Το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, αναφερόμενο στην «ύφεση» στα μέσα της δεκαετίας του 1950, στη μείωση της διεθνούς έντασης και τη στρατιωτική ισορροπία που είχε δημιουργηθεί σταδιακά μεταξύ της Σοβιετικής Ένωσης και των ΗΠΑ, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η ειρηνική συνύπαρξη είναι η πλήρης και ολοκληρωμένη συνεργασία, σπρώχνοντας στο παρασκήνιο το στοιχείο της πάλης ενάντια στον καπιταλισμό.
Το Συνέδριο δικαίως δήλωσε ότι συντελέστηκε ύφεση σ’ ένα βαθμό.
«Η γεμάτη σοβαρούς κινδύνους ένταση στις διεθνείς σχέσεις, χάρη στη συνεπή φιλειρηνική εξωτερική πολιτική των σοσιαλιστικών χωρών, αντικαταστάθηκε από τη γνωστή ύφεση.» [3]
Το Συνέδριο ορθώς επισήμανε ότι η ύπαρξη των δύο παγκόσμιων συστημάτων είναι το γεγονός που καθορίζει τις διεθνείς σχέσεις.
«Το κύριο χαρακτηριστικό της εποχής μας είναι ότι ο σοσιαλισμός ξεπέρασε το πλαίσιο μιας χώρας και μετατράπηκε σ’ ένα παγκόσμιο σύστημα. Ο καπιταλισμός αποδείχτηκε ανίκανος ν ’ αποτρέψει αυτήν την κοσμοϊστορική διαδικασία. Η ταυτόχρονη ύπαρξη των δύο αντίθετων παγκόσμιων οικονομικών συστημάτων, του καπιταλισμού και του σοσιαλισμού, που αναπτύσσονται σύμφωνα με διαφορετικούς νόμους και σε αντίθετες κατευθύνσεις, έχει γίνει ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός.» [4]
Όμως το Συνέδριο δεν είπε ότι η σχετική ύφεση στις σχέσεις μεταξύ των δύο παγκόσμιων συστημάτων σε μεγάλο βαθμό διαμορφώθηκε από το γεγονός ότι οι αναπτυξιακές επιτυχίες στη δεκαετία του 1950, η δημιουργία της σοβιετικής ατομικής βόμβας και στη συνέχεια της βόμβας υδρογόνου, η τεράστια πρόοδος στην ανάπτυξη των στρατιωτικών πυραύλων, οδήγησαν στη δημιουργία μιας στρατιωτικής ισορροπίας.
Το Συνέδριο αγνόησε τα εσωτερικά προβλήματα των σοσιαλιστικών χωρών. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1956 συντελούνταν αντεπαναστατικές διαδικασίες στην Πολωνία και την Ουγγαρία.
«Το σοσιαλιστικό σύστημα προχωρεί θριαμβευτικά εμπρός, δίχως κρίσεις και αναταραχές. Ωφελεί σε μεγάλο βαθμό τους λαούς των σοσιαλιστικών χωρών, δείχνοντας τα αποφασιστικά πλεονεκτήματα του έναντι του καπιταλιστικού συστήματος.» [5]
Το Πρόγραμμα που εγκρίθηκε το 1961, στο 22ο Συνέδριο του ΚΚΣΕ, αναφέρει:
«Το ΚΚΣΕ βασίζεται στο γεγονός ότι στον κόσμο αναπτύχθηκαν και αυξάνονται οι δυνάμεις που μπορεί να διατηρήσουν και να ενισχύσουν την παγκόσμια ειρήνη. Δημιουργούνται δυνατότητες για την εδραίωση ριζικά νέων σχέσεων μεταξύ των κρατών.» [6]
«Η ειρηνική συνύπαρξη των σοσιαλιστικών και καπιταλιστικών χωρών αποτελεί αντικειμενική αναγκαιότητα της ανάπτυξης της ανθρώπινης κοινωνίας.» [7]
Ο Λένιν ήταν υποστηρικτής της παγκόσμιας επανάστασης. Για τον Λένιν, η ειρηνική συνύπαρξη ήταν ένας προσωρινός συμβιβασμός: Τώρα δεν έχω τις δυνάμεις για να νικήσω τον καπιταλισμό, αλλά δε θα εγκαταλείψω το στόχο μου. Το Μάρτη του 1919 δημιουργείται η Κομμουνιστική Διεθνής, η οποία έχει την πλήρη υποστήριξη του σοβιετικού κράτους. Στη δεκαετία του 1920, Κομμουνιστικά Κόμματα ιδρύονται σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου. Στην περίοδο που ο Στάλιν ήταν ΓΓ του Κόμματος, το ΚΚΣΕ υποστήριξε την Κομιντέρν. Βέβαια, το 1943, κάνει μια χειρονομία προς τα καπιταλιστικά μέλη του αντιφασιστικού συνασπισμού με τη διάλυση της Κομιντέρν, αλλά εκείνο τον καιρό ήδη υπάρχει ένα νέο, αποτελεσματικό μέσο της παγκόσμιας επανάστασης, ο νικηφόρος Κόκκινος Στρατός.
