Τέλος η εργατική τάξη;


Πέτερ Μέρτενς, Πρόεδρος του Κόμματος Εργασίας Βελγίου (PTB).

Ακούμε συνέχεια την ίδια ιστορία: η τεχνολογία της πληροφορίας, και οι επιστήμες της επικοινωνίας άλλαξαν ριζικά την παραγωγή. Οι περισσότερες αναπτυγμένες χώρες κατευθύνονται προς μια οικονομία υπηρεσιών ή μια μεταβιομηχανική κοινωνία. Στην Ευρώπη το 66% του εργαζομένου πληθυσμού δραστηριοποιείται στις υπηρεσίες. Στις ΗΠΑ ο αριθμός αυτός φτάνει το 79%. [1]

Εξαιτίας αυτής της αλλαγής στη σύνθεση της εργατικής τάξης, ο Ιταλός φιλόσοφος Αντόνιο Νέγκρι λέει ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε όπως πριν: «μισώ τους ανθρώπους που λένε ότι η εργατική τάξη έχει πεθάνει και ο αγώνας συνεχίζεται. Όχι. Αν η εργατική τάξη έχει πεθάνει -πράγμα που ισχύει- όλο το σύστημα που συνδέεται με αυτό το συσχετισμό δυνάμεων μπαίνει σε κρίση.» [2]

Η διαφορά ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο

Η εργατική τάξη γεννήθηκε μαζί με τον καπιταλισμό. Το 16ο και το 17ο αιώνα, στην πρωταρχική συσσώρευση, η ανάπτυξη της συνδέθηκε με δυο σημαντικούς όρους. Έπρεπε να υπάρχει αρκετός συσσωρεμένος πλούτος για να στηθούν οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις - το κεφάλαιο. Επίσης έπρεπε να υπάρχει διαθέσιμο αρκετό εργατικό δυναμικό, άνθρωποι χωρίς ιδιοκτησία ή άλλο εισόδημα, αναγκασμένοι να πουλάνε την εργατική τους δύναμη.

Η εργατική τάξη διαμορφώθηκε και άρχισε να αναπτύσσεται στα τέλη του 18ου και τις αρχές 19ου αιώνα λόγω της εκβιομηχάνισης. Υπήρξε συνεχής εισροή από την χρεοκοπημένη τάξη των αγροτών και από χειρώνακτες εργάτες. Μαζί με την ανάπτυξη του καπιταλισμού αυξήθηκε επίσης ο εφεδρικός βιομηχανικός στρατός των ανέργων.

Στις αρχές του 20ού αιώνα, μεγάλα καπιταλιστικά μονοπώλια άρχισαν να κυριαρχούν σε διάφορους κλάδους σε κάθε χώρα. Σήμερα, μετά από έναν αιώνα, τα μονοπώλια αυτά δεν κυριαρχούν σε αυτούς τους κλάδους σε εθνικό αλλά σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές κρατικών επιχειρήσεων τις προηγούμενες δεκαετίες δημιούργησαν τεραστία συγκέντρωση. Μερικές πολυεθνικές επιχειρήσεις ελέγχουν τους κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας. Ποτέ ξανά στην ιστορία δεν δούλευαν τόσοι πολλοί άνθρωποι για ένα προϊόν είτε είναι αυτοκίνητο, αεροπλάνο ή παράγωγο πετρελαίου. Κάθε μια από τις είκοσι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις απασχολεί 250.000-500.000 ανθρώπους. Ποτέ άλλοτε στην ιστορία δεν έλεγχαν την παραγωγή τόσοι λίγοι παράγοντες. Υπάρχουν τρεις στον κλάδο του πετρελαίου, έξι στην αυτοκινητοβιομηχανία, δυο στη βιομηχανία καλαμποκιού, τέσσερις στην αγορά σόγιας, έξι στη βιομηχανία αγροχημικών και δυο στην πολιτική αεροπορία.

Η διαφορά ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο έχει όντως «φτάσει σε κρίση» όπως υπαινίσσεται ο Αντόνιο Νέγκρι εννοώντας ότι έχει εξαφανιστεί; Όχι, στο κατώφλι του 21ου αιώνα η διαφορά ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο έχει λάβει παγκόσμιες διαστάσεις.

Αυτό καθιστά τον κόσμο έτοιμο για έναν άλλο τρόπο παραγωγής, την κοινωνικοποίηση.

«Όταν η μεγάλη επιχείρηση γίνεται γιγάντια και οργανώνει σχεδιασμένα, με βάση τον ακριβή υπολογισμό ενός πλούτου στοιχείων, την προμήθεια της αρχικής πρώτης ύλης σε διαστάσεις 2/3 ή 3/4 της συνολικής ποσότητας που είναι απαραίτητη για δεκάδες εκατομμύρια πληθυσμό' όταν οργανώνεται συστηματικά η μεταφορά αυτής της πρώτης ύλης στα πιο κατάλληλα για την παραγωγή σημεία, που κάποτε απέχουν το ένα από το άλλο εκατοντάδες και χιλιάδες χιλιόμετρα' όταν από ένα κέντρο διευθύνονται όλα τα στάδια της διαδοχικής κατεργασίας της πρώτης ύλης ως την παραγωγή μιας ολόκληρης σειράς ποικίλων έτοιμων προϊόντων' όταν η διανομή αυτών των προϊόντων γίνεται με βάση ένα σχέδιο σε δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια καταναλωτές (πώληση πετρελαίου και στην Αμερική και τη Γερμανία από το αμερικανικό «Τραστ πετρελαίου»)' -τότε γίνεται ολοφάνερο ότι έχουμε μπροστά μας μια κοινωνικοποίηση της παραγωγής και καθόλου μια απλή «σύμπλεξη»- ότι οι σχέσεις της ατομικής οικονομίας και της ατομικής ιδιοκτησίας αποτελούν ένα περίβλημα, που δεν ανταποκρίνεται πια στο περιεχόμενο, περίβλημα που αναπόφευκτα δεν μπορεί παρά να σαπίσει, αν αναβληθεί τεχνητά ο παραμερισμός του, περίβλημα που μπορεί να παραμένει σε κατάσταση αποσύνθεσης ένα σχετικά μεγάλο χρονικό διάστημα (στη χειρότερη περίπτωση αν η θεραπεία του οπορτουνιστικού αποστήματος τραβήξει σε βάθος) που αναπόφευκτα όμως θα παραμεριστεί». Αυτά έγραψε ο Λένιν όταν ανέλυσε τον ιμπεριαλισμό. [3]

Αυτό το περίβλημα σήμερα είναι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής: κάποιες χιλιάδες οικογένειες που κατέχουν τις χίλιες μεγαλύτερες πολυεθνικές ως ατομική περιουσία και ελέγχουν σχεδόν όλη την παγκόσμια παραγωγή. Με αυτόν τον τρόπο ελέγχουν άμεσα ή έμμεσα την εργασία σχεδόν ενός δισεκατομμυρίου ανθρώπων που πουλάνε την εργατική τους δύναμη και οι οικογένειες τους εξαρτώνται από αυτό. Ελέγχουν επίσης την τεχνολογία, την επικοινωνία, τις μεταφορές και την οργάνωση ως ατομική τους ιδιοκτησία. Ο έλεγχος όλων αυτών δεν γίνεται για την κοινωνική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο αλλά για τη μεγιστοποίηση των κερδών τους. Αυτό σημαίνει ότι η ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής (επιχειρήσεις, χωράφια, μέσα επικοινωνίας και μεταφοράς) αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την κοινωνική πρόοδο της ανθρωπότητας.

Έχουν πεθάνει οι νεκροθάφτες;

Ποια δύναμη στην κοινωνία θα μπορέσει να σπάσει αυτόν τον ασφυκτικό κλοιό στην παραγωγή και την ίδια τη ζωή; Ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία που εισήγαγε ο Καρλ Μάρξ και ο ΦρίντριχΈνγκελς στη νεαρή Ένωση Εργατών ήταν η άποψη ότι η κοινωνική επανάσταση θα μπορούσε να είναι μόνο έργο της ίδιας της εργατικής τάξης. Σύμφωνα με το κομμουνιστικό Μανιφέστο των Μαρξ και Ένγκελς οι νεκροθάφτες του εκμεταλλευτικού συστήματος είναι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι. Είναι ζωντανοί σήμερα οι νεκροθάφτες;

Πίνακας 1. ποσοστό απασχόλησης στην αγροτική οικονομία, τη βιομηχανία και τις υπηρεσίες σε όλο τον κόσμο

Έτος

Αγροτική οικονομία

Βιομηχανία

Υπηρεσίες

1950

67

15

18

1970

56

19

25

1980

53

20

27

1990

49

20

31

2000

46

20

34

2006

38,7

21,3

40

Πηγή: Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO), Παγκόσμια έκθεση απασχόλησης, 2007. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Απασχόληση στην Ευρώπη, 2004.

