Φίλη αναγνώστρια, φίλε αναγνώστη.
Στα χέρια σου έχεις το 8ο τεύχος της Διεθνούς Κομμουνιστικής Επιθεώρησης που κυκλοφορεί μέσα στο 2018 και είναι αφιερωμένο στην αναγκαία εξειδικευμένη δουλειά των ΚΚ στις μισθωτές και άνεργες, στις αυτοαπασχολούμενες στην πόλη και στην ύπαιθρο, στις νέες γυναίκες που προέρχονται από εργατικές- λαϊκές οικογένειες. Μέσα από τις σελίδες του αναδεικνύεται η θέση των γυναικών στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία.
Τα δικαιώματα των γυναικών δέχονται αλλεπάλληλα χτυπήματα από το αστικό κράτος και την καπιταλιστική εργοδοσία, παρουσιάζοντας μεγάλη διαφοροποίηση ανάμεσα στα καπιταλιστικά κράτη. Σε μια σειρά χώρες της Ασίας και της Αφρικής επιδοτείται από το αστικό κράτος η διαδικασία στείρωσης των γυναικών, ενώ σε Μάλτα, Ιρλανδία, Κύπρο, Αργεντινή υπάρχουν νόμοι που ποινικοποιούν την άμβλωση. Η ανισότιμη θέση των γυναικών σε ορισμένες χώρες του καπιταλιστικού κόσμου παίρνει και πολιτιστικό, θρησκευτικό «περίβλημα», με βάση ορισμένα χαρακτηριστικά ένδυσης ή και συμπεριφοράς (μπούργκα, κλειτοριδεκτομή κλπ.). Σε κάποιες χώρες της πρώην ΕΣΣΔ μπορεί να διατηρούνται ορισμένα μέτρα προστασίας του γυναικείου οργανισμού, όπως τα μειωμένα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης, αλλά η θέση των γυναικών στην κοινωνία χαρακτηρίζεται από μεγάλες αντιφάσεις στο πλαίσιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης: Τα ποσοστά της γυναικείας ανεργίας οδηγούν στη μετανάστευση στο εξωτερικό για την αναζήτηση ανειδίκευτης εργασίας, παρόλο που μεγάλο μέρος τους έχουν επιστημονική και τεχνική ειδίκευση.
Στις σύγχρονες συνθήκες η μορφή της διπλής καταπίεσης της γυναίκας, ταξικής και φύλου, δεν ταυτίζεται μ’ εκείνη των αρχών του προηγούμενου αιώνα. Ο καπιταλισμός έχει συμφέρον από τη διαιώνιση της ανισοτιμίας, καθώς αποτελεί πηγή πρόσθετου κέρδους, αύξησης του βαθμού εκμετάλλευσης, πολιτική χειραγώγησης. Η γυναίκα δεν απαλλάχτηκε από τον ταξικό οικονομικό και κοινωνικό καταναγκασμό, όπως δεν απαλλάχτηκε ούτε ο άντρας. Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν ότι οι διακρίσεις και οι ανισοτιμίες που βιώνουν οι γυναίκες της εργατικής τάξης, του λαού, δεν μπορούν να ρυθμιστούν με μια απλή τυπική εφαρμογή της ισότητας δικαιωμάτων και για τα δύο φύλα, αλλά είναι ένα πολύπλοκο ιστορικό, κοινωνικό φαινόμενο.
Η τυπική αναγνώριση ορισμένων αστικών δικαιωμάτων της γυναίκας στη σύγχρονη καπιταλιστική κοινωνία δεν την απαλλάσσει, στην πραγματικότητα, από μια ζωή λάστιχο' σε συνθήκες που η μητρότητα βαραίνει κυρίως τους ώμους της γυναίκας, με κίνδυνο να λυγίζει κάτω από τη διπλή καταπόνηση στο χώρο εργασίας και στο σπίτι. Επιδεινώνονται συνεχώς οι όροι κρατικής στήριξης της μητρότητας, φροντίδας της οικογένειας, μέσω της εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης της υγείας, πρόνοιας, παιδείας. Όλα τα παραπάνω βρίσκονται στο επίκεντρο της στρατηγικής των ιμπεριαλιστικών οργανισμών (ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ) και επενδύονται με το μανδύα της «ισότητας των φύλων», του «συγκερασμού οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων». Αξιοποιούνται οι αντικειμενικές δυσκολίες που αντιμετωπίζει η πλειοψηφία των μισθωτών γυναικών για να συνδυάσει τις επαγγελματικές υποχρεώσεις με την ευθύνη της φροντίδας της οικογένειας ώστε να γενικευτούν οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, τα ακανόνιστα ωράρια, που οδηγούν στην ένταση της εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού. Το ενδιαφέρον των αστικών επιτελείων για τον καταμερισμό ευθυνών μέσα στην οικογένεια ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα (θεσμοθέτηση της άδειας πατρότητας) σχετίζεται και με την προσπάθεια να επεκταθούν οι νέες μορφές απασχόλησης και στο αντρικό εργατικό δυναμικό.
