Η νίκη της σοβιετικής εξουσίας στη Λετονία το καλοκαίρι του 1940 υπήρξε φυσικό επακόλουθο της επαναστατικής πάλης του λετονικού προλεταριάτου, που διάρκεσε σχεδόν μισό αιώνα. Με τη σοσιαλιστική επανάσταση του 1940 ολοκληρώθηκε στην ιστορία της Λετονίας η περίοδος της επαναστατικής πάλης και άρχισε η σοσιαλιστική οικοδόμηση στα πλαίσια της αδελφικής οικογένειας των σοβιετικών λαών. Είναι ασύγκριτη η κατάσταση της Λετονίας πριν το 1940 με τη σοβιετική Λετονία των οικονομικών, κοινωνικών και πολιτιστικών επιτευγμάτων.
Ωστόσο τα γεγονότα του 1940 αποτελούν εδώ και 70 χρόνια αντικείμενο οξείας ιδεολογικής διαπάλης. Οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις εξακολουθούν να διογκώνουν το λεγόμενο «Ζήτημα της Βαλτικής», προσπαθούν επίμονα να αμφισβητήσουν τη νομιμότητα της αποκατάστασης της σοβιετικής εξουσίας, προσπαθούν να παρουσιάσουν τα γεγονότα του 1940 σαν «κατοχή της Λετονίας» και αναγκαστική «ένταξή της» στη Σοβιετική Ένωση.
Οι ιστορικοί της Λετονίας της σοβιετικής περιόδου έχουν ήδη μελετήσει εκτενώς τα γεγονότα και εργάστηκαν για την αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας. Όμως η επιμονή και η λεπτολογία της εχθρικής προπαγάνδας απαιτούν τη συνέχιση αυτών των προσπαθειών.
Μιλώντας για τα γεγονότα του 1940 στη Λετονία, είναι καλό να θυμίσουμε τα λόγια του Β. Ι. Λένιν στη συνδιάσκεψη των εργοστασιακών επιτροπών του κυβερνείου της Μόσχας το 1918: «Οι επαναστάσεις δε γίνονται κατά παραγγελία, δεν καθορίζονται για τούτη ή εκείνη τη στιγμή, αλλά ωριμάζουν στο προτσές της ιστορικής εξέλιξης και ξεσπούν σε μια στιγμή που καθορίζεται από ένα σύμπλεγμα ολόκληρης σειράς εσωτερικών και εξωτερικών αιτιών». [1]
Στη Λετονία εμφανίστηκε επαναστατική κατάσταση το Σεπτέμβρη του 1939, μαζί με την αρχή του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, που οδήγησε σε παντελώς νέα φαινόμενα στην οικονομική ζωή της Λετονίας. Η οικονομία ήταν πλήρως εξαρτημένη από τις μεγάλες καπιταλιστικές δυνάμεις της Ευρώπης. Οι εμπορικές συναλλαγές μόνο με την Αγγλία και τη Γερμανία (που βρέθηκαν να πολεμούν η μια την άλλη) αποτελούσαν το 70% του συνολικού όγκου των εμπορικών συναλλαγών. Παράλληλα οφείλουμε να επισημάνουμε ότι το 90% του εξωτερικού εμπορίου της Λετονίας πραγματοποιούνταν μέσω θαλάσσης. Η κρίση των θαλάσσιων συγκοινωνιών οδήγησε σε κρίση στις πρώτες ύλες και τα καύσιμα, που με τη σειρά τους επέφεραν συντριπτικό χτύπημα στη βιομηχανία της Λετονίας. Ως τον Ιούνη του 1940 κάθε πέμπτος Λετονός εργάτης ήταν άνεργος.
Στα τέλη του 1939 με αρχές του 1940 το καθεστώς Ούλμανις περνούσε και μια βαθιά εσωτερική κρίση. Εξωτερικά αυτό εκδηλώθηκε με τη μορφή της πάλης για την αποκατάσταση του συντάγματος, δηλαδή για την επιστροφή στο κοινοβουλευτικό καθεστώς. Ο Ούλμανις δεν ήθελε καν να ακούσει κάτι τέτοιο. Ωστόσο, λίγο πριν τη σοσιαλιστική επανάσταση στη Λετονία, οι εξωτερικοί πολιτικοί παράγοντες και η διεθνής κατάσταση δεν ήταν λιγότερο σημαντικοί από την εσωτερική κατάσταση στη χώρα. Επιδρούσαν σε μεγάλο βαθμό στην εσωτερική ζωή της Λετονίας, τις διαθέσεις των κατοίκων κλπ.
