Η Οκτωβριανή Επανάσταση και το Κόμμα-Πρωτοπορία. Μερικά ιστορικά και θεωρητικά συμπεράσματα


Κεμάλ Οκουγιάν, Α' Γραμματέας της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας.

Το Φλεβάρη του 1917, όταν η Ρωσία για μια ακόμη φορά αντιμετώπισε την πραγματικότητα μιας επανάστασης για πρώτη φορά μετά από το 1905, όποιοι ισχυρίζονταν ότι σ’ ένα διάστημα 8 μηνών «η εργατική τάξη θα πάρει την εξουσία υπό την ηγεσία των μπολσεβίκων και θ’ αρχίσει η σοσιαλιστική οικοδόμηση» θα θεωρούνταν τρελοί.

Αναμφίβολα η εργατική τάξη δεν ήταν μια μη υπολογίσιμη δύναμη, ούτε οι μπολσεβίκοι ασήμαντοι. Η ιστορική κίνηση που απέδωσε στη Ρωσική Επανάσταση σοσιαλιστικό χαρακτήρα τον Οκτώβρη του 1917 δεν ήρθε από το πουθενά. Ήταν αποτέλεσμα πολλών χρονών εμπειρίας.

Ωστόσο, οι παράγοντες που μετέτρεψαν το Μπολσεβίκικο Κόμμα, την πρωτοπόρα οργάνωση της εργατικής τάξης, σε κυβερνών κόμμα αξίζουν παραπέρα μελέτη. Η δομή των επαναστάσεων σίγουρα είναι μια πλευρά της συζήτησης. Οι επαναστάσεις είναι ακραίες κοινωνικές ανατροπές, στις οποίες οι υπάρχοντες πολιτικοί συσχετισμοί δυνάμεων αλλάζουν ραγδαία, η πόλωση της κοινωνίας εντείνεται και τμήματα της κοινωνίας που προηγουμένως δεν έχουν αισθανθεί την πίεση των ταξικών αγώνων μπαίνουν στο παιχνίδι. Ακόμα πιο σημαντικά, οι επαναστάσεις εκφράζουν μια μεγάλη κρίση για την άρχουσα τάξη.

Οι κάτω δε θέλουν να ζουν όπως στο παρελθόν και οι πάνω δεν μπορούν να κυβερνούν με τον παλιό τρόπο και αυτά τα δυο στοιχεία αλληλοτροφοδοτούνται. Πάνω απ’ όλα, η επαναστατική κατάσταση είναι κρίση του κρατικού μηχανισμού. Μιλάμε για μια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο όπου η εσωτερική αρμονία της καπιταλιστικής τάξης δεν μπορεί να εξασφαλιστεί παρόλες τις προσπάθειες. Οι ιστορικές συνθήκες ωριμάζουν για την εργατική τάξη ν’ αξιοποιήσει την αδυναμία του σημερινού καθεστώτος, για να πάρει πρωτοβουλίες για την κατάχτηση της πολιτικής εξουσίας.

Σε μια τέτοια ιστορική περίοδο, μπορούν να γίνουν πολιτικές αλλαγές σε λίγες μέρες, που σε κανονικές συνθήκες θ’ απαιτούσαν χρόνια. Μια τέτοια περίπτωση ήταν η Ρωσία το 1917. Ήταν μια μεγαλειώδης περίοδος -καμία σχέση με την προσκόλληση στην κάλπη και στο κοινοβούλιο. Το 1917 ήταν μια στιγμή αληθινής ελευθερίας, όπου ο λόγος και δράση της εργατικής τάξης και των φτωχών αγροτών απέκτησαν ισχύ, οι ένοπλοι εργάτες έκαναν περιπολίες στους δρόμους και ολόκληρα τμήματα του στρατού στρατεύτηκαν με την εργατική τάξη.

Δίχως την ύπαρξη ενός παράγοντα, του Κόμματος-πρωτοπορία, που θα εκτιμούσε αυτήν την έντονη και ειδική περίοδο, που θα καθόριζε τις απαιτήσεις αυτής της διαδικασίας και που θα έδινε τις σωστές απαντήσεις στα νέα ερωτήματα που προέκυψαν, η ιστορική ενέργεια στη Ρωσία του 1917 θα είχε σπαταληθεί, είτε η αντεπανάσταση θα είχε θριαμβέψει ή η ρωσική επανάσταση θα είχε ξεθωριάσει στα χεριά ενός φιλελεύθερου-ρεφορμιστικού συνασπισμού.