Το έδαφος των υλικών όρων ζωής και εργασίας αντικειμενικά εμποδίζει, καθυστερεί την ανάπτυξη της πολιτικής, ταξικής συνείδησης των γυναικών, της σταθερής οργανωμένης συμμετοχής στον αγώνα, σε συνδυασμό με τη χειραγώγηση, το φόβο, ιδιαίτερα των γυναικών. Η γυναίκα είναι εκτεθειμένη σε διαστρεβλωμένες ιδέες περί γυναικείας χειραφέτησης και ισότητας, που αναπαράγονται κάτω από τη σημαία του κοσμοπολιτισμού του κεφαλαίου. Την ίδια στιγμή αναπαράγονται με νέες μορφές αναχρονιστικές ιδέες και συμπεριφορές για την ανισότιμη θέση των γυναικών στην κοινωνία με τη μορφή θρησκευτικών, εθνικιστικών δογμάτων. Διατηρούνται οι οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτιστικοί καταναγκασμοί και στο θεσμό της οικογένειας. Αυτό δεν αναιρείται από το γεγονός ότι -τουλάχιστον στις πιο ανεπτυγμένες καπιταλιστικές κοινωνίες, που έχει προχωρήσει πιο γρήγορα η ένταξη των γυναικών στη μισθωτή εργασία και αντίστοιχοι αστικοί εκσυγχρονισμοί- τείνει ν’ αλλάζει ο τύπος της οικογένειας που αναπαράχθηκε κοινωνικά επί αιώνες.
Όμως, στο πλαίσιο του καπιταλισμού δεν μπορούν να διαμορφωθούν οι νέες ισότιμες σχέσεις ανάμεσα στον άντρα και στη γυναίκα. Σχέσεις χωρίς απολύτως κανένα οικονομικό κίνητρο, που θα στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στην αμοιβαία πνευματική-ψυχική-σωματική έλξη, στον αμοιβαίο σεβασμό και στην ειλικρίνεια. Σπέρματα αυτών των σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα δεν μπορούν ν’ αποκτήσουν αυτό το νέο περιεχόμενο γενικευμένα σε όλη την κοινωνία, γιατί δεν υπάρχουν οι υλικές προϋποθέσεις, οι νέες σχέσεις παραγωγής της κοινωνικής ιδιοκτησίας, του Κεντρικού Σχεδιασμού.
Το νέο περιεχόμενο στις σχέσεις του ατόμου με την κοινωνία και της κοινωνίας με το άτομο διαμορφώνεται στο έδαφος της αναμόρφωσης της κοινωνίας, της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και του αντίστοιχου νομικού εποικοδομήματος. Η διαδικασία αυτή δημιουργεί τη βάση για μια συνολική αναμόρφωση της οικογένειας, του αρμονικού συνδυασμού της κοινωνικής και οικογενειακής διαπαιδαγώγησης των παιδιών. Κρίσιμο συμπέρασμα αποτελεί ότι οι επαναστατικές αλλαγές στις κοινωνικές σχέσεις, στην κομμουνιστική στάση και σκέψη, έρχονται πολύ αργά ν’ ακολουθήσουν τις επαναστατικές ανατροπές που επέρχονται με την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από την εργατική τάξη, με το ΚΚ ως καθοδηγήτρια δύναμη. Η παραπέρα προσπάθεια μελέτης και εμβάθυνσης των ΚΚ στην πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μπορεί να συμβάλει στον εμπλουτισμό της κοινής μας αντίληψης για το γυναικείο ζήτημα.