Το ΚΚΣΕ υπό την ηγεσία του Χρουστσόφ απορρίπτει την ιδέα της παγκόσμιας επανάστασης και ανακοινώνει το στόχο της ειρηνικής συνύπαρξης, λέγοντας ότι η σχέση ανάμεσα στον καπιταλισμό και το σοσιαλισμό θα κριθεί με ειρηνικό ανταγωνισμό. Ο Μπρέζνιεφ, κάπως αδέξια, θα επιστρέψει στην ιδέα της παγκόσμιας επανάστασης. Βεβαίως, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι στην περίοδο που ο Μπρέζνιεφ ήταν ΓΓ του ΚΚΣΕ τα προβλήματα σχετικά με τη χρήση των καπιταλιστικών εργαλείων στη σοσιαλιστική οικοδόμηση συνέχισαν και οξύνθηκαν, με αποτέλεσμα το Κόμμα να χάσει τον επαναστατικό του δρόμο, με βαριές συνέπειες.
Η «Νέα σκέψη» του Γκορμπατσόφ θα σημάνει την προδοσία του σοσιαλιστικού σκοπού. Ο Γκορμπατσόφ επέστρεψε τα εδάφη που κατακτήθηκαν κατά τη διάρκεια του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, κατέστρεψε τις ένοπλες δυνάμεις της Σοβιετικής Ένωσης, άφησε τις σοσιαλιστικές χώρες στο έλεος των δυνάμεων του καπιταλισμού.
Μια τέτοια ερμηνεία της αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης είναι η μεγαλύτερη θεωρητική σύγχυση του 20ού Συνεδρίου του ΚΚΣΕ, το οποίο δικαιολόγησε μια σειρά από πολιτικά βήματα που οδήγησαν πρώτα στην αποδυνάμωση και στη συνέχεια στην ανατροπή του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος.
Ήταν λανθασμένη και εσφαλμένη η ερμηνεία της αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης. Φυσικά, ο σοσιαλισμός θα θριαμβεύσει σε παγκόσμια κλίμακα, όταν η οικονομία του θα παράγει περισσότερο και καλύτερα από τον καπιταλισμό. Αυτό δε σημαίνει, ωστόσο, ότι είναι δυνατό να εγκαταλείψει τη στρατιωτική δύναμη.
Η Σοβιετική Ένωση, με βάση την εσφαλμένη και λανθασμένη ερμηνεία της αρχής της ειρηνικής συνύπαρξης στις αρχές της δεκαετίας του 1960, εξάλειψε σημαντικό τμήμα των χερσαίων στρατευμάτων και των ναυτικών δυνάμεών της. Και στο τέλος του 1960 σύναψε με τις Ηνωμένες Πολιτείες μια σειρά συμφωνιών για τον περιορισμό και τη μείωση των εξοπλισμών, που παραβίασαν τη στρατιωτική ισορροπία που είχε κατακτηθεί με μεγάλη δυσκολία. Και έκανε τη Σοβιετική Ένωση ευάλωτη. Αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπήρχε ανάγκη για προσπάθειες αφοπλισμού, αλλά είναι γεγονός ότι όλα αυτά οδήγησαν στην κατάργηση της στρατιωτικής ισορροπίας. Δεν ήταν λάθος ο αφοπλισμός, αλλά μια σειρά από μονομερείς παραχωρήσεις προς τους Αμερικανούς. Εν απουσία μιας στρατιωτικής ισορροπίας ο σοσιαλιστικός κόσμος έγινε ευάλωτος σε όλους τους άλλους τομείς, γιατί η στρατιωτική ισορροπία είχε τη μεγαλύτερη επίδραση στις καπιταλιστικές χώρες.