Τον Απρίλη του 1994 η Νότια Αφρική πέτυχε αυτό που το ΝΑΚΚ χαρακτήρισε ως δημοκρατική τομή. Που οριοθέτησε τη σύγχρονη ιστορία της νοτιοαφρικανικής κοινωνίας σε δυο σημαντικές εποχές, προ του 1994 και μετά. Η θέση των γυναικών στη νοτιοαφρικανική κοινωνία μπορεί να εξεταστεί καλύτερα, το λιγότερο, από τη σκοπιά αυτής της περιοδολόγηση.
Πριν το 1994, στο πλαίσιο της πατριαρχικής κυριαρχίας της διάρθρωσης του Απαρτχάιντ, οι γυναίκες όλων των φυλών στη Νότια Αφρική ήταν αποκλεισμένες από ορισμένα επαγγέλματα, όπως οι ειδικότητες του μηχανικού, οι διευθυντικές θέσεις στη βιομηχανία κλπ. Υπέφεραν από την κυριαρχία των αντρών και μέσα στις ίδιες τις εθνικές τους ομάδες. Επιπλέον, ιδιαίτερα πλήττονταν οι Αφρικανές, οι έγχρωμες και οι γυναίκες ινδικής/ασιατικής καταγωγής, που αναφέρονται συνολικά ως μαύρες, οι οποίες βίωναν και την εθνική καταπίεση. Από την άλλη, οι λευκές γυναίκες βρίσκονταν σε μια σχετικά καλύτερη θέση λόγω του καθεστώτος της υπεροχής των λευκών, σε αντίθεση με τις μαύρες γυναίκες που βίωναν την τριπλή καταπίεση με τη χειρότερη ταξική εκμετάλλευση και αποκλεισμό, τη φυλετική καταπίεση και την κυριαρχία των αντρών.
Οι φυλετικές διακρίσεις καταργήθηκαν ως άμεσος καρπός του δημοκρατικού άλματος του 1994. Το 1998 υιοθετήθηκε η νομοθεσία περί ισότητας στην εργασία, προκειμένου να διορθωθούν οι φυλετικές ανισορροπίες που υπήρχαν για αιώνες μέσω της θετικής διάκρισης στο χώρο εργασίας. Η νομοθεσία κάλυπτε τις γυναίκες όλων των φυλών, οι οποίες μαζί με τους μαύρους άντρες και τα άτομα με ειδικές ανάγκες προσδιορίζονταν ως ειδικές ομάδες που πρέπει να επισημανθούν προκειμένου να διορθωθούν οι ιστορικές αδικίες της πατριαρχίας και της φυλετικής καταπίεσης. Ωστόσο, σύμφωνα με την αποικιακή δομή του οικονομικού ελέγχου που παρέμεινε άθικτη, στην οποία οι λευκοί καπιταλιστές της Νότιας Αφρικής και οι ιμπεριαλιστές ομόλογοί τους εξακολουθούσαν να έχουν τον έλεγχο της οικονομίας της χώρας, οι λευκές γυναίκες επωφελήθηκαν περισσότερο από την ισότητα στην εργασία απ’ ό,τι οι άλλες ειδικές ομάδες. Η λήψη αποφάσεων στη βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένων των πρακτικών διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού, όπως οι προσλήψεις και οι προαγωγές, παρέμεινε, με άλλα λόγια, υπό την επιρροή της φυλετικής κυριαρχίας που συσχετίζεται με την καθυπόταξη των διαχρονικά καταπιεσμένων μαύρων.
