η ΕΣΣΔ από τον Στάλιν, αξιοποιώντας ως δικαιολογία την κριτική στην «προσωπολατρία του Στάλιν». Όμως, ο άνθρωπος για τον οποίο μιλάμε είναι ένας μεγάλος ηγέτης, ο οποίος είχε την κύρια ευθύνη στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού για 30 χρόνια ακριβώς. Η απαξίωση αυτού του ηγέτη στη σοβιετική ιστορία μετατράπηκε σε ταμπού για το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα, και κάθε εκτίμηση και συζήτηση σχετικά με τον Στάλιν είναι σχεδόν απαγορευμένες στην κοινή μας ιστορία. Θα εξετάσουμε αυτήν την ανόητη πρακτική από πλευράς της Σοβιετικής Ένωσης στην επόμενη ενότητα. Ωστόσο, η προσπάθεια του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος να συσκοτίσει ίσως τις πιο κρίσιμες φάσεις της ιστορίας του είχε σοβαρές συνέπειες και οι διαστρεβλώσεις και τα ψέματα των αντικομμουνιστών και των νέων αριστεριστών αναφορικά με την περίοδο 1924-1953 έμειναν εντελώς αναπάντητα. Εδώ και πολύ καιρό είναι γνωστό ότι δεν μπορούμε να υπερασπιστούμε τη Σοβιετική Ένωση εάν αγνοήσουμε τον Στάλιν και πως αυτή η ανόητη πρακτική, η οποία συνεχίστηκε και μετά από τον Χρουστσόφ, ήταν αναποτελεσματική απέναντι στην αστική ιδεολογία. Ακόμη και οι κυβερνώντες της σημερινής, αστικής Ρωσίας δεν επαναλαμβάνουν αυτήν την ανόητη πρακτική, προσπαθώντας από τη μια να εξασθενήσουν την επιρροή του σοσιαλισμού σε κάθε ευκαιρία και λειτουργώντας από την άλλη αρκετά προσεκτικά σε κάποια θέματα, καθότι γνωρίζουν πολύ καλά τι θα σήμαινε εάν αποκήρυσσαν την εποχή του Στάλιν ενώπιον του διεθνούς σκηνικού.

Από τη σκοπιά της Σοβιετικής Ένωσης

11. Την εποχή που πέθανε ο Στάλιν, ο λαός της Σοβιετικής Ένωσης είχε ξεπεράσει τις δύσκολες περιόδους και είχε αποκτήσει αυτοπεποίθηση. Το γεγονός ότι ο θάνατος του Στάλιν προκάλεσε ανησυχίες στην κοινωνία δεν αναιρεί αυτήν την αυτοπεποίθηση. Η ομιλία του 1956, η οποία προέκυψε ως συνέχεια της αποδυναμωμένης παρουσίας της ηγεσίας του ΚΚΣΕ μετά από το 1953, προκάλεσε γερό πλήγμα στο σοβιετικό λαό. Ήταν φανερό ότι μια κοινωνία, της οποίας η πίστη στο Κόμμα, στους σοβιετικούς θεσμούς και στον ίδιο της τον εαυτό της είχε κλονιστεί, δε θα είχε την ίδια ενέργεια στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, θα υιοθετούσε παθητική στάση και, το κυριότερο, θα έχανε το μαχητικό της πνεύμα. Αυτό ακριβώς χρειαζόταν ο Χρουστσόφ: Μια κοινωνία που είχε χάσει τα καθοριστικά της χαρακτηριστικά.

12. Η ομιλία του Χρουστσόφ ήταν μια απόδειξη ότι η ανώτατη ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης ήταν γεμάτη υποκριτές. Υπήρξαν κάποιοι που διαφώνησαν με την ομιλία του 20ού Συνεδρίου. Όμως, πολλοί αντιπρόσωποι του Συνεδρίου, και ιδιαίτερα ο Χρουστσόφ, εξέφραζαν τελείως διαφορετικές απόψεις την περίοδο που ζούσε ο Στάλιν. Επιπλέον, ήταν οι ίδιοι που υιοθετούσαν άμεσα και επέβαλλαν τις πρακτικές που αργότερα επέκριναν. Με το 20ό Συνέδριο, ολόκληρο το Κόμμα είχε μια θέση πια σε έναν κόσμο όπου κυριαρχούσαν οι δολοπλοκίες και το κουτσομπολιό.