Η έκθεση της ILO για τις παγκόσμιες τάσεις στην απασχόληση δείχνει ότι για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία οι υπηρεσίες ξεπέρασαν την αγροτική οικονομία: «το 2006 το μερίδιο του τομέα των υπηρεσιών στην απασχόληση παγκοσμίως ξεπέρασε για πρώτη φορά την αγροτική οικονομία ανεβαίνοντας από το 39,5% στο 40%. Το μερίδιο της αγροτικής οικονομίας μειώθηκε από το 39,7% στο 38,7%. Ο τομέας της βιομηχανίας έφτασε στο 21,3% της συνολικής απασχόλησης.

Τα δεδομένα στον Πίνακα 1 υπογραμμίζουν τρία γεγονότα. Πρώτον, το τελευταίο μισό του αιώνα η απασχόληση στην αγροτική οικονομία μειώθηκε από 67% σε 38,7%. Οι τάξεις των αγροτών καταστράφηκαν. Στην Ευρώπη η διαδικασία αυτή συνεχίζεται εδώ και τρεις αιώνες. Σήμερα η διαδικασία αυτή είναι σε εξέλιξη σε όλο τον κόσμο. Δεύτερον, υπάρχει αύξηση της απασχόλησης στις «υπηρεσίες». Θα επιστρέψουμε σε αυτό αργότερα. Τρίτον, βλέπουμε στασιμότητα ακόμα και μικρή άνοδο της απασχόλησης στη βιομηχανία σε παγκόσμια κλίμακα. Αυτό είναι το αποτέλεσμα της μείωσης της απασχόλησης στη βιομηχανία στις αναπτυγμένες χώρες και της αύξησης της σε άλλες περιοχές. [4]

Είναι καλύτερα να διαχωρίζουμε τον πρωτογενή, δευτερογενή και τριτογενή τομέα. Ο πρωτογενής τομέας, η αγροτική οικονομία σημαίνει την εξαγωγή από τη φύση. Ο δευτερογενής τομέας, η βιομηχανία σημαίνει την αλλαγή της φύσης. Και ο τριτογενής τομέας τα υπόλοιπα. Σήμερα πολλοί κλάδοι που ανήκουν στο δευτερογενή τομέα χαρακτηρίζονται ως «υπηρεσίες». Το αποτέλεσμα είναι να δημιουργείται μια διαστρεβλωμένη εικόνα.

Επιπλέον, αυτά τα στοιχεία δεν λαμβάνουν υπόψη τις σχέσεις ιδιοκτησίας. Οι ιδιοκτήτες μεγάλων κτημάτων καθώς και οι ανεξάρτητοι αγρότες και οι εργάτες γης κατατάσσονται στην αγροτική οικονομία. Με τον ίδιο τρόπο οι επιχειρηματίες, τα στελέχη, οι αυτοαπασχολούμενοι και οι μισθωτοί εργάτες κατατάσσονται όλοι μαζί στον κλάδο της βιομηχανίας. Τα στοιχεία αυτά αποκρύπτουν την ταξική κοινωνία που στην ουσία είναι η σημερινή μας κοινωνία.

Ο καπιταλισμός γνωρίζει χοντρικά τρεις τάξεις που η κάθε μια τους υποδιαιρείται σε διάφορα στρώματα. Η ιδιοκτήτρια τάξη, που είναι ο ιδιοκτήτης των επιχειρήσεων, των μεγάλων κτημάτων, των μηχανών και της τεχνολογίας (πατέντες) είναι ο ιδιοκτήτης των (μεγάλων) μέσων παραγωγής. Ιδιοποιείται τα αγαθά που παράγονται. Η μεσαία τάξη είναι η τάξη των μικρών ιδιοκτητών και των ανεξάρτητων παραγωγών. Η εργατική τάξη είναι η τάξη χωρίς μέσα παραγωγής. Πουλάει την εργατική της δύναμη και την ικανότητα της για εργασία.

Η εργατική τάξη είναι η ζωντανή καρδιά του συστήματος. Ο πλούτος της κοινωνίας δημιουργείται από την παραγωγική εργασία. Το κεφάλαιο μπορεί να μεγαλώσει μόνο με την υπεραξία που δημιουργείται στην παραγωγή. Η εργατική τάξη μπορεί να υπάρξει χωρίς καπιταλιστές-αφεντικά αλλά τα αφεντικά δεν μπορούν χωρίς εργάτες. Σε αυτό ακριβώς έγκειται ο ρόλος τους ως παράγοντας για την ιστορική αλλαγή. Οι παραγωγικοί εργάτες είναι στην καρδιά της παραγωγής και βιώνουν καθημερινά τη αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Είναι επίσης σε καλύτερη θέση ώστε να κατανοήσουν τη φύση του συστήματος. Πέρα από ένα βασικό πυρήνα που δραστηριοποιείται στην παραγωγή η εργατική τάξη αποτελείται από στρώματα μισθωτών που αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερο τις αντιθέσεις του αυτού του συστήματος λόγω της συνεχούς κρίσης, της αυξανόμενης εργασιακής πίεσης, της αυξανόμενης ευελιξίας και της συνεχούς αβεβαιότητας.

Ο άνεργοι είναι επίσης μέρος της εργατικής τάξης. Έχει σημασία για τα καθήκοντα του εργατικού κινήματος και του εργατικού κόμματος να δώσουμε έμφαση σε αυτό το σημείο. Ωστόσο, οι άνεργοι αποτελούν ένα ξεχωριστό στρώμα καθώς δεν μπορούν εξορισμού να σταματήσουν ή να χτυπήσουν την οικονομική φύση του καπιταλισμού επειδή λόγω της κατάστασης τους είναι διασκορπισμένοι και ανοργάνωτοι. Επιπλέον, τους λείπει η πειθαρχημένη και οργανωμένη λειτουργία της εργασίας ενώ όσο πιο πολύ μένουν εκτός της παραγωγικής διαδικασίας τόσο περισσότερο ισχύουν αυτά τα στοιχεία. Αυτό δεν σημαίνει ότι το άνεργο κομμάτι της εργατικής τάξης θα πρέπει να μείνει εκτός της μάχης αλλά το αντίθετο.

Οι νεκροθάφτες είναι κάθε άλλο παρά πεθαμένοι, είναι ολοζώντανοι. Σύμφωνα με τον ευρύ ορισμό η ευρωπαϊκή εργατική τάξη αριθμούσε 137,5 εκατομμύρια εργαζόμενους το 2002 από τους οποίους 2 εκατομμύρια ήταν εργάτες στην αγροτική οικονομία. Πριν από 15 χρόνια υπήρχαν σε παγκόσμια κλίμακα 884 εκατομμύρια άνθρωποι που δούλευαν με αμειβόμενη απασχόληση από τους οποίους 85 εκατομμύρια ήταν εργάτες στην αγροτική οικονομία. [5]

Ποιος παράγει τον πλούτο;

Κάποια επιτελεία υποστηρίζουν ότι έχει περάσει ο καιρός που η παραγωγική εργασία δημιουργούσε τον κοινωνικό πλούτο. Η θεωρία της υπεραξίας, ο πιο σημαντικός πυλώνας της οικονομικής θεωρίας του Μαρξ, θεωρείται ξεπερασμένη. Ο Αντόνιο Νέγκρι και ο Μάικλ Χαρτ γράφουν: «ο κεντρικός ρόλος στην παραγωγή υπεραξίας, ο οποίος παλιότερα εκπληρωνόταν από την εργατική δύναμη των μαζών των εργοστασιακών εργατών, σήμερα εκπληρώνεται από τη διανοητική, μη υλική και επικοινωνιακή εργατική δύναμη. Από αυτό απορρέει η σημασία ανάπτυξης μιας πολιτικής θεωρίας της αξίας». [6]

Αυτό βέβαια απέχει πολύ από την αλήθεια Οι άνθρωποι για να ζήσουν χρειάζονται τρόφιμα, ρούχα και άλλα υλικά αγαθά. Πρέπει να δουλέψουν, για να «παράγουν» αυτά τα αγαθά. Τον πλούτο της κοινωνίας τον παράγουν οι άνθρωποι με την υλική παραγωγή. Όλη η εργασία που ερμηνεύεται με αυτή την υλιστική έννοια μπορεί να θεωρηθεί γενικά παραγωγική εργασία. Η παραγωγή οργανώνεται κοινωνικά, συλλογικά. Μιας και παράγονται περισσότερα από αυτά που μπορούμε να καταναλώσουμε άμεσα ορισμένες ομάδες ανθρώπων ιδιοποιούνται συστηματικά αυτό το πλεόνασμα. Η κοινωνία υποδιαιρείται σε τάξεις. Σε μια ιδιοκτήτρια τάξη και σε μια τάξη χωρίς ιδιοκτησία. Σε κάθε ταξική κοινωνία η άρχουσα τάξη ιδιοποιείται το πλεόνασμα ή την πρόσθετη εργασία.