Η πηγή αυτού μπορεί ν’ ανιχνευτεί με τη θεωρία του αποικισμού ειδικού τύπου. Η αντανάκλασή της έχει φτάσει στα άκρα υπό τα σκληρά καθεστώτα που σχηματίζονται από την εθνική και φυλετική καταπίεση, η οποία έχει ασκηθεί ανοιχτά και χωρίς ντροπή, με συστηματική βιαιότητα και αγνόηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας. Ο απάνθρωπος τύπος του συστήματος, που ξεκίνησε κατά την άφιξη των αποικιοκρατών στη γη μας με την εισαγωγή δομικών μοτίβων διαβίωσης όπου οι εκμεταλλευτές ζουν με τους εκμεταλλευόμενους, όπου ο ένας άνθρωπος εκμεταλλεύεται τον άλλο, διαίρεση της εργατικής τάξης και τους φτωχούς σύμφωνα με φυλετικές γραμμές. Το ίδιο σύστημα το οποίο έδωσε στους αποικιστές (στους λευκούς καπιταλιστές που ήταν μειονότητα) την εξουσία να ελέγχουν το μεγαλύτερο ποσοστό της γης μας με τους ορυκτούς πόρους και τον πλούτο της, όπου πραγματοποιήθηκε ο διαχωρισμός των προτύπων εργασίας, με τις γυναίκες να παραμένουν ανίκανες ν’ αναλάβουν οποιαδήποτε υψηλή/επίσημη θέση εργασίας όπως εκείνες από τη λευκή κοινότητα.
Μια σειρά εκθέσεων για την ισότητα στην εργασία, που δημοσιεύονται ετησίως από την Επιτροπή για την Ισότητα στην Απασχόληση, δείχνουν ότι ο ιδιωτικός τομέας παραμένει ουσιαστικά υπό την κυριαρχία των λευκών, με τους άντρες να βρίσκονται στην κορυφή της πυραμίδας με την οποία απεικονίζεται η διάρθρωση του χώρου εργασίας, ενώ οι μαύροι εργαζόμενοι βρίσκονται στη βάση. Η κυριαρχία των λευκών είναι γεγονός και όσον αφορά τα επαγγέλματα υψηλής ειδίκευσης στον ιδιωτικό τομέα. Οι γυναίκες της εργατικής τάξης, ιδιαίτερα οι μαύρες, υφίστανται τις πιο σκληρές μορφές ταξικής εκμετάλλευσης, ακολουθούμενες από τους άντρες συνάδελφους τους. Αυτές είναι που πλήττονται περισσότερο από το σύγχρονο σύστημα δουλεμπορικών γραφείων εξεύρεσης εργασίας, από την ανασφάλεια και από κάθε μορφή ελαστικών εργασιακών σχέσεων. Αποτελούν την πλειοψηφία στις χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας, όπως σ’ εστιατόρια όπου όλο και περισσότερο βασίζονται στα φιλοδωρήματα. Αποτελούν, επίσης, την πλειοψηφία των ανέργων.
Η πολιτική για τα ζητήματα των γυναικών κυριαρχείται κατά κύριο λόγο από τις προσδοκίες των γυναικών της ελίτ, που προβάλλονται ως εκπρόσωποι των γυναικών της εργατικής τάξης και βρίσκονται επικεφαλής σε διάφορα επίπεδα και επαγγέλματα. Με άλλα λόγια, μας λένε ότι η ενίσχυση της ελίτ σημαίνει την απελευθέρωση των γυναικών της εργατικής τάξης, οι οποίες, αντίθετα, παραμένουν στο περιθώριο και υφίστανται σκληρή εκμετάλλευση.
Η αλήθεια είναι ότι οι γυναίκες είναι τριπλά καταπιεσμένες (λόγω τάξης, φύλου, φυλής) στην κοινωνία όπου οι λευκές γυναίκες και οι άντρες κυριαρχούν σε όλους τους οικονομικούς τομείς, είναι προνομιούχοι σε όλα τα κοινωνικά στρατηγικά προγράμματα. Οι μαύρες γυναίκες ορίζονται ως σκλάβες, ως νοικοκυρές, δεν έχουν πρόσβαση σε καμιά μορφή επίσημης εκπαίδευσης, είναι υφιστάμενες σε άντρες και σε λευκές γυναίκες.
Οι πολιτικές της ισότητας των φύλων γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης για να προωθήσουν τα συμφέροντα της ελίτ των γυναικών και των αντρών. Από ταξική σκοπιά, έχουν ως βάση τις επιδιώξεις της αστικής τάξης. Τα αστικά συμφέροντα των γυναικών της ελίτ, που συχνά κρύβουν ανταγωνισμούς ανάμεσα στα στρώματα των αντρών της ελίτ, για την ανέλιξη στις δομές καπιταλιστικού ελέγχου, προβάλλονται ως συμφέροντα όλων των γυναικών. Αυτό συμβαίνει όταν τίθεται στο προσκήνιο η ανάγκη προώθησης του οικονομικού μετασχηματισμού.
