Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γυναικών σε συνθήκες καπιταλιστικής παλινόρθωσης


Νέο Κομμουνιστικό Κόμμα Γιουγκοσλαβίας

«Αυτοί οι οποίοι υποσχέθηκαν απελευθέρωση στην ανθρωπότητα με την εγγύηση της τιμής τους δεν πρέπει να επιτρέψουν στο ένα μισό της ανθρωπότητας να καταδικαστεί σε σκλαβιά εξαιτίας οικονομικής και κοινωνικής εξάρτησης. Αυτοί που θα επιτρέψουν την καταπίεση των εργατών από τους καπιταλιστές θα επιτρέψουν επίσης την καταπίεση των γυναικών από τους άντρες.»

Κλάρα Τσέτκιν

«Το ζήτημα της απελευθέρωσης των γυναικών είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τον κοινωνικό μετασχηματισμό ως σύνολο, με την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από κάθε κακό, απογοήτευση, τυραννία και σκλαβιά.»

Svetozar Markσvic

Οι αρχές του εργατικού κινήματος και η πάλη για τα δικαιώματα των γυναικών

Το εργατικό κίνημα αναπτύχθηκε με διαφορετική ταχύτητα ανάμεσα στα γιουγκοσλαβικά έθνη ανάλογα με τη διαδικασία βιομηχανοποίησης και σε ποιο κράτος ανήκε προηγουμένως (κάτι το οποίο επίσης επηρέασε τμήματα μέσα στο ίδιο το εργατικό κίνημα). Ακούστηκαν αιτήματα για πλήρη κοινωνική και οικονομική ισότητα των γυναικών στη Γιουγκοσλαβία, όπως και στην υπόλοιπη Ευρώπη, ταυτόχρονα με την αποδοχή του επιστημονικού σοσιαλισμού των Μαρξ και Ένγκελς ως τη θεωρητική βάση για την πολιτική πάλη της εργατικής τάξης. Υπήρχαν διάφοροι παράγοντες οι οποίοι έπαιξαν ρόλο στην παρουσίαση αυτού του ζητήματος στους λαούς της Γιουγκοσλαβίας. Το σύγγραμμα Η υποταγή των γυναικών του ακτιβιστή Τζον Στιούαρτ Μιλ για τα εργατικά και γυναικεία δικαιώματα μεταφράστηκε από τον Svetozar Markovic και εκδόθηκε στη Σερβία το 1871, όπως και το Γυναίκα και Σοσιαλισμός του Αύγουστου Μπέμπελ. Επιπρόσθετα, η δράση της Κλάρας Τσέτκιν, τα έργα και οι ομιλίες του Λένιν, όπως και η κατάκτηση της ισότητας για τις γυναίκες στη Σοβιετική Ένωση μετά από τη νίκη της Οκτωβριανής Επανάστασης είχαν μεγάλη σημασία για την αποσαφήνιση του ζητήματος των γυναικείων δικαιωμάτων.

Με το άλμα που έφεραν οι σοσιαλιστικές ιδέες και την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος, τα δικαιώματα των γυναικών ολοένα και αναγνωρίζονταν ως ένα κοινωνικό ζήτημα γενικής σημασίας. Μέσα στην οργανωμένη πάλη όλων των εργατών, μαζί με την πάλη ενάντια στην καπιταλιστική εκμετάλλευση, οι εργάτριες άρχισαν την παράλληλη πάλη τους για την ισότητα με τους άντρες. Σ’ εργατικές οργανώσεις, απεργίες και άλλες αγωνιστικές δράσεις απαίτησαν ίσα δικαιώματα στη δουλειά, ίσο μισθό και καλύτερες εργασιακές συνθήκες για όλους τους εργάτες. Παρόλ’ αυτά, οι μαρξιστικές αντιλήψεις και οι θεωρητικές και πρακτικές τους συνέπειες σχετικά με τη θέση των εργατριών και το μέλλον της κοινωνίας δεν έγιναν αμέσως και παντού ομαλά και γρήγορα αποδεκτές, ακόμα και μέσα στο ίδιο το εργατικό κίνημα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Svetozar Markovic, ο μεγάλος οραματιστής του εργατικού κινήματος που διέδωσε τις σοσιαλιστικές ιδέες στην οικονομικά υπανάπτυκτη Σερβία του 1870 και 1880, έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο με τις ιδέες και τη δράση του. Προσπάθησε να ενημερώσει σχετικά με την κακή μεταχείριση των γυναικών στις οικογένειες και την αρνητική επίδραση της πατριαρχικής νοοτροπίας, όχι μόνο σε γυναίκες από την αστική τάξη και στην ανατροφή των μελλοντικών γενεών, αλλά επίσης στις σχέσεις στην κοινωνία στο σύνολό τους. Υπερασπίστηκε τη λύση γι’ αυτό το πρόβλημα και δήλωσε (το 1871) ότι «το ζήτημα της γυναικείας απελευθέρωσης είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένο με τον κοινωνικό μετασχηματισμό ως σύνολο, με την απελευθέρωση της ανθρωπότητας από κάθε κακό, απογοήτευση, τυραννία και σκλαβιά» και πως «όχι μόνο δεν είναι πολύ νωρίς για εμάς ν ’ ασχοληθούμε με τα δικαιώματα των γυναικών, αλλά αυτό θα πρέπει να είναι το πρώτο θέμα στην ατζέντα μας».

Τα πρώτα γυναικεία εργατικά συνδικάτα αναδύθηκαν μέσα στα σοσιαλιστικά εργατικά συνδικάτα. Οι εργάτριες τόνιζαν πως δεν ανήκουν στο αστικό φεμινιστικό κίνημα, εξαιτίας του γεγονότος ότι στο μανιφέστο του δε συμπεριλάμβανε τα αιτήματα για την κατάργηση της εκμετάλλευσης των εργατών. Ένας από τους εξέχοντες ηγέτες του Σερβικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος, ο Dimitrije Tucović, επιστρέφοντας από τη Διεθνή Συνδιάσκεψη Γυναικών στην Κοπεγχάγη (στην οποία παραβρέθηκε ως αντιπρόσωπος της Γενικής Συνέλευσης της Σοσιαλιστικής Β' Διεθνούς) αναφέρθηκε σε αυτή στη Μεγάλη Σοσιαλιστική Συνέλευση Γυναικών στο Βελιγράδι στα τέλη του 1910. Μίλησε για τη σημασία του εργατικού κινήματος, για την ομιλία της Κλάρας Τσέτκιν και για την απόφαση να γιορτάζεται η Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας. Τότε ιδρύθηκε και η Κεντρική Γραμματεία των Σοσιαλιστριών. Αμέσως μετά από την καθιέρωση της 8ης Μάρτη ως Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας, το 1911, σε πολλές πόλεις στη Σερβία έγιναν μαζικές κινητοποιήσεις εργατριών κατά της εκμετάλλευσης, απαιτώντας πολιτική ισότητα για τις γυναίκες.