Με αυτήν την έννοια, είναι χρήσιμο ν’ αναδειχτούν τα χαρακτηριστικά ενός ευκίνητου, επαναστατικού κόμματος σε επαγρύπνηση, που πήρε τη ρωσική επανάσταση από τα χέρια από εκείνους που ήθελαν να την καταστρέψουν και που καθοδήγησε την Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση του 1917. Το παρόν άρθρο γράφτηκε για να υπογραμμιστούν τα διακριτικά χαρακτηριστικά -μερικά από τα οποία παραβλέπονται- του «Κόμματος-πρωτοπορία της εργατικής τάξης».

Το κόμμα-πρωτοπορία ξαναγεννιέται στην επαναστατική κατάσταση

«Θαύματα δε γίνονται στη φύση και στην Ιστορία, κάθε όμως απότομη στροφή της Ιστορίας, μαζί και κάθε επανάσταση, δίνει τόσο πλούσιο περιεχόμενο, αναπτύσσει τόσο αναπάντεχα ιδιόμορφους συνδυασμούς μορφών πάλης και συσχετισμού δυνάμεων των αντιμαχόμενων, που πολλά πράγματα πρέπει να φαίνονται σα θαύματα στο μυαλό του μικροαστού.» [1]

Έτσι περιέγραψε ο Λένιν τη γνησιότητα των επαναστατικών στιγμών στο γράμμα του που δημοσιεύτηκε στην Πράβντα το Μάρτη του 1917. Είναι δυνατό για ένα επαναστατικό εργαλείο, που διαμορφώθηκε από το στόχο να φέρει την εργατική τάξη στην εξουσία, να συνεχίσει με τον ίδιο τρόπο όπως πριν, σε μια τέτοια ιστορική περίοδο;

Αν δεν απεικονίζουμε το Κόμμα-πρωτοπορία της εργατικής τάξης ως ένα γραφειοκρατικό θεσμό και αν δεν έχουμε «κοινοβουλευτικές αυταπάτες» ότι το Κόμμα θ’ αυξήσει την κοινωνική του βάση σε μια γραμμική και σταθερή πορεία, πρέπει ν’ απαντήσουμε όχι. Το Κόμμα-πρωτοπορία δεν μπορεί ν’ ανταποκριθεί στα ιστορικά του καθήκοντα χωρίς ν’ αναδιαρθρώσει τον εαυτό του στην επαναστατική κατάσταση. Στην πραγματικότητα, οι προηγούμενοι αγώνες, ετοιμασίες κι εμπειρίες του Κόμματος αποτελούν εγγύηση για την τεράστια και ζωτικής σημασίας μεταμόρφωση που θα υποστεί κατά τη διάρκεια της επαναστατικής κατάστασης.

Η Οκτωβριανή Επανάσταση αποτελεί το καλύτερο στοιχείο που δείχνει ότι το Κόμμα πρέπει ν’ αλλάξει ρότα κατά τη διάρκεια της επαναστατικής ωρίμανσης, όπου οι κοινωνικές τάξεις κινητοποιούνται με γοργούς ρυθμούς, ένα νέο πολιτικό περιβάλλον εμφανίζεται και τίποτα δεν παραμένει το ίδιο για τους καταπιεσμένους. Η αναδιάρθρωση του Κόμματος των Μπολσεβίκων το 1917 πρέπει να κατανοηθεί μέσα στο πλαίσιο της διαλεκτικής περί συνέχειας και ρήξης.

