Είναι απαραίτητη μια ταξική προσέγγιση που να βάζει στην άκρη τα λαϊκίστικα κριτήρια και αυτό σημαίνει να γίνει ανάλυση σε επιστημονική βάση, με τη μαρξιστική μέθοδο ανάλυσης της πραγματικότητας, λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό ανάπτυξης του καπιταλισμού, τη διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης στο ιμπεριαλιστικό στάδιο, που να δίνει έμφαση στο γενικό χωρίς να παραβλέπονται οι ιδιαιτερότητες και αποφεύγοντας να προτάσσεται το μερικό έναντι του συνολικού.
Η μαρξιστική θεωρία εμπεδώνει την αμοιβαία σύνδεση ανάμεσα στα φαινόμενα της φύσης και της κοινωνίας αντί να τα αναλύει ξεχωριστά. Όπως επισημαίνει ο Β. Σ. Μολοντσόφ, «η άρνηση της αλληλεξάρτησης ανάμεσα στα φαινόμενα υπονομεύει τη δυνατότητα της γνώσης ως ενιαίο σύνολο καθώς, σε αντίθεση με τη μεταφυσική, ο μαρξισμός-λενινισμός επεξεργάστηκε μια πραγματικά επιστημονική μέθοδο για τη γνώση και αλλαγή της πραγματικότητας. Αυτή η μέθοδος απαιτεί, πρώτα απ ’ όλα, να εξετάσουμε όλα τα φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα σε αμοιβαία σύνδεση και αλληλεξάρτηση». [1] Το χαρακτηριστικό αυτό της μαρξιστικής-λενινιστικής ανάλυσης δεν τηρείται πάντα κι εξακολουθούν να υπάρχουν δογματικές προσεγγίσεις, για παράδειγμα σε σχέση με τη μελέτη του ιμπεριαλισμού. Έτσι, επί παραδείγματι, οι σχέσεις οικονομικής εξάρτησης θεωρούνται σταθερές, αμετάβλητες. Επίσης, αγνοεί την επισήμανση του Λένιν πως ένα ουσιαστικό χαρακτηριστικό του ιμπεριαλισμού είναι ότι πρόκειται για μονοπωλιακό καπιταλισμό, υπερβαίνοντας τον ελεύθερο συναγωνισμό [2]. Από τα πέντε χαρακτηριστικά που αναφέρονται στο έργο του Ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, πιάνονται μόνο από ένα, παραβλέποντας άλλα κρίσιμης σημασίας. Αυτό οδηγεί σε στρεβλώσεις στην ανάλυση των σύγχρονων διακρατικών ενώσεων και στην ίδια την αντιιμπεριαλιστική πάλη, που την αντιλαμβάνονται αυστηρά υπό την περιοριστική αντίληψη των αδύναμων κρατών ενάντια στις ξένες δυνάμεις ή στις σχέσεις οικονομικής εξάρτησης, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ότι το κεφάλαιο αναπτύσσεται και υπάρχουν διαρκείς αλλαγές, φαινόμενα αλληλεξάρτησης.
Από την έναρξη της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής (Καναδάς, ΗΠΑ, Μεξικό) το 1994, προωθούνται στην Αμερική ενώσεις διακρατικές, διμερείς, πολυμερείς ή ακόμα και στο επίπεδο της ηπείρου για οικονομικούς, εμπορικούς, τελωνειακούς σκοπούς, για μεταναστευτικά ζητήματα, για την περιφερειακή ολοκλήρωση, την αστυνομική και στρατιωτική συνεργασία.
Η Λατινική Αμερική δεν είναι αποκλειστικό «μαγαζάκι» των μονοπωλίων των ΗΠΑ, καθώς αυξάνεται συνεχώς η παρουσία κεφαλαίων προερχόμενων από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Κίνα, καθώς και συντονισμένη παρουσία των μονοπωλίων της Νότιας Αμερικής και κάθε μιας από τις εμπλεκόμενες χώρες που επωφελούνται και κατακτούν κυρίαρχες θέσεις στους οικονομικούς τομείς όπου συμμετέχουν.