Η Λετονία ήταν αναγκασμένη να λαμβάνει υπόψη τη δυνατότητα εισβολής των χιτλερικών. Μόνο το σοβιετολετονικό σύμφωνο αμοιβαίας βοήθειας που συνάφθηκε στις 5 Οκτώβρη του 1939 στη Μόσχα απάλυνε την ένταση. Το σύμφωνο προέβλεπε την παροχή από τη Λετονία στη Σοβιετική Ένωση του δικαιώματος δημιουργίας ναυτικών πολεμικών βάσεων στο Λιέπαϊ και το Βέντσπιλς, καθώς και μερικών αεροδιαδρόμων στο Κούρζεμ. Οι σοβιετικές στρατιωτικές βάσεις ήταν στραμμένες ενάντια στη χιτλερική Γερμανία και διαφύλασσαν την ασφάλεια τόσο της ΕΣΣΔ όσο και της Λετονίας. Και οι δυο πλευρές δεσμεύτηκαν να μη συνάψουν καμία συμμαχία και να μη συμμετέχουν σε συνασπισμούς που να στρέφονται ενάντια σε μια από αυτές.
Στις 18 Οκτώβρη του 1939 συνάφθηκε η σοβιετολετονική εμπορική συμφωνία που προέβλεπε τον τριπλασιασμό της εμπορευματικής κυκλοφορίας μεταξύ των δυο κρατών. Όμως, έχοντας συνάψει την εμπορική συμφωνία με την ΕΣΣΔ και στηρίζοντάς την με κάθε τρόπο στα λόγια, η φασιστική κλίκα του Ούλμανις από τις πρώτες κιόλας μέρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας βάλθηκε να τη σαμποτάρει και να ετοιμάζει τη χώρα και το στρατό για... πόλεμο με την ΕΣΣΔ.
Η κυβέρνηση Ούλμανις ενίσχυσε τις στρατιωτικές επαφές με την Εσθονία και τη Λιθουανία πίσω από την πλάτη της ΕΣΣΔ και ενέτεινε την ιδεολογική επεξεργασία του στρατού, της αστυνομίας κλπ. Η διοίκηση του λετονικού στρατού επεξεργάστηκε ένα πολεμικό σχέδιο ενάντια στη Σοβιετική Ένωση (τη λεγόμενη «οδηγία για επιστράτευση 5»). Αυτά τα σχέδια αποκάλυψε άθελά του εν μέρει ο ίδιος ο Ούλμανις σε ραδιοφωνική εκπομπή στις 10 Φλεβάρη του 1940.
Από τη στιγμή της άφιξης των σοβιετικών στρατευμάτων στη Λετονία οι μετακινήσεις τους, οι χώροι διαμονής, τα αεροδρόμια και τα πολεμικά πλοία βρίσκονταν υπό διεξοδική παρακολούθηση. Κοντά στις σοβιετικές φρουρές στο Λιέπαϊ και το Βέντσπιλς ανέπτυξαν έντονη δραστηριότητα η αγγλική, η γερμανική και η ιαπωνική κατασκοπία. Η κυβέρνηση της ΕΣΣΔ ήταν καλά ενημερωμένη γι’ αυτά τα αντισοβιετικά σχέδια.
Στις 16 Ιούνη του 1940 η σοβιετική κυβέρνηση παρέδωσε στον Φρίτσις Κοτσίνς, πρέσβη της Λετονίας στη Μόσχα, νότα διαμαρτυρίας που υποδείκνυε τις παραβιάσεις του συμφώνου αλληλοβοήθειας και προέβαλε το αίτημα της εγκαθίδρυσης μιας τέτοιας κυβέρνησης, που να τηρεί τίμια τους όρους του συμφώνου. Η κυβέρνηση της Λετονίας αποφάσισε στις 16 Ιούνη του 1940 να δεχτεί τη σοβιετική νότα. Στο τέλος της συνεδρίασης 6 υπουργοί παραιτήθηκαν (οι υπόλοιποι βρίσκονταν στο Ντάουγκαβπιλς στη γιορτή τραγουδιού της Λατγκάλια). Την επόμενη μέρα, στις 17 Ιούνη του 1940, η κυβέρνηση Ούλμανις παραιτήθηκε στο σύνολό της.
Στις 17 Ιούνη του 1940 τμήματα του Κόκκινου Στρατού εισήλθαν στο έδαφος της Λετονίας από το νότο (από την πλευρά της Λιθουανίας) και από την ανατολή. Εισήλθαν ως παράγοντες της ειρήνης και της ασφάλειας, χωρίς να ακουστεί ούτε ένας πυροβολισμός. Κανένα χέρι δε σήκωσε όπλο ενάντια στους πολεμιστές του Κόκκινου Στρατού. Ο Κόκκινος Στρατός δεν παρενέβαινε στις εσωτερικές υποθέσεις, αλλά η παρουσία του αναμφίβολα επέδρασε στις περαιτέρω εξελίξεις. Η λετονική αστική τάξη δεν τόλμησε να εξαπολύσει αιματηρή τρομοκρατία ενάντια στο εργατικό κίνημα της Λετονίας και να καταπνίξει τις επαναστατικές δυνάμεις.
