Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση είναι η γνωστότερη επανάσταση στον κόσμο. Σε ό,τι δε αφορά την επίδρασή της στην ανάπτυξη της ανθρωπότητας είναι η σημαντικότερη από τις γνωστές επαναστάσεις.
Η Οκτωβριανή Επανάσταση είναι η πρώτη επιτυχημένη προσπάθεια εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου. Είναι το πρώτο στον κόσμο κράτος που δρούσε σύμφωνα με τα συμφέροντα των εργατών και των αγροτών.
Σήμερα, ωστόσο, οι κομμουνιστές της Ρωσίας υποδέχονται την επέτειο της Μεγάλης Επανάστασης όχι σε μια άνοδο του κινήματος, αλλά σ’ ένα στάδιο υποχώρησης, σε μια κατάσταση ήττας της υπόθεσης της Οκτωβριανής Επανάστασης στην πατρίδα του Οκτώβρη. Όμως ο Λένιν δίδασκε ότι ο καλύτερος τρόπος εορτασμού της επετείου της Μεγάλης Επανάστασης είναι το να συγκεντρωθούμε στ’ ανεκπλήρωτα καθήκοντα. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητος ο κριτικός αναστοχασμός από τους κομμουνιστές του κινήματός τους κατά την παρελθούσα εκατονταετία. Αυτός προϋποθέτει την αναγνώριση του γεγονότος ότι στην ΕΣΣΔ, στη Ρωσία, στην πάλη για τις μάζες οι κομμουνιστές δε νικούσαν μόνο, αλλά στη δεκαετία του ’90 του προηγούμενου αιώνα ηττήθηκαν από την αστική τάξη. Εμείς και οι σύμμαχοί μας στον αγώνα χρειάστηκε αρκετές φορές και στον Τύπο και σε διεθνείς συνδιασκέψεις ν’ απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί ηττηθήκαμε και ν’ αποδείξουμε ότι δεν ηττηθήκαμε τελεσίδικα, ότι η ήττα είναι προσωρινή και η μάχη θα συνεχιστεί. Όμως σήμερα απαιτείται να συγκρίνουμε την πρακτική με τις βασικές θέσεις της θεωρίας του επαναστατικού μαρξισμού και να βγάλουμε συμπεράσματα, πού και σε τι λαθέψαμε εμείς οι ίδιοι. Και για να γιορτάσουμε τίμια την επέτειο του Οκτώβρη, οι κομμουνιστές όλου του κόσμου πρέπει να κάνουμε αποφασιστικά βήματα απόρριψης της αντεπαναστατικής, αναθεωρητικής και οπορτουνιστικής κληρονομιάς.
Θ’ αρχίσουμε από τη διακρίβωση και την ανάλυση των υπηρεσιών του Κόμματος της εργατικής τάξης στη νίκη της Μεγάλης Προλεταριακής Επανάστασης, ώστε πάνω στην πείρα των νικητών να διδαχτούμε και πάλι το πώς πρέπει ν’ αγωνιζόμαστε.
Κλειδί για τη νίκη έγινε το μαρξιστικά επαληθευμένο και βαθιά θεωρητικά τεκμηριωμένο Πρόγραμμα του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας. Η επανάσταση είχε προβλεφθεί και προετοιμαστεί από την ιδιοφυή, τιτάνια θεωρητική εργασία του Β. Ι. Λένιν, την εξαιρετικά επίμονη πολιτική πρακτική των μπολσεβίκων και την ηρωική πάλη της εργατικής τάξης της Ρωσίας.
Ιδιαίτερη σημασία στη θεωρητική προετοιμασία της επανάστασης, αναμφίβολα, έχει το έργο του Β. Ι. Λένιν Ο ιμπεριαλισμός, ανώτατο στάδιο του καπιταλισμού, όπου ανέλυσε την ανάπτυξη του καπιταλισμού στο ανώτατο μονοπωλιακό του στάδιο. Επεξεργάστηκε τη θεωρία του ιμπεριαλισμού, αποκαλύπτοντας τα βασικά χαρακτηριστικά και τις κατευθύνσεις ανάπτυξής του, ως παρασιτικού καπιταλισμού που σαπίζει, ως παραμονής της σοσιαλιστικής επανάστασης.
Με τη λέξη παραμονή ο Λένιν διατυπώνει το γεγονός απουσίας από τον καπιταλισμό εκτός των ορίων του ιμπεριαλισμού οποιουδήποτε νέου σταδίου του προοδευτικής ανάπτυξης. Με αυτό ακριβώς ορίστηκε από τον Λένιν η ιστορική θέση του ιμπεριαλισμού, παρόλους τους οπορτουνιστές ερμηνευτές του μαρξισμού τύπου Κάουτσκι, Πλεχάνοφ, Μπουχάριν κ.ά., που προφήτεψαν για τον ιμπεριαλισμό ένα στάδιο υπεριμπεριαλισμού και θεωρούσαν ότι οι κομμουνιστές της Ρωσίας δεν πρέπει να προχωρήσουν πέρα από την αστικοδημοκρατική επανάσταση. Ο Λένιν απέδειξε τη δυνατότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία και την ετοιμότητα της χώρας γι’ αυτήν, ήδη από εκείνη την ιστορική στιγμή.