Ο εργάτης πουλάει την εργατική του δύναμη και παίρνει έναν μισθό γι’ αυτό. Ο μισθός είναι αυτό που λέμε «αξία» της εργατικής δύναμης. Είναι τα χρήματα που χρειάζεται ένας εργαζόμενος για συντήρηση, εκπαίδευση, υγεία, στέγαση κλπ.

Ο εργάτης φτιάχνει τα προϊόντα με την εργασία του. Όμως η αξία αυτών των προϊόντων είναι μεγαλύτερη από το μισθό του. Η διαφορά είναι η «υπεραξία» και αυτή η αξία πάει ολόκληρη στον καπιταλιστή. Για παράδειγμα ένας εργάτης που δουλεύει 8 ώρες έχει βγάλει το μισθό του στις 3 ώρες (ή την αξία της εργατικής του δύναμης). Η εργασία των υπόλοιπων 5 ωρών είναι πρόσθετη αξία για τον καπιταλιστή. Σύμφωνα με το Μαρξ «η παραγωγή της υπεραξίας είναι ο απόλυτος νόμος αυτού του τρόπου παραγωγής». [7]

Αυτοί που δεν δουλεύουν στην παραγωγή, στην παραγωγή αγαθών, δεν επιτελούν παραγωγική εργασία. Ο Μαρξ λέει «εφόσον ο άμεσος σκοπός και το πραγματικό προϊόν της καπιταλιστικής παραγωγής είναι η υπεραξία, μόνο αυτή η εργασία είναι παραγωγική και μόνο αυτός που επιτελεί μια τέτοια εργασία είναι παραγωγικός εργάτης καθώς παράγει άμεσα υπεραξία». [8] Αυτός που φτιάχνει πιάνα είναι παραγωγικός ενώ ο πιανίστας δεν είναι. Ο παραγωγός αναπαράγει το κεφάλαιο αλλά ο πιανίστας ανταλλάσει μόνο την εργασία του με πληρωμή. Η εργασία του παράγει κάτι αλλά δεν είναι παραγωγικός από οικονομική άποψη.

Λόγω της πρόσφατης τεχνολογικής επανάστασης, υπάρχει σίγουρα μεγάλη ανάγκη για γνώση και επιστήμη των πιο σύγχρονων παραγωγικών διαδικασιών. Ωστόσο, η ευφυΐα και η επικοινωνία έξω από την παραγωγή δεν δημιουργούν πρόσθετη αξία για το κεφάλαιο. Το ίδιο ισχύει για την εργασία που παράγει αγαθά που δεν μπαίνουν στην αγορά όπως ένα χειροποίητο έργο τέχνης από πηλό.

Επομένως, η παραγωγική εργασία είναι ένας προσδιορισμός της εργασίας που δεν έχει να κάνει με το περιεχόμενο της ή με την αξία χρήσης που εμφανίζεται σε αυτήν κάθε φορά αλλά με την κοινωνική μορφή με την οποία πραγματοποιείται. Γι’ αυτό το λόγο μια εργασία με το ίδιο περιεχόμενο μπορεί να είναι ταυτόχρονα παραγωγική και μη παραγωγική.

Επίσης, η εργασία που χρησιμοποιείται από το εισόδημα και όχι από το κεφάλαιο όπως οι οικιακοί βοηθοί, οι μάγειρες, οι κηπουροί, οι οδηγοί και οι σωματοφύλακες δεν είναι παραγωγική γιατί δεν δημιουργεί υπεραξία για το κεφάλαιο.

Επειδή η υπεραξία δημιουργείται μόνο στην παραγωγή (παραγωγή προϊόντων) η εργασία στον χρηματοπιστωτικό τομέα (τράπεζες, ασφαλιστικές, επενδύσεις) δεν θεωρείται παραγωγική. Η κυκλοφορία των προϊόντων (πώληση, αποθήκες...) επίσης δεν δημιουργεί πρόσθετη αξία και γι’ αυτό το λόγο δεν είναι παραγωγική. Ωστόσο, η μεταφορά και η αποθήκευση θεωρούνται απαραίτητο κομμάτι της παραγωγής και είναι παραγωγικοί κλάδοι ακόμα και αν σύμφωνα με την κλασσική στατιστική θεωρούνται «υπηρεσίες».

Η πρόσφατη τεχνολογική επανάσταση (πληροφορική, τηλεπικοινωνίες, ψηφιοποίηση) σημαίνει τεράστια πρόοδο για τις παραγωγικές δυνάμεις και αποδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο ότι ο κόσμος είναι έτοιμος να περάσει σε ένα σύστημα παραγωγής που δίνει προτεραιότητα στις ανάγκες του λαού. Δεν είναι μόνο οι υπολογιστές, το διαδίκτυο, η μηχανοργάνωση και η ρομποτική που παράγουν τον πλούτο όπως υποστηρίζει ο Negri και ο Χαρτ. Η πηγή της υπεραξίας είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν στις μηχανές. Στην εργατική τάξη, στη μεγάλη ομάδα αυτών που πουλάνε την εργατική τους δύναμη για το μισθό υπάρχει ένας παραγωγικός πυρήνας. Μιλάμε για μια ολόκληρη ομάδα μισθωτών εργατών που δουλεύουν στην παραγωγή, τη μεταφορά και την αποθήκευση αγαθών και υπηρεσιών. Αυτή η ομάδα μπορεί να ονομαστεί βιομηχανικοί εργάτες.

Βιομηχανικοί εργάτες και τεχνολογία

Σύμφωνα με το Νέγκρι και το Χαρτ «η σύνθεση του προλεταριάτου έχει αλλάξει συνεπώς έχει αλλάξει και η αντίληψη μας γι’ αυτή». «Αυτή η βιομηχανική εργατική τάξη αναλάμβανε συχνά τον ηγετικό ρόλο [...] τόσο στις οικονομικές αναλύσεις όσο και στα πολιτικά κινήματα. Σήμερα αυτή η εργατική τάξη δεν υπάρχει καν στο οπτικό πεδίο. Δεν έχει σταματήσει να υπάρχει αλλά έχει εκτοπιστεί από την προνομιακή θέση που είχε στην καπιταλιστική οικονομία και από την ηγεμονική θέση που είχε στην ταξική σύνθεση του προλεταριάτου». [9] Κι όπως λένε και οι δυο συγγραφείς «θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε τη μετάβαση από την κυριαρχία της βιομηχανίας στην κυριαρχία των υπηρεσιών ως διαδικασία οικονομικού εκσυγχρονισμού ή καλύτερα ψηφιοποίησης. [10]

Το γεγονός ότι το βιομηχανικό προλεταριάτο αποτελεί το «αποφασιστικό τμήμα της εργατικής τάξης» δεν έχει να κάνει με τον αριθμό του. Αυτό που έχει σημασία είναι η θέση του στην παραγωγική διαδικασία. Βιώνει την εκμετάλλευση πιο άμεσα. Δημιουργεί την υπεραξία που κατανέμεται στους διάφορους μη παραγωγικούς κλάδους. Διέπει όλους τους σημαντικούς συνδέσμους της οικονομίας.