Σε γενικές γραμμές, τι μπορούμε να πούμε για το περιεχόμενο της αναδιάρθρωσης; Πρώτον, η αύξηση του Κόμματος-πρωτοπορία πάνω από τον κανονικό του ρυθμό και η αύξηση της αλληλεπίδρασης και μεταβατικότητας ανάμεσα στα μέλη και στους οπαδούς κατά τη διάρκεια της επαναστατικής κατάστασης αποτελεί κανόνα. Δεν μπορεί να επιτευχθεί το επαναστατικό άλμα χωρίς να πάρεις τέτοια ρίσκα. Μιλάμε για μια ποσοτική αύξηση με την απλούστερη έννοια της λέξης. Αν και υπάρχει αβεβαιότητα για τον αριθμό των μελών του Κόμματος πριν την Επανάσταση στη Ρωσία, είναι φανερό ότι ο ρυθμός αύξησης του Κόμματος το 1917 ήταν εξαιρετικός και άκρως εντυπωσιακός. Είναι αδύνατο να εξηγήσεις αυτήν την άνοδο μόνο με όρους ριζοσπαστικοποίησης και πολιτικοποίησης των εργαζόμενων μαζών. Συνεπώς οι μπολσεβίκοι αντιμετωπίζουν τον κίνδυνο πιο ευέλικτων και χάλαρων όρων λειτουργίας του Κόμματος από το Μάρτη του 1917. Αυτή η ευελιξία δεν είχε μόνο μια ποσοτική διάσταση. Σημαντικές νέες στρατολογίες, με ακραίο παράδειγμα του Τρότσκι, πραγματοποιήθηκαν σε αυτήν την περίοδο. Ήταν μια πρωτόγνωρη κατάσταση, στην οποία ο Λένιν και οι συνεργάτες του, που δεν ήθελαν να χάσουν την προσεχή ευκαιρία και που είχαν ως στόχο την εξουσία, έδειξαν αποφασιστικότητα να ενσωματώσουν κάποια στοιχεία που σίγουρα είχαν βάρος στο εργατικό κίνημα της Ρωσίας, αλλά που είχαν κρατήσει αποστάσεις στο παρελθόν. Σε τέτοιο βαθμό, που ο Τρότσκι μπήκε στο ανώτατο όργανο του Κόμματος «από τα πάνω» και ανέλαβε σημαντικές ευθύνες κατά τη διάρκεια των δύσκολων ημερών της επανάστασης. Οι προηγούμενες θέσεις του Τρότσκι και άλλων και κυρίως ο επικίνδυνος και καταστροφικός ρόλος που δυστυχώς έπαιζε μετά από το 1917 δεν μπορούν να επισκιάσουν την ορθότητα των προσπαθειών του Κόμματος των Μπολσεβίκων ν’ αγκαλιάσουν την επαναστατική διαδικασία το 1917.

Οι μπολσεβίκοι πήραν ρίσκα και αποδείχτηκε ότι είχαν δίκιο, επειδή άλλοι παράγοντες επίσης συνόδεψαν την ποσοτική και ποιοτική μεταμόρφωση στην οποία αναφέρουμε.

Παρατηρούμε ότι η στρατηγική του Κόμματος ανανεώθηκε μέσα από συνεχείς παρεμβάσεις κι εξειδικεύτηκε στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό στο διάστημα Απρίλης-Οκτώβρης του 1917. Το Κόμμα απελευθερώθηκε από το σχήμα δημοκρατική επανάσταση-σοσιαλιστική επανάσταση σε αυτούς τους μήνες, κάτι που είχε επηρεάσει το Κόμμα ως συνέπεια της ιστορίας του διεθνούς εργατικού κινήματος και συγκριμένα της πραγματικής ιστορίας της ρωσικής σοσιαλδημοκρατίας. Αν αυτή η διασάφηση, που οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο προσωπικό κύρος του Λένιν, δεν επιτυγχανόταν, είναι φανερό ότι το Κόμμα θα είχε κατακλυστεί από τη γρήγορη ποσοτική αύξησή του και, το πιο σημαντικό, θα ήταν αδύνατο για το Κόμμα ν’ ανταποκριθεί στις απαιτήσεις των εργαζόμενων, φτωχών αγροτών κι εκατομμυρίων στρατιωτών από φτωχές οικογένειες.

Ένα άλλο ζήτημα που πρέπει να τονιστεί είναι η αναβίωση της κουλτούρας της «οργανωτικότητας», που απέτρεψε το Κόμμα από το να γίνει δύσκαμπτο ή να συρθεί αριστερά ή δεξιά λόγω της υπερβολικής ποσοτικής αύξησης το 1917. Οι μπολσεβίκοι δούλευαν σ’ ένα οργανωτικό πλαίσιο που φρόντισε για τη συνέχεια, παραγωγικότητα, πειθαρχία και περιφρούρηση και αυτό το πλαίσιο συνδεόταν με τη θεωρία της «πρωτοπορίας», την ανώτερη μορφή της οποίας περιέγραψε ο Λένιν στο έργο του Τι να κάνουμε;. Η οργανωτική δομή προσαρμόστηκε στις νέες συνθήκες της επαναστατικής κατάστασης, για να διατηρηθεί αυτή η παράδοση. Από αυτήν την άποψη, κατάφεραν να δράσουν γρήγορα στο χάος του 1917, αξιοποιώντας ευκαιρίες, αντιμετωπίζοντας παράγοντες που δυσκόλεψαν την ακεραιότητα του Κόμματος και στη βάση και στην κορυφή και αντιστέκονταν στις επιθέσεις των εχθρών.