Ο Λένιν ξεκαθάρισε ότι τα ζητήματα σχετικά με το «αν μπορεί ν’ αλλάξουν με μεταρρυθμίσεις οι βάσεις του ιμπεριαλισμού, αν πρέπει να τραβήξουμε μπροστά, προς την παραπέρα όξυνση και το παραπέρα βάθεμα των αντιθέσεων που γεννάει ο ιμπεριαλισμός, ή προς τα πίσω, προς την άμβλυνσή τους, είναι τα βασικά ζητήματα της κριτικής του ιμπεριαλισμού. Μια που οι πολιτικές ιδιομορφίες του ιμπεριαλισμού είναι η αντίδραση σ’ όλη τη γραμμή και το δυνάμωμα της εθνικής καταπίεσης, συνδυασμένα με το ζυγό της χρηματιστικής ολιγαρχίας και με την εξάλειψη του ελεύθερου συναγωνισμού, στις αρχές του 20ού αιώνα κάνει την εμφάνισή της σχεδόν σ’ όλες τις ιμπεριαλιστικές χώρες η μικροαστική δημοκρατική αντιπολίτευση ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Και η ρήξη του Κάουτσκι και του πλατιού διεθνούς ρεύματος του καουτσκισμού με το μαρξισμό συνίσταται ακριβώς στο ότι «ο Κάουτσκι όχι μόνο δε φρόντισε, δεν μπόρεσε ν’ αντιταχτεί σ’ αυτήν τη μικροαστική, ρεφορμιστική, στη βάση της αντιδραστική από οικονομική άποψη, αντιπολίτευση, αλλά αντίθετα στην πράξη συγχωνεύτηκε μ’ αυτήν». [1]
Ο Λένιν σημείωσε ότι, αν και συνολικά ο ιμπεριαλισμός δεν αλλάζει τις αλληλοσχέσεις της αστικής και της εργατικής τάξης, ορισμένα στρώματά της, ενίοτε πλατιά, περνούν στην πλευρά της αστικής τάξης στο βαθμό που αυτή βελτιώνει τη θέση τους σε βάρος των εκατοντάδων εκατομμυρίων ανθρώπων των αποικιών και των εξαρτημένων χωρών. Η αστική ιδεολογία γίνεται αποδεκτή από σημαντικό τμήμα της εργατικής τάξης. Στην πολιτική τα συμφέροντα αυτών των στρωμάτων τα εκφράζουν τ’ «αστικά καπιταλιστικά κόμματα». Η εξαγορά τους στη βάση του ιμπεριαλιστικού υπερκέρδους τα μετατρέπει σε «μαντρόσκυλο του καπιταλισμού, σε διαφθορέα του εργατικού κινήματος». [2] Στο εργατικό κίνημα ξεδιπλώνεται η πάλη μεταξύ της επαναστατικής και της ρεφορμιστικής του πτέρυγας, πράγμα που στη Ρωσία εκδηλώθηκε ως πάλη μεταξύ των μπολσεβίκων και των μενσεβίκων.
Ο Λένιν προέβλεψε κι έδειξε πώς οι οικονομικές κρίσεις του καπιταλισμού μπορούν ν’ αποτελούν γόνιμο έδαφος για την εκδήλωση επαναστατικών καταστάσεων. Διατύπωσε την έννοια της επαναστατικής κατάστασης και όρισε τα κύρια αντικειμενικά και υποκειμενικά χαρακτηριστικά που περιγράφουν την κρισιακή κατάσταση που συσσωρεύεται στην κοινωνία την παραμονή της επανάστασης:
- Οι πάνω δεν μπορούν να διευθύνουν όπως παλιά.
- Οι κάτω δε θέλουν να ζουν όπως παλιά.
- Είναι υποχρεωτική μια σημαντική άνοδος της συνηθισμένης δραστηριότητας των μαζών.
Ο Λένιν μάλιστα σημείωσε, πολύ πριν την επανάσταση, ότι δε μετατρέπεται κάθε επαναστατική κατάσταση σε επανάσταση. Έγραφε: «Ούτε η καταπίεση των κάτω, ούτε η κρίση των πάνω δε θα προκαλέσουν ακόμη την επανάσταση - θα προκαλέσουν μονάχα το σάπισμα της χώρας- αν δεν υπάρχει σ’ αυτήν τη χώρα επαναστατική τάξη ικανή να μετατρέψει την παθητική κατάσταση της καταπίεσης σε δραστήρια κατάσταση αγανάκτησης κι εξέγερσης.» [3]
Για την επανάσταση απαιτείται η ύπαρξη του υποκειμενικού παράγοντα -η παρουσία πρωτοπόρου προλεταριακού κόμματος, εξοπλισμένου με την πρωτοπόρα θεωρία και ικανού να ηγηθεί της δράσης της τάξης. Ο Λένιν επεξεργάστηκε τη θεωρία του προλεταριακού κόμματος -του Κόμματος Νέου Τύπου, πράγμα που επέτρεψε τη δημιουργία του Κόμματος των Μπολσεβίκων. Θέτοντας στόχο να κάνει το προλεταριάτο ικανό να επιτελέσει τη μεγάλη ιστορική του αποστολή, το Κομμουνιστικό Κόμμα το οργανώνει σε αυτοτελή πολιτική δύναμη που αντιπαρατίθεται σε όλα τ’ αστικά κόμματα αμέσως, καθοδηγεί όλες τις εκδηλώσεις της ταξικής του πάλης, του αποκαλύπτει την ανειρήνευτη αντίθεση των συμφερόντων των εκμεταλλευτών με τα συμφέροντα των εκμεταλλευόμενων και του εξηγεί την ιστορική σημασία και τις αναγκαίες προϋποθέσεις της επικείμενης σοσιαλιστικής επανάστασης.