Το άρθρο της Σύνταξης του πρώτου τεύχους του περιοδικού Jednakost (Ισότητα), που γράφτηκε από την Κεντρική Επιτροπή των Σοσιαλδημοκρατισσών (1 Οκτώβρη 1910) διακηρύσσει τα παρακάτω: «Εμείς, οι εργαζόμενες γυναίκες, δεν μπορούμε να μειώσουμε τις απαιτήσεις μας στην ατζέντα εκείνων των κυριών των αστικών κύκλων που θέλουν πιο πολλά δικαιώματα για τις γυναίκες όσο διατηρείται η υπάρχουσα κοινωνική τάξη πραγμάτων —η τάξη πραγμάτων η οποία δίνει μόνο δικαιώματα σε μερικούς και μόνο καθήκοντα σε άλλους. Η πάλη μας είναι μόνο ένα κομμάτι της σοσιαλδημοκρατικής πάλης στην οποία ανήκουμε, αφού ένα καλύτερο μέλλον για όλη την ανθρωπότητα θα προκύψει όχι από την πάλη της γυναίκας απέναντι στον άντρα, αλλά από την ενεργή και επίμονη πάλη των καταπιεσμένων κοινωνικών τάξεων ενάντια στους καταπιεστές τους.»

Μετά από τη μεγάλη επιτυχία του Κομμουνιστικού Κόμματος Γιουγκοσλαβίας (ΚΚΓ) στις εκλογές στη Γιουγκοσλαβία, ήρθε η απαγόρευση της δουλειάς του το 1921 και κατόπιν άρχισαν οι απαγορεύσεις πολλών προοδευτικών οργανώσεων και συνδικάτων, συμπεριλαμβανόμενων των γυναικείων συνδικάτων κοντά στο ΚΚΓ Κατά την περίοδο που το ΚΚΓ δούλευε παράνομα, πολλές γυναίκες εξασφάλιζαν υλική βοήθεια στο Κόμμα και βοηθούσαν τους κομμουνιστές να οργανώνουν κομματικές συγκεντρώσεις. Ο στόχος του ΚΚΓ ήταν να προσελκύσει όσο το δυνατόν περισσότερες γυναίκες και γι’ αυτό προωθούσε ανοιχτά την οικονομική, κοινωνική και πολιτική ισότητα μεταξύ των δύο φύλων. Την ίδια ώρα, τα άλλα πολιτικά κόμματα ούτε προσέφεραν ευκαιρίες ώστε οι γυναίκες να είναι πολιτικά ενεργές, ούτε συμπεριλάμβαναν τα δικαιώματα των γυναικών στα προγράμματά τους. Το ΚΚΓ ήταν το μόνο που προσέφερε εντελώς νέες δυνατότητες στις γυναίκες.

Το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας ήταν μια κοινωνία διαποτισμένη από βαθιές εσωτερικές πολιτικές, κοινωνικές εντάσεις και εντάσεις μεταξύ των εθνοτήτων. Θα μπορούσε κάνεις να πει ότι αυτή η κοινωνία ήταν δυναμική μόνο με μια δημογραφική έννοια. Παρόλ’ αυτά, αν λάβουμε ως κριτήριο για τη χειραφέτηση και τον εκσυγχρονισμό μιας χώρας τη θέση της γυναίκας σε μια κοινωνία, τα αποτελέσματα είναι ολέθρια. Την περίοδο της ίδρυσής του, το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας είχε στο πλαίσιό του έξι διαφορετικές περιοχές με διαφορετικούς νόμους. Σε όλη τη διάρκεια της ύπαρξης αυτού του κράτους δεν έγινε ποτέ εναρμόνιση του αστικού δικαίου. Έτσι, ο Σερβικός Αστικός Κώδικας από το 1844 παρέμεινε σε ισχύ στις περιοχές που ανήκαν στο Βασίλειο της Σερβίας πριν τον πόλεμο. Αυτός ο νόμος υπαγόρευε την εξουσία του συζύγου πάνω στη σύζυγο. Το οικογενειακό δίκαιο αναγνώριζε τον άντρα ως επικεφαλής του σπιτιού. Η γυναίκα ήταν υποχρεωμένη να υπακούει στις εντολές του συζύγου, να βοηθάει το σύζυγό της, να διατηρεί την τάξη και την καθαριότητα στο σπίτι και να φροντίζει τα παιδιά. Σε περίπτωση διαζυγίου είχε το δικαίωμα να κρατήσει τα αρσενικά παιδιά ως την ηλικία των τεσσάρων και τα θηλυκά παιδιά ως την ηλικία των εφτά ετών. Ύστερα ήταν υποχρεωμένη να παραδώσει τα παιδιά στον πατέρα για φροντίδα. Η προνομιακή θέση του άντρα σύμφωνα με το Σερβικό Αστικό Κώδικα αντικατοπτρίζεται επίσης στο γεγονός ότι ο νομοθέτης απαγόρευε τη διαδικασία εξακρίβωσης της πατρότητας στη γέννηση τέκνων εκτός γάμου.

Στο σύζυγο, λοιπόν, επιτρεπόταν η εξωσυζυγική ζωή σε αντίθεση με τη γυναίκα του, γεγονός που έδειχνε την ύπαρξη διπλής ηθικής. Στο περιουσιακό δίκαιο τονίζεται ιδιαιτέρως ότι είναι αδύνατο για μια παντρεμένη γυναίκα να δουλεύει. Μια ανύπαντρη γυναίκα είχε τα ίδια εργασιακά δικαιώματα μ’ έναν άντρα, ενώ μια παντρεμένη γυναίκα εξισωνόταν με τους ανήλικους και τους διανοητικά καθυστερημένους. Η υποταγή των γυναικών ήταν ιδιαίτερα προφανής στον τομέα του κληρονομικού δίκαιου. Η αρχή της μητριαρχικής κληρονομιάς συνέβαινε μόνο σε περίπτωση που όλοι οι κληρονόμοι από την πλευρά του πατέρα ως και τα έκτα ξαδέρφια είχαν εξαντληθεί. Το δικαίωμα της κληρονομιάς ανήκε πρώτιστα στους αρσενικούς απογόνους και μετά στους απογόνους τους και μόνο τότε σε κόρες.