Οι προσεγγίσεις στον ταξικό χαρακτήρα αυτών των διακρατικών ενώσεων είναι γεμάτες συγχύσεις, καθώς κατανοούνται μηχανικά με βάση προηγούμενες επεξεργασίες, με δογματικό τρόπο, αφού αυτές αντιστοιχούσαν σε άλλη χρονική στιγμή της ανάπτυξης του καπιταλισμού στην ιμπεριαλιστική του φάση και μάλιστα κατά ιστορική αναλογία στην αποικιακή κυριαρχία. Αυτό δημιουργεί ασάφειες στην επεξεργασία της στρατηγικής διάφορων κομμουνιστικών κι εργατικών κομμάτων, οδηγεί την ταξική πάλη σε βάλτο, σε λάθη ως προς τα καθήκοντα, τους συμμάχους, και προωθεί την ταξική συνεργασία, την ιδεολογική διαστρέβλωση, μεταθέτοντας τον ιστορικό στόχο που είχε καθοριστεί από το 1848 στο πρόγραμμα που συνέγραψαν για τους κομμουνιστές οι Μαρξ και Ένγκελς.
Ένα πρώτο ζήτημα έχει να κάνει με τον τρόπο που γίνεται αντιληπτή η λενινιστική θεωρία για τον ιμπεριαλισμό. Με αφαιρετικό τρόπο προσεγγίζεται ως σχέση κυριαρχίας και όχι ως ανώτερο και τελευταίο στάδιο του καπιταλισμού, ως μονοπωλιακός καπιταλισμός. Ο ιμπεριαλισμός προσδιορίζεται ως «ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ», σα μια νέα αποικιακή μητρόπολη, και ως πρώτιστο καθήκον των κομμουνιστών καθορίζεται η πάλη για την εθνική ανεξαρτησία, καθήκον από το οποίο διαμορφώνεται ένα φάσμα διαταξικών συμμαχιών και η αστική τάξη διαχωρίζεται σε «εθνική» και «φιλοϊμπεριαλιστική». Ως αντιιμπεριαλιστικά τμήματα κατανοούνται όσα είναι ενάντια στις ΗΠΑ και όχι απαραίτητα ενάντια στα μονοπώλια. Μεταξύ αυτών είναι πολλά «ντόπια» μονοπώλια με τα οποία διαμορφώνονται πλατφόρμες ενάντια στα «ξένα» μονοπώλια. Για τους κομμουνιστές είναι καθαρό ότι, ανεξάρτητα από την εθνικότητα, ανεξάρτητα από το αν έχουν ανώτερη ή κατώτερη θέση, κάθε μονοπώλιο είναι βασικό συστατικό του διεθνούς ιμπεριαλιστικού συστήματος.
Το κύριο συμπέρασμα αυτής της λαθεμένης αντίληψης είναι ότι οι χώρες της Λατινικής Αμερικής είναι εξαρτημένες, νεο-αποικίες του ιμπεριαλισμού των ΗΠΑ, συμπέρασμα που το υιοθετούν ένας σημαντικός αριθμός κομμουνιστικών κι εργατικών κομμάτων της περιοχής, το συμμερίζονται ρεφορμιστικές, οπορτουνιστικές οργανώσεις και αστικά πολιτικά σχήματα, όχι μόνο σ’ εθνικό αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο, κι επιδιώκεται να έχει αναφορά σε όλη την ήπειρο. Δεν είναι τυχαίο ότι τέτοιοι σχηματισμοί [3] συνδέονται με σχέδια και μηχανισμούς ορισμένων διακρατικών ενώσεων, προβάλλοντας τον εναλλακτικό τους χαρακτήρα απέναντι στο ιμπεριαλιστικό κέντρο των ΗΠΑ.
Θεωρείται δεδομένο ότι ο κυρίαρχος ρόλος των ΗΠΑ είναι αμετάβλητος, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και η σκληρή πάλη που μαίνεται σήμερα ανάμεσα στους καρχαρίες προκειμένου να κατακτήσουν την κορυφή της πυραμίδας. Βέβαια, μέχρι σήμερα στη Λατινική Αμερική κυριαρχούν τα κεφάλαια που προέρχονται από τις ΗΠΑ, αλλά όχι τόσο όσο πριν 50, 25 ή 10 χρόνια, αφού διαρκώς χάνουν έδαφος έναντι των ανερχόμενων ξένων ανταγωνιστών. Επιβεβαιώνεται ο λενινιστικός νόμος της ανισόμετρης ανάπτυξης.