Ξεκινώντας από το νόμο της ανισόμετρης ανάπτυξης στην εποχή του ιμπεριαλισμού, ο Β. Ι. Λένιν είδε στον ιμπεριαλισμό της Ρωσίας τον αδύναμο κρίκο της αλυσίδας που μπορούσε να σπάσει, τεκμηρίωσε τη δυνατότητα νίκης της επανάστασης αρχικά σε μια ξεχωριστή χώρα, ανέδειξε τη θέση για τη μετατροπή του ιμπεριαλιστικού πολέμου σε εμφύλιο, πράγμα που επέτρεψε στο Κόμμα των Μπολσεβίκων να μπει στην πορεία της πρακτικής προετοιμασίας της επανάστασης. Αυτή η προετοιμασία ήταν δυνατή επειδή η εργατική τάξη της Ρωσίας ίδρυσε τα Σοβιέτ και ο Λένιν είδε στη μελλοντική σοβιετική εξουσία την οργανωτική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Έτσι, η Μεγάλη Σοσιαλιστική Επανάσταση τεκμηριώθηκε θεωρητικά, προβλέφθηκε, προετοιμάστηκε και γι’ αυτό πραγματοποιήθηκε με επιτυχία.
Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση και η ΕΣΣΔ επέδρασαν στις άλλες χώρες, στην εξέλιξη των γεγονότων στον κόσμο. Η Ιστορία επιβεβαίωσε «τη διεθνή σημαντικότητα της επανάστασής μας ή την ιστορική αναγκαιότητα να επαναληφθεί σε διεθνή κλίμακα αυτό που έγινε σε μας». [4] Σε αυτό ο Λένιν, το 1921, αφιέρωσε το βιβλίο του «Αριστερισμός», παιδική αρρώστια του κομμουνισμού, που έχει την ευρύτερη σημασία για τους κομμουνιστές όλων των εποχών.
Ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός έκανε γιγάντιες προσπάθειες να καταπνίξει το πρώτο κράτος της εργατικής τάξης στον κόσμο, ν’ ανατρέψει τη δικτατορία του προλεταριάτου και να παλινορθώσει τη δικτατορία της αστικής τάξης στη Ρωσία. Δεκατέσσερα ξένα κράτη υποστήριξαν την εσωτερική αντεπανάσταση των τάξεων που είχαν ανατραπεί και πραγματοποίησαν επέμβαση, πυροδοτώντας ένα σκληρότατο εμφύλιο πόλεμο. Όμως η σοβιετική εξουσία άντεξε και νίκησε. Νίκησε λόγω της ευρύτατης υποστήριξης των εργαζόμενων μαζών μέσα στη χώρα και με τη βοήθεια της πιο ειλικρινούς πλατιάς αλληλεγγύης του προλεταριάτου των άλλων χωρών. Η δικτατορία του προλεταριάτου πραγματοποίησε μια από τις πρώτες της λειτουργίες —κατέστειλε την ανοιχτή αντίσταση των τάξεων που είχαν ανατραπεί και των συμμάχων τους.
Μετά από τον εμφύλιο πόλεμο στο πρώτο πλάνο βγήκαν τα καθήκοντα της οικοδόμησης της οικονομίας. Η σοβιετική εξουσία δρούσε, πρώτ’ απ’ όλα, σύμφωνα με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, ενίσχυε την ένωσή της με την εργαζόμενη αγροτιά. Το ΚΚ των Μπολσεβίκων, πιστό στο μαρξισμό-λενινισμό, έλεγξε όλη την οικονομική ανάπτυξη. Ακολουθώντας αυτήν τη θεωρία, στην πάλη με τις αρνητικές τάσεις στη χώρα πραγματοποιήθηκε η πολιτιστική επανάσταση, η εκβιομηχάνιση και η κολεκτιβοποίηση, εξαλείφθηκε η εκμετάλλευση, η ανεργία και η ανέχεια, η αβεβαιότητα για το αύριο, μειώθηκε η εργάσιμη βδομάδα, εφαρμόστηκε η δωρεάν περίθαλψη κι εκπαίδευση. Στη βάση της ένωσης των εργαζόμενων στην Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών λυνόταν με επιτυχία το εθνικό πρόβλημα. Η χώρα αναπτυσσόταν με τους υψηλότερους ρυθμούς και στους βασικότερους δείκτες της παραγωγής έφτασε στις αρχές της δεκαετίας του ’40 στη 2η θέση παγκόσμια, από την 5η που κατείχε πριν την επανάσταση. Η σχεδιασμένη τροφοδοσία της παραγωγής με πρωτοπόρα τεχνική έβαλε τη βάση της αύξησης της ευημερίας του λαού κι εξασφάλισε την αμυντική ικανότητα της χώρας.