13. Η ομιλία του Χρουστσόφ έδειξε ότι η προϋπάρχουσα ιδεολογική και πολιτική φρασεολογία έδωσε πλέον τη θέση της σε φρασεολογία που χαρακτηριζόταν από επιπολαιότητα και αθλιότητα. Έπειτα από μια τέτοιου είδους ομιλία, που θα ταίριαζε μόνο ανάμεσα σε μεθυσμένους θαμώνες και όχι σε Συνέδριο, το σημαντικότερο όργανο του Κόμματος, τα Συνέδρια του ΚΚΣΕ, απώλεσαν τη βαρύτητά τους. Η αποπομπή του Χρουστσόφ σήμανε και το τέλος αυτής της επιπολαιότητας, αλλά πλέον τα Συνέδρια είχαν μετατραπεί σε συμβολικές πλατφόρμες, με αδιάφορες διαδικασίες χωρίς ουσιαστικό ιδεολογικό και πολιτικό περιεχόμενο.

14. Από τη στιγμή που ο ρόλος του Στάλιν, ο οποίος ανακηρύχτηκε «εγκληματίας» από τον Χρουστσόφ στην ομιλία του, απαξιώθηκε στη σοβιετική ιστορία, ειδικότερα οι νεότερες γενιές απομακρύνθηκαν από τη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης. Την εποχή του Στάλιν, ο σοβιετικός λαός έμαθε τι σημαίνει πάλη και αναδύθηκε μια εργατική τάξη η οποία είχε ωριμάσει μέσα από αυτές τις μάχες. Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός ότι η ομιλία του Χρουστσόφ γκρέμισε τις ιστορικές αναφορές στις οποίες στηριζόταν ο σοβιετικός λαός. Αδιαμφισβήτητα, ο σεβασμός και η αγάπη προς τον Στάλιν συνέχισαν να υφίστανται σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Όμως, ήταν πλέον φανερό ότι αυτή η εκτίμηση, που έμοιαζε περισσότερο με μύθο και συναισθηματική σύνδεση, δεν ήταν αρκετή, είχε ένα νοσταλγικό χαρακτήρα.

15. Ο Χρουστσόφ πίεσε με διάφορους τρόπους ένα μεγάλο αριθμό λαϊκών και στρατιωτικών ηγετών, ώστε να εγκρίνουν τις διαστρεβλώσεις και τα ψέματα που συμπεριέλαβε στην ομιλία του. Κάτω από αυτές τις πιέσεις, πολλοί ήταν αυτοί που, ενώ στο παρελθόν είχαν συμβάλει σημαντικά στην πάλη για το σοσιαλισμό, κατέληξαν να αλλοιωθούν πολιτικά. Παρόλο που κάποιοι από αυτούς αργότερα διόρθωσαν εν μέρει εκείνα τα λάθη τους, η κωλυσιεργία και η αδράνεια κυριάρχησαν στους κόλπους του ΚΚΣΕ. Η παρέμβαση του Χρουστσόφ άνοιξε το δρόμο σε στελέχη με χαμηλό ηθικό, όπως εκείνους που είδαμε στο παράδειγμα μαρξιστών-λενινιστών ιδεολόγων του παρελθόντος, και τελικά δεν έχασαν την ευκαιρία να καταλήξουν αντικομμουνιστές μετά από την αντεπανάσταση του 1991.

Τι άνοιξε το δρόμο στον Χρουστσόφ;

Στο παρόν άρθρο αναφέραμε τις άμεσες συνέπειες της ομιλίας του Χρουστσόφ στο 20ό Συνέδριο, χωρίς να προχωρήσουμε σε ανάλυση των πολιτικών και ιδεολογικών λαθών που επηρέασαν το Κόμμα και το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα κατά τη διάρκεια της περιόδου του Χρουστσόφ. Ο σκοπός του άρθρου ήταν ν’ αναδείξει πώς ο Χρουστσόφ, με μία ομιλία, ενίσχυσε την επίδραση που είχε αυτή η επίθεση στις επαναστατικές αξίες του ΚΚΣΕ και πώς αυτή η ομιλία τον βοήθησε να ξεπεράσει τα εμπόδια που αντιμετώπιζε. Ωστόσο, σε αυτό το σημείο, αξίζει επίσης ν’ αναφερθούμε στους λόγους που άφησαν το ΚΚΣΕ ευάλωτο έναντι της επίθεσης του Χρουστσόφ.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης έχασε σημαντικό μέρος ηγετικών στελεχών κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Η απώλεια εκατομμυρίων αγωνιστών που ήταν αφοσιωμένοι στον αγώνα για το σοσιαλισμό δημιούργησε ένα κενό που δεν μπόρεσε ν’ αναπληρωθεί τα επόμενα χρόνια. Γνωρίζουμε ότι αυτό το κενό ωφέλησε στοιχεία που εμφανίζονταν φιλικά προς το καθεστώς, τα οποία χαρακτηρίζονταν από καριερισμό και συγκαλυμμένες αντισοσιαλιστικές αντιλήψεις, και αυξήθηκε η επιρροή που ασκούσαν πολλοί εξωκομματικοί στην ιεραρχία του Κόμματος.