Όσον αφορά τη στρατηγική και την τακτική, ο οπορτουνιστικός χαρακτήρας εκδηλώνεται βάζοντας αναχώματα στην ταξική πάλη, καθώς διαχωρίζει το κεφάλαιο θεωρώντας ότι το ντόπιο πρέπει να προστατεύεται έναντι του ξένου και καταλήγει στην απώλεια της ταξικής ανεξαρτησίας των εργαζομένων μετατρέποντάς τους σε ουρά της αστικής τάξης.
Ας δούμε το παράδειγμα της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής, την οποία εμείς οι κομμουνιστές αντιπαλεύουμε από το 1994, αλλά και νωρίτερα, όταν προτάθηκε ως σχέδιο από την κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους. Γενικά οι λαϊκές και ταξικές δυνάμεις, μεταξύ αυτών κι εμείς, [4] συμφωνούσαν ότι καθώς το Μεξικό είναι μια εξαρτημένη χώρα, η περιοχή ελεύθερου εμπορίου θα σήμαινε ότι το Μεξικό σιγά-σιγά από η μια αποικία θα οδηγούνταν στην προσάρτηση από τις ΗΠΑ. Η πάλη έθετε ως προοπτική της τις σημαίες της εθνικής ανεξαρτησίας και κυριαρχίας, ενώ συγκροτήθηκε κι ένα πλατύ μέτωπο με την αστική τάξη της χώρας. Αν δούμε εκ νέου τις αποφάσεις, τις διακηρύξεις που έβγαλε τότε το ΚΚ Μεξικού, θα διαπιστώσουμε ότι είχαμε μεγαλύτερη ανησυχία για το μέλλον της βιομηχανίας μεταποίησης, της κλωστοϋφαντουργίας, της γεωργίας, της μικρής βιομηχανίας σε σχέση με τη διαφαινόμενη καταστροφή τους και θα παρατηρήσουμε πολύ μικρή αναφορά στην κατάσταση της εργατικής τάξης του Μεξικού, του Καναδά, των ΗΠΑ και των μεταναστών. Πάνω από είκοσι χρόνια μετά, οι εκτιμήσεις που προκύπτουν από την Ιστορία μάς επιτρέπουν να επιβεβαιώσουμε ότι αυτή η προσέγγιση ήταν λάθος, καθώς μεγάλα κέρδη δεν είχαν μόνο τα μονοπώλια των ΗΠΑ, αλλά και τα καναδέζικα, και τα μεξικανικά, που δυνάμωσαν και απορρόφησαν άλλα, πιο αδύναμα μονοπώλια των ΗΠΑ, στον τομέα των τηλεπικοινωνιών η América Móvil και στον τομέα των ορυχείων η Industrial Minera de México. Και τα δύο είναι ισχυρά μεξικανικά μονοπώλια που ήδη εξάγουν κεφάλαια και ξεζουμίζουν εργαζόμενους από τις ΗΠΑ και τη Λατινική Αμερική έχοντας πολύπλευρο χαρακτήρα, καθώς επεκτείνουν τον κύκλο εργασιών τους από τις τηλεπικοινωνίες μέχρι τον Τύπο και γενικά στις υπηρεσίες επικοινωνίας, στα τρόφιμα και στα φάρμακα. H Industrial Minera de México απορρόφησε διάφορα μονοπώλια εξορύξεων της μεταλλομηχανικής βιομηχανίας στις ΗΠΑ, στο Περού και στη Χιλή.
Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το μεξικανικό μονοπώλιο Bimbo, στον κλάδο των τροφίμων, που ήδη κυριαρχεί στην Ισπανία και έχει εισβάλει στην Κίνα, το μονοπώλιο ICA στον κλάδο των κατασκευών, που σε ανταγωνισμό με το βραζιλιάνικο μονοπώλιο Odebrecht αμφισβητεί τον έλεγχο του κλάδου όσον αφορά την κατασκευή δρόμων, γεφυρών και έργων υποδομών. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το κρατικό μονοπώλιο PEMEX που επίσης εδραιώνεται σε αυτήν την κατεύθυνση, διευρύνοντας τον κύκλο εργασιών του με τον έλεγχο λιμανιών και ναυπηγείων της Ισπανίας.