Ωστόσο, υπάρχει ένας μύθος σχετικά με τον αριθμό των παραγωγικών εργατών που πρέπει να αποκαλυφθεί. Οι βιομηχανικοί εργάτες, ο παραγωγικός πυρήνας της εργατικής τάξης, είναι μεγαλύτερος από αυτό που η κλασσική στατιστική κατατάσσει στη «βιομηχανία». Ένα μεγάλο κομμάτι των μισθωτών «υπηρεσιών» ανήκει επίσης στον παραγωγικό πυρήνα, δηλαδή το κομμάτι εκείνο που δραστηριοποιείται στην παραγωγική διαδικασία, στη μεταφορά ή στην αποθήκευση. Μπορούμε να πούμε χοντρικά ότι στην Ευρώπη υπάρχει βιομηχανικό προλεταριάτο 60 εκατομμυρίων μισθωτών εργατών στη βιομηχανία ή σε υπηρεσίες που σχετίζονται με τη βιομηχανία. [11]

Στην Ευρώπη υπάρχουν 14 εκατομμύρια μισθωτοί εργάτες που δραστηριοποιούνται στην «παροχή υπηρεσιών σε επιχειρήσεις». Πρόκειται για κλάδους τεχνολογίας της επικοινωνίας που συνδέονται με τη βιομηχανία, τεχνολογικής συντήρησης, εταιρίες καθαρισμού βιομηχανικών μονάδων, ασφάλειας και τεχνικής συντήρησης, έρευνας αγοράς, διαφήμισης και ανθρωπίνων πόρων. [12]

Η ανάπτυξη αυτών των κλάδων είναι διπλή. Η εισαγωγή των υπολογιστών από τη μια προκαλεί την αύξηση της απασχόλησης στην τεχνολογία της πληροφόρησης. Από την άλλη, σε αυτούς τους κλάδους προστίθενται πολλές δουλειές που δίνονται έξω (υπεργολαβία) οι οποίες παλιότερα κατατάσσονταν στη βιομηχανία. Το βασικό ζήτημα είναι ότι αυτές οι υπηρεσίες συνδέονται με την παραγωγική διαδικασία. Σύμφωνα με μια μετριοπαθή εκτίμηση οι μισοί από τα 9 εκατομμύρια μισθωτούς εργάτες στον κλάδο των μεταφορών (οδικές, θαλάσσιες, εναέριες) δραστηριοποιούνται στην παραγωγική διαδικασία μεταφέροντας αγαθά. Επιπλέον, υπάρχουν και άλλες υπηρεσίες που σχετίζονται με την παραγωγή, για παράδειγμα οι υπηρεσίες courier όπως η DHL (Deutsche Post) που σήμερα συνυπολογίζεται με τα ταχυδρομεία και την επικοινωνία.

Επομένως δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι σχεδόν 20 εκατομμύρια μισθωτοί εργάτες από τον τομέα των «υπηρεσιών» στην Ευρώπη δουλεύουν για τη βιομηχανική παραγωγή. Σε αυτό το κείμενο μπορούμε να δώσουμε μόνο μια προσέγγιση αυτού του αριθμού. Χρειάζεται περαιτέρω αναλυτική έρευνα για να επισημάνουμε τον ακριβή αριθμό.

Ωστόσο, σύμφωνα με το Νέγκρι και το Χαρτ «την τελευταία δεκαετία του εικοστού αιώνα η δουλειά στο εργοστάσιο έχασε την ηγεμονία της και στη θέση της αναδείχτηκε η μη υλική εργασία: η εργασία που παράγει μη υλικά προϊόντα όπως γνώση, πληροφορία, επικοινωνία, σχέσεις και συναισθηματικές αντιδράσεις». «Η θεωρία μας υποστηρίζει ότι η μη υλική εργασία απέκτησε την ηγεμονία από ποσοτική άποψη.» [13]

Οι επαναστάσεις των τελευταίων δεκαετιών στην τεχνολογία και την επικοινωνία αποτέλεσαν ένα άλμα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Ωστόσο, αυτές οι τεχνολογικές επαναστάσεις δεν είναι μεμονωμένες περιπτώσεις όπως ισχυρίζονται ο Νέγκρι και ο Χαρτ. Είναι πλήρως ενταγμένες στο σύστημα της καπιταλιστικής παραγωγής. Σύμφωνα με τον Αντόνιο Νέγκρι αυτή η τεχνολογική επανάσταση άλλαξε ουσιαστικά την εργασία και την «απελευθέρωσε». «Η παραγωγή ελέγχει ακόμα και τα μυαλά των εργαζομένων». Αυτό συμβαίνει επειδή «η ευφυΐα -η δύναμη της φαντασίας , η ικανότητα της ανακάλυψης και της δημιουργίας- μπήκε σε λειτουργία». Το συμπέρασμα του είναι το εξής: «σήμερα οι άνθρωποι έχουν γίνει ιδιοκτήτες των μορφών, των οργάνων, των εργαλείων που τους επιτρέπουν να παράγουν πλούτο». Αυτό σημαίνει ότι «είναι αδύνατη η αρπαγή των μέσων παραγωγής από το κεφάλαιο». [14]

Ο Νέγκρι ξεχνά τις σχέσεις ιδιοκτησίας. Στις μέρες μας η έρευνα, η τεχνολογία της πληροφόρησης, η ανάπτυξη, η γενετική είναι συχνά υπό ατομική ιδιοκτησία. Στην «κοινωνία της γνώσης» αυτό που μετράει δεν είναι «η ευφυΐα και η δύναμη της φαντασίας» αλλά η ατομική αρπαγή της γνώσης με πατέντες, πιστοποιητικά και πνευματικά δικαιώματα. Ο Μαρξ γράφει: «η παραγωγή κεφαλαίου αξιοποιεί την ιστορική πρόοδο και τη χρησιμοποιεί για την παραγωγή του πλούτου». [15] Κάθε φορά που ένας φαρμακευτικός κολοσσός παίρνει την πατέντα για ένα φάρμακο ιδιοποιείται την επιστημονική γνώση που αναπτύσσεται στα εργαστήρια των πανεπιστημίων από διάφορες γενιές ερευνητών. «Η αρπαγή από το κεφάλαιο είναι αδύνατη» είναι η άποψη του Νέγκρι. Όμως μπροστά στα μάτια μας βλέπουμε να συμβαίνει το αντίθετο. Το κεφάλαιο ιδιοποιείται την ιστορική και κοινωνική γνώση της κοινωνίας σε όλους τους τομείς. Εγκλωβίζοντας, φυλακίζοντας, να το πούμε έτσι, τη γνώση σε πατέντες και πιστοποιητικά η κοινωνία στερείται τις δυνατότητες της για κοινωνική πρόοδο.

Από τεχνολογική άποψη η ψηφιακή επανάσταση είναι ένα ποιοτικό βήμα προς τα εμπρός αλλά από την άποψη των σχέσεων ιδιοκτησίας δεν υπάρχει ποιοτική διαφορά με την περίοδο των μηχανών. Σύμφωνα με το Μαρξ «είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι οι μηχανές αυτές καθαυτές δεν είναι υπεύθυνες για την «απελευθέρωση» των εργατών από τα μέσα συντήρησης. [...] Οι αχώριστοι από την κεφαλαιοκρατική χρησιμοποίηση των μηχανών αντιφάσεις και ανταγωνισμοί δεν υπάρχουν για τους κύριους αυτούς γιατί δεν προκύπτουν από αυτές τις ίδιες τις μηχανές αλλά από την κεφαλαιοκρατική τους χρησιμοποίηση. Επειδή λοιπόν οι μηχανές εξεταζόμενες αυτές καθαυτές περιορίζουν το χρόνο εργασίας ενώ όταν χρησιμοποιούνται καπιταλιστικά παρατείνουν την εργάσιμη μέρα, επειδή αυτές καθαυτές ευκολύνουν την εργασία, ενώ όταν χρησιμοποιούνται καπιταλιστικά αυξάνουν την εντατικότητα της, επειδή αυτές καθαυτές αποτελούν τη νίκη του ανθρώπου πάνω στις δυνάμεις της φύσης, ενώ όταν χρησιμοποιούνται καπιταλιστικά υποδουλώνουν τον άνθρωπο στις δυνάμεις της φύσης, επειδή αυτές καθαυτές αυξάνουν τον πλούτο του παραγωγού ενώ όταν χρησιμοποιούνται καπιταλιστικά τον εξαγριώνουν.». [16]

Ο Αντόνιο Νέγκρι γράφει ότι «οι επαφές, οι σχέσεις, η ανταλλαγή και οι επιθυμίες έχουν γίνει παραγωγικές». [17] Αντίθετα, «όλες οι επαφές, οι σχέσεις και οι ανταλλαγές» που μπήκαν στην παραγωγή εξυπηρετούν την αύξηση των κερδών. Οι ευέλικτες μορφές απασχόλησης είναι απαραίτητες για την αξιοποίηση του ανενεργού χρόνου και του νεκρού κεφαλαίου. Η δουλειά στο σπίτι και η τηλεργασία, η εισαγωγή των μισθών με το κομμάτι όπως την περίοδο της μανουφακτούρας, τα μπόνους σύμφωνα με την απόδοση εξυπηρετούν την εξοικονόμηση εργατικού δυναμικού. Με την εξοικονόμηση νεκρού και ζωντανού κεφαλαίου αυξάνεται το ποσοστό κέρδους, Για τους εργαζόμενους αυτό σημαίνει περισσότερο στρες, παραπάνω δουλειά και αρρώστιες.