Η συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική και πολιτική ζωή της Γιουγκοσλαβίας συνάντησε μεγάλη αντίσταση. Ένα από τα πιο εξέχοντα παραδείγματα είναι η περίπτωση της Ksemja Atanasijevic. Ήταν η πρώτη γυναίκα που απέκτησε διδακτορικό από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου το 1922. Ήταν επίσης η πρώτη γυναίκα που διορίστηκε ως επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα της Φιλοσοφίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου το 1924, μόνο για ν’ απομακρυνθεί από τη θέση της το 1936. Η θέση της στο πανεπιστήμιο δεν αποκαταστάθηκε ποτέ και πέρασε το υπόλοιπο της εργασιακής της ζωής, μέχρι το 1941, ως εκπαιδευτικός επιθεωρητής του υπουργείου Παιδείας.

Ως το 1945 οι γυναίκες, οι οποίες αποτελούσαν πάνω από το μισό του συνολικού πληθυσμού του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας, είχαν ελάχιστη συμμετοχή στην πολιτική, οικονομική και πολιτιστική ζωή.

Ο εθνικοαπελευθερωτικός πόλεμος και ο ρόλος των γυναικών

Μαστιζόμενο από εσωτερικές αντιφάσεις και υπό εξωτερικές πιέσεις, το Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας δεν αντιστάθηκε στη φασιστική επιθετικότητα τον Απρίλη του 1941 και καταλήφτηκε και κατακερματίστηκε χωρίς σημαντική αντίσταση.

Το Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας, το οποίο υφίστατο διώξεις για είκοσι χρόνια και λειτουργούσε παράνομα, παρέμεινε κοντά στο λαό και κάλεσε για οργανωμένη αντίσταση στους φασιστές επιδρομείς. Κατάφερε να συγκεντρώσει δημοκρατικές και πατριωτικές δυνάμεις σ’ ένα ενιαίο τεράστιο εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα.

Οι νέοι όλων των τάξεων και των δύο φύλων εντάχτηκαν στον αγώνα με μεγάλο ενθουσιασμό. Μπορούσαν να δουν το μέλλον τους μόνο σε μια χώρα απελευθερωμένη από την ξένη κατοχή, από την ηγεμονία του ξένου και εγχώριου κεφαλαίου, την καπιταλιστική εκμετάλλευση, τις διακρίσεις και την ταπείνωση. Το μέλλον τους ήταν σε μια χώρα όπου όλοι οι άνθρωποι και τα έθνη θα ήταν ίσοι και όπου θα μπορούσαν ν’ αναπτύξουν τις δημιουργικές τους ικανότητες. Έτοιμοι να θυσιάσουν τη ζωή τους για ελευθερία κατά τη διάρκεια του αιματηρού πολέμου, νέοι άντρες και γυναίκες ζούσαν ήδη μ’ ένα νέο τρόπο και δημιούργησαν νέους ηθικούς κώδικες μέσω αμοιβαίων σχέσεων ισότητας και συντροφικότητας.

Η μαζική ένταξη των γυναικών στον αγώνα μαζί με τους άντρες είχε ιδιαίτερη σημασία, καθώς οι κατακτητές και οι δωσίλογοι βασίζονταν στην παθητικότητα και στο συντηρητισμό τους. Η προνοητική δέσμευση του ΚΚΓ και της ηγεσίας του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου στη συμμετοχή των γυναικών στον απελευθερωτικό πόλεμο σε όλες τις πτυχές του προήλθε από τη συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι η επιτυχία του αγώνα εξαρτιόταν από τη συμμετοχή όλων των ανθρώπων σε αυτό. Επιπλέον, κατανοούσαν ότι η συμμετοχή των γυναικών, εκτός από την απαραίτητη συνεισφορά, προσέφερε επίσης μια εξαιρετική ανθρώπινη διάσταση, επαναστατικό βάθος και πεποίθηση νίκης στον αγώνα. Όλ’ αυτά οδήγησαν σε αξιοσημείωτη ανταπόκριση κοριτσιών και γυναικών.

Εκατομμύρια εργαζόμενες γυναίκες, αγρότισσες, νοικοκυρές, φοιτήτριες και διανοούμενες συμμετείχαν ενεργά στο μεγάλο αγώνα γι’ απελευθέρωση και τη νέα κοινωνική τάξη πραγμάτων στην οποία θα ήταν ίσες με τους άντρες. Οι γυναίκες ήταν μαχήτριες σ’ ένοπλες μονάδες, συμμετείχαν σ’ επιθέσεις των κομμουνιστών σε πόλεις και σε σαμποτάζ, ήταν παράνομοι πολιτικοί αγωνιστές σε κατεχόμενα εδάφη, μεταφορείς και συλλέκτες πληροφοριών, συνέλεγαν και έκρυβαν όπλα και ιατρικά εφόδια. Τα σπίτια τους ήταν σημεία συνάντησης, νοσοκομεία και εργαστήρια. Συμμετείχαν επίσης σε στρατιωτικές μονάδες ή σε παρτιζάνικα νοσοκομεία ως νοσηλεύτριες, νοσηλεύοντας τραυματίες, φροντίζοντας τα παιδιά των μαχητών, τους παράνομους αγωνιστές και τα θύματα της τρομοκρατίας και παρείχαν ρούχα και φαγητό στον απελευθερωτικό στρατό. Κάτω από τις σκληρότερες συνθήκες, οι γυναίκες δούλευαν στα χωράφια και έκρυβαν τη συγκομιδή από τους κατακτητές. Τα έπραξαν όλ’ αυτά παρά την πρωτοφανή τρομοκρατία που επέβαλαν στους ανθρώπους οι φασιστές κατακτητές και οι εγχώριοι συνεργάτες τους, ανεξάρτητα από το φύλο και την ηλικία τους. Ήταν μια εποχή μαζικών δολοφονιών και συλλήψεων, δημόσιων απαγχονισμών, πυρπολήσεων και ληστειών, μια εποχή όπου σκοτώνονταν παιδιά, βιάζονταν γυναίκες και κορίτσια και οι άνθρωποι στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και φυλακές. Υπάρχουν αμέτρητα παραδείγματα των ηρωικών ενεργειών των γυναικών σε μάχες, σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, φυλακές και υπό την απειλή όπλου. Η ηγεσία του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα μπορούσε να βασιστεί στις γυναίκες σε όλα τα καθήκοντα που ασκούν οι άντρες και ιδιαίτερα σ’ εκείνα που παραδοσιακά εκτελούνται μόνο από γυναίκες. Έτσι, οι γυναίκες έφεραν σε πέρας όλα τα πολιτικά και στρατιωτικά καθήκοντα στον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση, δίπλα-δίπλα με τους άντρες.