Η προβολή της αναγκαιότητας, της ρεαλιστικότητας και της επικαιρότητας του σοσιαλισμού χρειάζεται να φωτίζει τις δυνατότητες που απελευθερώνονται για την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων από τις σοσιαλιστικές -πρώιμες κομμουνιστικές- σχέσεις παραγωγής, την υπεροχή του επιστημονικού Κεντρικού Σχεδιασμού στη βάση της κοινωνικής ιδιοκτησίας των μέσων παραγωγής. Το παράδειγμα του πρώτου εργατικού κράτους με την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 στη Ρωσία φανέρωσε τα τεράστια άλματα που έγιναν σε μια χώρα με σημαντική προκαπιταλιστική καθυστέρηση. Το νεαρό σοβιετικό κράτος, μαζί με το τσάκισμα του κρατικού μηχανισμού του τσαρισμού και της αστικής τάξης, κατήργησε και όλους εκείνους τους νόμους που διατηρούσαν και ενίσχυαν -εντός και εκτός οικογένειας- την ανισότητα των δύο φύλων. Δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε οι γυναίκες να συμμετέχουν ισότιμα με τους άντρες στην οικοδόμηση της νέας σοσιαλιστικής κοινωνίας, στην κοινωνική και οικονομική δραστηριότητα. Έδωσε τη δυνατότητα καθολικής αξιοποίησης της γυναικείας εργασίας με τρόπο παραγωγικό και ωφέλιμο για την κοινωνία, σε συνδυασμό με γενικευμένα μέτρα προστασίας της μητρότητας και του γυναικείου οργανισμού. Αυτά τα επιτεύγματα αποτελούν την έμπρακτη απόδειξη του γεγονότος ότι η ρίζα της γυναικείας ανισοτιμίας βρίσκεται στην ατομική-καπιταλιστική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, ότι η απελευθέρωση των γυναικών είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πάλη για την κατάργησή της.
Η ιστορική πείρα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης μπορεί ν’ αξιοποιηθεί από τα ΚΚ για ν’ αναχαιτίζεται η επίδραση στη συνείδηση των εργαζόμενων και άνεργων γυναικών των συνεπειών της αντεπανάστασης, οι οποίες οδηγούν στην ηττοπάθεια, στη μοιρολατρία, στη συντηρητικοποίηση. Αυτές οι δυσκολίες αντανακλώνται και στην κατάσταση που επικρατεί στον προσανατολισμό του παγκόσμιου γυναικείου κινήματος. Υπάρχουν γυναικείες οργανώσεις που ταυτίζουν τη βελτίωση της θέσης της γυναίκας αποκλειστικά με τη διεκδίκηση αστικών εκσυγχρονισμών, με την άνοδο της γυναικείας συμμετοχής στα ΔΣ επιχειρηματικών ομίλων και σε αστικούς θεσμούς, κρύβοντας τη βασική αντίθεση κεφαλαίου-εργασίας πίσω από το δίπολο άντρας-γυναίκα. Κριτήριο για την πολιτική, τις θέσεις δεν είναι το φύλο, αλλά ποια ταξικά συμφέροντα υπηρετεί ο καθένας και η καθεμιά. Μόνο το ΚΚ στην ουσία μπορεί να υπηρετήσει από ταξική σκοπιά την πολιτική ανάδειξης μισθωτών, άνεργων, αυτοαπασχολούμενων γυναικών στους θεσμούς του αστικού κράτους, κυρίως στα όργανα του εργατικού- λαϊκού κινήματος.
Η συμβολή των κομμουνιστριών στη δημιουργία και ανάπτυξη γυναικείων οργανώσεων με ριζοσπαστικό, ταξικό προσανατολισμό μπορεί να λειτουργήσει ανασχετικά στις αστικές επιδιώξεις. Μέσα από τα άρθρα του περιοδικού γίνεται προσπάθεια ν’ αναδειχτεί η εμπειρία των ΚΚ για την ενίσχυση της συμμετοχής των γυναικών στην ταξική πάλη και την ανάδειξή τους στα όργανα του εργατικού-λαϊκού κινήματος. Η προετοιμασία των ΚΚ σε μη επαναστατικές συνθήκες προς αυτήν την κατεύθυνση παίζει καθοριστικό ρόλο για την άνοδο της γυναικείας συμμετοχής στην επαναστατική πάλη. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Μαρξ: «Οι μεγάλες κοινωνικές μεταβολές είναι αδύνατες χωρίς το γυναικείο προζύμι.»