Ωστόσο, η ιδεολογική και πολιτική αδυναμία των στελεχών του Κόμματος δεν μπορεί να αποδοθεί μόνο στη μαζική σφαγή που έλαβε χώρα μεταξύ 1941-45. Ο αγώνας ενάντια στους εχθρούς του σοσιαλισμού στο Κόμμα και στη χώρα κατά καιρούς έκανε τη στελέχωση, την εσωκομματική συζήτηση και την ιδεολογικοπολιτική εκπαίδευση να περάσουν σε δεύτερη μοίρα, και ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος χτύπησε την πόρτα πριν η ηγεσία του Κόμματος βρει χρόνο να λύσει αυτό το πρόβλημα. Είναι γνωστό ότι ο Στάλιν κατέβαλε προσπάθειες για να ξεπεραστεί η πολιτική, οργανωτική και ιδεολογική αδράνεια στο Κόμμα μετά από τον πόλεμο, αλλά δεν υπήρχαν οι στελεχικοί πόροι που ήταν απαραίτητοι ώστε να καρποφορήσουν αυτές οι προσπάθειες.

Ηγετικά στελέχη όπως ο Μόλοτοφ και ο Καγκάνοβιτς, που ενοχλήθηκαν από τις προσπάθειες του Χρουστσόφ, παρ’ όλη την επαναστατική τους στάση και εμπειρία, αποδείχτηκε ότι στερούνταν της αναγκαίας πολιτικής και θεωρητικής συνέπειας να οργανώσουν την αντίσταση στο εσωτερικό του Κόμματος. Επιπλέον, αυτές και άλλες παρόμοιες προσωπικότητες, που προέρχονταν από τους αγώνες του Μπολσεβίκικου Κόμματος στις πολύ δύσκολες συνθήκες πριν ακόμα την επανάσταση, βρέθηκαν ανήμπορες μπροστά στους ελιγμούς του Χρουστσόφ και άφησαν ανεκμετάλλευτη μια εν δυνάμει επαναστατική ενέργεια στην κοινωνία, η οποία θα μπορούσε να είχε κινητοποιηθεί.

Εδώ, είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη ότι τα αντεπαναστατικά στοιχεία περίμεναν την κατάλληλη στιγμή στο Κόμμα και στους κρατικούς θεσμούς. Είναι σαφές ότι αυτοί οι υποκριτές, οι οποίοι ήταν απομεινάρια των εκμεταλλευτικών τάξεων που παραμερίστηκαν στη διαδικασία της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και οι οποίοι κατάφεραν με κάποιο τρόπο να κρατηθούν στο Κόμμα ή στη σοβιετική εξουσία, στοιχήθηκαν πίσω από τον Χρουστσόφ. Επιπλέον, είναι επίσης σαφές ότι εκείνα τα κοινωνικά στρώματα, τα οποία επωφελήθηκαν από διάφορα κενά στο σύστημα ή την εμπορευματική οικονομία που εξακολουθούσε να υπάρχει σε ορισμένους τομείς, ήταν, αντικειμενικά, ενθουσιασμένα με τον Χρουστσόφ. Φυσικά, ένα άλλο στοιχείο που βοήθησε τον Χρουστσόφ ήταν η ύπαρξη διοικητικών στελεχών που έχασαν την παραγωγικότητά τους, τα οποία είχαν κουραστεί από τον αγώνα και υποστήριζαν τη διαμορφωμένη κατάσταση. Ο Χρουστσόφ επωφελήθηκε διακριτικά από τα εθνικιστικά, θρησκευτικά και αστικά στοιχεία που εγκαταστάθηκαν στο Κόμμα σε ηγετικές θέσεις, ιδιαίτερα σε περιοχές όπου η εργατική τάξη ήταν αδύναμη. Και πάλι, ειδικά στη Μόσχα, ακαδημαϊκοί, καλλιτέχνες και συγγραφείς, οι οποίοι βρίσκονταν υπό την επιρροή της αστικής ιδεολογίας, πρόσφεραν μεγάλη υποστήριξη στην εκστρατεία του Χρουστσόφ, η οποία διεξήχθη υπό τη σημαία της αναμέτρησης με τον Στάλιν.