Αποβιομηχάνιση και εκβιομηχάνιση

Η γαλλική κυβέρνηση πλήρωσε μια ερευνητική επιτροπή για να εξετάσει τη θέση ότι η βιομηχανία εξαφανίζεται. Μετά από έρευνα μηνών η επιτροπή κατέληξε ότι «από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 η πρόσθετη αξία της παραγωγής αυξανόταν πιο γρήγορα σε όγκο σε σχέση με την πρόσθετη αξία της οικονομίας συνολικά. Αυτό σημαίνει ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να μιλάμε για αποβιομηχάνιση αλλά ότι αντίθετα η βιομηχανία μεγαλώνει. Αυτό το φαινόμενο εμφανίζεται σε όλες τις βιομηχανικές χώρες. Ταυτόχρονα, το μερίδιο της εργασίας στη βιομηχανία μειώθηκε από 24% το 1980 σε 15,9% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού το 2002. Αυτή η μείωση οφείλεται στην αύξηση της παραγωγικότητας των μισθωτών στη γαλλική βιομηχανία που είναι η υψηλότερη στον κόσμο με αύξηση 4,1% το χρόνο από το 1990. Αυτό που λέμε αποβιομηχάνιση είναι στην ουσία μια οπτική αυταπάτη που δημιουργείται από τη δυναμική της βιομηχανίας». [18]

Έρευνα έκανε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το συμπέρασμα ήταν: «από την ανάλυση της επιτροπής είναι ξεκάθαρο ότι δεν τίθεται ερώτημα για μια διαδικασία γενικής αποβιομηχάνισης. Από την άλλη η ευρωπαϊκή βιομηχανία βιώνει μια διαδικασία διαρθρωτικής αλλαγής...» [19]

Η παραγωγή αυξάνεται αλλά γίνεται από λιγότερους ανθρώπους. Αυξάνεται η παραγωγικότητα. Ακόμα και η δομή των επιχειρήσεων έχει αλλάξει αρκετά τα τελευταία χρόνια με την ανάθεση εργασιών έξω. Τέλος υπάρχει επίσης μετεγκατάσταση της παραγωγής (delocalisation). Στην Ευρώπη αυτό ευθύνεται για το 7% της απώλειας θέσεων εργασίας στη βιομηχανία. Όσον αφορά τη μείωση της απασχόλησης στην παραγωγή υπάρχουν τρεις παράγοντες που είναι χαρακτηριστικοί για το σύστημα που κυνηγά το μέγιστο κέρδος: η αύξηση της παραγωγικότητας, η αύξηση της ανάθεσης εργασιών σε τρίτους και η μετεγκατάσταση της παραγωγής.

Η πρώτη αιτία για την εξαφάνιση θέσεων εργασίας στη βιομηχανία είναι η αυξημένη παραγωγικότητα. Αυτό δεν είναι «αποβιομηχάνιση». Αντίθετα υπάρχει πιο μεγάλη παραγωγή που γίνεται από όλο και λιγότερους ανθρώπους. Ή όπως γράφει ο Μαρξ: «η καταδίκη ενός μέρους της εργατικής τάξης σε αναγκαστική αργία εξαιτίας της υπερβολικής εργασίας ενός άλλου μέρους.» [20] Οι 300 μεγαλύτερες πολυεθνικές ελέγχουν τουλάχιστον το % της παγκόσμιας παραγωγής παρόλο που αποτελούν λιγότερο από το 1% της εργασίας. [21]

Σε μια σοσιαλιστική κοινωνία η τεχνολογική πρόοδος στόχο έχει να διευκολύνει τη ζωή των ανθρώπων και να ικανοποιήσει τις ανάγκες τους. Σήμερα, ωστόσο, η υψηλότερη παραγωγικότητα στοχεύει στην απόσπαση μεγαλύτερης υπεραξίας, στο χτύπημα των ανταγωνιστών οδηγώντας σε αφόρητες εργασιακές συνθήκες.

Δεύτερον, η «ανάθεση εργασιών» αναγκάζει τους εργαζόμενους να διαθέτουν την εργατική τους δύναμη σε εργολάβους, γραφεία, εταιρίες πληροφορικής κλπ. για πολύ χαμηλό μισθό. Ταυτόχρονα εξαφανίζεται ένα μέρος της κοινωνικής προστασίας. Στις εργολαβικές εταιρίες τα συνδικαλιστικά δικαιώματα είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Η ανάθεση εργασιών αποτελεί επίθεση στη συλλογική δύναμη των εργατών ως τάξη.

Αλλά ακόμα και σε αυτήν την περίπτωση διακυβεύεται η εξέλιξη στη διαδικασία εκβιομηχάνισης και όχι η αποβιομηχάνιση. Σύμφωνα με τη βρετανική Engineering Employers’ Federation: «η βιομηχανία δημιουργεί ένα μεγάλο μέρος των υπηρεσιών με την ανάθεση τμημάτων όπως η συντήρηση, η τροφοδοσία, το νομικό τμήμα κλπ. Η παραγωγή θα μπορούσε να αποτελεί το 35% της οικονομίας αντί του 20% αν εφαρμόζαμε προσαρμοσμένους στατιστικούς ορισμούς.» [22]

Το ζήτημα δεν είναι η αποβιομηχάνιση αλλά η διάσπαση της παραγωγικής εργατικής τάξης σε μικρότερες εταιρίες και γραφεία.

Ένας τρίτος παράγοντας που προκαλεί την εξαφάνιση των θέσεων εργασίας από τη «βιομηχανία», ο οποίος μπορεί να καταταχτεί μόνο τρίτος, είναι η δυνατότητα μετεγκατάστασης των επιχειρήσεων (delocalisation). Είναι πολύ προφανές ότι η μετεγκατάσταση σε όλο τον κόσμο δεν σημαίνει αποβιομηχάνιση αλλά μεταφορά της βιομηχανίας από τη μια ήπειρο στην άλλη.

Η τάξη που φέρνει το μέλλον

Πριν από 150 χρόνια ο Καρλ Μάρξ και ο Φρίντριχ Ένγκελς έγραψαν ότι η εργατική τάξη δικαιούται τον ηγετικό ρόλο στην κοινωνική επανάσταση λόγω της θέσης της στον καπιταλισμό.

Αυτό που κάνει τους εργάτες πρωτοπόρους είναι η ίδια η ιστορία μαζί με τους οικονομικούς, πολιτικούς και οργανωτικούς νόμους του καπιταλιστικού συστήματος. Όσο θα υπάρχει το κεφάλαιο η κοινωνική δύναμη που κάνει το κεφάλαιο να αυξάνεται δεν θα εξαφανιστεί. Χωρίς παραγωγική εργασία δεν υπάρχει υπεραξία και κέρδος για τα αφεντικά. Σε αυτόν τον πλανήτη υπάρχουν περίπου ένα δισεκατομμύριο εργατικές οικογένειες που είναι οι σύγχρονοι νεκροθάφτες αυτού του συστήματος των πολυεθνικών και του μέγιστου κέρδους. Όπως λένε οι Μαρξ και Ένγκελς στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο αποτελούν το κίνημα της πλειοψηφίας: «όλα τα προηγούμενα κινήματα ήταν κινήματα της μειοψηφίας ή προς όφελος μιας μειοψηφίας. Το προλεταριακό κίνημα είναι το αυτοτελές κίνημα της τεράστιας πλειοψηφίας προς όφελος της τεράστιας πλειοψηφίας. Το προλεταριάτο, το κατώτερο στρώμα της σημερινής κοινωνίας, δεν μπορεί να σηκωθεί, δεν μπορεί να ανυψωθεί χωρίς να τιναχτεί στον αέρα όλο το εποικοδόμημα των στρωμάτων που αποτελούν τη σημερινή κοινωνία». [23]

Έξοδος και λιποταξία

Η πρώην γενική γραμματέας του Κόμματος Εργατών Βελγίου Ναντίν Ρόζα- Ρόσο προσπάθησε περάσει στο κόμμα τη θέση ότι οι συνθήκες εργασίας σήμερα είναι κόλαση και ως εκ τούτου οι εργαζόμενοι δεν μπορούν πλέον να οργανώνονται στο χώρο εργασίας.