Η ισότητα των φύλων από μόνη της δεν είναι απαραίτητα λάθος. Αντίθετα, είναι επιθυμητή. Ωστόσο, χάνει τον προοδευτικό σκοπό της όταν γίνεται ένα μέτωπο των εκπροσώπων της πατριαρχίας και της αστικής τάξης για την κυριαρχία τους και την εκμετάλλευση της κοινωνίας. Προωθεί το αντίθετο από αυτό που πρέπει να επιτύχει.
Η κοινωνία δε θα επιτύχει τη χειραφέτηση των γυναικών, αν δεν αξιολογήσει την οικονομική βάση της πατριαρχίας και δεν αντιμετωπίσει ενοχλητικά ζητήματα, όπως το ρόλο της παράδοσης, του πολιτισμού, της θρησκείας κλπ., στην αναπαραγωγή της υποταγής των γυναικών. Στη Νότια Αφρική, όπως και σε πολλές άλλες κοινωνίες, υπάρχει η γενική τάση ν’ αποφεύγεται η άμεση ανάλυση αυτών των εποικοδομημάτων και να διαχωρίζονται από το συνολικό καθεστώς της πατριαρχίας το οποίο ενισχύουν.
Αντίθετα, η οργάνωση των γυναικών από την άποψη της προώθησης μιας πολιτικής χειραφέτησης απαιτεί αποφασιστική καθοδήγηση για το σαφή προσδιορισμό όλων των πηγών, δομών και φορέων της κυριαρχίας και της καθυπόταξής τους. Απαιτείται διαρκής αγώνας για την αντιμετώπιση τόσο των συμπτωμάτων του προβλήματος όσο και των βασικών αιτιών τους και αυτός είναι ο ρόλος των Κομμουνιστικών Κομμάτων σε συμμαχία με προοδευτικές δυνάμεις.
Τα Κομμουνιστικά Κόμματα πρέπει να επαγρυπνούν για τις αδυναμίες και τις ακούσιες συνέπειες που έχει η σεχταριστική οργάνωση των γυναικών. Η οργάνωση των γυναικών, των νέων και των ηλικιωμένων πρέπει να καθοδηγείται από την ταξική τους θέση και τοποθέτηση. Δεν μπορεί να είναι μια δραστηριότητα ξε-κομμένη από την ταξική πάλη.
Επομένως, πρέπει να συγκροτηθεί σύμφωνα με τις αρχές της ένταξης και της ολοκλήρωσης, σε αντίθεση με το σεχταρισμό και την απομόνωση. Η οργάνωση των γυναικών στο χώρο εργασίας πρέπει να θεωρείται απαραίτητο και αναπόσπαστο στοιχείο της συνδικαλιστικής οργάνωσης των εργαζόμενων. Αυτές οι αρχές πρέπει να εφαρμόζονται παντού στις κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής και στην κοινωνία γενικότερα, ώστε να μην περιορίζεται το γυναικείο ζήτημα σε ζήτημα σεχταριστικό ή ευκαιριακό.
Στις 8 Οκτώβρη 2017 το ΝΑΚΚ ξεκίνησε την ετήσια καμπάνια του «Κόκκινος Οκτώβρης», η οποία εστιάζει στο γυναικείο ζήτημα και στην πάλη ενάντια στη βία με βάση το φύλο, στις ανοιχτές όσο και συγκαλυμμένες μορφές βίας, καθώς και στη σεξουαλική κακοποίηση. Οι γυναίκες δεν είναι οι μόνες που αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα, αποτελούν, όμως, την πλειοψηφία αυτών που πλήττονται. Η μορφή της καμπάνιας απαιτεί την ενεργοποίηση όλων ανεξάρτητα από το φύλο ή το σεξουαλικό προσανατολισμό. Αυτή η καθολική ένταξη και η ολοκληρωμένη κοινωνική κινητοποίηση και ανάπτυξη στελεχών είναι ουσιαστικής σημασίας για την κομματική οργάνωση και το πρόγραμμα του Κόμματος, ανεξάρτητα από το ζήτημα που βρίσκεται κάθε φορά στην ημερήσια διάταξη της ταξικής πάλης.