Το Λενινιστικό Κόμμα ασκεί μια σταθερή και συγκεντρωτική πολιτική

Χρησιμοποιούμε τον όρο «δημοκρατικός συγκεντρωτισμός» για να περιγράψουμε την οργανωτική συγκρότηση των κομμάτων της εργατικής τάξης. Αυτή η έννοια καθορίζεται ως «η εκλογή των οργάνων από τα κάτω προς τα πάνω και η λήψη αποφάσεων από τα πάνω προς τα κάτω». Πολλά κόμματα, συμπεριλαμβάνοντας το Μπολσεβίκικο, έπρεπε ν’ αγωνιστούν για μεγάλα διαστήματα σε ιστορικές συνθήκες που το έκαναν αδύνατο να λειτουργήσουν πλήρως με βάση αυτόν τον ορισμό. Όμως είναι ακόμα βάσιμο για τα εργατικά κόμματα ν’ ακολουθούν αυτές τις αρχές σχετικά με τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Την ίδια στιγμή, πρέπει να πούμε ότι το Κόμμα-πρωτοπορία είναι ένα συγκεντρωτικό κόμμα χωρίς καμία αμφιβολία και ότι αυτό το ζήτημα δε σχετίζεται μόνο με το μηχανισμό λήψης αποφάσεων και τη λειτουργία του.

Η πολιτική του κόμματος-πρωτοπορία είναι σταθερή και ενιαία

Ο κύριος λόγος γι’ αυτό πρέπει ν’ αναζητηθεί στη λογική της σχέσης ανάμεσα στο Κόμμα-πρωτοπορία και στην ίδια την εργατική τάξη. Η εργατική τάξη έχει μια ετερογενή δομή από πολλές απόψεις σε όλες τις χώρες, Αυτό το γεγονός, που επίσης σχετίζεται με το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης στον καπιταλισμό, καθορίζει τα ιδεολογικά, πολιτικά και πολιτιστικά χαρακτηριστικά της εργατικής τάξης. Υπάρχουν διαφορές που οδηγούν σε σημαντικές κοινωνικές συνέπειες, για παράδειγμα, διαφορές ανάμεσα σε εκπαιδευόμενους εργαζόμενους και σε ανειδίκευτους εργάτες, ανάμεσα σε βιομηχανικούς εργάτες και σε εργαζόμενους στις υπηρεσίες, ανάμεσα σε εργάτες στο μέταλλο και σε εργαζόμενους στον τομέα της πληροφορικής. Η εργατική τάξη δεν είναι απλώς η συνισταμένη αυτών των διαφορών. Το Κόμμα-πρωτοπορία δρα βάζοντας την εργατική τάξη και τα ιστορικά της συμφέροντα στο επίκεντρο. Συνεπώς, το Κόμμα-πρωτοπορία παρεμβαίνει στην κοινωνική ζωή με έναν ενιαίο, μη πλουραλιστικό τρόπο. Η πολιτική του ξεκινά από το σύνολο και όχι από τα επιμέρους και η μονομέρεια ή ο τοπικισμός δεν επιτρέπονται.

Ο συγκεντρωτικός χαρακτήρας αντλεί την ουσία του από αυτό και δεν μπορεί να περιοριστεί απλώς στην εσωτερική λειτουργία του Κόμματος. Αυτός είναι ένας από τους παράγοντες που έδωσαν την υπεροχή στους μπολσεβίκους το 1917. Όπως ισχύει σε κάθε επαναστατική εξέγερση, οι εργαζόμενες μάζες κινητοποιήθηκαν στη Ρωσία το 1917, συμμετείχαν σε νέες και καινοτόμες οργανωτικές πρακτικές και πήραν αμέτρητες πρωτοβουλίες. Αυτή η κινητοποίηση της εργατικής τάξης δημιούργησε μια επαναστατική διαδικασία που θα μπορούσε να βοηθηθεί μόνο από μια συγκεντρωτική και σταθερή πολιτική γραμμή. Και οι μενσεβίκοι και οι άλλες μικρότερες αναρχικές ομάδες έχασαν επιρροή προσπαθώντας να κυνηγήσουν αυτήν την κινητικότητα, δεν μπόρεσαν να κατανοήσουν την πραγματική ουσία της αποστολής της εργατικής τάξης.