Είναι ανόητο ν’ αρνείται κανείς τα επιτεύγματα της Σοβιετικής Ένωσης στους τομείς της οικονομίας, της επιστήμης και της τεχνικής, του πολιτισμού, των κοινωνικών παροχών και άλλων σφαιρών της κοινωνικής δραστηριότητας. Είναι αναμφισβήτητα και πασίγνωστα. Λίγοι τ’ αρνούνται, γι’ αυτό η βασική γραμμή κριτικής των αντιπάλων του σοσιαλισμού ανάγεται στη θέση ότι όλα αυτά δήθεν επιτεύχθηκαν με τη μέθοδο της τρομερής σταλινικής δικτατορίας, με τίμημα απίστευτες θυσίες και άλλα παρόμοια. Πολλοί ευρισκόμενοι σε αντισοβιετικό οίστρο φτάνουν να λένε τέτοιες ανοησίες, όπως ότι ο λαός κατάφερε τις επιτυχίες του παρά τη δικτατορία του Κόμματος και της σοβιετικής εξουσίας. Οι αντικομμουνιστές συνεχίζουν ν’ αμαυρώνουν τα επιτεύγματα του σοσιαλισμού με συλλογισμούς για τα δήθεν τερατουργήματα της σταλινικής δικτατορίας.
Από την αρχή οι μπολσεβίκοι δε θεωρούσαν τη Ρωσική Επανάσταση φαινόμενο περιορισμένο στα όρια της Ρωσίας. Ήδη το 1919, με πρωτοβουλία του Λένιν ιδρύθηκε η Γ' Κομμουνιστική Διεθνής -η Κομιντέρν. Οι όροι εισδοχής στην Κομιντέρν προέκυπταν από μια αλήθεια που διατύπωσε ο Λένιν: «Ο αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι κούφια και ψεύτικη φρασεολογία, αν δε συνδέεται αδιάρρηκτα με τον αγώνα ενάντια στον οπορτουνισμό.» [5] Η παγκόσμια εργατική τάξη απέκτησε τη δική της, σαφώς ιδεολογικά καθορισμένη και οργανωτικά διαμορφωμένη πρωτοπορία στην Κομιντέρν. Και οι σοσιαλδημοκράτες στην πράξη μετατράπηκαν σε συνεργούς του ιμπεριαλισμού, που ασχολούνταν με τη βελτίωση, την άμβλυνση, τον εξανθρωπισμό, τη θεραπεία των πληγών του και τη σωτηρία του σε καιρούς κρίσεων και όξυνσης της ταξικής πάλης.
Το ζήτημα της διάλυσης της Γ’ Διεθνούς -της Κομιντέρν- τα σύνθετα ζητήματα και συζητήσεις που έλαβαν χώρα στην πορεία της ανάπτυξης της στρατηγικής της, απαιτούν ξεχωριστή εξέταση, όμως ένα είναι φανερό, ότι το κύριο αποτέλεσμα της δράσης της ήταν η συντριβή του φασισμού και η δημιουργία του παγκόσμιου σοσιαλιστικού συστήματος με ισχυρότατο οργανωτικό πυρήνα την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και τις χώρες του ΣΟΑ.
Η Σοβιετική Ένωση, έχοντας τεράστια συμβολή στη συντριβή του γερμανικού φασισμού, έσωσε τον παγκόσμιο πολιτισμό. Αποκαθιστώντας σε συντομότατο διάστημα την κατεστραμμένη του οικονομία, ο λαός μας τη μεταπολεμική περίοδο μπόρεσε να λύσει σειρά σημαντικών καθηκόντων της σοσιαλιστικής ανάπτυξης. Τη δεκαετία του ’50 η χώρα έγινε μια από τις πιο μορφωμένες στον κόσμο, με πρωτοπόρα επιστήμη και πολιτισμό. Μέσα σε δέκα μόνο χρόνια η ΕΣΣΔ ανέβηκε από την 5η στην 3η θέση στον κόσμο ως προς την παραγωγικότητα της εργασίας στη βιομηχανία. Γι’ αυτό η πρωτιά στην κατάκτηση του Διαστήματος ήταν νομοτελειακή. Πρώτος άνθρωπος της Γης, που βγήκε στο χώρο του Διαστήματος με το σκάφος «Βοστόκ» έγινε ο Σοβιετικός πιλότος, το εργατόπαιδο με ειδικότητα χύτη, ο κομμουνιστής Γιούρι Γκαγκάριν.
Η λαϊκή ευημερία αυξανόταν σταθερά, οι τιμές μειώνονταν, ο μισθός αυξανόταν, η εργάσιμη βδομάδα στη βιομηχανία από το 1917 μέχρι το 1961 μειώθηκε κατά 18 ώρες. Βελτιώνονταν οι συνθήκες για την ολόπλευρη ανάπτυξη των εργαζόμενων. Έτσι αποκαλυπτόταν η κομμουνιστική φύση του σοσιαλισμού, οι άνθρωποι της δουλειάς πείθονταν από την πείρα τους ότι ο σοσιαλισμός μπαίνει στην καθημερινή ζωή και δεν είναι απλά ιδανικό ή προοπτική. Όπως σημειώνεται στο Πρόγραμμα του ΚΕΚΡ, τις σημαντικότερες επιτυχίες ο σοβιετικός λαός τις είχε την περίοδο υλοποίησης του 2ου Προγράμματος του Λενινιστικού Κόμματος, με την καθοδήγηση του Ι. Β. Στάλιν.
Η ΕΣΣΔ είχε τεράστια επίδραση σε όλη την πορεία της παγκόσμιας ιστορίας. Αυτό το αναγνωρίζουν όλοι -και οι φίλοι και οι εχθροί. Ο σοσιαλισμός -ο σοβιετικός και των χωρών του σοσιαλιστικού στρατοπέδου- ανάγκασε τους καπιταλιστές να κάνουν υποχωρήσεις και να εξασφαλίσουν ορισμένες εγγυήσεις στους εργαζόμενους στις χώρες τους.
Η ανάγκη του προλεταριάτου για κράτος καθορίζεται από τα συμφέροντα καταστολής των προσπαθειών εναντίωσης στα συμφέροντα της εργατικής τάξης. Συνεπώς, η δικτατορία του προλεταριάτου τελειώνει μόνο με την επίτευξη των τελικών στόχων των κομμουνιστών: Με την οικοδόμηση της πλήρως αταξικής κοινωνίας, με τη μετατροπή του σοσιαλισμού σε πλήρη κομμουνισμό, με την εξαφάνιση της απειλής επίθεσης του καπιταλισμού όχι μόνο από μέσα, αλλά και από έξω.
Η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση εγκαθίδρυσε στη χώρα τη σοβιετική εξουσία ως οργανωτική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου. Τα Σοβιέτ είναι η πιο ανθεκτική, απ’ όλες τις γνωστές στην Ιστορία, μορφές της δικτατορίας του προλεταριάτου και όχι μόνο επειδή τα Σοβιέτ υπήρξαν για μεγαλύτερο διάστημα και πραγματοποίησαν μεγάλα καθήκοντα. Η ανθεκτικότητα και η μεγαλύτερη καταλληλότητα για την εκτέλεση της λειτουργίας της δικτατορίας του προλεταριάτου εξηγείται συγκεκριμένα από το ότι τα Σοβιέτ στηρίζονται σε μια τέτοια αντικειμενική πραγματικότητα, που συνενώνει τους ανθρώπους της δουλειάς, όπως είναι η οργάνωση στη διαδικασία της υλικής παραγωγής. Στα Σοβιέτ οι εργαζόμενοι για πρώτη φορά στην Ιστορία απέκτησαν το δικαίωμα να χρησιμοποιούν την οργάνωσή τους στη διαδικασία της εργασίας για τη διεκπεραίωση των θεμάτων διεύθυνσης της κοινωνίας και των πολιτικών αποφάσεων - να εκλέγουν στις εργασιακές τους κολεκτίβες εκπροσώπους και με τον ίδιο τρόπο να τους ανακαλούν την οποιαδήποτε στιγμή, με τους εκπροσώπους τους που έχουν εκλεγεί στις παραγωγικές μονάδες, στα εργοστάσια, να ελέγχουν τα όργανα της κρατικής εξουσίας, να εξασφαλίζουν με αυτόν τον τρόπο την υποταγή του κράτους στα δικά τους συμφέροντα. Το 1917 εγκαθιδρύθηκε η ανώτερη, αυθεντικά προοδευτική μορφή της δημοκρατίας -η προλεταριακή δημοκρατία των εργαζόμενων και για τους εργαζόμενους- η σοβιετική εξουσία.
Η αντικειμενική βάση της σοβιετικής εξουσίας προκαθόρισε την ιστορική αλυσίδα της εξέλιξης των γεγονότων: Αρχικά, χωρίς καμία συνεννόηση με τον τσαρισμό, εμφανίστηκαν τα Σοβιέτ, έπειτα πραγματοποιήθηκε η σοσιαλιστική επανάσταση —έγινε η εγκαθίδρυση της σοβιετικής εξουσίας, η δημιουργία του σοβιετικού κράτους και μόνο έπειτα η ψήφιση του σοβιετικού Συντάγματος και η δημιουργία της Σοβιετικής Ένωσης. Αυτή η ιστορική ακολουθία ορίζεται από τη λογική της ταξικής πάλης και δεν μπορεί να είναι διαφορετική. Έτσι, ο ρόλος των Σοβιέτ είναι εξαιρετικά σοβαρός ακόμα και στο ζήτημα της πάλης για την εξουσία. Κανένα κοινοβούλιο και κεντροαριστερές κυβερνήσεις «λαϊκής εμπιστοσύνης» δεν μπορούν να μετατραπούν σε σοβιετική εξουσία, δε θα ψηφίσουν σοβιετικό Σύνταγμα και δε θα οδηγήσουν τους εργαζόμενους στο σοσιαλισμό.
Τα Σοβιέτ δεν αποτελούν εργατικό κοινοβούλιο, όπως προσπαθούν να θέσουν το θέμα ορισμένοι θεωρητικοί, προβάλλοντας ακόμα και τη διατύπωση: Κίνηση προς τη λαϊκή εξουσία στη μορφή της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας σοβιετικού τύπου. Τα Σοβιέτ είναι μάχιμα τμήματα του προλεταριάτου για τη διεξαγωγή της ταξικής πάλης στην πορεία ανατροπής της αστικής τάξης, οικοδόμησης του σοσιαλισμού και της πάλης για την ανάπτυξη του σοσιαλισμού σε πλήρη κομμουνισμό.
Η προσωρινή υποχώρηση και ήττα των Σοβιέτ εξηγείται εν πολλοίς από τα λάθη του Κόμματος στη θεωρία του κομμουνισμού, πράγμα που οδήγησε στον εκφυλισμό των Σοβιέτ σε κάποια ανάλογα των αστικών κοινοβουλίων. Το καθήκον του σοσιαλισμού καθόλου δε συνίσταται στη διακήρυξη της εξουσίας του εργαζόμενου λαού, αλλά στο να έχει ο εργαζόμενος λαός την πραγματική, πρακτική δυνατότητα ν’ ασκεί αυτήν την εξουσία. Τα Σοβιέτ είναι η καταλληλότερη μορφή πραγματοποίησης της εξουσίας των εργαζόμενων, μιλώντας με τα λόγια του Λένιν —η οργανωτική μορφή της δικτατορίας του προλεταριάτου.
Η διαλεκτική προσέγγιση στην ιστορική πείρα της σοσιαλιστικής επανάστασης στη Ρωσία, της οικοδόμησης και της ανάπτυξης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ επιτρέπει να παρακολουθήσουμε πώς αλλάζει ο χαρακτήρας της παραγωγής κατά το πέρασμα στον κομμουνισμό και αναπαράγεται στη διαδικασία ανάπτυξης του σοσιαλισμού ως πρώτης φάσης του κομμουνισμού.
Το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια της εργατικής τάξης, η εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου δεν αλλάζουν ακόμα από μόνα τους το χαρακτήρα της παραγωγής. Μόνο μετά από την εθνικοποίηση δημιουργείται ο σοσιαλιστικός τομέας, στον οποίο η παραγωγή έχει άμεσα κοινωνικό χαρακτήρα και αυτός ο τομέας κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου συνυπάρχει με άλλους τομείς. Στη Ρωσία τέτοιοι τομείς ήταν ο κρατικοκαπιταλιστικός, ο ιδιωτικοκαπιταλιστικός, ο μικροεμπορευματικός και ο πατριαρχικός.
Στο πλαίσιο της μεταβατικής περιόδου, ο σοσιαλιστικός τομέας, αναπτυσσόμενος, υποσκελίζει βαθμιαία όλους τους άλλους τομείς. Η άμεσα κοινωνικά σχεδιασμένη, οργανωμένη σοσιαλιστική παραγωγή γίνεται αρχικά η κυρίαρχη και μετά η μοναδική μορφή παραγωγής.
Θεωρητικοί διάφορων ειδών και οπαδοί της σοσιαλιστικής ιδέας, και ακόμα περισσότερο αντίπαλοι, έδωσαν πληθώρα χαρακτηρισμών στο σοβιετικό σοσιαλισμό. Και πώς δεν ονόμασαν το σοβιετικό μας σύστημα: Πρώιμο και υπανάπτυκτο, ολοκληρωτικής κοινωνικοποίησης, παραμορφωμένο, στρατοπεδικό, με γραφειοκρατικές στρεβλώσεις κλπ.
Είναι διαδεδομένη η άποψη, την οποία συμμερίζεται, μεταξύ άλλων, το ΚΚΡΟ, ότι ηττήθηκε το μοντέλο του πρώιμου σοσιαλισμού που είχε να επιδείξει επιτυχίες στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα, αλλά έπαψε ν’ αντιστοιχεί στις αλλαγμένες συνθήκες της επιστημονικοτεχνικής προόδου και της πιο απελευθερωμένης δημοκρατικής κοινωνίας.
Εμείς ξεκινάμε από τη λενινιστική θέση ότι ο σοσιαλισμός είναι μη πλήρης κομμουνισμός, η κατώτερη φάση του κομμουνιστικού σχηματισμού. Φέρει αναπόφευκτα απ’ όλες τις απόψεις τη σφραγίδα του παλιού, του καπιταλιστικού συστήματος, από το οποίο βγήκε. Εδώ ο καθένας ενδιαφέρεται αντικειμενικά τόσο για την αύξηση του κοινωνικού πλούτου όσο και για την αύξηση του προσωπικού του μεριδίου σε αυτόν.
Αξιοποιώντας αυτό το γεγονός, οι οπορτουνιστές στο κομμουνιστικό κίνημα προσπαθούν ν’ αποκόψουν θεωρητικά το σοσιαλισμό από τον κομμουνισμό, να κατασκευάσουν μοντέλα σοσιαλισμού με ενταγμένη την ατομική ιδιοκτησία, την ανεργία, τον πολιτικό και τον οικονομικό πλουραλισμό. Ωστόσο δεν μπορεί να υπάρξει κανείς άλλος σοσιαλισμός, εκτός από το σοσιαλισμό ως πρώτη φάση του κομμουνισμού. Επιπλέον, βάση του αυθεντικού κομμουνισμού αποτελούν οι γενικές-κομμουνιστικές σχέσεις, που περνούν (εννοείται με διαφορετικό βαθμό ωριμότητας) μέσα από τη μεταβατική (από τον καπιταλισμό στον κομμουνισμό) περίοδο και τις δύο φάσεις του κομμουνισμού. Τέτοιες γενικές-κομμουνιστικές σχέσεις, που αναπτύσσονται μαζί με την κίνηση στο δρόμο προς τον πλήρη κομμουνισμό, περιλαμβάνουν: Την κοινωνική ιδιοκτησία στη γη και όλα τα βασικά μέσα της παραγωγής και της σφαίρας της κυκλοφορίας· τη σχεδιασμένη ανάπτυξη της λαϊκής οικονομίας και των άλλων σφαιρών της κοινωνικής ζωής· την πλήρη απασχόληση του πληθυσμού· τη φροντίδα της κοινωνίας για την υποστήριξη των ακόμα μη ικανών για εργασία (παιδιά) και των πια μη ικανών για εργασία (ηλικιωμένοι και ανάπηροι)· την εξασφάλιση από την κοινωνία ίσων όρων για την αποκάλυψη και την ανάπτυξη των ικανοτήτων όλων των μελών της κοινωνίας (δωρεάν, εξίσου προσβάσιμη παιδεία και φροντίδα υγείας)· τη διεύθυνση της παραγωγής και της κοινωνικής ζωής μέσα από το σύστημα των Σοβιέτ των εργαζόμενων όλων των επιπέδων.
Η κίνηση προς τον πλήρη κομμουνισμό πραγματοποιείται με μεγαλύτερη επιτυχία όσο πιο συνειδητή και πιο οργανωμένη είναι η πάλη, η ιστορική δημιουργικότητα της εργατικής τάξης και των συμμάχων της. Η σοσιαλιστική επανάσταση γίνεται τότε μόνο δυνατή, όταν η αναγκαιότητά της συνειδητοποιείται από την πραγματική πολιτική πλειοψηφία των οργανωμένων εργατών, που είναι ικανοί να ξεσηκώσουν στον αγώνα και να οδηγήσουν πίσω τους τις πιο πλατιές μάζες των εργαζόμενων. Την επανάσταση δεν την πραγματοποιούν συνωμότες, αλλά οι μάζες κάτω από την καθοδήγηση της επαναστατικής τάξης. Της επαναστατικής αλλαγής του κοινωνικού συστήματος προηγείται η επανάσταση στη συνείδηση της πρωτοπορίας της πρωτοπόρας τάξης. Να εξοπλίσει την εργατική τάξη ιδεολογικά, να προσδώσει στην πάλη του μεγάλη στοχοπροσήλωση κι έτσι να προφυλάξει από περιττές θυσίες και λαθεμένες αυταπάτες -σε αυτό βλέπει το χρέος του το Κομμουνιστικό Κόμμα. Η κομμουνιστική ιδέα μόνο τότε γίνεται δρώσα υλική δύναμη, όταν καταλαμβάνει τις μάζες των εργατών.
Ο σοσιαλισμός είναι τέτοιος, όπως βγήκε από τον καπιταλισμό ανάλογα με τις δεδομένες συνθήκες. Στο σοσιαλισμό η ταξική πάλη δεν τελειώνει, αλλά παίρνει νέες μορφές, συνεχίζεται σαν πάλη της προλεταριακής, κομμουνιστικής δημιουργικής τάσης με τη μικροαστική τάση της ατομικής ιδιοκτησίας. Υποχρεωτικό χαρακτηριστικό του σοσιαλισμού είναι η εξουσία, που πραγματοποιεί τη δικτατορία του προλεταριάτου κι εξασφαλίζει τη νίκη της θετικής κομμουνιστικής τάσης.
Στο πολιτικό πεδίο ο σοσιαλισμός, σύμφωνα με το λενινιστικό ορισμό, είναι η κατάργηση των τάξεων δηλαδή η κίνηση προς το ξεπέρασμα των ταξικών διαφορών, των διαφορών μεταξύ της πόλης και του χωριού, των ανθρώπων της φυσικής και της πνευματικής εργασίας. Ο Β. Ι. Λένιν διευκρίνιζε ότι «η εξάλειψη των τάξεων είναι υπόθεση μακρόχρονης, δύσκολης, επίμονης ταξικής πάλης, που δεν εξαφανίζεται ύστερα από την ανατροπή της εξουσίας του κεφαλαίου, ύστερα από τη συντριβή του αστικού κράτους, ύστερα από την εγκαθίδρυση της δικτατορίας του προλεταριάτου (όπως φαντάζονται οι χυδαιολόγοι του παλιού σοσιαλισμού και της παλιάς σοσιαλδημοκρατίας), αλλά απλώς αλλάζει τις μορφές της, γίνεται από πολλές απόψεις ακόμα πιο σκληρή». [6]
Έγιναν λάθη από τη σοβιετική ηγεσία και το Κόμμα κατά την οικοδόμηση του σοσιαλισμού; Όταν οι άνθρωποι προχωρούν σ’ έναν άγνωστο δρόμο και σε συνθήκες όχι μόνο άγνωστες, αλλά και απίστευτα δύσκολες, με λυσσασμένη αντίσταση όλου του παλιού αστικού κόσμου, το να σκέφτεται κανείς ότι δε θα γίνουν καθόλου λάθη, το να λέει «δεν έπρεπε να γίνει έτσι» είναι πολιτική υποκρισία και αλαζονεία. Βεβαίως τα λάθη ήταν αναπόφευκτα και έγιναν. Πρέπει να μελετήσουμε την ιστορική μας πείρα και ν’ αντλήσουμε τ’ αναγκαία συμπεράσματα. Μάλιστα κάνουμε διάκριση των λαθών του αγώνα, από την αποστασία και τη βουλησιαρχία. Οι πρόγονοί μας, κομμουνιστές-μπολσεβίκοι με την καθοδήγηση του Λένιν και του Στάλιν, πέρασαν με αξιοπρέπεια το δικό τους κομμάτι του δρόμου. Οι μπολσεβίκοι ήταν ορθόδοξοι μαρξιστές. Στη θεωρία και στην πράξη δεν ακολουθούσαν κάποιο δόγμα, αλλά αταλάντευτα καθοδηγούνταν από τις θεμελιώδεις αρχές της ταξικής πάλης. Γι’ αυτό, παρά τις υπάρχουσες αδυναμίες και λάθη, διατηρήθηκε η τάση της κίνησης «μπροστά και πάνω». Η αδράνεια της κίνησης προς τα μπρος διατηρήθηκε και μετά από αυτούς για αρκετό χρονικό διάστημα, όμως με όλο και πιο αρνητική επιτάχυνση.
