Στις 25 Φλεβάρη 1956 συγκλήθηκε το 20ό Συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος Σοβιετικής Ένωσης. Τα Συνέδρια ήταν πάντοτε ορόσημο στην ιστορία των πραγματικών Κομμουνιστικών Κομμάτων. Όμως το 20ό Συνέδριο απέκτησε σημασία, γιατί αποτέλεσε ιστορικό χτύπημα στον κομμουνιστικό χαρακτήρα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης. Προφανώς, η Σοβιετική Ένωση δεν έχασε το σοσιαλιστικό χαρακτήρα της με αυτό, αλλά το 20ό Συνέδριο θα μπορούσε να τεθεί υπό εξέταση σε σχέση με τη διαδικασία που οδήγησε στη διάλυσή της (1991). Λέγοντάς το αυτό, δεν υπονοούμε ότι όλα τα προβλήματα στη Σοβιετική Ένωση ξεκίνησαν το 1956 ή με το θάνατο του Στάλιν (1953). Πρωτίστως, αυτή η μεταφυσική προσέγγιση δεν μπορεί να εξηγήσει τη βαθιά κρίση που εμφανίστηκε στην ηγεσία του Κόμματος αμέσως μετά από το θάνατο του Ιωσήφ Βησαριόνοβιτς Στάλιν. Ο αναντικατάστατος ρόλος του Στάλιν στη διαδικασία θεμελίωσης του σοσιαλισμού, την ενίσχυση της εργατικής εξουσίας και την πάλη ενάντια στο φασισμό είναι αναμφισβήτητος. Ωστόσο, είναι προφανές ότι οι βαθύτερες αιτίες της αδυναμίας στην οποία βρέθηκε το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, μετά από το θάνατο του Στάλιν, θα πρέπει ν’ αναζητηθούν στα χρόνια πριν το 1953.
Αντί ν’ αναζητήσουμε μια απάντηση στο ερώτημα γιατί η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης εισήλθε σε κρίση, στο παρόν άρθρο θα επικεντρωθούμε στην επίδραση που είχε η ομιλία που εκφώνησε ο Α΄ Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΣΕ, Νικίτα Χρουστσόφ, κεκλεισμένων των θυρών, στο παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα και τη Σοβιετική Ένωση. Αυτή η ομιλία –την οποία μπορούμε εύκολα να περιγράψουμε ως «καταστρεπτική»– ετοιμάστηκε για να εξαλείψει και να παροπλίσει όλα όσα έμπαιναν εμπόδιο στη στρατηγική κατεύθυνση που είχε αποκρυσταλλωθεί στο 20ό Συνέδριο.
Ο Χρουστσόφ πέτυχε το στόχο του. Το 1964, μετά από την αποπομπή του, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης είχε μετατραπεί σε ένα Κόμμα που είχε χάσει την ικανότητα να συζητήσει με υγιή τρόπο τι είχε συμβεί στο 20ό Συνέδριο και το οποίο –να το πούμε επιεικώς– ήταν καταδικασμένο να περιέλθει σε τέλμα. Στην επίσημη σοβιετική ιστοριογραφία, το θέμα άρχισε να συγκαλύπτεται κάτω από την έννοια της «προσωπολατρίας», και το όνομα του Στάλιν, του ανθρώπου που ηγήθηκε της χώρας και του Κόμματος για χρόνια, αναφερόταν μόνο σε αυτό το πλαίσιο. Όταν οι αντεπαναστάτες Γκορμπατσόφ και Σία ανέλαβαν την ηγεσία, το ζήτημα ξεκίνησε να συζητιέται λεπτομερώς, αλλά αυτήν τη φορά στο πλαίσιο μιας αντικομμουνιστικής υστερίας που θα ζήλευε ακόμα κι ο Χρουστσόφ...