Ορισμένοι από τους λόγους που οι μενσεβίκοι, από τους πιο ισχυρούς αντιπάλους των μπολσεβίκων μέσα στο εργατικό κίνημα, δεν μπόρεσαν να πάρουν την πρωτοβουλία σε διάφορες στιγμές το 1917, όταν ήταν σε ισχυρή θέση, οφείλονταν στη συνεχή αβεβαιότητα που είχαν για το πώς θα παρέμβουν στις δεδομένες αντικειμενικές συνθήκες, στο ότι επηρεάστηκαν από τις διαφορετικές τάσεις στην εργατική τάξη και στο ότι η ηγεσία τους επηρεάστηκε αμέσως από αυτόν τον κατακερματισμό. Επίσης ήταν παγιδευμένοι σε λύσεις μέσα στο πλαίσιο του καπιταλιστικού συστήματος, δηλαδή λύσεις που σε τελική ανάλυση ήταν αντιδραστικές.

Δεν μπορεί κάνεις να επιχειρηματολογήσει ότι οι μπολσεβίκοι δεν επηρεάστηκαν από αυτές τις διαφορές καθόλου. Είναι γνωστό ότι σημαντικές διαφορετικές απόψεις εμφανίστηκαν σε κρίσιμες καμπές το 1917 μέσα στην Κεντρική Επιτροπή του Κόμματος, ανάμεσα στην Κεντρική Επιτροπή και στη Στρατιωτική Οργάνωση και αντιπροσώπους των Σοβιέτ, ανάμεσα στην Κεντρική Επιτροπή και στην Επιτροπή της Πετρούπολης. Αυτές οι διαφορές, που έβαλαν το Κόμμα σε δύσκολη θέση σε κάποιες στιγμές και το έφεραν στα πρόθυρα της καταστροφής, καταγράφηκαν.

Όμως η παράδοση των μπολσεβίκων δεν έζησε καμία σύγχυση, χάριν της ισχυρής καθοδήγησης και του προσωπικού κύρους του Λένιν και, ακόμα και αν υπήρχαν ορισμένοι δισταγμοί, το Κόμμα μπόρεσε να οδηγήσει την εργατική τάξη στην εξουσία με τις σωστές παρεμβάσεις στις πιο κρίσιμες στιγμές.

Η «τεχνική τελειότητα» της πράξης της 6-7 Νοέμβρη, που σημαδεύτηκε από την κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων, αλλά που στην πραγματικότητα ήταν μια κίνηση να καταστραφεί ο μηχανισμός εξουσίας υπέρ της εργατικής τάξης, γενικά οδηγεί στο λάθος συμπέρασμα ότι η υπεροχή των μπολσεβίκων βρισκόταν στην οργανωτική λειτουργία. Όμως οι μπολσεβίκοι έβαλαν τη σταθερή αντίληψη για την πολιτική και την προοπτική για την κατάκτηση της εξουσίας στο κέντρο της κάθε πρωτοβουλίας στο επίπεδο της τακτικής. Οι οργανωτικές κι επιχειρησιακές ικανότητές τους ήταν αποτέλεσμα αυτής της προσέγγισης.

Για να εξηγηθεί η σημασία της ενότητας του Κόμματος της εργατικής τάξης, του κύρους της ηγεσίας του και της συνέπειάς του, αρκεί να εξετάσουμε τη Ρωσία το 1917. Πολλές περιπτώσεις αναδεικνύουν ότι στην επαναστατική πάλη δεν υπάρχει το απόλυτο σωστό ή το απόλυτο λάθος. Το να χαρακτηρίζουμε μια απόφαση ή στάση ως «σωστή» ή «λάθος» ίσως δεν είναι δυνατό, ακόμα κι εκ των υστέρων. Αυτό που έχει σημασία εδώ είναι η σταθερότητα και συνέπεια, πώς διαδοχικές αποφάσεις αλληλοτροφοδοτούνται και η ύπαρξη μιας σταθερής επαναστατικής στρατηγικής.