Οι αντιφασιστικές οργανώσεις των γυναικών, οι οποίες ιδρύθηκαν τόσο σε κατεχόμενα όσο και σε απελευθερωμένα εδάφη ως μέρος του Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου, διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην κινητοποίηση των γυναικών για τον αγώνα για την εθνική απελευθέρωση. Το Δεκέμβρη του 1942 πραγματοποιήθηκε στην απελευθερωμένη πόλη του Bosanski Petrovac το 1ο Συνέδριο του Αντιφασιστικού Μετώπου Γυναικών της Γιουγκοσλαβίας (ΑΜΓΓ). Το παρακολούθησαν 166 γυναίκες που ήταν αντιπρόσωποι ένοπλων μονάδων, καθώς και από χωριά και πόλεις από απελευθερωμένα και κατεχόμενα εδάφη απ’ όλη τη Γιουγκοσλαβία. Με την ευκαιρία αυτή, ο αρχηγός του εθνικού απελευθερωτικού στρατού και των τμημάτων των παρτιζάνων της Γιουγκοσλαβίας και Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας, Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, υπογράμμισε, από τη μια πλευρά, την αδιάσπαστη σχέση μεταξύ της συμμετοχής των γυναικών στον εθνικό πόλεμο και την επανάσταση και, από την άλλη, τη μελλοντική ανάπτυξη της κοινωνίας και τη νέα θέση των γυναικών στην κοινωνία αυτήν.

«Είμαι περήφανος που ηγούμαι ενός στρατού με τόσες πολλές γυναίκες», δήλωσε ο Τίτο, επισημαίνοντας: «Οι γυναίκες της Γιουγκοσλαβίας, που συμμετέχουν σε αυτόν τον αγώνα με τέτοια αυτοθυσία και θυσιάστηκαν τόσο πολύ, εκείνες που είναι τόσο αποφασισμένες στις πρώτες γραμμές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα έχουν το δικαίωμα να τους εγγυηθούμε ένα πράγμα σήμερα εδώ μια για πάντα: Αυτός ο αγώνας πρέπει να είναι καρποφόρος για τις γυναίκες της Γιουγκοσλαβίας και πρέπει να τους δώσει δικαιώματα που κανείς δε θα μπορεί να πάρει από τα χέρια τους ξανά —τα δικαιώματα για τα οποία πλήρωσαν τόσο ακριβά. Ο Εθνικός Απελευθερωτικός Στρατός μας και όλες οι γυναίκες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του μεγάλου αγώνα θα εγγυηθούν γι ’ αυτό. Ίσως κάποιος στο εξωτερικό να έχει ψευδαισθήσεις ότι μετά από τον πόλεμο στη Γιουγκοσλαβία όλα θα πάνε πίσω στις παλιές πρακτικές και ότι οι γυναίκες θα πάνε πίσω στην κουζίνα και δε θ’ αποφασίζουν για τίποτε. Αυτό δε θα συμβεί, επειδή οι γυναίκες πέρασαν μια δοκιμασία ωριμότητας: Απέδειξαν ότι είναι σε θέση να είναι κάτι περισσότερο από νοικοκυρές, απέδειξαν ότι μπορούν επίσης να πολεμήσουν μ ’ ένα όπλο στο χέρι τους και ότι μπορούν να είναι επικεφαλής και να κρατούν την εξουσία στα χέρια τους.»

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών της Γιουγκοσλαβίας αυξήθηκε σε περίπου 2 εκατομμύρια μέλη. Η ίδρυση και οργάνωση του ΑΜΓΓ αποτέλεσε σημαντικό κίνητρο για την κινητοποίηση των γυναικών παντού, αλλά κυρίως ήταν ιδιαίτερα σημαντικό για τις γυναίκες στις αγροτικές περιοχές και στα πιο υπανάπτυκτα μέρη της χώρας. Το Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών συνέβαλε στην κινητοποίησή τους στον πόλεμο και στη γενική τους εκπαίδευση και πολιτική δράση. Εκτός από τις οργανώσεις νεολαίας, το ΑΜΓΓ ήταν ένα πραγματικό σχολείο για γυναίκες στελέχη που τους προετοίμαζε για όλα τα καθήκοντα.

Η σοσιαλιστική περίοδος στη Γιουγκοσλαβία και η επιβεβαίωση των γυναικών

Μετά από τη νίκη του παρτιζάνικου κινήματος υπό την ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Γιουγκοσλαβίας, η μεταπολεμική περίοδος σηματοδότησε την αρχή μιας ολόπλευρης και βαθιάς κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής ανασυγκρότησης. Ο μετασχηματισμός επικεντρώθηκε στην εξάλειψη της κληρονομιάς του Βασιλείου της Γιουγκοσλαβίας -τόσο στον πολιτικό όσο και στον ιδεολογικό, αλλά και στον κοινωνικό τομέα- αλλά και στην αστικοποίηση και χειραφέτηση των αγροτικών γιουγκοσλαβικών κοινοτήτων και του πληθυσμού της, την εκβιομηχάνιση και γενική ανοικοδόμηση της κοινωνίας και της χώρας που καταστράφηκε από τον πόλεμο.

Οι αλλαγές που ακολούθησαν μετά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο επηρέασαν σημαντικά τις γυναίκες, τη θέση τους και τα δικαιώματά τους στο νεοσύστατο κράτος. Τα νέα δικαιώματα που απέκτησαν οι Γιουγκοσλάβες γυναίκες κατά τη διάρκεια της σοσιαλιστικής περιόδου κερδήθηκαν από τις ίδιες, πρωτίστως από την ισότιμη συμμετοχή τους στον εθνικοαπελευθερωτικό πόλεμο. Μετά από τον πόλεμο, τα δικαιώματα αυτά εισήχθησαν στη νομοθεσία, δημιουργώντας έτσι ένα επίσημο κρατικό κίνητρο και ενθάρρυνση για τη χειραφέτηση των γυναικών και την ισότητά τους με τους άντρες.

Όπως ο ίδιος ο Λένιν επισήμανε:

«Δεν μπορεί να γίνει η σοσιαλιστική επανάσταση, αν δεν πάρει μέρος σε αυτή σε σημαντικό βαθμό το μεγάλο τμήμα των εργαζόμενων γυναικών... Στη χώρα μας πρέπει η γυναίκα-εργάτρια να πετύχει όχι μόνο τη νομική ισότητα με τον άντρα-εργάτη, αλλά και την ισότητα στη ζωή. Για να γίνει αυτό πρέπει οι γυναίκες-εργάτριες να συμμετέχουν όλο και περισσότερο στη διεύθυνση των κοινωνικών επιχειρήσεων και στη διακυβέρνηση του κράτους.»

Στα πρώτα χρόνια μετά από τον πόλεμο δόθηκε ένας μεγάλος αριθμός σημαντικών θέσεων στο Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών της Γιουγκοσλαβίας σε πρώην αντάρτισσες, που μετά από τον πόλεμο χρησίμευαν ως πρότυπα χειραφέτησης άλλων γυναικών, ειδικά αυτών που προέρχονταν από αγροτικές περιοχές. Η πολιτική του ΑΜΓΓ ήταν να παρακινήσει, να ενθαρρύνει και να ενισχύσει τις γυναίκες γι’ ανεξάρτητη εργασία και ανεξαρτησία γενικά και να τις ενθαρρύνει να προσεγγίσουν την εργασία με διαφορετικό τρόπο. Το ΑΜΓΓ τόνισε επίσης ότι ο γάμος δεν πρέπει να είναι το μόνο πράγμα που δίνει νόημα στη ζωή μιας γυναίκας. Το ΑΜΓΓ ήταν η θεμελιακή οργάνωση που προσέλκυσε πολλές γυναίκες και εργάστηκε ενεργά για τη συμμετοχή τους στην κοινωνική και πολιτική σφαίρα και για την παρακίνηση και την ενθάρρυνσή τους να εγκαταλείψουν τα προηγούμενα στερεότυπα που είναι τυπικά των πατριαρχικών παραδοσιακών πολιτισμών. Το ΑΜΓΓ είχε τρεις σημαντικούς χειραφετητικούς ρόλους: 1) Την κινητοποίηση των γυναικών για την ανασυγκρότηση, 2) την εκπαίδευση και τη διαφώτιση των γυναικών και 3) το κίνητρο για την κατασκευή παιδικών σταθμών που θα επέτρεπε στις γυναίκες να εργαστούν και έτσι ν’ αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία, που ήταν απαραίτητη για να κερδίσουν ισότητα.

Στο πρώτο Σύνταγμα της Ομοσπονδιακής Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (ΟΛΔΓ) το 1946 οι γυναίκες έλαβαν τυπικά δικαίωμα ψήφου. Ήταν η επίσημη επιβεβαίωση του δικαιώματος ψήφου που χρησιμοποίησαν ήδη το 1941 στις εκλογές για τις εθνικές επιτροπές. Η νομοθεσία που ακολούθησε δημιούργησε μια σταθερή βάση για τα δικαιώματα των γυναικών στην προσωπική, οικογενειακή και πολιτική ζωή.

Ο νόμος για το γάμο του 1946 καθόρισε ίσα δικαιώματα αντρών και γυναικών στο γάμο. Ο οικογενειακός νόμος του 1947 εισήγαγε ίσα δικαιώματα για τα παιδιά που γεννιούνταν εντός και εκτός γάμου. Ο νόμος για την κοινωνική ασφάλιση εισήγαγε ασφάλεια για όλους τους κινδύνους, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν η αμειβόμενη άδεια μητρότητας και το δικαίωμα της σύνταξης υπό τους ίδιους όρους τόσο για τις γυναίκες όσο και για τους άντρες, αν και οι γυναίκες θα συνταξιοδοτούνταν νωρίτερα. Το δικαίωμα στην έκτρωση καθορίστηκε από το νόμο του 1951, το Σύνταγμα του 1974 εγγυήθηκε στις γυναίκες το πλήρες δικαίωμα ν’ αποφασίζουν για τον τοκετό και από το 1977 επιτράπηκε η άμβλωση χωρίς περιορισμούς για τα έμβρυα έως και δέκα βδομάδων. Όλες οι διεθνείς συμβάσεις για τα δικαιώματα των γυναικών μεταφέρθηκαν στη γιουγκοσλαβική νομοθεσία εκείνης της εποχής. Το 1979 η Σοσιαλιστική Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας υπέγραψε τη σύμβαση για την εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων κατά των γυναικών (CEDAW), η οποία εγκρίθηκε στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών και τέθηκε σε ισχύ το 1981.

Η νέα κυβέρνηση μετά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο επικεντρώθηκε επίσης στην αλλαγή των προηγούμενα υιοθετημένων κοινωνικών πρακτικών και στο μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στο ξερίζωμα των πρακτικών της υπαίθρου και στον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας. Το άγχος, λοιπόν, ήταν η βελτίωση των πρακτικών υγιεινής του πληθυσμού, η εξάλειψη ευρέως διαδεδομένων μολυσματικών ασθενειών και η εκπαίδευση των ανθρώπων. Μια από τις νομικές πράξεις που ψηφίστηκαν στη σοσιαλιστική Γιουγκοσλαβία απαγόρευσε τις μαντίλες ή τα χιτζάμπ με σκοπό την απελευθέρωση των μουσουλμάνων γυναικών. Η ίδια η ισλαμική κοινότητα αντέδρασε θετικά στην πράξη και επιβεβαιώθηκε ότι από θρησκευτική σκοπιά δεν υπήρχε κανένα εμπόδιο για την απομάκρυνση των μαντίλων και ότι η κάλυψη των γυναικών ήταν περισσότερο ένα έθιμο παρά μια θρησκευτική προσταγή.

Ήταν σαφές ότι η ανοικοδόμηση της χώρας, καθώς και η δημιουργία μιας νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας, δε θα μπορούσαν να συμβούν χωρίς σημαντική ενεργή συμμετοχή των γυναικών και εκεί ήταν που το Αντιφασιστικό Μέτωπο Γυναικών της Γιουγκοσλαβίας διαδραμάτισε αναμφισβήτητα σημαντικό ρόλο. Οι γυναίκες στο σοσιαλισμό αγωνίστηκαν και κατόρθωσαν ν’ αποκτήσουν τα δικαιώματα να συμμετέχουν ενεργά στη δημιουργία νέων σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και στην επίτευξη της ισότητας με τους άντρες. Το ΑΜΓΓ ήταν η οργάνωση που παρείχε μηχανισμούς που θα μπορούσαν να ενεργοποιήσουν την πλειοψηφία των γυναικών.

Λαμβάνοντας υπόψη τις οικογενειακές ευθύνες των εργαζόμενων γυναικών, κυρίως για τη διατήρηση του νοικοκυριού και την ανατροφή των παιδιών, η σοσιαλιστική κυβέρνηση προσπάθησε να τις διευκολύνει, ώστε να συνεχίσουν αφοσιωμένες στις δραστηριότητές τους στο δημόσιο τομέα και να διευκολύνει τις γυναίκες να εκτελούν απαιτητικές χειρωνακτικές εργασίες, ανεξάρτητα από το αν θα ξεκινούσαν μια οικογένεια, υιοθετώντας μια σειρά διαταγμάτων που ρύθμιζαν τα ζητήματα των παιδιών και της μητρότητας. Με το διάταγμα για τις εργαζόμενες γυναίκες κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή της έμμηνου ρύσεως, οι γυναίκες απαλλάσσονταν από την εργασία που απαιτούσε να περνούν πολλές ώρες όρθιες. Υπήρξε επίσης κανονισμός για το άνοιγμα βρεφοκομείων μέσα στις επιχειρήσεις.

Όσον αφορά τα δικαιώματα των εργατριών, είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι οι γυναίκες ήταν επιτυχείς και ικανές στην εργασία και ότι δεν αισθάνονταν ότι παρεμποδίζονταν όταν επρόκειτο για επαγγελματική εξέλιξη. Η στάση τους οφειλόταν στο γεγονός ότι το δικαίωμά τους στην εργασία κερδήθηκε με κόπο, ότι είχαν πραγματική πίστη στο νέο σύστημα και ότι προέρχονταν κυρίως από πατριαρχικές οικογένειες. Η νέα σοσιαλιστική τάξη νομικά εξίσωνε τους εργάτες και τις εργάτριες όταν επρόκειτο για μισθούς.

Πρέπει επίσης ν’ αναφέρουμε το πρόσφατα αποκτηθέν δικαίωμα διαζυγίου, το οποίο είναι μια άλλη πτυχή που δείχνει το επίπεδο ισότητας μεταξύ γυναικών και αντρών. Μετά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η ισότητα αντρών και γυναικών, αναμφίβολα ένα μεγάλο επίτευγμα της επανάστασης, έγινε μια από τις βασικές αρχές του Συντάγματος, του συζυγικού δικαίου και άλλων νόμων. Ήταν απαραίτητο ν’ αλλάξουν οι παλαιές πατριαρχικές απόψεις για την υποδεέστερη θέση των γυναικών, που είχαν διαμορφωθεί εδώ και αιώνες και εξακολουθούσαν να υπάρχουν στη νοοτροπία των ανθρώπων.

Από αυτήν τη σύντομη επισκόπηση της θέσης των γυναικών στη ΣΟΔΓ είναι αδύνατο να μην καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι οι γυναίκες πέτυχαν υψηλότερο επίπεδο χειραφέτησης και ισότητας από αυτό που είχαν προηγουμένως. Είναι επίσης σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι οι γυναίκες, με τον αγώνα τους, την αποφασιστική αυτοθυσία και την αφοσίωσή τους, κέρδισαν οι ίδιες τα δικαιώματα που τους έδωσε ο νόμος μετά από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο αγώνας τους και οι σοσιαλιστικές θεωρίες οδήγησαν στη δημόσια και πολιτική προώθηση των ίσων δικαιωμάτων για τις γυναίκες και τους άντρες.

Η παλινόρθωση του καπιταλισμού και η επιταχυνόμενη επιστροφή στην πατριαρχία

Οι διαδικασίες παλινόρθωσης του καπιταλισμού και του εμφύλιου πολέμου στην επικράτεια της ΣΟΔΓ είχαν σοβαρές συνέπειες για τα δικαιώματα των γυναικών στη Γιουγκοσλαβία, επαναφέροντάς τα στο πλαίσιο του βιολογικού τους ρόλου (μητέρα) και στην ιδιωτική σφαίρα (σπίτι). Οι γυναίκες έχασαν την πολιτική τους σημασία. Επιπλέον, η οικονομική κρίση και η πολιτική αναταραχή οδήγησαν σε μαζική ανεργία που επηρέαζε διαφορετικά τους άντρες και τις γυναίκες -η ανεργία των αντρών θεωρήθηκε ως η πηγή της αστάθειας που απαιτούσε αντιμετώπιση, ενώ η ανεργία των γυναικών έγινε όλο και περισσότερο αποδεκτή. Η χειραφέτηση και η προάσπιση της ισότητας αντρών και γυναικών αντικαταστάθηκε από την πολιτική και κοινωνική υπεράσπιση για την επιστροφή της γυναίκας στην ιδιωτική σφαίρα και την επανεπιβεβαίωση του ρόλου της ως μητέρας.

Οι άσχημες οικονομικές συνθήκες, οι πόλεμοι, η ανεπαρκής υποστήριξη από το κράτος και την κοινωνία, η ανεπαρκής δραστηριότητα των συνδικάτων, καθώς και πολλοί άλλοι παράγοντες, κυρίως η αναποτελεσματική εφαρμογή νόμων από τις κρατικές αρχές, όπως οι επιθεωρήσεις εργασίας, συνέβαλαν στο γεγονός ότι η κατάσταση των γυναικών την εποχή της εγκαθίδρυσης της οικονομίας της αγοράς και ο σκληρός ανταγωνισμός στην αγορά εργασίας, σε πολλές πτυχές, έχει υποχωρήσει στα επίπεδα που υπήρχαν πριν το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Τα δικαιώματα που κέρδισαν οι γυναίκες στο σοσιαλισμό αγνοούνται και οι γυναίκες επιστρέφουν στην ιδιωτική σφαίρα. Οι άντρες έγιναν ενεργά υποκείμενα, πολεμιστές, ενώ οι γυναίκες έγιναν παθητικά αντικείμενα και θύματα. Οι δεκαετίες δουλειάς των γυναικών και της δράσης για μια καλύτερη κοινωνία έχουν διαγραφεί σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και έχει αποκατασταθεί η πατριαρχία, διασφαλίζοντας θέσεις εξουσίας για τους άντρες.

Παρόλο που τυπικά οι γυναίκες και οι άντρες στη Σερβία έχουν ίσα δικαιώματα, οι μελέτες δείχνουν ότι η συνολική κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γυναικών είναι σημαντικά χειρότερη από αυτή των αντρών και ότι υπάρχει μεγάλο κενό μεταξύ των διακηρυγμένων αρχών και των πρακτικών εφαρμογής της συγκεκριμένης πολιτικής.

Περισσότερες γυναίκες από άντρες στη Σερβία έχουν ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια ή τριτοβάθμια εκπαίδευση, αλλά κερδίζουν μικρότερους μισθούς από τους άντρες και πάνω από το ήμισυ από αυτές είναι εξαρτώμενες, σύμφωνα με το Στατιστικό Γραφείο της Δημοκρατίας της Σερβίας. Έχουμε 114 εργαζόμενες γυναίκες έναντι 100 εργαζόμενων αντρών με πανεπιστημιακούς τίτλους. Εντός της ίδιας ομάδας, οι άντρες κερδίζουν κατά μέσο όρο 5,1% περισσότερο από τις γυναίκες.

Μελέτες έχουν επίσης δείξει ότι το 95% των γυναικών εκτελεί μη αμειβόμενες εργασίες 5 ώρες τη μέρα σε σύγκριση με το 77% των αντρών με 3 ώρες τη μέρα. Επίσης το 85% των Σέρβων πολιτών θεωρεί ότι η ενδοοικογενειακή βία είναι ευρέως διαδεδομένη (42%) ή σε κάποιο βαθμό (43%) και το 33% των πολιτών γνωρίζει μια περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης στην εργασία που βίωσε μια γυναίκα.

Οι γυναίκες αποτελούν το 50% όλων των δικαιούχων σύνταξης γήρατος, ενώ τα 2/3 των δικαιούχων συντάξεων αναπηρίας είναι άντρες. Και στις δυο περιπτώσεις οι γυναίκες έχουν κατά μέσο όρο χαμηλότερη σύνταξη -20% χαμηλότερη σύνταξη γήρατος και 16% χαμηλότερη σύνταξη αναπηρίας. Κατά μέσο όρο οι γυναίκες που εργάζονταν έχουν δυο χρόνια μικρότερη διάρκεια ζωής από τους άντρες.

Τα αποτελέσματα μιας έρευνας σχετικά με τη στάση των Σέρβων πολιτών στην ισότητα των φύλων δείχνουν ότι περισσότεροι από τους μισούς συμφωνούν ότι οι γυναίκες και οι άντρες στη Σερβία δεν είναι ίσοι (55%). Πολύ περισσότερες γυναίκες πιστεύουν ότι δεν υπάρχει ισότητα (66% των γυναικών, 44% των αντρών). Το 55% των αντρών, σε σύγκριση με το 33% των γυναικών, δηλώνουν ότι υπάρχει ισότητα μεταξύ των δύο φύλων.

Ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της Σερβίας δηλώνει ότι, σύμφωνα με την προηγούμενη εμπειρία τους, οι γυναίκες που υποβάλλουν αίτηση γι’ απασχόληση απορρίπτονται συχνότερα από τους άντρες, με τη δικαιολογία ότι η εργασία δεν ήταν για το φύλο τους (71%) ή για την ηλικία τους (65% ).

Οχτώ στους δέκα πολίτες της Σερβίας πιστεύουν ότι οι γυναίκες χάνουν τη δουλειά τους ευκολότερα λόγω οικογενειακών υποχρεώσεων και το 1/4 των πολιτών συμφωνεί ότι οι γυναίκες επιχειρηματίες είναι λιγότερο επιτυχείς από τους άντρες επιχειρηματίες (2014: 25%, 2010: 12,8%).

Η πλειοψηφία των πολιτών πιστεύει ότι οι γυναίκες είναι συχνότερα θύματα παρενόχλησης στην εργασία (73%), ενώ λιγότερο από το 1/5 συμφωνεί ότι οι γυναίκες και οι άντρες αντιμετωπίζουν εξίσου την παρενόχληση στην εργασία (18%). Όσον αφορά τη διάκριση κατά των γυναικών λόγω της εγκυμοσύνης ή της άδειας μητρότητας, το 38% των πολιτών δηλώνει ότι γνωρίζουν μια περίπτωση όπου μια γυναίκα απολύθηκε επειδή έλαβε άδεια εγκυμοσύνης ή μητρότητας.

Μετά από το 1990, όταν εισήχθη το πολυκομματικό σύστημα, ο αριθμός των γυναικών που εκλέχτηκαν στις δημοκρατικές συνελεύσεις ήταν μικρότερος από τον αριθμό των γυναικών που εξελέγησαν το 1958.

Προοπτικές

Όσο υπάρχει καπιταλισμός, ο πλανήτης ποτέ δε θα σωθεί. Επειδή ο καπιταλισμός είναι αντίθετος στη ζωή, στην οικολογία, στους ανθρώπους και στις γυναίκες.

Οι λόγοι πίσω από τη συνολικά πιο δύσκολη θέση των γυναικών στην κοινωνία έγκεινται σε θεσμοθετημένες και διαρθρωμένες διακρίσεις, δηλαδή στην αδυναμία αναγνώρισης της ολοένα και πιο δύσκολης θέσης των γυναικών και στην έλλειψη επαρκών μέτρων δημόσιας πολιτικής και θεσμών που είναι υπεύθυνοι για την εφαρμογή τους.

Από τότε που η αντεπανάσταση έλαβε χώρα στην επικράτεια της ΣΟΔΓ, η θέση των γυναικών στην κοινωνία μας υποχώρησε σε αυτή που ήταν σχεδόν πριν έναν αιώνα. Ο ρόλος μιας γυναίκας μειώνεται σε αυτόν της «μητέρας και της νοικοκυράς», ενώ το κοινωνικό της κύρος και η κατάστασή της καταστέλλονται εντελώς. Τα αστικά μέσα απεικονίζουν τις γυναίκες μόνο ως σεξουαλικά αντικείμενα και φτηνές διαφημίσεις για τα εξώφυλλά τους, ενώ τα πραγματικά προβλήματα των γυναικών αντιμετωπίζονται μόνο σποραδικά ή με βαθύ κυνισμό και γελοιοποίηση.

Σήμερα στη Σερβία η συνολική κοινωνικοοικονομική κατάσταση των γυναικών είναι σημαντικά χειρότερη σε σύγκριση με αυτή των αντρών. Οι γυναίκες στη Σερβία λαμβάνουν 15-25% χαμηλότερους μισθούς απ’ ό,τι οι άντρες, περισσότερες γυναίκες εγγράφονται σε δημόσιες υπηρεσίες ανεργίας, υπάρχουν λίγες σε θέσεις επιρροής και επίσης λαμβάνουν μικρότερες συντάξεις. Ο αριθμός των γυναικών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας είναι σημαντικά υψηλότερος από τον αριθμό των αντρών ομολόγων τους. Το ποσοστό απασχόλησης των γυναικών στη Σερβία ανέρχεται μόλις στο 44%. Πλευρές της ζωής στις οποίες οι γυναίκες δεν υφίστανται διακρίσεις ή τουλάχιστον εκείνες στις οποίες υφίστανται διακρίσεις λιγότερο από τους άντρες είναι σπάνιες, όπως έδειξαν διάφορες μελέτες. Μια γυναίκα συνήθως έχει δυο θέσεις πλήρους απασχόλησης -στο σπίτι και στο χώρο εργασίας της- και αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα σε σχέση και με τις δυο. Είναι δυσκολότερο να βρει μια θέση εργασίας, κερδίζει λιγότερο για την ίδια ακριβώς θέση, λαμβάνει προαγωγή μετά από μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και μόνο το 30% των γυναικών καταλαμβάνουν διευθυντικές θέσεις, ενώ μόνο 20% εργάζονται ως διευθυντικά στελέχη σ’ εταιρίες και τα θεσμικά όργανα. Είναι λιγότερο πιθανό να συμπεριληφθεί στη λήψη σημαντικών αποφάσεων και συχνά πρέπει να επιλέξει μεταξύ της δουλειάς της και της γέννησης παιδιού ή τουλάχιστον ν’ αναβάλει να κάνει παιδιά εάν επιθυμεί να προχωρήσει σε οποιαδήποτε σταδιοδρομία. Στη Σερβία οι γυναίκες που ζουν στην ύπαιθρο είναι ιδιαίτερα περιθωριοποιημένες, δεδομένου ότι δε λαμβάνουν αμοιβή ή δημόσια αναγνώριση για το έργο τους, παρόλο που εκτελούν εργασία που είναι σημαντική για τη συντήρηση των αγροτικών νοικοκυριών και την επιβίωση οικογενειών πολλών γενεών.

Οι γυναίκες είναι επίσης τα συχνότερα θύματα της ενδοοικογενειακής βίας. Μελέτες δείχνουν ότι μία στις τρεις γυναίκες έχει πέσει θύμα σωματικής κακοποίησης, ενώ μία στις δύο γυναίκες έχει πέσει θύμα ψυχολογικής κακοποίησης. Αυτό είναι ένα άλλο θέμα που δεν μπορούν να επιλύσουν τα αρμόδια θεσμικά όργανα.

Ο πρώην πρωθυπουργός και σημερινός Πρόεδρος της Σερβίας, Aleksandar επιτέθηκε στις γυναίκες της Σερβίας, δηλώνοντας ότι κάνουν παιδιά για ν’ αποφύγουν την εργασία. Ταυτόχρονα, η σερβική κυβέρνηση υποστηρίζει την αύξηση του ποσοστού γεννήσεων. Από την άποψη αυτήν, είναι επίσης σημαντικό να υπογραμμιστεί το γεγονός ότι η κατάσταση των μητέρων και των εγκύων είναι εξαιρετικά άσχημη και ότι αποτελούν μια από τις πιο ευάλωτες ομάδες πληθυσμού.

Στη Σερβία, όπως και στον υπόλοιπο κόσμο, τα πιο δυναμικά γυναικεία κινήματα είναι ακριβώς εκείνα που εξακολουθούν να κρατάνε τις γυναίκες σε υποδεέστερη θέση, αναζητώντας δικαιώματα μόνο για τις προνομιούχες κοινωνικές τάξεις. Και η θεωρία και η πράξη βρίσκονται στα χέρια των προνομιούχων, ενώ η συνειδητοποίηση οποιονδήποτε περιθωριοποιημένων ομάδων είναι αμφισβητήσιμη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο οι πιο ευάλωτες και καταπιεσμένες γυναίκες παραμένουν απροστάτευτες. Τα λεγόμενα φεμινιστικά έργα είναι ταξικά προκατειλημμένα, αγνοούν την άρρηκτη σχέση ανάμεσα στην ταξική πάλη και στον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών. Η ισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών συχνά διεκδικείται, αλλά πολλοί αποτυγχάνουν να προσδιορίσουν τον εν λόγω άντρα -αυτός είναι ένας από τους πολλούς δείκτες που υποδηλώνουν ότι η τάξη και η ταξική πάλη αγνοείται, επειδή πολλοί άντρες είναι επίσης θύματα του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός είναι προσαρμόσιμος και γεμάτος τεχνάσματα που μπορούν να ξεγελάσουν τις γυναίκες να πιστεύουν ότι απελευθερώνονται, ενώ τους κρατά σε υποδεέστερη θέση μέσω της ίδιας του της ουσίας. Σύμφωνα με αυτό, η κυβέρνηση της Σερβίας μετράει το κύρος των γυναικών μέσω των στατιστικών στοιχείων της λέσχης «Businesswomen». Λαμβάνουν υπόψη τον αριθμό των γυναικών σε σημαντικές θέσεις στον τομέα της οικονομίας, αγνοώντας το γεγονός ότι είναι εντελώς άσχετο αν ο κάτοχος μετοχών είναι άντρας ή γυναίκα και ότι το φύλο ενός καπιταλιστή δεν επηρεάζει την ουσία της εκμετάλλευσης, ούτε το κοσμεί με ανθρώπινο πρόσωπο.

Η οικονομική ανεξαρτησία των γυναικών αποτελεί προϋπόθεση για την απελευθέρωσή τους απ’ όλες τις μορφές εξάρτησης και είναι στενά συνδεδεμένη με την πάλη της εργατικής τάξης. Η απελευθέρωση των γυναικών θα είναι αποτέλεσμα της απελευθέρωσης του προλεταριάτου από την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Οι σκέψεις της Κλάρα Τσέτκιν, μιας Γερμανίδας κομμουνίστριας που συνέβαλε στην καθιέρωση της Παγκόσμιας Μέρας της Γυναίκας, ήταν πολύ σαφείς πάνω σε αυτό το ζήτημα και επίκαιρες και σήμερα: «Αυτοί οι οποίοι υποσχέθηκαν απελευθέρωση στην ανθρωπότητα με την εγγύηση της τιμής τους δεν πρέπει να επιτρέψουν στην ανθρώπινη φυλή να καταδικαστεί σε σκλαβιά εξαιτίας της οικονομικής και κοινωνικής εξάρτησης. Αυτοί που θα επιτρέψουν την καταπίεση των εργατών από τους καπιταλιστές, θα επιτρέψουν επίσης την καταπίεση των γυναικών από τους άντρες.»

Η λύση στο ζήτημα των δικαιωμάτων των γυναικών εξαρτάται από τις οικονομικές και ταξικές σχέσεις μιας κοινωνίας. Προκειμένου να επιτευχθεί η απελευθέρωση των γυναικών, πρέπει πρώτα να καταργηθεί η καπιταλιστική εκμετάλλευση γενικά, καθόσον αυτό θα καθιστούσε περιττή την ανάγκη υποταγής των γυναικών. Τέτοιες αλλαγές, ωστόσο, δεν έχουν καμιά επίδραση, εκτός αν οι γυναίκες εκπαιδεύονται ταυτόχρονα και επιτρέπεται να έχουν ενεργό ρόλο σε όλες τις κοινωνικές διαδικασίες.