Τι επιδίωκε ο Χρουστσόφ;

Αν το συνοψίσουμε σε μία μόνο πρόταση, ο Χρουστσόφ ήθελε να δώσει τέλος στο ρόλο που κατείχε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης ως το Κόμμα που παλεύει για τη νίκη του σοσιαλισμού στη χώρα του, αλλά και διεθνώς. Δεν ήταν αντεπαναστάτης, αλλά άνοιξε το δρόμο για την αντεπανάσταση που πραγματοποιήθηκε χρόνια αργότερα.

Για ποιο λόγο, λοιπόν, ο Χρουστσόφ στην εσωτερική και εξωτερική πολιτική αποφάσισε ν’ ακολουθήσει αυτό το κατεστημένο;

Δε γνωρίζουμε τι σκεφτόταν πραγματικά ο Χρουστσόφ στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Παρ’ όλ’ αυτά, αν εξετάσουμε τα χρόνια που ακολούθησαν μετά από το 1953, βλέπουμε ότι παρουσιάζει τη χαρακτηριστική συμπεριφορά των στελεχών που δεν πίστευαν στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Σοβιετική Ένωση. Ο Χρουστσόφ αποτελεί ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα επιτήδειων μιας γενιάς που ανέλαβε διοικητικές θέσεις και απέφυγε τους δύσκολους αγώνες, απόλαυσε τα προνόμια που έφεραν οι διοικητικές θέσεις, προσπάθησε μόνο για τα βασικά σε θεωρητικό επίπεδο και κατ’ επέκταση ήταν αδρανής, εγκατέλειψε το πεδίο της ταξικής πάλης εκμεταλλευόμενη το κύρος των επιτευγμάτων του σοσιαλισμού και τις τεράστιες θυσίες των Σοβιετικών εργατών.

Πίσω από τα μεγάλα λόγια «Περνάμε στο στάδιο του κομμουνισμού» και «Υιοθετούμε πολιτική ειρηνικής άμιλλας με τον ιμπεριαλισμό», στεκόταν ένας «ηγέτης» ο οποίος παρέδωσε και αποκήρυξε κάθε επαναστατική διεκδίκηση της ταξικής πάλης.

Για να καταφέρει να κάνει το σοβιετικό λαό, το Κόμμα και το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα να αποδεχτούν αυτήν τη στάση υποταγής, ο Χρουστσόφ χρειαζόταν ένα μεγάλο πλήγμα. Ιστορικοί όπως ο Φερ επισήμαναν ότι κάτι τέτοιο θα του έδινε την ευκαιρία να απαγκιστρωθεί και από το δικό του παρελθόν. Όμως, σε κάθε περίπτωση, προκειμένου ν’ αποδυναμώσει πλήρως τα κομματικά στελέχη που είχαν πια κουραστεί από τον πόλεμο και την πάλη, έπρεπε να χτυπήσει το σύστημα πεποιθήσεών τους. Στη πραγματικότητα, ο στόχος του δεν ήταν ο Στάλιν, αλλά η αυτοπεποίθηση του Κόμματος. Με την ομιλία του, ο Χρουστσόφ κατάφερε να μετατρέψει το ΚΚΣΕ σε ένα Κόμμα που δεν πίστευε στον εαυτό του. Ήταν τόσο επιπόλαιος, που πίστευε ότι, δίνοντας το μήνυμα «ξεφορτωθήκαμε τον κακό» στους ιμπεριαλιστές, τελικά ο ιμπεριαλισμός θα άφηνε τη δική του ηγεσία ανενόχλητη. Αγνοώντας τη «λευκή σημαία» που κουνούσε ο Χρουστσόφ, ο ιμπεριαλισμός έκανε αυτό που θεωρούσε σωστό και συνέχισε την επίθεση. Από την άλλη, η Σοβιετική Ένωση δεν μπόρεσε να ξεφύγει από τις καταστροφικές συνέπειες του 20ού Συνεδρίου. Οι αναταραχές της περιόδου 1980-1985 δεν μπόρεσαν να συσσωρεύσουν την απαιτούμενη ενέργεια, ενώ τα αστικά στοιχεία, που κέρδιζαν ολοένα και περισσότερο έδαφος εν μέσω της παρακμής του σοσιαλισμού, έδωσαν το τελειωτικό χτύπημα το 1991.

Γι’ αυτόν το λόγο, ο Χρουστσόφ αποτελεί μια από τις μελανές προσωπικότητες της σοβιετικής ιστορίας. Οι λόγοι για τους οποίους ανέλαβε την υψηλότερη χρέωση στο Κόμμα αποτελούν αντικείμενο άλλης μελέτης.