Η εγγύηση γι’ αυτό είναι η δύναμη της ηγεσίας και η συνέχειά της. Ένα επαναστατικό κόμμα δεν μπορεί ν’ αλλάζει στρατηγική σε κάθε στροφή, δεν μπορεί ν’ ανανεώνει την ηγεσία συνεχώς και δεν μπορεί να τα καταφέρει με μια ηγεσία που δεν έχει κύρος στο Κόμμα.

Η πιο τραγική απόδειξη για τη σημασία αυτού του στοιχείου του Λενινιστικού Κόμματος ήρθε μόνο 2 χρόνια μετά από την Οκτωβριανή Επανάσταση, στη Γερμανία, που θεωρούνταν το πιο σημαντικό κέντρο του διεθνούς εργατικού κινήματος. Ενδεικτική ήταν η σύγχυση που υπήρχε στο Ιδρυτικό Συνέδριο του ΚΚΓ στις γραμμές των Σπαρτακιστών, που είχαν αποφασίσει ν’ αποσχιστούν από τη σοσιαλδημοκρατία και να ιδρύσουν ένα ΚΚ, ενώ η γερμανική εργατική τάξη εξεγειρόταν σε πολλά σημεία της χώρας. Οι πιο σημαντικοί και γνωστοί ηγέτες του κινήματος, η Ρόζα Λούξεμπουργκ και ο Καρλ Λίμπκνεχτ, δεν μπόρεσαν να πείσουν τους αντιπροσώπους στις συζητήσεις για τη στάση που έπρεπε να τηρηθεί στις επερχόμενες εκλογές, με αποτέλεσμα η ηγεσία να υλοποιήσει μια απόφαση που δεν πίστευε και το Κόμμα να οδηγηθεί σε μια μεγάλη τραγωδία, στην οποία έχασε τους δυο του πολύτιμους ηγέτες.

Αυτό αποτελεί παράδειγμα της φετιχοποίησης της τυπικής δημοκρατίας.

Κάτι άλλο που μάθαμε από το παράδειγμα της Γερμανίας σχετικά με τη θεωρία του Κόμματος-πρωτοπορία είναι τα όρια που έχει η αυθόρμητη δράση της εργατικής τάξης.

Αν και ήταν πάντα στο επαναστατικό ρεύμα του γερμανικού εργατικού κινήματος, η πιο μεγάλη αδυναμία της Λούξεμπουργκ και του Λίμπκνεχτ ήταν η σκεπτικιστική προσέγγισή τους για την ιδέα του Κόμματος-πρωτοπορία και η υπερβολική έμφασή τους στην αυθόρμητη δράση της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα αναφορικά με τις μαζικές απεργίες.

Σ’ ένα άρθρο που γράφτηκε από τη Ρόζα Λούξεμπουργκ το 1918 είναι φανερό πώς το λάθος και το σωστό διαπλέκονται και πώς ο ρόλος του Κόμματος- πρωτοπορία υποτιμάται:

«Η Ένωση Σπάρτακος δε θα πάρει ποτέ την κυβερνητική εξουσία, εκτός ως απάντηση στη σαφή, ξεκάθαρη θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας των προλεταριακών μαζών όλης της Γερμανίας, ποτέ, αν το προλεταριάτο δεν αποδέχεται συνειδητά τις απόψεις, τους σκοπούς και τις μεθόδους πάλης της Ένωσης Σπάρτακος.

Η προλεταριακή επανάσταση μπορεί να φτάσει στην πλήρη σαφήνεια και ωριμότητα μόνο σταδιακά, βήμα-βήμα, στο μονοπάτι του Γολγοθά των δικών της, πικρών εμπειριών από τον αγώνα, μέσα από ήττες και νίκες.

Η νίκη της Ένωσης Σπάρτακος δεν έρχεται στην αρχή, αλλά στο τέλος της επανάστασης: Είναι ταυτόσημη με τη νίκη των μεγάλων μαζών των εκατομμυρίων του σοσιαλιστικού προλεταριάτου.» [2]

Αυτό το απόσπασμα όχι μόνο δίνει μια γεύση για το ρόλο των αδυναμιών των «υποκειμενικών παραγόντων» στην αποτυχία της γερμανικής επανάστασης, αλλά επίσης αποδεικνύει τα πλεονεκτήματα για την οργανωτική αντίληψη που είχαν οι μπολσεβίκοι κατά τη διάρκεια της Οκτωβριανής Επανάστασης.