Αλλά ήταν πράγματι τόσο σημαντική και επιδραστική αυτή η ομιλία; Σήμερα, ο Χρουστσόφ παίζει στα ιμπεριαλιστικά μέσα ενημέρωσης για τη διαμαρτυρία του ενάντια στον εκπρόσωπο των Φιλιππίνων, στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ, όπου χτυπάει το παπούτσι του στο έδρανο, το 1960, όπως επίσης και για την ομιλία του στο 20ό Συνέδριο. Σε μια πιο λεπτομερή ανάλυση, θεωρείται ρεφορμιστής που άφησε το έργο του ημιτελές.
Ναι, ο Χρουστσόφ δεν ηγήθηκε της καταστροφής της Σοβιετικής Ένωσης. Στην πραγματικότητα, στην εποχή του η Σοβιετική Ένωση έκανε σημαντικές ανακαλύψεις σε ορισμένους τομείς. Αλλά, αν θεωρήσουμε ότι η Σοβιετική Ένωση είχε αρχίσει να αποδυναμώνεται σημαντικά στη διεθνή ταξική πάλη από το 1956, τότε σίγουρα αυτή η ολέθρια ομιλία του Χρουστσόφ έπαιξε σημαντικό ρόλο σε αυτό.
Ωστόσο, το περιεχόμενο αυτής της ομιλίας, που έμοιαζε με έκθεση, ήταν ιδιαίτερα αδύναμο. Το γεγονός ότι οι αντιπρόσωποι του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης στο Συνέδριο δεν εξεγέρθηκαν ενάντια στην εκλεκτική και ασυνεπή ομιλία του, η οποία έβριθε ψεμάτων, διαστρεβλώσεων και ομολογιών, αποτελεί ένδειξη του σοβαρού τέλματος στο οποίο είχε περιέλθει το Κόμμα, μεταξύ 1953-1956, πόσο μάλλον και πιο πριν.
Από την άλλη μεριά, η μόνη προϋπόθεση για να μη φέρει κανείς αντίρρηση στην ομιλία του Χρουστσόφ και για να είναι αποτελεσματική, ήταν ότι έπρεπε ακριβώς να βασίζεται σε ψέματα! Ήταν ξεκάθαρο ότι οι ιδεολογικοπολιτικές ικανότητες του Χρουστσόφ δε θα επαρκούσαν για να κλείσουν τους λογαριασμούς με την εποχή του Στάλιν και θα ήταν παράλογο για τον ίδιο να ξεκινήσει μια διαδικασία που θα έβλαπτε την αποδοχή του. Το μόνο που είχε να κάνει ήταν να σοκάρει τους ήδη σαστισμένους αντιπροσώπους. Σα να ήταν με την παρέα του σε μια καφετέρια της γειτονιάς και να κουτσομπολεύει, σκαρφίστηκε το ένα ψέμα μετά από το άλλο και το Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, που είχε περάσει τόσα πολλά μέχρι τότε, ήρθε σχεδόν ολοκληρωτικά σε ρήξη με την μπολσεβίκικη παράδοση.
Ποιος ήταν ο στόχος;
Ορισμένοι ιστορικοί, κυρίως ο Γκρόβερ Φερ, ορθώς ισχυρίζονται ότι ο Χρουστσόφ μετέθεσε την ευθύνη στον Στάλιν και τον Μπέρια και παραποίησε τα γεγονότα, ώστε να αποκρύψει το δικό του ρόλο στις αιματηρές εκκαθαρίσεις του 1936-1938. Πολλά έγγραφα που εμφανίστηκαν τα τελευταία χρόνια υποστηρίζουν αυτόν τον ισχυρισμό. Όμως, στην καρδιά των γεγονότων του 20ού Συνεδρίου βρίσκουμε στοιχεία που υπερβαίνουν κατά πολύ αυτού του είδους την προσπάθεια να αποποιηθεί των ευθυνών του. Στην πραγματικότητα, οι εν λόγω ιστορικοί τονίζουν ακριβώς αυτό.
Για να κατανοηθεί η πρόθεση του Χρουστσόφ, όταν ετοίμαζε την έκθεση που διάβασε στην κλειστή συνεδρίαση του 20ού Συνεδρίου, είναι αναγκαίο να εξετάσουμε τα αποτελέσματα της εν λόγω ομιλίας: