Τα 100 χρόνια της απελευθέρωσης των γυναικών της Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας και η οπισθοδρόμηση και η υποδούλωση την περίοδο εγκαθίδρυσης του καπιταλισμού


Σοσιαλιστικό Κίνημα Καζακστάν

Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση υπήρξε σημείο στροφής στην ιστορία των λαών της Κεντρικής Ασίας και του Αζερμπαϊτζάν και ιδιαίτερα άλλαξε ριζικά την κοινωνική θέση των γυναικών. Η επανάσταση απέσπασε από τα δεσμά του Μεσαίωνα, της σκοτεινής σκλαβιάς και της καταπίεσης εκατομμύρια γυναικών των μουσουλμανικών και ασιατικών λαών της πρώην Τσαρικής Αυτοκρατορίας. Στην Ιστορία αυτή η διαδικασία απελευθέρωσης ονομάστηκε «Απελευθέρωση των γυναικών της Ανατολής», στην οποία πήραν μέρος άντρες και γυναίκες -επιφανείς κομματικοί και πολιτικοί παράγοντες της Σοβιετικής Ρωσίας και της Κομμουνιστικής Διεθνούς και επίσης μαζικές γυναικείες και νεολαιίστικες οργανώσεις. Συγκριτικά με την περίοδο της επαναστατικής ανόδου και άνθισης των Σοβιετικών Δημοκρατιών, η τωρινή περίοδος της νίκης της αντεπανάστασης και της εγκαθίδρυσης του καπιταλισμού συνοδεύεται από την αναγέννηση των αντιδραστικότερων συντηρητικών πατριαρχικών ερεισμάτων, από νέα υποδούλωση και από την ενίσχυση της καταπίεσης και της υπερεκμετάλλευσης των γυναικών και των παιδιών. Αυτό δείχνει για μια ακόμα φορά τη σημασία αυτού του ζητήματος για μας στην υπόθεση της ταξικής κινητοποίησης των γυναικών στις οργανώσεις τους, της προσέλκυσής τους στα μαχητικά σωματεία και στις γραμμές των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων.

Ο απελευθερωτικός ρόλος της επανάστασης για τις γυναίκες της Ανατολής

Η Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 οδήγησε στην αλλαγή όχι απλά του πολιτικού συστήματος, αλλά και της κοινωνικής τάξης, των πρακτικών της καθημερινότητας των ανθρώπων. Η σοβιετική περίοδος σηματοδοτήθηκε από ένα «ριζοσπαστικό» αναστοχασμό της παιδικής ηλικίας, πράγμα που εν πολλοίς συνδεόταν με το πρόγραμμα της απελευθέρωσης και χειραφέτησης των γυναικών. Η έξοδος της γυναίκας από τον περιορισμένο χώρο του σπιτιού και της οικογένειας απαιτούσε νομοτελειακά μια νέα κατανόηση της αναπαραγωγικής εργασίας, της φροντίδας για τα παιδιά και μια νέα κατανόηση της οικογένειας.

Αντίστοιχα, η αρχική περίοδος εγκαθίδρυσης της σοβιετικής εξουσίας χαρακτηριζόταν από σημαντικές αλλαγές στο εκπαιδευτικό σύστημα, στην προστασία της μητρότητας και της παιδικής ηλικίας, στην ανάπτυξη ιδρυμάτων για τα παιδιά, οργανώσεων. Επιπλέον, οι συνθήκες στις οποίες βρέθηκαν οι γυναίκες στις διάφορες περιοχές της τεράστιας χώρας ήταν διαφορετικές και αποτύπωναν την ιδιαιτερότητά τους στην επίσημη πολιτική των μπολσεβίκων. Πολλοί θεσμοί, συστήματα που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του 1920, συνεχίζουν να λειτουργούν μέχρι σήμερα και συχνά θεωρούνται κάτι το δεδομένο και όχι αποτέλεσμα των ριζικών μετασχηματισμών της σοβιετικής περιόδου.

Οι «γυναίκες της Ανατολής» ήταν η πιο καταπιεσμένη κατηγορία συγκριτικά με το ευρωπαϊκό τμήμα της ΕΣΣΔ. Βάση αυτή της καταπίεσης ήταν μια ιδιαιτερότητα τοπικής σημασίας: «Από αυτήν την άποψη οι γυναίκες της Κεντρικής Ασίας και του Καζακστάν ήταν καταπιεσμένες σε μεγαλύτερο βαθμό από τις γυναίκες της Κεντρικής Ρωσίας, επειδή στην ταξική και στην οικογενειακή καταπίεση έμπαινε επιπλέον και η εθνική ... Η γυναίκα βρισκόταν στη θέση του οικιακού αντικειμένου, του πράγματος, της ατομικής ιδιοκτησίας του άντρα. Ως πράγμα την αγόραζαν και την πουλούσαν με το καλίμ» [1] (ποσό που έδινε ο υποψήφιος γαμπρός στους γονείς της μέλλουσας νύφης).

Σε πολλές εργασίες της σοβιετικής περιόδου, που ερευνούσαν τη θέση της γυναίκας στην προσοβιετική Κιργιζία, σημειώνονται αρνητικές τάσεις, όπως πολυγαμία, πώληση κοριτσιών για καλίμ, κληροδοσία της γυναίκας (με το θάνατο του συζύγου στον αδερφό του), βίαιη απόσπαση ενδυμάτων, ξυλοδαρμοί, δολοφονίες κλπ. Όλα τα περιουσιακά και κληρονομικά δικαιώματα στην οικογένεια ανήκαν στο σύζυγο. Η περιουσία του θανόντος επικεφαλής του σογιού, που δεν είχε κληρονόμους αρσενικού γένους, περνούσε σε χρήση των κοντινότερων συγγενών. [2]

Επιπλέον, μέχρι την εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας στην Κεντρική Ασία το ποσοστό των εγγράμματων ήταν στους Τατζίκους 0,5%, στους Κιργίζιους 0,6%, στους Τουρκμένιους 0,7%, στους Ουζμπέκους 1,6%, στους Καζάχους 2,1°%. Κιργίζιες που ήξεραν να διαβάζουν και να γράφουν ήταν πολύ σπάνιες. [3] Σύμφωνα με τα στοιχεία της πανενωσιακής απογραφής πληθυσμού του 1926, οι εγγράμματες Κιργίζιες ήταν μόλις 0,3%. [4]

Αντίστοιχα, στα κομματικά ντοκουμέντα από τα μέσα της δεκαετίας του ’20 εμφανίζεται και μια ειδική ονομασία για την καμπάνια «απελευθέρωσης των γυναικών της Ανατολής» -«Χουτζούμ» (αραβικά «επίθεση»). Αυτή η καμπάνια περιελάμβανε, πρώτ’ απ’ όλα, την έξοδο της γυναίκας στο δημόσιο χώρο, το τράβηγμα στην κοινωνικοπολιτική δουλειά και την παραγωγική εργασία, την απελευθέρωση από μέρος των υποχρεώσεων για τη φροντίδα του σπιτιού, της οικογένειας και των παιδιών. Συχνότερα συνδέουν τη «Χουτζούμ» με ριζοσπαστικές πράξεις, όπως τη δημόσια αφαίρεση και το κάψιμο του φερετζέ ως συμβόλου καταπίεσης και δουλείας.

Στις 12 Νοέμβρη 1919 δημιουργήθηκε το τμήμα για τη δουλειά ανάμεσα στις γυναίκες (Γυναικείο Τμήμα) της Επιτροπής Περιοχής Τουρκεστάν του Κομμουνιστικού Κόμματος. Στις επαρχίες δημιουργήθηκαν τμήματα κατά τη διάρκεια του 1919-1920. Στις λειτουργίες των γυναικείων τμημάτων περιλαμβανόταν η άνοδος του επιπέδου πολιτικής συνείδησης, της γενικής γνώσης γραφής των εργατριών, αγροτισσών, νοικοκυρών, η προετοιμασία τους για δράση στα κρατικά και κοινωνικά ιδρύματα.

Το 1918 στο Πισπέκ δημιουργήθηκε η Ένωση Μουσουλμάνων Γυναικών, που συνένωνε κοπέλες και νέες γυναίκες. Τα μέλη της Ένωσης πάλευαν για το ξερίζωμα των αναβιώσεων της παλιάς οικογενειακής καθημερινότητας, ενάντια στη θρησκεία, για την εξάλειψη της κοινωνικής καθυστέρησης των γυναικών. [5]

Πρωτεργάτισσες του μαζικού γυναικείου κινήματος ανάμεσα στους μουσουλμανικούς και τους ασιατικούς λαούς της πρώην Αυτοκρατορίας ήταν οι ακτιβίστριες του Κομμουνιστικού Κόμματος Αζερμπαϊτζάν. Σύμφωνα με τα λόγια της Κλάρα Τσέτκιν, η Αϊνά Σουλτάνοβα μαζί με την Κλάβντια Ισκόβαγια ήταν επικεφαλής της κομμουνιστικής δουλειάς στις γυναίκες του Αζερμπαϊτζάν. Ζωντανό, κοφτερό μυαλό, ισχυρή θέληση, λαμπρό ταμπεραμέντο, ευαισθησία στο πώς ζουν, τι περνάνε οι διπλανοί, εξαιρετική ευρυμάθεια -είναι καταπληκτικό τι προσωπικότητα έγινε αυτή η αγρότισσα κοπελιά!

Κανένα κοινωνικό κίνημα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς δικό του έντυπο και η Αϊνά Σουλτάνοβα δημιουργεί το πρώτο στην Ανατολή γυναικείο περιοδικό, το Σαρκ Καντίνι (Γυναίκα της Ανατολής). Μαρτυρίες εκείνης της εποχής διηγούνται ότι ο Λένιν έλεγε: «Το Σαρκ Καντίνι πρέπει να γίνει το κέντρο του γυναικείου κινήματος στην Ανατολή.» Η Αϊνά Σουλτάνοβα αυτό προσπαθούσε να κάνει. Το περιοδικό έγινε βοηθός των γυναικών στη διαφώτισή τους, συνέβαλλε στην απελευθέρωση από τη δουλική ψυχολογία, από την απεριόριστη εξουσία της θρησκείας.

Η πλειοψηφία των Αζερμπαϊτζανισσών άρχιζαν βαθμιαία να νιώθουν τη γεύση της ζωής που ανοίχτηκε γι’ αυτές, να βλέπουν έναν τεράστιο, αόρατο, στο παρελθόν, κόσμο. Στην αρχή ήταν εκατοντάδες, μετά χιλιάδες... Φυσικά, ονόμαζαν και θεωρούσαν τον εαυτό τους μουσουλμάνο, όμως, αυτό που συνέβαινε γύρω τους και με τις ίδιες, στο οποίο έπαιρναν όλο και σημαντικότερο μέρος, δεν εντασσόταν με κανέναν τρόπο στα πλαίσια των ισλαμικών κανόνων και προβλέψεων. Στην πράξη, έβγαιναν όλο και περισσότερο από την εξουσία της θρησκείας.

Και η «Χουτζούμ» προετοίμαζε τις γυναίκες για όλες τις θέσεις και για τη μαζική εξόρμηση για την πλήρη απελευθέρωση. Έχοντας γίνει το 1929 πραγματικά μαζικό, αυτό το κίνημα σάρωσε πολλές οχυρώσεις και αναχώματα στο δρόμο του. Το θέμα είναι φυσικά και ότι εμφανίστηκε η οικονομική βάση για μεγάλες κοινωνικές αλλαγές στη ζωή των γυναικών μουσουλμάνων -χτίζονταν νέα εργοστάσια, δυνάμωναν τα κολχόζ, άνοιγαν σχολεία και παιδικοί σταθμοί. Όλο και περισσότερες γυναίκες τραβιόνταν στην κοινωνική και στην παραγωγική ζωή.

Επειδή ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Κεντρικής Ασίας είναι αγροτικός και νομαδικός πληθυσμός, αντίστοιχα χρειάζονταν άλλες μορφές δουλειάς απ’ ό,τι στο ευρωπαϊκό τμήμα της ΕΣΣΔ. Έτσι, διαδόθηκαν οι κόκκινες γιούρτες. Αυτές οι γιούρτες έπαιζαν το ρόλο του σημείου εξάλειψης της αγραμματοσύνης, της λέσχης, του αναγνωστηρίου βιβλιοθήκης, του συμβουλευτικού κέντρου για διάφορα ζητήματα, της αίθουσας διαλέξεων, του ιατρικού γυναικολογικού κέντρου. Οι κόκκινες γιούρτες ασχολούνταν, επίσης, με ζητήματα οργάνωσης των γυναικείων αρτέλ (χειροτεχνία, ραπτική κλπ.). Το 1925 στην επικράτεια της Κιργιζίας λειτουργούσαν πέντε κινητές κόκκινες γιούρτες για τους νομάδες. Σε τρεις γιούρτες λειτουργούσαν συνελεύσεις αντιπροσώπων, που περιλάμβαναν συνολικά 63 γυναίκες-αντιπροσώπους. [6]

Οι αντιδραστικές δυνάμεις του κλήρου, οι πλούσιοι μπέηδες και το αντεπαναστατικό αντάρτικο των μπασμάκων αντιδρούσε δραστήρια στη διαδικασία χειραφέτησης των γυναικών, οργανώνοντας επιθέσεις στις κομσομόλες, στις ακτιβίστριες του Κομμουνιστικού Κόμματος και στις μετέχουσες στο κίνημα απελευθέρωσης από τη σπιτική και τη θρησκευτική δουλεία. Μερικά μόνο παραδείγματα συγκρούσεων:

«Στο Καράσου (κοντά στην πόλη Όσα) οι μπασμάκοι έπιασαν δυο γυναίκες ακτιβίστριες, που έκαναν αγκιτάτσια για τις εκλογές αντιπροσώπων στο συνέδριο, τις σκότωσαν με κτηνωδία και πήγαν τα πτώματα στην κρεαταγορά.» [7]

«Η 22άχρονη αγωνίστρια, αντιπρόσωπος, Αλιμκάν Μαμιτκούλοβα δολοφονήθηκε από τον άντρα της μέσα στο δικαστήριο κατά την εξέταση της υπόθεσης του διαζυγίου τους. Συμμετείχε σε γυναικείες συνελεύσεις, φοιτούσε στο σχολείο εξάλειψης της αγραμματοσύνης χωρίς τη συμφωνία του άντρα της, που την έδερνε άγρια μετά από κάθε συνέλευση. Μην αντέχοντας αυτήν την ταλαιπωρία, η Αλιμκάν έκανε αίτηση διαζυγίου, όπου κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης ο άντρας της τής ρίχτηκε με το μαχαίρι και την σκότωσε» [8]

«Το μέλος του αγροτικού Σοβιέτ Αϊναμπιμπί Τζαλγκανμπάεβα διηύθυνεμια κόκκινη γιούρτα, πήγαινε στο σχολείο εξάλειψης της αγραμματοσύνης, έκανε δραστήρια δουλειά στις γυναίκες του χωριού Κιζίλ-Τουού της κοινότητα Κοτσκόρσκ. Ο άντρας της και οι συγγενείς του ήταν πολύ δυσαρεστημένοι από αυτά. Ο σύζυγος την έδερνε σκληρά. Η Αϊναμπιμπί έγραψε γι ’ αυτό στην εφημερίδα τοίχου και, πηγαίνοντας να ζήσει με τους γονείς της, συνέχιζε τις σπουδές και τη δουλειά της. Ο άντρας της την παραφύλαξε και την σκότωσε με 14 μαχαιριές. » [9]

«Το τράβηγμα των κοριτσιών και των γυναικών τηςΚιργιζίας στο σχολείο γινόταν σε πολύ δύσκολες συνθήκες. Οι μανάποι (εκπρόσωποι των ευγενών της Κιργιζίας με δικαστική εξουσία), οι μπέηδες και ο κλήρος έκαναν ενισχυμένη αγκιτάτσια ανάμεσα στον κιργιζιανό πληθυσμό ενάντια στη μόρφωση των γυναικών. Όπως θυμάται η Τουρσούν Ουσμάνοβα, που δούλεψε ορισμένο διάστημα στο Νότο της Κιργιζίας, μια φορά οι μπασμάκοι επιτέθηκαν στο σχολείο ενός χωριού στην κοινότητα Ιτσκιλίκ του χωριού Τούγια-Μουγιούν, έδειραν τις μαθήτριες και μερικές κοπέλες τις πήραν μαζί τους. » [10]

Όπως βλέπουμε, το κίνημα για την απελευθέρωση της γυναίκας από την πολιτιστική, κοινωνική, οικογενειακή καταπίεση εξώθησε στην τρομοκρατία από πλευράς αντιδραστικών δυνάμεων. Παρόλ’ αυτά, οι μπολσεβίκοι έδιναν χωριστή προσοχή στην ιδιαιτερότητα της δουλειάς με τις «γυναίκες της Ανατολής» για την ενίσχυση της κοινωνικοπολιτικής τους θέσης, για την έξοδό τους από τον ατομικό χώρο της οικογένειας και του νοικοκυριού. Τα δικαιώματα που αποκτήθηκαν εκείνη την περίοδο για παιδεία, εργασία κλπ. έγιναν η ουσιαστική βάση της χειραφέτησης των γυναικών, της βαθμιαίας αλλαγής της θέσης τους στην κοινωνία.

Για τους μπολσεβίκους ήταν, επίσης, σημαντικό να εξηγήσουν τους στόχους του απελευθερωτικού γυναικείου κινήματος, δείχνοντας την αναγκαιότητα της κοινωνικής ανατροπής. Έτσι, η Αλεξάνδρα Κολοντάι απευθύνθηκε στις γυναίκες της πρώην Τσαρικής Αυτοκρατορίας με τα ακόλουθα λόγια:

«Ας μη φοβούνται οι εργάτριες μητέρες, η κομμουνιστική κοινωνία δεν προτίθεται να πάρει τα παιδιά από τους γονείς, ν’ αποσπάσει το βρέφος από το μητρικό στήθος ή να καταστρέψει με τη βία την οικογένεια. Τίποτα τέτοιο! Θ ’ “αναλάβει ” μόνο “το υλικό βάρος της διαπαιδαγώγησης των παιδιών”, τη χαρά της πατρότητας και της μητρότητας θα την αφήσει σ’ εκείνους που είναι ικανοί να καταλάβουν και να νιώσουν αυτές τις χαρές.» [11]

Η θεμελίωση του συστήματος προστασίας της μητρότητας και του παιδιού

Το 1919 στη Μόσχα ξεκίνησαν τα πρώτα μαθήματα καθοδηγητών-οργανωτών της προστασίας της μητρότητας και του παιδιού. Το 1920 τέτοια μαθήματα γίνονταν σε 9 μεγάλες πόλεις [12]. Το 1922 στη Μόσχα ιδρύθηκε το επιστημονικό- ερευνητικό ινστιτούτο προστασίας της μητρότητας και του παιδιού (τώρα Ινστιτούτο Παιδιατρικής). Ινστιτούτα της ίδιας κατεύθυνσης άνοιξαν στην Ουκρανία (Κίεβο και Χάρκοβο), στο Αζερμπαϊτζάν (Μπακού), το Καζακστάν (Άλμα Άτα) και σε σειρά πόλεων της Ρώσικης Ομοσπονδίας (στο Λένινγκραντ, στο Ροστόφ, στο Σβέρντλοφσκ κ.α.).

Στις αρχές της δεκαετίας του 1920 το τμήμα προστασίας της μητρότητας και του παιδιού δημιουργεί δικό του εκδοτικό, που τυπώνει βιβλία και μπροσούρες με τιράζ εκατομμυρίων. Έτσι, από το 1926 μέχρι το 1927 το συνολικό τιράζ των εκδόσεων για τη φροντίδα των μικρών παιδιών είναι 1,5 εκατομμύρια αντίτυπα. Λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι σχεδόν το μισό του γυναικείου πληθυσμού είναι αγράμματο, η έντυπη προπαγάνδα ενισχύεται με τη μαζική έκδοση πλακάτ, με δημόσιες ομιλίες παιδιάτρων, με τη δημιουργία «γωνιών υγείας» στις λέσχες και στις καλύβες-αναγνωστήρια. [13]

Το 1922 σε κάθε 10.000 κατοίκους της Κιργιζίας αναλογούσε μισός γιατρός. Το 1940 αυτός ο δείκτης ανέβηκε στους 3,8 γιατρούς. Αντίστοιχα, την προεπαναστατική περίοδο το επίπεδο παροχής ιατρικής βοήθειας ήταν αρκετά χαμηλό, ενώ στην πράξη δεν υπήρχε καθόλου γυναικολογική βοήθεια.

Έτσι, τη δεκαετία του 1920 μπαίνουν τα θεμέλια της ανάπτυξης του συστήματος προστασίας της μητρότητας και του παιδιού, εμφανίζονται τα πρώτα δωρεάν παιδικά ιδρύματα, η γυναικεία και η παιδική συμβουλευτική. Όμως, εκείνη την περίοδο ο αριθμός αυτών των ιδρυμάτων ήταν τόσο ασήμαντος που με δυσκολία μπορούμε να μιλάμε για μια ουσιαστική αλλαγή της «καθημερινότητας» για εκείνη την περίοδο. Όπως δείχνουν τα δεδομένα, ένα λίγο-πολύ αναπτυγμένο δίκτυο ιδρυμάτων προστασίας της μητρότητας και του παιδιού εμφανίστηκε κατά τη μεταπολεμική περίοδο (από το τέλος της δεκαετίας του 1940). Όμως, είναι σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι ακριβώς εκείνη την περίοδο μπαίνουν τα νομοθετικά θεμέλια αυτού του συστήματος.

Με το διάταγμα του Σοβιέτ των Λαϊκών Επιτρόπων της 4ης Φλεβάρη 1919, ιδρύθηκε ειδικό όργανο για το συντονισμό της δράσης όλων των υπηρεσιών και οργανώσεων για την προστασία του παιδιού -το Σοβιέτ υπεράσπισης των παιδιών, που αργότερα αναδιοργανώθηκε σ’ επιτροπή για τη βελτίωση της ζωής των παιδιών (Παιδική Επιτροπή της ΠΚΕΕ). Ακόμα νωρίτερα με το διάταγμα του ΣΛΕ της 9ης Γενάρη 1918 δημιουργήθηκε η Επιτροπή για τους ανηλίκους. Στην αρμοδιότητα αυτών των οργάνων εντασσόταν η έκδοση υποχρεωτικών αποφάσεων για όλο το κράτος, που αφορούσαν την προστασία της υγείας των παιδιών, την οργάνωση της διατροφής, την τροφοδοσία κλπ. και ακόμα την εφαρμογή τους στην πράξη. [14]

Τα Συντάγματα της ΣΟΣΔΡ του 1918 και του 1936 διακήρυξαν το χωρισμό του σχολείου από την Εκκλησία και έδωσαν τη δυνατότητα στα παιδιά να έχουν δωρεάν παιδεία. Πολύ μεγάλη σημασία είχε η «Απόφαση για το ενιαίο εργασιακό σχολείο της ΣΟΣΔΡ» (δημοσιεύτηκε στις 16 Οκτώβρη 1918), αντίστοιχα με την οποία δημιουργήθηκε το ενιαίο 9χρονο σχολείο εργασίας, που είχε δυο βαθμίδες, την υποχρεωτική για παιδιά και εφήβους από 8 μέχρι 17 ετών, με δωρεάν και από κοινού φοίτηση παιδιών και των δυο φύλων στη μητρική τους γλώσσα. Από το ακαδημαϊκό έτος 1923-1924 στις αγροτικές περιοχές στη βάση του σχολείου της πρώτης βαθμίδας άρχισαν να εμφανίζονται σχολεία της αγροτικής νεολαίας (ΣΑΝ) με τριετή διάρκεια φοίτησης στη σύνθεση των τάξεων 5-7. [15]

Πολλά μέτρα που πάρθηκαν τη σοβιετική περίοδο είχαν ριζική επίδραση στη θέση της γυναίκας στην κοινωνία στο Σοβιετικό Καζακστάν. Την πρώιμη ακριβώς περίοδο της σοβιετικής εξουσίας οι γυναίκες πήραν τέτοια δικαιώματα, όπως το δικαίωμα στην παιδεία, στην εργασία, στην κατοχή περιουσίας κλπ., διαμορφώθηκαν οι βάσεις των συστημάτων προστασίας της μητρότητας και του παιδιού.

Η πολιτική απελευθέρωσης της γυναίκας της Ανατολής, η ισότητα με τον άντρα, η απαγόρευση της κάλυψης, της πώλησης νυφών, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και στα επαγγέλματα είναι, μάλλον, μια από τις μεγαλύτερες κατακτήσεις της εκπολιτιστικής πολιτικής της ΕΣΣΔ ειδικά και του παγκόσμιου σοσιαλιστικού γυναικείου κινήματος γενικότερα. Δυστυχώς, αυτή η βασική κατάκτηση στο δικό μας σύγχρονο κόσμο βαθμιαία χάνεται. Αυτό σχετίζεται με την εγκαθίδρυση της καπιταλιστικής οικονομίας, με την επιστροφή των άγριων μορφών υποδούλωσης, από την οποία υπέφεραν περισσότερο απ’ όλους οι γυναίκες και τα παιδιά.

Η κατάσταση των γυναικών στο Καζακστάν και την Κεντρική Ασία μετά από την εγκαθίδρυση του καπιταλισμού

Οι κατακτήσεις της ΕΣΣΔ στην υπόθεση της υπεράσπισης των δικαιωμάτων των γυναικών, των μητέρων και των παιδιών είναι αναμφισβήτητες. Μαζί με το νέο κράτος, οι γυναίκες, ωθούμενες από την Επανάσταση, πέρασαν όλες τις δοκιμασίες του Μεγάλου Πατριωτικού Πολέμου, υπερασπίστηκαν εξίσου με τους άντρες την ανεξαρτησία της χώρας τους, έγιναν το πρότυπο των μεγάλων αλλαγών, που έγιναν στην άλλοτε κλειστή μισοφεουδαρχική κοινωνία. Αυτές οι κατακτήσεις είναι ακόμα πιο σημαντικές στο φόντο των σημερινών αγοραίων πειραμάτων, της πλήρους ανατροπής των κοινωνικών εγγυήσεων και των κατακτήσεων του Οκτώβρη, από την οποία υπέφεραν πρώτ’ απ’ όλα οι γυναίκες. Τώρα ακόμα και η παλιά γιορτή της 8ης Μάρτη παίρνει στο Καζακστάν την πρωταρχική ταξική και επαναστατική της σημασία.

Στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα οι γυναίκες ακριβώς βρίσκονται στην πιο καταπιεσμένη θέση, επειδή παίρνουν λιγότερα από τους άντρες για ίση εργασία στους διάφορους κλάδους, υφίστανται φυλετικές διακρίσεις και σεξουαλική εκμετάλλευση, επιπλέον πάνω τους πέφτει το βάρος της σπιτικής εργασίας και της εξυπηρέτησης της καθημερινότητας του άντρα και της διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Οι πλέον άσχημες μορφές αυτής της καταπίεσης των γυναικών άνθισαν μ’ έντονο χρώμα στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας. Σήμερα, όπως και στις αρχές του 20ού αιώνα, σύμφωνα με τα λόγια του Λένιν, πολλές γυναίκες είναι «οικιακές σκλάβες», όταν τις ιδιαίτερα νέες κοπέλες τις σπρώχνουν ξανά στην κατάσταση του άφωνου ζώου.

Οι αγοραίες καπιταλιστικές μεταρρυθμίσεις πραγματοποιήθηκαν με τη μεγαλύτερη σκληρότητα και ταχύτητα στο Καζακστάν, όπου εφαρμόστηκε νέος εργασιακός κώδικας και άλλαξε η κοινωνική νομοθεσία, που στέρησε από τις γυναίκες πολλές εγγυήσεις, προνόμια, ευκολίες, πληρωμένη άδεια ανατροφής. Παντού στις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας καταργήθηκαν οι δωρεάν παιδικοί σταθμοί, διαλύθηκαν πολλά προσχολικά ιδρύματα, σπίτια πολιτισμού, σπίτια πιονιέρων για τα παιδιά, διαλύθηκαν οι σοβιετικές γυναικείες οργανώσεις.

Στο Καζακστάν το 2012 έγινε νέα μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού, που οδήγησε σε αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης για τις γυναίκες από τα 58 στα 63 χρόνια. Μόνο χάρη στις διαδηλώσεις, στις διαμαρτυρίες και στις πολυάριθμες παραστάσεις ο πρόεδρος Ναζαρμπάγιεφ, φοβούμενος την ανάπτυξη του κινήματος διαμαρτυρίας των γυναικών, αναγκάστηκε ν’ αναβάλει την εφαρμογή της μεταρρύθμισης μέχρι την 1η Γενάρη 2018.

Οι γυναίκες γίνονται και θύματα της μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας στο Καζακστάν. Έτσι, κατά την εφαρμογή του συστήματος υποχρεωτικής ιατρικής ασφάλισης, τη δωρεάν πρόσβαση χάνουν στην πλειοψηφία των περιπτώσεων οι γυναίκες, επειδή αποτελούν τη μερίδα του λέοντος των «αυτοαπασχολούμενων», που στη χώρα είναι πάνω από τρία εκατομμύρια άνθρωποι. Το θέμα είναι ότι οι «αυτοαπασχολούμενοι» πρέπει να πληρώνουν φόρο για τη λήψη ιατρικής ασφάλισης, που η βασική μάζα δεν μπορεί να πληρώσει.

Το 2016 στο Καζακστάν οι μισθοί των γυναικών και των αντρών είχαν σημαντική διαφορά ανά σφαίρα απασχόλησης, όπως λέγεται στην έρευνα του πόρταλ Ranking.kz [16] Τα δεδομένα του περασμένου έτους δείχνουν ότι τις γυναίκες τις παίρνουν χειρότερα στη δουλειά και τις πληρώνουν λιγότερο, ενώ οι άντρες παίρνουν περισσότερα σχεδόν σε όλες τις σφαίρες δραστηριότητας. Η διαφορά στους μισθούς φτάνει το 42%, το ύψος της επίσημης γυναικείας ανεργίας είναι 5,5%, έναντι 4,4% των αντρών.

Ο διαχειριστής του χαμπ της Άλμα Άτα Global Shapers -μιας πρωτοβουλίας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ- Γκαουχάρ Νούρσα παρουσιάζει τα στοιχεία της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας, σύμφωνα με τα οποία η γυναικεία ανεργία στο Καζακστάν έφτασε ήδη το 6,1%. Ακόμα λιγότερη αισιοδοξία προκαλεί το γεγονός ότι, για παράδειγμα, στο χωριό η άνεργη γυναίκα, κατά κανόνα, δεν έχει ούτε ανώτερη μόρφωση, ούτε εργασιακή εμπειρία.

Οι γυναίκες στο Καζακστάν είναι περισσότερες και ανάμεσα στους «αυτοαπασχολούμενους», σημειώνει η ειδική προγραμματισμού της πολυεθνικής δομής «ΟΗΕ - Γυναίκες» στην Κεντρική Ασία Ναργκίς Αζίζοβα. «Μεταξύ των απασχολουμένων με σύμβαση αστικού δικαίου για την παροχή υπηρεσιών ο αριθμός των γυναικών το 2016 ήταν 1.250 άτομα, των αντρών 696 άτομα. Ο αριθμός των γυναικών που απασχολούνται σε φυσικά πρόσωπα (οικιακές βοηθοί), το 2016 ήταν 290.068 άτομα, σχεδόν 40.000 περισσότερες από τους άντρες» [17], ήταν το παράδειγμα που έφερε η ειδικός.

Εκτός από αυτό, για τη χώρα μας είναι χαρακτηριστική η ανισόμετρη κατανομή των αντρών και των γυναικών στα διαφορετικά επίπεδα -τόσο στο εσωτερικό ενός επαγγέλματος, όσο και στα διαφορετικά. «Μεταξύ των ειδικών ανώτερου επιπέδου ειδίκευσης το ποσοστό των γυναικών είναι 65,4% και των αντρών 34,6%», υπογράμμισε η ειδικός. Σύμφωνα με προβλέψεις ερευνητών του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, ξεκινώντας από την τρέχουσα κατάσταση της προόδου στην ισοτιμία των φύλων στις χώρες του κόσμου, το φυλετικό χάσμα στην Κεντρική Ασία μπορεί να ξεπεραστεί μόνο μετά από 149 χρόνια.

Η οπισθοδρόμηση δεν άγγιξε μόνο τις εργασιακές, αλλά και τις οικογενειακές σχέσεις και οδήγησε στην επιστροφή της υποτελούς θέσης των γυναικών στους άντρες και των κοριτσιών στους γονείς. Από τη δεκαετία του ’90 στο Ουζμπεκιστάν, στο Κιργιστάν, στο Τουρκμενιστάν, στο Τατζικιστάν και στο Καζακστάν άρχισαν ν’ ασκούν την πρακτική να παντρεύουν κορίτσια και νεαρές κοπέλες για καλίμ, διαδόθηκε η βίαιη κλοπή των νυφών, που τελείωνε με ξυλοδαρμό και σεξουαλική σκλαβιά. Αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των αγράμματων γυναικών. Στο Τατζικιστάν, για παράδειγμα, μεγάλωσε μια ολόκληρη γενιά κοριτσιών 1820 ετών από τις οποίες πάνω από το 50% δεν πήγε καθόλου σχολείο και ασχολούταν με το νοικοκυριό ή δούλευε στα χωράφια.

Η κατάσταση χειροτερεύει με την άνοδο του θρησκευτικού σκοταδισμού, που συμβάλλει ακόμα περισσότερο στην υποδούλωση των γυναικών της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας. Αυτό είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό για το Τατζικιστάν, το Νότο του Κιργιστάν και μια σειρά περιοχών του Ουζμπεκιστάν. Η πολυγαμία γίνεται καθημερινό φαινόμενο, ενώ στο Καζακστάν ένα τμήμα της αστικής τάξης εφαρμόζει το σύστημα της συντήρησης νεαρών γυναικών και κοριτσιών που παίζουν το ρόλο των συμπληρωματικών συζύγων.

Αυτές οι άγριες αρχές καλλιεργούνται από τα πάνω, από την άρχουσα τάξη, εμφυτεύονται συνειδητά μέσω του κηρύγματος σ’ επίσημο επίπεδο εθνικιστικών συντηρητικών και πατριαρχικών ιδεών. Η άρχουσα τάξη, βρισκόμενη στην εξουσία, προσπαθεί ακόμα ν’ απομονώσει τους λαούς της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας, μέσω της εισαγωγής του λατινικού αλφαβήτου στις εθνικές γλώσσες και μέσω της αποστέρησης της νέας γενιάς από την πρόσβαση στη σοβιετική πολιτιστική, επιστημονική και λογοτεχνική κληρονομιά. Αυτό, αναμφισβήτητα, συνοδεύεται από μια γενική πτώση του επιπέδου της παιδείας της νεολαίας και των γυναικών.

Το πρόβλημα της καταναγκαστικής εργασίας των γυναικών και των παιδιών

Ο πιο απαράδεκτος παράγοντας καταπίεσης των γυναικών και των παιδιών είναι η χρησιμοποίηση της καταναγκαστικής τους εργασίας στις φυτείες βαμβακιού και καπνού του Ουζμπεκιστάν και του Καζακστάν. Σύμφωνα με διάφορες εκτιμήσεις, μόνο στο Καζακστάν κάθε χρόνο χρησιμοποιούνται από 300.000 μέχρι 400.000 εποχικοί εργάτες από το γειτονικό Ουζμπεκιστάν, το Κιργιστάν και από τους εσωτερικούς μετανάστες, μεταξύ των οποίων τη μερίδα του λέοντος αποτελούν οι γυναίκες και τα παιδιά, που παίρνουν μισθό δυο και τρεις φορές μικρότερο από των αντρών και ζουν σε τρομακτικές συνθήκες με δουλειά 14-16 ώρες τη μέρα χωρίς αργίες.

Το μεγαλύτερο αίσχος είναι ο θεσμός της δουλείας, όταν οι εποχικοί εργαζόμενοι και οι εργαζόμενοι μετανάστες κρατούνται με τη βία στα νοικοκυριά των φάρμερ και των γαιοκτημόνων. Οι εκθέσεις δυτικών οργανώσεων υπεράσπισης των δικαιωμάτων, διεθνών συνδικάτων και παρατηρητών της Παγκόσμιας Οργάνωσης Εργασίας επιβεβαιώνουν περιστατικά δραστήριας εφαρμογής της καταναγκαστικής εργασίας γυναικών και παιδιών, δείχνοντας τη διάδοση αυτού του φαινομένου στο Ουζμπεκιστάν.

«Οι Ουζμπέκες γυναίκες και τα παιδιά υφίστανται σεξουαλικό εμπόριο στη Μέση Ανατολή, στην Ευρασία και στην Ασία και επίσης σε τοπικά πορνεία, λέσχες και ιδιωτικές κατοικίες. Οι Ουζμπέκοι άντρες και, σε μικρότερο βαθμό, οι γυναίκες, υφίστανται καταναγκαστική εργασία στο Καζακστάν στις κατασκευές, στους κλάδους του πετρελαίου, αερίου, του λιανικού εμπορίου και του επισιτισμού και στην αγροτική οικονομία», σημειώνεται στην έκθεση των υπερασπιστών των δικαιωμάτων από το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. [18]

Αυτή η τάση διατηρείται στη διάρκεια των τελευταίων πέντε χρόνων. Όπως σημειώνεται στην έκθεση, η κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν δεν κάνει σοβαρές προσπάθειες για την εξάλειψη αυτών των φαινομένων. Το πιο ενδιαφέρον είναι ότι η καταναγκαστική και ακόμα και η δουλική εργασία στις βαμβακοφυτείες πραγματοποιείται στα πλαίσια κοινών προγραμμάτων της Παγκόσμιας Τράπεζας με την κυβέρνηση του Ουζμπεκιστάν! Είναι φυσικό ότι τα στελέχη της κυβέρνησης και οι μάνατζερ της Παγκόσμιας Τράπεζας βιάστηκαν να κρύψουν αυτά τα γεγονότα και ανακοίνωσαν ότι τη δεδομένη στιγμή όλα τα προβλήματα έχουν ξεπεραστεί.

«Το 2015 έγινε δυνατό να πραγματοποιηθεί εξέταση της χρήσης καταναγκαστικής εργασίας γυναικών στον τομέα της βαμβακοπαραγωγής του Ουζμπεκιστάν», ανακοίνωσε ο περιφερειακός διευθυντής της Παγκόσμιας Τράπεζας για την Κεντρική Ασία Σαρότζ Κουμάρ Ντζα, σύμφωνα με δελτίο Τύπου. Κατά τη γνώμη του, «αυτό αποτελεί μαρτυρία της σημαντικής προόδου στις μακροχρόνιες στρατηγικές μας σχέσεις με τις Αρχές του Ουζμπεκιστάν. » [19]

Παρόλ’ αυτά, η καταναγκαστική εργασία χρησιμοποιήθηκε πλατιά στη συγκομιδή της σοδειάς βαμβακιού το 2016. Η κυβέρνηση συνέχισε ν’ απαιτεί από τους φάρμερ και τα τοπικά στελέχη να υλοποιούν τους κρατικούς κανονισμούς (νόρμες) για την παραγωγή βαμβακιού και να καθορίζουν χαμηλές τιμές για το βαμβάκι και τους μισθούς των μισθωτών εργατών, πράγμα που οδήγησε σε μια ευρείας κλίμακας κινητοποίηση του πληθυσμού.

Έτσι, στην 115 σελίδων έκθεση «Δεν μπορούμε να πάψουμε τη συγκομιδή του βαμβακιού. Η καταναγκαστική και η παιδική εργασία που σχετίζεται με τα επενδυτικά σχέδια της Ομάδας της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Ουζμπεκιστάν» (https://www.hrw.org/report/2017/06/27/we-cant-refuse-pick-cotton/forced-and-child-labor-linked-world-bank-group), γίνεται λεπτομερής διήγηση του πώς οι Αρχές του Ουζμπεκιστάν ανάγκαζαν τους σπουδαστές, τους καθηγητές, τους υγειονομικούς, άλλους δημόσιους υπαλλήλους, εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και σε μερικές περιπτώσεις και παιδιά να μαζεύουν βαμβάκι το 2015 και το 2016. Οι Αρχές απειλούσαν τους ανθρώπους με απόλυση, παύση των κοινωνικών επιδομάτων, αποβολή των σπουδαστών από τα μαθήματα και διαγραφή τους από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, εάν αρνούνταν να δουλέψουν στο βαμβάκι. [20]

«Η αποστολή της Παγκόσμιας Τράπεζας συνίσταται στην πάλη με τη φτώχεια, ενώ εν τω μεταξύ εκείνοι ακριβώς οι άνθρωποι που ζουν μέσα στη φτώχεια είναι περισσότερο ευάλωτοι στην καταναγκαστική και παιδική εργασία στο Ουζμπεκιστάν», σημείωσε η Τζέσικα Έβανς, ερευνήτρια του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για ζητήματα επιχειρηματικότητας και δικαιωμάτων του ανθρώπου και μια από τις συγγραφείς της έκθεσης. «Η Παγκόσμια Τράπεζα οφείλει να πάψει τη χρηματοδότηση προγραμμάτων που ενισχύουν το σύστημα της καταναγκαστικής εργασίας στη χώρα και αντ’ αυτού να δώσει προτεραιότητα σε πρωτοβουλίες που κατευθύνονται στην ικανοποίηση των κοινωνικοοικονομικών αναγκών όσων ζουν στη φτώχεια. » [21]

Μια παρόμοια εικόνα διαμορφώθηκε και στις καπνοφυτείες του Καζακστάν, που εξυπηρετούν γνωστές αμερικανικές εταιρίες, μεταξύ των οποίων το γίγαντα των τσιγάρων Philip Morris International [22]. Προκύπτει ότι τα διεθνή ιμπεριαλιστικά κέντρα και ιδρύματα όπως η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και επίσης διεθνικές συμπράξεις και εταιρίες, τόσο δυτικές όσο και κινεζικές, που ενδιαφέρονται για φτηνή εργατική δύναμη, υψηλά ποσοστά κέρδους και χαμηλή απαιτητικότητα στη σφαίρα της εξασφάλισης συνθηκών εργασίας είναι το φυτώριο της καταναγκαστικής εργασίας των γυναικών και των παιδιών στις Δημοκρατίες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας.

Τρανταχτές περιπτώσεις υπερεκμετάλλευσης γυναικών δεν υπάρχουν μόνο στην αγροτική οικονομία, αλλά και στην εξορυκτική βιομηχανία του ίδιου του Καζακστάν, όπου στα δυτικά της χώρας οι κινεζικές εταιρίες («Ακτομπεμουναϊγκάζ») στο τέλος αρνήθηκαν να πληρώσουν αποζημίωση για τη βλάβη της υγείας γυναικών ως αποτέλεσμα της εργασίας σε βλαβερές συνθήκες εργασίας και με συνεχείς διαρροές μεθανίου και υδροθείου στις πηγές πετρελαίου και αερίου.

Όλα τα γεγονότα που απαριθμήσαμε μαρτυρούν ότι η εγκαθίδρυση του καπιταλισμού στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας αποτέλεσε οπισθοδρόμηση σε όλες τις σφαίρες και τους τομείς της κοινωνικής ζωής, οδήγησε σε μια πραγματική κοινωνική καταστροφή, σε διαδικασίες αποβιομηχάνισης, σ’ εκροή μέρους του πληθυσμού και των ικανών για εργασία πολιτών από αυτές τις χώρες και καταδίκασε στην εξαθλίωση και στη σκλαβιά εκατομμύρια εργαζόμενων, μεταξύ των οποίων σημαντικό αριθμό γυναικών και παιδιών.

Η ανάγκη ξεπεράσματος των συνθηκών δικτατορίας

Το πρόβλημα της δημιουργίας γυναικείου κινήματος στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας και της δημιουργίας οργανωμένης αντίστασης στην καταπίεση συνίσταται στο ότι τώρα στην πράξη δεν υπάρχουν μαζικές οργανώσεις που να εκπροσωπούν τα συμφέροντα των εργατριών ή των καταπιεζόμενων γυναικών, που υφίστανται εργασιακή και σεξουαλική εκμετάλλευση ή καταναγκαστική εργασία. Τα δικτατορικά καθεστώτα των χωρών της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας δε δίνουν τη δυνατότητα δημιουργίας τους.

Συχνά τα περιστατικά δουλείας και καταναγκαστικής εργασίας των γυναικών και των παιδιών στους διάφορους κλάδους τα αποκαλύπτουν μόνο ενώσεις υπεράσπισης των δικαιωμάτων και οι λεγόμενες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, που εκπροσωπούν διάφορες αστικές τάσεις του φεμινισμού, τα δεδομένα των οποίων, επίσης, μπορούν να μην είναι αντικειμενικά και να μην αγκαλιάζουν τις κοινωνικές αιτίες της εξέλιξης του δεδομένου φαινομένου.

Τα Ανεξάρτητα Συνδικάτα στο Καζακστάν ξεριζώνονται από παντού, οι συνδικαλιστές, ανάμεσα στους οποίους και πολλές γυναίκες, υφίστανται διώξεις. Οι οργανώσεις που έχουν απομείνει και ονομάζουν τον εαυτό τους «σωματεία» αποτελούν δομές φιλικές προς τις Αρχές και δε σημειώνουν το πρόβλημα της υπερεκμετάλλευσης των γυναικών στην παραγωγή και την αγροτική οικονομία. Σωματεία δεν υπάρχουν στο Ουζμπεκιστάν, το Τουρκμενιστάν και το Τατζικιστάν.

Σε αυτά πρέπει να προστεθεί η απαγόρευση, σε διαφορετικό χρόνο, της δράσης των Κομμουνιστικών Κομμάτων στο Ουζμπεκιστάν, στο Τουρκμενιστάν και στο Καζακστάν ή ο ευνουχισμός και η υποταγή τους στην άρχουσα τάξη στο Τατζικιστάν και εν μέρει στο Κιργιστάν. Το στρώμα που βρίσκεται στην εξουσία στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας απομάκρυνε συνειδητά τα Κομμουνιστικά Κόμματα από το πολιτικό πεδίο κατά τις δεκαετίες του 1990 και του 2000, ως το μοναδικό παράγοντα που είναι ικανός να ενώσει πλατιά στρώματα γι’ αντίδραση στις αγοραίες μεταρρυθμίσεις και στην καταστροφή στην πράξη του κοινωνικού συστήματος πρόνοιας.

Η αστική τάξη του Καζακστάν, του Ουζμπεκιστάν, του Τατζικιστάν, του Τουρκμενιστάν, του Κιργιστάν και όλος ο κρατικός μηχανισμός αποτελούν κυρίως αγωγό της πολιτικής των διεθνικών ενώσεων και των διάφορων ιμπεριαλιστικών κέντρων. Αυτή η σκοτεινή δύναμη δεν αναγνώριζε και δεν αναγνωρίζει κανένα νόμο, εκτός από το νόμο του μέγιστου κέρδους. Δεν αναγνώριζε και δεν αναγνωρίζει κανένα εθνικό, πολιτιστικό ή ηθικό εμπόδιο στην αναζήτηση φτηνής εργατικής δύναμης, τομέων επένδυσης κεφαλαίου, φτηνών πρώτων υλών, νέων αγορών. Δεν υπάρχουν εγκλήματα που δε θα έκανε για να πετύχει τους στόχους της.

Όλ’ αυτά για μια ακόμα φορά αποδεικνύουν ότι δεν είναι δυνατή η προοδευτική ανάπτυξη του Καζακστάν και των χωρών της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας σε καπιταλιστική βάση. Στη βαρβαρότητα μπορούμε ν’ αντιπαραθέσουμε μόνο το σοσιαλισμό. Γι’ αυτό η πάλη για το σοσιαλισμό είναι το πρωταρχικό καθήκον της Οργάνωσής μας. Σε αυτήν την κατάσταση καταλαβαίνουμε και δηλώνουμε ότι η κοινωνική και πολιτική απελευθέρωση των γυναικών είναι αδύνατη χωρίς το τράβηγμά τους στην πολιτική πάλη ενάντια στα τωρινά αστικά δικτατορικά καθεστώτα, χωρίς τη συμμετοχή τους στη δημιουργία των δομών ενός νέου εργατικού κινήματος και στις διαδικασίες αναγέννησης των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων.

Από τη δική μας πλευρά καταλαβαίνουμε επίσης τη σημασία των γυναικείων δικτύων στα πλαίσια οργανώσεων για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των δασκάλων, των γιατρών και των δημοσίων υπαλλήλων από τις προσπάθειες της κυβέρνησης να ιδιωτικοποιήσει τον κοινωνικό τομέα και να πραγματοποιήσει μαζικές μειώσεις (απολύσεις), στα πλαίσια των κοινωνικών κινημάτων εναντίον της αύξησης των τιμών στις κοινωνικές υπηρεσίες και υπέρ της εθνικοποίησης κάτω από τον έλεγχο των κατοίκων του συστήματος της οικοδόμησης και εξυπηρέτησης της κατοικίας και επίσης των κινημάτων για την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των οφειλετών που βρίσκονται σε αδυναμία να πληρώσουν και έχουν υποθήκες.

Σημαντική είναι τώρα και η οργάνωση πλατιών καμπανιών με τη συμμετοχή γυναικών ενάντια στις αντικοινωνικές μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση του υγειονομικού συστήματος, της εκπαίδευσης, της κατάργησης των παιδικών επιδομάτων, της αύξησης της ηλικίας συνταξιοδότησης και της περαιτέρω ανάπτυξης του ιδιωτικού αποταμιευτικού συστήματος συντάξεων. Η συμμετοχή σε αυτήν την πάλη συμβάλλει στην εξάλειψη των ιδεών του φιλελεύθερου φεμινισμού και των αγοραίων αυταπατών.

Από την άλλη πλευρά, εμείς πρέπει να δείχνουμε συνέχεια στις μάζες στην προπαγάνδα μας την πρόδηλη αντίθεση μεταξύ των κατακτήσεων της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης στην ΕΣΣΔ, περιλαμβανομένων και αυτών που αφορούσαν την υπόθεση της προστασίας της μητρότητας και του παιδιού και της απελευθέρωσης της γυναίκας, με το σημερινό χάος της καταπίεσης και της σκλαβιάς, με το σκοπό της τεκμηρίωσης της αναγκαιότητας της επαναστατικής πάλης με την εξουσία του κεφαλαίου, τόσο στο Καζακστάν όσο και στις χώρες της πρώην Σοβιετικής Κεντρικής Ασίας!


[1] Ζ. Σ. Τατιμπέκοβα, Ο μεγάλος Οκτώβρης και οι γυναίκες του Κιργιστάν, σελ. 12-13, Φρούνζε, 1975· Татыбекова Ж.С. Великий Октябрь и женщины Киргизстана. Фрунзе: Кыргызстан, 1975. С. 12-13. 

[2] Ζ. Σ. Τατιμπέκοβα, Ο μεγάλος Οκτώβρης και οι γυναίκες του Κιργιστάν, σελ. 172, Φρούνζε, 1975· Татыбекова Ж.С. Великий Октябрь и женщины Киргизстана. Фрунзе: Кыргызстан, 1975. С. 172. Σ. Καρακέεβα, Η διαμόρφωση σοσιαλιστικών σχέσεων στην οικογένεια και την καθημερινότητα των Κιργιζίων. Η εδραίωση των σοσιαλιστικών σχέσεων στην Κιργιζία και η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας, Ινστιτούτο ιστορίας της Ακαδημίας επιστημών της ΣΣΔ Κιργιζίας, σελ. 148-156, Γρούνζε Ίλιμ, 1978· Каракеева С. Становление социалистических отношений в семье и быте киргизов // Утверждение социалистических отношений в Киргизии и коммунистическое воспитание молодежи / Институт истории Академии Наук Киргизской ССР. Фрунзе: Илим, 1978. С. 148-156. Σ. Λιουμπίμοβα, Πώς ζουν και δουλεύουν οι γυναίκες της Κεντρικής Ασίας, Βιβλιοθήκη της εργάτριας και της αγρότισσας, σειρά «Σοβιετική Ανατολή», Νο 1, σελ. 30, Μόσχα-Λένινγκραντ, Κρατικές Εκδόσεις, 1925· Любимова С. Как живут и работают женщины Средней Азии / Библиотечка работницы и крестьянки / Серия «Советский Восток». № 1. М.–Л.: Государственное издательство, 1925. 30 с. Α. Νούχαρτ, Ο Οκτώβρης και η γυναίκα της Ανατολής, Βιβλιοθήκη της εργάτριας και της αγρότισσας, σελ. 92, Μόσχα- Λένινγκραντ, Κρατικές Εκδόσεις, 1927· Нухарт А. Октябрь и женщина Востока / Библиотечка работницы и крестьянки. М.–Л.: Государственное издательство, 1927. 92 с. 