Πώς όμως τα κατάφερε το νεαρό εργατικό κίνημα στα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα; Δεν ήταν οι πρώτες βιομηχανίες κόλαση;

Κι όμως οι εργαζόμενοι οργανώθηκαν σε συνθήκες που ήταν πολύ χειρότερες σε σχέση με σήμερα. Τότε μπορούσες να χάσεις τα πάντα: μισθό, φαί, υγεία, ακόμα και τη ζωή σου. Παρόλα αυτά, υπήρχε συλλογική αντίδραση. Αν ο Μαρξ και ο Ένγκελς απλά αναστέναζαν μπροστά όλη αυτή τη δυστυχία, δεν θα είχε γίνει ούτε η Πρώτη Διεθνής ούτε θα είχε επιτευχθεί η σταδιακή συνειδητοποίηση της ανάγκης των συνδικάτων.

Κανείς δεν θα αρνηθεί ότι οι συνθήκες εργασίας έχουν επιδεινωθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Από τη στιγμή που η βελούδινη αντεπανάσταση κατέρριψε τον σοσιαλισμό, το κεφάλαιο λειτουργεί και πάλι πιο εντατικά. Τα εργοστάσια μετατρέπονται σε στρατώνες. Οι εργαζόμενοι τώρα δεν υποφέρουν από αρρώστιες στα πνευμόνια, όπως οι ανθρακωρύχοι, αλλά από στρες. Οι σταθερές δουλειές αντικαθίστανται με προσωρινές και μερική απασχόληση, οι καλά αμειβόμενες θέσεις με κακοπληρωμένες. Μειώνεται το μερίδιο των μισθών στο παγκόσμιο πλούτο ενώ δημιουργούνται ή μπαίνουν πάλι σε εφαρμογή παλιοί ή νέοι νόμοι και κυρώσεις εναντία στις απεργίες.

Κανείς, ωστόσο, δεν θα αρνηθεί ότι το προλεταριάτο αντιστέκεται στο κύμα της απελευθέρωσης και της κοινωνικής αποσύνθεσης. Και αυτή η αντίσταση έχει πολλούς βαθμούς. Ο αριθμός των δραστηριοτήτων στο επίπεδο της επιχείρησης έχει αυξηθεί από τη δεκαετία του ‘90. Δραστηριότητες που διοργανώνεται στο χώρο εργασίας από δεκάδες χιλιάδες συνδικαλιστικούς εκπροσώπους, ανθρώπους από σάρκα και αίμα δεν έλειψαν από τις επιχειρήσεις.

Και οι Νέγκρι και Χαρτ βλέπουν δυνατότητες αντίστασης, όμως κυρίως έξω από τα εργοστάσια και τα συνδικάτα.

“Η δύναμη της εργατικής τάξης δεν βρίσκεται στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς, αλλά στο ανταγωνισμό και στην αυτονομία των ίδιων των εργαζομένων.” Αυτό γράφουν για την αμερικανική εργατική τάξη στις δεκαετίες του ’ 60 και ’70. “Επιπλέον, η δημιουργικότητα και η μαχητικότητα του προλεταριάτου βρισκόταν, επίσης, και ίσως ακόμη περισσότερο, σε ομάδες εργαζομένων έξω από τα εργοστάσια. Ακόμα και αυτοί (και ιδίως αυτοί) που αρνήθηκαν την ενεργή δουλειά, αποτελούν σοβαρή απειλή και μια δημιουργική εναλλακτική λύση». [24]

Σύμφωνα με τους δύο συγγραφείς την περίοδο 1960-1970, υπήρχε μια δημιουργική δύναμη στο «πειθαρχικό σύστημα». «Η προοπτική μιας δουλειάς που να εγγυάται μόνιμη και σταθερή εργασία οκτώ ώρες την ημέρα, πενήντα εβδομάδες το χρόνο για το υπόλοιπο της ζωής σου, η προοπτική της εισόδου στο κανονικό καθεστώς του κοινωνικού εργοστάσιου (social factory), το οποίο ήταν ένα όνειρο για πολλούς γονείς, τώρα φαίνεται να είναι θάνατος. Η μαζική απόρριψη του πειθαρχικού καθεστώτος, το οποίο πήρε διαφορετικές μορφές, δεν ήταν μόνο μια αρνητική έκφραση, αλλά και μια στιγμή δημιουργίας...» [25]

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, οι Νέγκρι και Χαρτ ισχυρίστηκαν ότι άντλησαν έμπνευση για να προτείνουν «νέες μορφές ταξικής πάλης», και για το σήμερα: «η λιποταξία και η έξοδος είναι ισχυρές μορφές της ταξικής πάλης, μέσα και ενάντια την αυτοκρατορική μετανεωτερικότητα.» [26] Διευκρινίζουν ότι «παρόλο που την εποχή της πειθαρχίας το σαμποτάζ ήταν η θεμελιώδης έννοια της αντίστασης, αυτό στην εποχή του αυτοκρατορικού ελέγχου μπορεί να είναι λιποταξία ... Οι μάχες ενάντια στην Αυτοκρατορία μπορούν να κερδιστούν μέσα από την απόσυρση και την έξοδο.» [27]

Για κάποιους διανοούμενους το εργοστάσιο είναι ένα καταραμένο μηχάνημα, αλλά για τους εργαζόμενους είναι το μέρος που βγάζουν το μεροκάματο τους, το μέρος που ασκούν το επάγγελμά τους με περηφάνια καθώς και το ιδανικό μέρος για τη μάχη. Το εργοστάσιο οργανώνει και συγκεντρώνει τους εργαζόμενους σε μια άμεση αντιπαράθεση πρόσωπο με πρόσωπο με τα αφεντικά. Το εργοστάσιο, το οποίο αποφέρει τεράστια κέρδη που χρησιμοποιούν οι καπιταλιστές για πλουτίσουν, είναι και η Αχίλλειος πτέρνα τους. Σε αντίθεση με την έξοδο, υπάρχει η απόδραση, μια «αποχώρηση από το πειθαρχικό καθεστώς” ένα όραμα του Λένιν που είναι ακόμα πολύ επίκαιρο:

«Γιατί ακριβώς το εργοστάσιο, που μερικοί το βλέπουν μόνο σαν μπαμπούλα, είναι η ανώτατη μορφή κεφαλαιοκρατικής συνεργασίας που έχει συνενώσει και έχει μάθει την πειθαρχία στο προλεταριάτο, του έχει διδάξει την οργάνωση και το έχει βάλει επικεφαλής σε όλα τα υπόλοιπα στρώματα του εργαζόμενου και του υφιστάμενου την εκμετάλλευση πληθυσμού. Ίσα-ίσα ο μαρξισμός σαν ιδεολογία του διδασκόμενου από τον καπιταλισμό προλεταριάτου, δίδαξε και διδάσκει στους ασταθείς διανοούμενους τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στην εκμεταλλευτική (πειθαρχία στηριγμένη στο φόβο του θανάτου από την πείνα) και στην οργανωτική του πλευρά (πειθαρχία στηριγμένη στην από κοινού εργασία που την ενοποίησαν οι όροι μιας πολύ αναπτυγμένης τεχνικά παραγωγής). Την πειθαρχία και την οργάνωση, που τις δέχεται τόσο εύκολα ο αστός διανοούμενος, τις αφομοιώνει πολύ εύκολα το προλεταριάτο ακριβώς χάρη σε αυτό το εργοστασιακό «σχολειό». Ο θανάσιμος φόβος μπροστά σε αυτό το σχολειό, η πλήρης ανικανότητα κατανόησης της οργανωτικής του σημασίας χαρακτηρίζουν ακριβώς τους τρόπους σκέψης που αντανακλούν τους μικροαστικούς όρους ύπαρξης και γεννούν το είδος εκείνο του αναρχισμού που οι γερμανοί σοσιαλδημοκράτες το αποκαλούν Edelanarchismu, δηλαδή αναρχισμό του ευγενούς κυρίου, αρχοντικό αναρχισμό, όπως θα τον έλεγα εγώ». [28]

Οι αναθεωρητές του μαρξισμού λένε εδώ και ενάμιση αιώνα να εγκαταλείψουμε το χώρο εργασίας. Υπάρχουν άλλες κοινωνικές ομάδες που θα ενσαρκώσουν τη δημιουργική δύναμη και τη δημιουργικότητα των αλλαγών, που θα φέρουν καθαρό αέρα ή θα οδηγήσουν στην κοινωνική επανάσταση. Και κάθε φορά λέγεται ότι «οι καιροί έχουν αλλάξει».