Η Ρόζα Λούξεμπουργκ μιλά για τη μεγάλη πλειοψηφία, αλλά σαφώς ξέχνα ότι οι ποσοτικές διαστάσεις δεν μπορούν να υπολογιστούν στις επαναστάσεις, ότι οι συσχετισμοί αλλάζουν κάθε ώρα, ότι όλες οι επαναστάσεις στην Ιστορία έχουν επικρατήσει λόγω της δυναμικής μαζικής στήριξης που επιτρέπει την κατάκτηση της εξουσίας, και όχι από μια πλειοψηφία του 51%, και ότι ο σύντροφός της Καρλ Λίμπκνεχτ δεν είχε στοιχεία ότι η μεγάλη πλειοψηφία στήριξε την απόφασή του να κηρύξει σοβιετική εξουσία στο Ράιχσταγκ την ίδια περίοδο!

Η Οκτωβριανή Επανάσταση επιτεύχθηκε επειδή η βούληση εκατομμυρίων εργατών είχε αυτήν την κατεύθυνση, όχι επειδή η «μεγάλη πλειοψηφία», που δεν έχουμε τα κριτήρια να μετρήσουμε, το ήθελε.

Είναι λυπηρό ότι μια αταλάντευτη επαναστάτρια σαν τη Ρόζα Λούξεμπουργκ, που μισούσε τον καπιταλισμό θανάσιμα, κινείται τόσο μακριά από την προοπτική της κατάκτησης της πολιτικής εξουσίας, υποτιμά την έννοια του Κόμματος- πρωτοπορία κι επίσης προσπαθεί να συσκοτίσει το γεγονός ότι η κατάκτηση της εξουσίας αποτελεί το ξεκίνημα της σοσιαλιστικής επανάστασης.

Όταν συγκρίνουμε τη Ρωσία του 1917 με τη Γερμανία του 1919, δε φεύγουμε από την άποψη ότι η επανάσταση θα είχε θριαμβέψει στη Γερμανία αν δεν υπήρχε αυτό το κενό στο Κόμμα-πρωτοπορία. Όμως είναι δύσκολο να κάνεις εικασίες. Αλλά είναι βέβαιο ότι η Ρωσική Επανάσταση δε θα είχε καταλήξει στην προλεταριακή εξουσία αν δεν υπήρχε Λενινιστικό Κόμμα.

Έτσι, φτάνουμε στο τελευταίο ζήτημα που θέλουμε να τονίσουμε: Η Οκτωβριανή Επανάσταση είναι κάτι περισσότερο από μια ρήξη με τη σοσιαλδημοκρατία. Η σημασία της αξιοποίησης στη συνέχεια του ονόματος «Κομμουνιστικό Κόμμα» στο διεθνές πεδίο μετά από την Επανάσταση είναι ότι διευκρινίζει το λόγο ύπαρξης για τα κόμματα της εργατικής τάξης. Τα ΚΚ σαφώς θα έχουν πολλά και διάφορα καθήκοντα: Η πάλη για καθημερινά αιτήματα, ενάντια στον πόλεμο, στο φασισμό ή στο ρατσισμό, για ελευθερίες και για την ειρήνη. Αλλά αυτά δεν ακυρώνουν το λόγο ύπαρξης των ΚΚ· το ΚΚ είναι κόμμα που παλεύει για τη σοσιαλιστική επανάσταση. Μπορεί να συνενώσει όλες τις δράσεις του γι’ αυτόν το σκοπό.

Ακριβώς αυτό έδειξε το Κόμμα του Λένιν το 1917.

Συνεπώς, ο δρόμος μας είναι ο δρόμος της Οκτωβριανής Επανάστασης, ο δρόμος μας είναι ο δρόμος του Κόμματος των Μπολσεβίκων.


[1] Β. Ι. Λένιν, «Γράμματα από μακριά», Άπαντα, τόμ. 31.

[2] Ρόζα Λούξεμπουργκ, Τι θέλει η Ένωση Σπάρτακος;