[3] Σ. Σ. Ντανιγιάροφ, Η υλοποίηση του λενινιστικού προγράμματος της πολιτιστικής επανάστασης στην Κεντρική Ασία, σελ. 264, Φρούνζε, 1972· Данияров С.С. Осуществление ленинской программы культурной революции в Средней Азии. Фрунзе: Кыргызстан, 1972. 264 с. 

[4] Α. Κανιμέτοφ, Η ανάπτυξη της λαϊκής παιδείας στη Σοβιετική Κεντρική Ασία, σελ. 33, Φρούνζε, Μεκτέπ, 1969· Каниметов А. Развитие народного образования в Советской Средней Азии. Фрунзе: Мектеп, 1969. С. 33. 

[5] Σ. Καρακέεβα, Η διαμόρφωση σοσιαλιστικών σχέσεων στην οικογένεια και την καθημερινότητα των Κιργιζίων. Η εδραίωση των σοσιαλιστικών σχέσεων στην Κιργιζία και η κομμουνιστική διαπαιδαγώγηση της νεολαίας, Ινστιτούτο ιστορίας της Ακαδημίας επιστημών της ΣΣΔ Κιργιζίας, σελ. 149, Γρούνζε Ίλιμ, 1978· Каракеева С. Становление социалистических отношений в семье и быте киргизов // Утверждение социалистических отношений в Киргизии и коммунистическое воспитание молодежи / Институт истории Академии Наук Киргизской ССР. Фрунзе: Илим, 1978. С. 149.

[6] Α. Νούχαρτ, Γιούρτες-νομάδες. Για τη δουλειά των γυναικείων κόκκινων γούρτων, σελ. 56, Μόσχα, Τσεντριζντάτ, 1929, Για τη δουλειά των κόκκινων γιούρτων, 22 Ιούνη 1925. Нухарт А. Юртыкочевки. К работе женских красных юрт. М.: Центриздат, 1929. 56 с.; О работе красных юрт. 22 июня 1925 г.

[7] Ζ. Σ. Τατιμπέκοβα, Ο μεγάλος Οκτώβρης και οι γυναίκες του Κιργιστάν, σελ. 25, Φρούνζε, 1975 Татыбекова Ж.С. Великий Октябрь и женщины Киргизстана. Фрунзе: Кыргызстан, 1975. С. 25.

[8] Ζ.Σ. Τατιμπέκοβα, Η απελευθέρωση της Κιργίζιας γυναίκας από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση (1917-1936), σελ. 62· Татыбекова Ж.С. Раскрепощение женщины киргизки Великой Октябрьской Социалистической Революцией (1917–1936 гг.). С. 62.

[9] Ζ.Σ. Τατιμπέκοβα, Η απελευθέρωση της Κιργίζιας γυναίκας από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση (1917-1936), σελ. 104· Татыбекова Ж.С. Раскрепощение женщины киргизки Великой Октябрьской Социалистической Революцией (1917–1936 гг.). С. 104.

[10] Ζ.Σ. Τατιμπέκοβα, Ο μεγάλος Οκτώβρης και οι γυναίκες του Κιργιστάν, σελ. 29.

[11] Α. Κολοντάι, Οικογένεια και κομμουνιστικό κράτος, σελ. 21, 1918.

[12] Λαϊκή οικονομία της ΕΣΣΔ 1922-1982, ΚΣΥ ΕΣΣΔ, σελ. 403-404, Οικονομικά και Στατιστική, Μόσχα, 1982· Народное хозяйство СССР 1922–1982 / ЦСУ СССР. М.: Финансы и статистика, 1982. С. 403–404.

[13] Ζ.Σ. Τατιμπέκοβα, Η απελευθέρωση της Κιργίζιας γυναίκας από τη Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση (1917-1936), σελ. 89, 95.

[14] Α. Β. Φαντέεφ, Η δημιουργία του συστήματος προστασίας της μητρότητας και του παιδιού και η παιδική θνησιμότητα στην ΕΣΣΔ την περίοδο της δεκαετίας του 1920 - αρχές 1930 του 20ού αιώνα, 12η Διεθνής Επιστημονική-Πρακτική Συνδιάσκεψη για την Ιστορία της Ιατρικής και της Φαρμακολογίας, Συλλογή Υλικών, συντ. επιτρ.: Ε. Α. Βαλτσούκ (επικεφαλής), Ε. Μ. Τίσενκο (συντάκτης) και άλλοι, Γκρόντνο, ΚΙΠΓκρ, 2012, σελ. 296-297· Фадеев А.В. Становление системы охраны материнства и детства и младенческая смертность в СССР в период 20-х — начала 30-х годов XX века // 12-я международная научно-практическая конференция по истории медицины и фармации: сборник материалов / Ред. колл.: Э.А. Вальчук (отв. ред.), Е.М. Тищенко (отв. ред.) и др. Гродно: ГрГМУ, 2012. С. 296–297.

[15] Το κοινωνικό-δικαιικό καθεστώς του παιδιού. Τα παιδιά της χώρας των Σοβιέτ: 1917-1941 (ανθρωπολογική άποψη), Συλλογή, υπεύθ. εκδ. Ε. Γ. Πονομαριόφ, Σταυρούπολη, Έκδοση ΚΠΙΣ, 2010, σελ. 8-26· Социально-правовой статус ребенка // Дети страны Советов: 1917–1941 гг. (антропологический аспект): Хрестоматия / Отв. ред. Е.Г. Пономарев. Ставрополь: Изд-во СГПИ, 2010. С. 8–26.

[16] Έρευνες του αναλυτικού πόρταλ Ranking.kz.

[17] Έρευνα του ενημερωτικού-αναλυτικού πόρταλ «Βλαστ Κ3» (www.vlast.kz).

[18] Έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «Δεν μπορούμε να μη μαζέψουμε το βαμβάκι. Καταναγκαστική και παιδική εργασία, που σχετίζεται με τα επενδυτικά σχέδια της Ομάδας της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Ουζμπεκιστάν», www.hrw.org.

[19] Έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «Ουζμπεκιστάν: Η καταναγκαστική εργασία συνδέεται με τα σχέδια της Παγκόσμιας Τράπεζας. Συστηματικές παραβιάσεις στη βάση του κλάδου παραγωγής βαμβακιού της χώρας», www.hrw.org.

[20] Έκθεση του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, «Δεν μπορούμε να μη μαζέψουμε το βαμβάκι. Καταναγκαστική και παιδική εργασία, που σχετίζεται με τα επενδυτικά σχέδια της Ομάδας της Παγκόσμιας Τράπεζας στο Ουζμπεκιστάν», (www.hrw.org).

[21] Ό.π.

[22] Έρευνες του πληροφοριακού-αναλυτικού πόρταλ «Χώρα χωρίς καπνό», (www.stoptabak.org).