Δεν πρόκειται για εξαιρέσεις' θα μπορούσαμε να παραθέσουμε κι άλλες περιπτώσεις και θα επιβεβαιωνόταν ότι, άσχετα από την εθνικότητά τους, τα μονοπώλια αυξάνουν τα κέρδη τους, αναπτύσσονται με τη συγκέντρωση και συγκεντροποίηση στον κλάδο τους, ενώ επεκτείνονται και σε άλλους, και ομοίως οι εργαζόμενοι, άσχετα από την εθνικότητά τους, υφίστανται εκμετάλλευση, φτωχαίνουν και βάλλονται από τα μέτρα που υιοθετούν οι διακρατικές ενώσεις, στην προκείμενη περίπτωση η Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής, για να ελαστικοποιήσουν τα εργασιακά δικαιώματα, να τα κάνουν σκόνη, απαξιώνοντας την εργασία και οξύνοντας την αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας, καθώς και άλλα μέτρα όπως οι ιδιωτικοποιήσεις και οι περικοπές στους δημόσιους τομείς της εκπαίδευσης, της υγείας κλπ.
Αλλά δεν είναι μόνο η περίπτωση της Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου Βόρειας Αμερικής, το Σχέδιο Πουέμπλα-Παναμά, οι διμερείς συμφωνίες, η δοκιμασμένη και αποτυχημένη λεγόμενη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου Αμερικής (ALCA), αλλά και οι συμφωνίες με την ΕΕ και οι λεγόμενες «εναλλακτικές» όπως η MERCOSUR, η UNASUR και η ALBA, που τα μονοπώλια αυτών των χωρών έχουν κατοχυρώσει την κυριαρχία τους σε σημαντικούς κλάδους της γεωργίας, των κατασκευών, της ενέργειας και συνδέονται με μπλοκ που στην ενδοϊμπεριαλιστική διαπάλη με τις ΗΠΑ-όπως στην περίπτωση των BRICS- θεωρούνται στρατηγικοί σύμμαχοι για την αναβάθμιση της θέσης τους στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα.
Είναι σωστό να μιλάμε για το Μεξικό σα να πρόκειται για εξαρτημένη και η μιαποικιακή χώρα, όταν καταλαμβάνει την 11η θέση του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος; Όταν έχουν διαμορφωθεί μονοπώλια μετά από μια μακρά διαδικασία συγκέντρωσης και συγκεντροποίησης; Σύμφωνα με τα συμπεράσματά μας, που εμπεριέχονται στο Πρόγραμμα που υιοθέτησε το 5ο Συνέδριο του ΚΚΜ, το Μεξικό είναι μια χώρα μεσαίας ανάπτυξης όπου έχουν εδραιωθεί πλήρως οι καπιταλιστικές σχέσεις, με ενδιάμεση θέση στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, με σχέσεις αλληλεξάρτησης που διασφαλίζουν την ανάπτυξη των μονοπωλίων.
Όπως αναφέρει το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας: «Η ιστορία δείχνει ότι το μονοπώλιο ως αποτέλεσμα συγκέντρωσης του κεφαλαίου, ως βασικός νόμος του σύγχρονου σταδίου του καπιταλισμού είναι γενική τάση σε όλο τον κόσμο και ότι μπορεί να υπάρξει δίπλα και σε προκαταπιταλιστικές μορφές οικονομίας και ιδιοκτησίας». [5] Δηλαδή στο Μεξικό υπάρχουν χαρακτηριστικά οικονομικής καθυστέρησης, ωστόσο δεν είναι το κυρίαρχο στοιχείο, καθώς το γενικό χαρακτηριστικό είναι μια έντονη και αυξανόμενη καπιταλιστική ανάπτυξη. Υπάρχουν σχέσεις εξάρτησης και αλληλεξάρτησης με πιο δυνατές οικονομίες, όπως με τις ΗΠΑ, αλλά και αναπτυσσόμενες σχέσεις με την ΕΕ. Να επαναλάβουμε ότι υπάρχουν μεξικανικά μονοπώλια πολύ δυνατά, κυρίαρχα.