Το διάστημα 17-20 Ιούνη του 1940 ήταν μέρες της επιθανάτιας αγωνίας του καθεστώτος Ούλμανις. Τότε η εργατική τάξη της Λετονίας ξεσηκώθηκε για να ανατρέψει τη φασιστική δικτατορία. Σε πολλές περιοχές διεξάγονταν διαδηλώσεις οργανωμένες από τους κομμουνιστές. Το καθεστώς Ούλμανις άρχισε να καταρρέει. Σε αυτές τις συνθήκες ο Ούλμανις ανακοίνωσε στις 20 Ιούνη τη δημιουργία νέας κυβέρνησης υπό την ηγεσία του Αυγούστου Κίρχενσταϊν. Δεν υπήρχαν Λετονοί κομμουνιστές στη σύνθεσή της. Οι περισσότεροι από αυτούς βρίσκονταν στις φυλακές. Κατά τη σύναψη συμφωνιών με τις λετονικές αρχές, η σοβιετική πλευρά δεν απαιτούσε την απελευθέρωση των στελεχών του Κομμουνιστικού Κόμματος και την απαραίτητη συμμετοχή τους στη νέα κυβέρνηση.
Ταυτόχρονα, η πολιτική καθοδήγηση της κυβέρνησης πραγματοποιούνταν από το Κομμουνιστικό Κόμμα της Λετονίας. Τα αιτήματα που κατέθεσε το ΚΚΛ στη νέα κυβέρνηση στις 21 Ιούνη του 1940 στη διάρκεια διαδήλωσης έγιναν πρόγραμμα δράσης της κυβέρνησης. Στις ιδιαίτερες συνθήκες του καλοκαιριού του 1940 η λαϊκή κυβέρνηση της Λετονίας πραγματοποιούσε τα καθήκοντα της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Η σοσιαλιστική επανάσταση του 1940 στη Λετονία, που αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της επαναστατικής διαδικασίας της Μεγάλης Οκτωβριανής Σοσιαλιστικής Επανάστασης είχε και τις ιδιαιτερότητές της.
Πρώτον, ήταν ειρηνική σοσιαλιστική επανάσταση, που επικράτησε χωρίς εμφύλιο πόλεμο, χωρίς την ενεργή αντίσταση της αστικής τάξης. Στην ιστορία της Ευρώπης αυτό είναι ένα πολύ σπάνιο, ίσως μοναδικό φαινόμενο.
Δεύτερον, αυτή η επανάσταση, έχοντας σοσιαλιστικό χαρακτήρα, ήταν ταυτόχρονα και αντιφασιστική επανάσταση, εφόσον ανέτρεψε τη φασιστική δικτατορία και πάρθηκαν πολλά μέτρα για την εξάλειψη των θεσμών του προηγούμενου καθεστώτος και το τσάκισμα της παλιάς κρατικής μηχανής. Γι’ αυτό στα πρώτα στάδια της επανάστασης πάρθηκαν μέτρα δημοκρατικού χαρακτήρα.
Ένα από τα κεντρικά γεγονότα της επανάστασης του 1940 πρέπει να θεωρηθεί η εκλογή του Λαϊκού Σέιμ της Λετονίας, που πραγματοποιήθηκε στις 14 και 15 Ιούλη του 1940. Στις εκλογές συμμετείχαν 1.181.323 εκλογείς ηλικίας από 21 χρονών (94,8%). Το Μπλοκ του Εργαζόμενου Λαού της Λετονίας πήρε 1.155.807 ψήφους (97,8%). 25.516 ψήφοι ήταν κατά.
Ήταν ελεύθερες αυτές οι εκλογές; Πρέπει να απαντήσουμε καταφατικά, εφόσον κανένας δεν ανάγκαζε τους εκλογείς να πάνε στις κάλπες και ούτε υπήρχε μηχανισμός που να μπορούσε να το κάνει. Δεν υπήρχαν εκλογικοί κατάλογοι, μπορούσε κανείς να ψηφίσει σε οποιοδήποτε εκλογικό τμήμα και σε οποιαδήποτε εκλογική περιφέρεια. Στο διαβατήριο σημειωνόταν η συμμετοχή στις εκλογές.
Είναι πραγματικά τα αποτελέσματα των εκλογών; Ναι, αυτό μπορεί να ελεγχθεί από τα έγγραφα όλων των εκλογικών τμημάτων και υπο-τμημάτων που διατηρήθηκαν στα αρχεία. Ωστόσο, μόνο τα έγγραφα δεν μπορούν να απεικονίσουν τα πραγματικά αποτελέσματα. Στα εκλογικά τμήματα και τα υπο-τμήματα τις ψήφους δεν τις καταμετρούσαν μόνο οι κομμουνιστές και οι οπαδοί τους, αλλά και εκατοντάδες υπάλληλοι του πρώην κρατικού μηχανισμού και εκπρόσωποι των αστικών κύκλων. Πού είναι οι αποκαλύψεις της «πλαστογράφησης των εκλογών» από αυτούς τους ανθρώπους; Δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.
Το 1940-1941 στη Λετονική ΣΣΔ συντελέστηκαν βαθιές κοινωνικοοικονομικές μεταρρυθμίσεις σε όλους τους τομείς της ζωής. Άρχισε η οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Η επίθεση της χιτλερικής Γερμανίας στη χώρα μας, στις 22 Ιούνη του 1941, διέκοψε αυτή την ειρηνική διαδικασία.