Πρώτον, ότι οι επιτυχίες της αστικής δημοκρατίας στο πλαίσιο των εθνικών χώρων «άλλαξαν τα πάντα», ότι «τα πάντα είναι διαφορετικά» μετά την ανάπτυξη των μονοπωλίων, ότι η κατάσταση άλλαξε ριζικά με την επιβολή των δικαιωμάτων για την κοινωνική ασφάλιση στην κοινωνία της ευημερίας ενώ σήμερα οι πρόσφατες αλλαγές στην παραγωγή δεν θα αφήσουν τίποτα όπως ήταν πριν.

Κάθε φορά, έλεγαν ότι η «μαχητικότητα βρίσκεται έξω από τους τοίχους του εργοστάσιου», ότι «το οξυγόνο βρίσκεται αλλού», ότι «οι εργαζόμενοι έχουν γίνει εγωιστές», ότι «η ευρωπαϊκή εργατική τάξη έχασε το ραντεβού της με την ιστορία», και ότι «τώρα άλλες ομάδες πρέπει να παίξουν πρωτοπόρο ρόλο». Οι φτωχοί, οι περιθωριοποιημένοι, οι άνθρωποι που τους στερούν την εργασία, οι μετανάστες, οι οικολόγοι, το πράσινο κίνημα, οι ακτιβιστές της ειρήνης, οι γυναίκες, οι επιστήμονες, οι ειδικοί σε θέματα πληροφορικής... ο καθένας τους ανακηρύχθηκε ως η κοινωνική ομάδα που θα καθοδηγούσε την κοινωνική επανάσταση τον περασμένο αιώνα. Το κοινό ανάμεσα σε αυτές τις θεωρίες είναι ότι προσπερνάνε όλους τους κοινωνικούς και οικονομικούς νόμους της ιστορίας, ότι αποφεύγουν το πρόβλημα της παραγωγής και του ελέγχου της παραγωγής.

Η μάχη ανάμεσα στην εργασία και το κεφάλαιο είναι ο πυρήνας κάθε πραγματικής αλλαγής. Η ανάλυση του Λένιν ως προς αυτό είναι πολύ σωστή: «Η δύναμη του προλεταριάτου σε οποιαδήποτε καπιταλιστική χώρα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερη απ’ ότι το ποσοστό του προλεταριάτου στο συνόλου του πληθυσμού. Αυτό συμβαίνει γιατί το προλεταριάτο κυριαρχεί οικονομικά στα κέντρα και στα νευραλγικά σημεία ολόκληρου του οικονομικού συστήματος του καπιταλισμού και γιατί το προλεταριάτο οικονομικά και πολιτικά εκφράζει τα πραγματικά συμφέροντα της τεράστιας πλειοψηφίας των εργαζομένων στον καπιταλισμό. Γι’ αυτό το προλεταριάτο ακόμη κι όταν αποτελεί τη μειοψηφία του πληθυσμού (ή όταν η συνειδητή και πραγματικά επαναστατική πρωτοπορία του προλεταριάτου αποτελεί τη μειοψηφία του πληθυσμού) είναι ικανό να ανατρέψει την αστική τάξη και να τραβήξει ύστερα με το μέρος του πολλούς συμμάχους μέσα από τις μάζες εκείνες των μισοπρολεταρίων και των μικροαστών που ποτέ δεν θα ταχθούν προκαταβολικά υπέρ της κυριαρχίας του προλεταριάτου, δεν θα κατανοήσουν τους όρους και τα καθήκοντα αυτής της κυριαρχίας και μόνο από την παραπέρα πείρα τους θα πειστούν για το αναπόφευκτο, την ορθότητα, το νομοτελειακό χαρακτήρα της προλεταριακής δικτατορίας.» [29]

Το γεγονός ότι οι παραγωγικοί εργάτες δίνουν στο χώρο εργασίας την πραγματική μάχη μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου δεν σημαίνει καθόλου ότι είναι οι μόνοι που αγωνίζονται. Δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει ανάγκη για μια μεγάλη συμμαχία των εργαζομένων στην παραγωγή με τα άλλα στρώματα της εργατικής τάξης, τους αγρότες, τα προλεταριακά στρώματα της διανόησης, τους προοδευτικούς και τους νέους που παίρνουν το μέρος των εκμεταλλευόμενων ανθρώπων. Το αντίθετο ισχύει. Ακριβώς επειδή οι παραγωγικοί εργάτες εκπαιδεύονται, οργανώνονται και είναι πειθαρχημένοι στη μάχη, ακριβώς επειδή οι βιομηχανικοί εργάτες αποτελούν τον πυρήνα αυτού του συστήματος παραγωγής, έχουν το καθήκον να τραβήξουν τα άλλα εκμεταλλευόμενα και καταπιεζόμενα στρωματά προς τα εμπρός. Δεν προσεγγίζουν άλλα κοινωνικά στρωματά για να «αναπνεύσουν ξανά», να «βρουν οξυγόνο», ή για να κερδίσουν «δημιουργική δύναμη» αλλά για να τραβήξουν όλο το άρμα του κοινωνικού αγώνα. Για αυτόν το λόγο οι εργαζόμενοι στη χαλυβουργία Forges de Clabecq εντάχθηκαν στο μεγάλο κίνημα των δασκάλων, των μαθητών και των φοιτητών κατά την περίοδο 1994-1996.

«Αυτήν τη στιγμή βλέπουμε πως οι παραδοσιακές μορφές της αντίδρασης, όπως οι θεσμικές οργανώσεις των εργαζομένων που αναπτύχθηκαν τον δέκατο ένατο και τον εικοστό αιώνα αρχίζουν να χάνουν τη δύναμή τους». Σύμφωνα με τον Νέγκρι και Χαρτ πρέπει να βρεθεί μια «νέα μορφή αντίδρασης.» [30]

Αναμφίβολα το εργατικό κίνημα και οι συνδικαλιστικές οργανώσεις του θα αντιμετωπίσουν νέες μεγάλες προκλήσεις: την οργάνωση εργατικού δυναμικού μερικής, ευέλικτης και επισφαλούς απασχόλησης, την κινητοποίηση των ενοικιαζόμενων εργαζομένων και των εργαζομένων σε επιχειρήσεις υπεργολαβίας, τη συμμετοχή του ανέργου τμήματος της εργατικής τάξης, κ.λπ.

Όταν ορισμένα συνδικαλιστικά στελέχη, όπως συμβαίνει στη διοίκηση των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων, ταυτίζονται σκόπιμα με τα μεγάλα ευρωπαϊκά μονοπώλια και την ΕΕ τους (που σημαίνει “ότι θεσμοθετούνται”), το εργατικό συνδικάτο στην ουσία αποδυναμώνεται. Όμως το πρόβλημα βρίσκεται στο εσωτερικό των ιδίων των οργανώσεών των εργαζομένων ή στην έννοια του εργατικού κινήματος ως οργανωτή της εργατικής τάξης; Ή μήπως το πρόβλημα πρέπει να αναζητηθεί σε μια μικρή ομάδα στελεχών από τις εργατικές οργανώσεις;

Είναι καθήκον του κόμματος, των κομμουνιστών, να κατευθύνουν το συνδικάτο σε ολόκληρη την τάξη και να το βοηθήσουν να πραγματοποιήσει τα πολιτικά του αιτήματα. Ο Λένιν υπογραμμίζει το καθήκον των κομμουνιστών στις συνδικαλιστικές οργανώσεις. «Το να φοβάσαι αυτήν την «αντιδραστικότητα», να προσπαθείς να την αποφύγεις, να την υπερπηδήσεις είναι η πιο μεγάλη ανοησία, γιατί σημαίνει ότι φοβάσαι το ρόλο της προλεταριακής πρωτοπορίας που συνίσταται στην εκπαίδευση, τη διαφώτιση, τη διαπαιδαγώγηση και το τράβηγμα στην καινούργια ζωή των πιο καθυστερημένων στρωμάτων της εργατικής τάξης και της αγροτιάς .. .» [31]