Είμαστε πεπεισμένοι ότι η πάλη ενάντια στις διακρατικές ενώσεις, που είναι αντιλαϊκές και αντεργατικές, πρέπει να βασίζεται σε μια αυστηρή ταξική ανάλυση γιατί διαφορετικά, αν δεν αντιμετωπιστούν λαθεμένες αντιλήψεις και αναλύσεις, μια λάθος στρατηγική οδηγεί σε καθυστέρηση των αντιμονοπωλιακών, αντικαπιταλιστικών και αντιιμπεριαλιστικών στόχων.
Ορισμένα ιδεολογικά στοιχεία της μη ταξικής ανάλυσης είναι τα εξής:
- Τίθεται λαθεμένα ως βασική αντίθεση η εξάρτηση - ανεξαρτησία κι εκτοπίζεται η ουσία της εποχής που είναι η αντίθεση κεφαλαίου - εργασίας.
- Ιδεολογικοποιείται η πάλη για την ανεξαρτησία κι ενάντια στην αποικιοκρατία του 19ου αιώνα, επιδιώκοντας να αντληθεί ποίηση από το παρελθόν και όχι από το μέλλον. [6] Η δράση και το πρόγραμμα των Ιδάλγο, Μπολίβαρ, Χουάρες, Σαν Μαρτίν, Σούκρε κλπ. αντιστοιχεί σε μια συγκεκριμένη εποχή, δύο αιώνες πίσω, όταν η ανερχόμενη αστική τάξη, για να εξυπηρετήσει το ταξικό της συμφέρον, είχε ανάγκη να διαμορφώσει τα κράτη της απελευθερώνοντάς τα από την αποικιακή κυριαρχία του ισπανικού στέμματος, για να εδραιώσει στη συνέχεια την κυριαρχία της αστικής τάξης στους εκμεταλλευόμενους και καταπιεσμένους. Αναγνωρίζοντας τις δημοκρατικές-επαναστατικές παραδόσεις αυτών των αγώνων και χαρακτηρίζοντάς τους προοδευτικούς για την εποχή τους, ειλικρινά είναι ανεπαρκές να θέλουμε να βρούμε σε προηγούμενα προγράμματα τα λάβαρα που θα πρέπει να κρατήσουν οι εργαζόμενοι σήμερα για να πετύχουν τη χειραφέτησή τους. Αντιλήψεις όπως, για παράδειγμα, «το δόγμα Μονρόε έναντι του μπολιβαριανισμού» συμβάλλουν να συγκαλυφτεί ότι σήμερα η αντίθεση είναι ανάμεσα στο σοσιαλισμό και τον καπιταλισμό. Το ίδιο ισχύει με το σχέδιο «Γκραν Κολόμπια» και άλλα, που σήμερα τα προβάλλουν πολιτικές δυνάμεις που δεν παλεύουν ενάντια στα μονοπώλια, αλλά για λογαριασμό των ντόπιων μονοπωλίων.
- Τίθεται η ανεξαρτησία ως άμεσος στόχος και οι πλατιές διαταξικές συμμαχίες ως πολιτικό υποκείμενο, για να επιτευχθούν, καθορίζονται ενδιάμεσα στάδια και παρότι όσοι τα προτείνουν υποστηρίζουν το σοσιαλιστικό-κομμουνιστικό στόχο, στην πραγματικότητα το κάνουν τυπικά, καθώς παίρνοντας το μέρος κάποιου συγκεκριμένου τμήματος της αστικής τάξης συμβάλλουν στη διαιώνιση της καπιταλιστικής κοινωνίας.
- Κατηγορίες όπως ο νεοφιλελευθερισμός, η παγκοσμιοποίηση, η πολυπολικότητα, που δίνουν χώρο στη βελτίωση και στον «εξανθρωπισμό» του καπιταλισμού με το να τον διαχειρίζονται με διαφορετικό τρόπο, αποκρύπτοντας την ταξική σύγκρουση στις διεθνείς σχέσεις και οδηγώντας την εργατική τάξη και τους λαούς στην ενδοϊμπεριαλιστική διαμάχη να πάρουν το μέρος ενός μπλοκ που να εναντιώνεται στις ΗΠΑ ή που να είναι πιο «φιλικό».
- Θεωρώντας τον ιμπεριαλισμό μητρόπολη, μπαίνει στο περιθώριο η ταξική πάλη σε κάθε χώρα για χάρη της «εθνικής ενότητας», εστιάζοντας στην πάλη ενάντια στην ξένη κυριαρχία.