“Τον αγώνα όμως ενάντια στην εργατική αριστοκρατία τον διεξάγουμε εξ ονόματος της εργατικής μάζας και για να την τραβήξουμε με το μέρος μας. Θα ήταν ανοησία να ξεχνά κανείς αυτή τη στοιχειώδη και εξόφθαλμη αλήθεια. Κι ακριβώς τέτοια ανοησία κάνουν οι «αριστεροί» Γερμανοί κομμουνιστές που από τον αντιδραστικό και αντεπαναστατικό χαρακτήρα των ηγετικών κύκλων των συνδικάτων βγάζουν το συμπέρασμα ότι ... οι κομμουνιστές πρέπει να βγουν από τα συνδικάτα!! Να αρνούνται να δουλέψουν σε αυτά!! Να δημιουργήσουν νέες επινοημένες μορφές εργατικής οργάνωσης!! Αυτό είναι ασυγχώρητη βλακεία που ισοδυναμεί με την πιο μεγάλη υπηρεσία που μπορούν να προσφέρουν οι κομμουνιστές στην αστική τάξη.» [32]

Σήμερα, στο τέλος του εικοστού αιώνα και στις αρχές του εικοστού πρώτου, που ο αναθεωρητισμός έχει καταλάβει μια σειρά επαναστατικά κόμματα υπάρχει ένα καθήκον που πρέπει να ολοκληρωθεί, ένα καθήκον το οποίο θα φέρει το κομμουνιστικό κίνημα πίσω στην κεφαλή του αγώνα του κινήματος . Σήμερα αυτές οι δύο προκλήσεις εξακολουθούν να ισχύουν: η οικοδόμηση μιας επαναστατικής έδρας που θα εξειδικεύεται σε αυτόν τον αγώνα και στο μαρξισμό και που θα έχει την ικανότητα να οικοδομεί την ενότητα της εργατικής τάξης και την κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης με τα καταπιεζόμενα στρώματα.


[1] Πηγή: Διεθνής Οργάνωση Εργασίας (ILO), Έκθεση για την Παγκόσμια Απασχόληση 2004-2005. Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Απασχόληση στην Ευρώπη 2004.

[2] Antonio Negri, Return. Biopolitics ABC. Discussions with Anne Dufourmantelle. Amsterdam, Van Gennep, 2003 [2002], σελ. 43.

[3] Β. Ι. Λένιν, «Ιμπεριαλισμός, το ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 147-148.

[4] Πηγή: Έκθεση της Διάσκεψης του ΟΗΕ για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), 2010. Σημείωση: σε αυτήν τη στατιστική η απασχόληση στην παραγωγή (μεταποίηση) είναι μόνο ένα κομμάτι της απασχόλησης στη βιομηχανία.

[5] Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Ευρωπαϊκή κοινωνική στατιστική, αποτελέσματα έρευνας για το εργατικό δυναμικό 2002, έκδοση του 2003. Για αριθμούς σε παγκόσμια κλίμακα: Deon Filmer, Estimating the world at Work, World Bank 1995.

[6] Michael Hardt, Antonio Negri, Empire, The New World Order, Άμστερνταμ, Van Gennep, 2002, σελ. 45. O Χαρτ και ο Νέγκρι ισχυρίζονται ότι πήραν αυτή τη θεωρία από μια «ομάδα σύγχρονων Ιταλών μαρξιστών» χωρίς να προσδιορίζουν ποιοι είναι.

[7] Karl Marx, Capital, A Critique of Political Economy, [1867]. Volume I, Book One: The Process of Production of Capital, Progress Publishers, Moscow, USSR, σελ. 306.

[8] Karl Marx, Capitalist Production as the Production of Surplus Value, Productive and Unproductive Labour. Economic Manuscript of 1861-63, in Theories of Surplus Value. http://www.marxists.org/archive/marx/works/1864/economic/ch02b.html

[9] Michael Hardt, Antonio Negri, Empire, The New World Order, Amsterdam, Van Gennep, 2002, σελ. 68, (η υπογράμμιση του συγγραφέα).

[10] Ό.π., σελ. 283, (υπογραμμίσεις των Νέγκρι και Χαρτ).

[11] L’Europe en chiffres- Ετήσια Έκθεση της Eurostat 2010 http://epp.eurostat.ec.europa.eu/cache/ITY_OFFPUB/KS-CD-10-220/FR/KS-CD-10-220-FR.PDF

[12] Στα διεθνή στατιστικά στοιχεία της Eurostat, οι υπηρεσίες υποδιαιρούνται σε (g) επισκευές για χοντρικό και λιανικό εμπόριο, (h) ξενοδοχεία και εστιατόρια, (i) μεταφορές και επικοινωνία, (j) χρηματοπιστωτικούς μεσάζοντες, (k) επιχειρηματικές δραστηριότητες και αγορά ακινήτων, (I) διοίκηση και (m-q) άλλες υπηρεσίες. Το (κ) περιλαμβάνει επίσης «υπηρεσίες σε επιχειρήσεις» (κλάδοι 72 και 74). Τα δεδομένα της μελέτης που αναφέρεται είναι συνολικά, χωρίς διαχωρισμό ανάμεσα στη μισθωτή εργασία και την ανεξάρτητη εργασία για τον «επιχειρηματικό τομέα». Εμείς κρατήσαμε ένα ποσοστό 86% γιατί στο σύνολο των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων υπάρχει ένα 86% ανθρώπων που παρέχουν υπηρεσίες επί πληρωμή.

[13] Michael Hardt, Antonio Negri, Mass of people, War and Democracy in the New World Order, Amsterdam, De Bezige Bij, 2004, σελ. 120-121.

[14] Antonio Negri, Return. Biopolitics ABC. Discussions with Anne Dufourmantelle. Amsterdam, Van Gennep, 2003 [2002], σελ. 83.

[15] Karl Marx, Grundrisse. 3. Chapitre du Capital (suite) [1858], Paris, Editions Anthropos, 1968, σελ. 143.

[16] Καρλ Μαρξ, «Το Κεφάλαιο. Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», τόμ. Α΄, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα 1978, σελ. 458.

[17] Antonio Negri, Return. Biopolitics ABC. Discussions with Anne Dufourmantelle. Amsterdam, Van Gennep, 2003, σελ. 60.

[18] Max Roustan, Βουλευτής. Εθνοσυνέλευση. Ενημερωτική έκθεση που έγινε για λογαριασμό της αντιπροσωπείας για τη διαχείριση και την αειφόρο ανάπτυξη της περιοχής, για την αποβιομηχάνιση της περιοχής. Προεδρεία της Εθνικής Συνέλευσης, 27 Μάη 2004, σελ. 46-47. http://www.assemblee-nationale.fr/12/pdf/rap-info/i1625.pdf, (οι υπογραμμίσεις δικές μας)

[19] Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, Ανακοίνωση της Επιτροπής. Υποστήριξη των διαρθρωτικών αλλαγών: Μια βιομηχανική πολιτική για την Ευρώπη. Βρυξέλες COM (2004) 274, 20 Απρίλη, 2004, σελ. 2. http://europa.eu.int/eur-lex/fr/com/cnc/2004/com2004_0274fr01.pdf.

[20] Καρλ Μάρξ, «Το Κεφάλαιο. Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας», τόμος Α΄, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή» 1978, σελ. 659.

[21] Jed Greer, Kavaljit Singh, A Brief History of Transnational Corporations, Corpwatch, 2000. http://www.globalpolicy.org/socecon/tncs/historytncs.htm#bk2_ft35 σελ. 18-19. http://www.assemblee-nationale.fr/12/pdf/rap-info/i1625.pdf.

[22] Swasti Mitter, Common Fate, Common Bond. Woman in the Global Economy. Londen, Pluto Press, 1986, σελ. 98.

[23] Καρλ Μαρξ - Φρίντριχ Ένγκελς, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 39.

[24] Michael Hardt, Antonio Negri, Empire, The New World Order, Amsterdam, Van Gennep Publishing, 2002, σελ. 272, (οι υπογραμμίσεις δικές μας).

[25] Ό.π., σελ. 277.

[26] Ό.π., σελ. 219.

[27] Ό.π., σελ. 217.

[28] Β. Ι. Λένιν, «Ένα βήμα μπρος, δυο βήματα πίσω», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 240.

[29] Β. Ι. Λένιν, «Οι Εκλογές για τη Συντακτική Συνέλευση και η δικτατορία του Προλεταριάτου», «Άπαντα», τόμ. 40, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 23.

[30] Michael Hardt, Antonio Negri, Empire, The new World Order, Amsterdam, Van Gennep Publishing, 2002, σελ. 309, (οι υπογραμμίσεις δικές μας).

[31] Β.Ι. Λένιν, «Ο “Αριστερισμός” παιδική αρρώστια του κομμουνισμού», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 42.

[32] Ό.π., σελ. 43-44.