Τα συμπεράσματα που διατύπωσε ο Λένιν απέδειξαν την αλήθεια τους στα εκατό σχεδόν χρόνια που πέρασαν. Σήμερα, εμείς μπορούμε και πρέπει να τα συμπληρώνουμε με ανάλογα συμπεράσματα από την εμπειρία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ που ακολούθησε. Ιδιαίτερη προσοχή, φυσικά, πρέπει να δώσουμε στα λάθη που έγιναν και οδήγησαν στην προσωρινή ήττα του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Ανάμεσα στα πρώτα υποχρεωτικά διδάγματα για αφομοίωση από τους επαναστάτες μαρξιστές όλων των χωρών, ο Β. Ι. Λένιν ξεχώριζε τα ακόλουθα, από την πείρα της Οκτωβριανής Επανάστασης:
Α. Ύπαρξη προλεταριακού Κόμματος Νέου Τύπου. Υποχρεωτικότητα της πάλης με τον οπορτουνισμό. Όλοι οι κομμουνιστές γνωρίζουν καλά τη λενινιστική ρήση για το ότι «Δεν μπορεί να υπάρχει επαναστατικό κίνημα χωρίς επαναστατικό κόμμα». Οι μπολσεβίκοι μπόρεσαν να ηγηθούν του ξεσηκωμένου λαού της Ρωσίας στην επανάσταση όχι επειδή συνένωσαν όλους τους αντιπολιτευόμενους και οι ίδιοι ενώθηκαν με τους μενσεβίκους, αλλά γιατί μπόρεσαν να συντρίψουν θεωρητικά και πολιτικά τους μενσεβίκους. Ο Βλαντιμίρ Ιλίτς έγραφε: «Οι μπολσεβίκοι, ξεπερνώντας αφάνταστες δυσκολίες, εκτόπισαν τους μενσεβίκους που το ρόλο τους, σαν πρακτόρων της αστικής τάξης μέσα στο εργατικό κίνημα, τον κατάλαβε περίφημα όλη η αστική τάξη ύστερα από το 1905 και γι’ αυτό όλη η αστική τάξη τους υποστήριζε με χίλιους τρόπους ενάντια στους μπολσεβίκους. Οι μπολσεβίκοι όμως δε θα κατόρθωναν ποτέ να το πετύχουν αυτό, αν δεν εφάρμοζαν τη σωστή τακτική του συνδυασμού της παράνομης δουλειάς με την υποχρεωτική χρησιμοποίηση των “νόμιμων δυνατοτήτων”.» [7]
Ο Λένιν υποδείκνυε ότι η ιστορία του μπολσεβικισμού ξεκινά το 1903 (2ο Συνέδριο του ΣΔΕΚΡ) κι έθετε στον εαυτό του το ερώτημα -στην πάλη με ποιες τάσεις ατσαλώθηκε ο μπολσεβικισμός; Και το απαντούσε -πρώτ’ απ’ όλα στην πάλη με τον οπορτουνισμό, δηλαδή με τη δεξιά απόκλιση. Είναι η πιο επικίνδυνη σε όλους τους καιρούς. Θα επαναλάβουμε: Στον κάθε λίγο-πολύ μορφωμένο μαρξιστή είναι γνωστή η θέση του Λένιν: «Ο αγώνας ενάντια στον ιμπεριαλισμό είναι κούφια και ψεύτικη φρασεολογία, αν δε συνδέεται αδιάρρηκτα με τον αγώνα ενάντια στον οπορτουνισμό.» [8]
Από την Ιστορία είναι γνωστό ότι οπορτουνισμός μπορεί να είναι όχι μόνο μια δεξιά παρέκκλιση ενός τμήματος του κομμουνιστικού κινήματος, αλλά μπορεί να καταλάβει και το μεγαλύτερο μέρος του, ενίοτε ολοκληρωτικά. Η απαίτηση πάλης με τον οπορτουνισμό έγινε βασικός όρος εισδοχής στην Κομιντέρν, παραμένει βασικό χαρακτηριστικό του προλεταριακού Κόμματος και σήμερα.
Β. Ο συνδυασμός νόμιμης και παράνομης δουλειάς. Δουλειά για την προετοιμασία της επανάστασης, του εαυτού μας για την επανάσταση σε οποιεσδήποτε συνθήκες και σε κάθε στιγμή του κινήματος. Αυτή η θέση μοιάζει να σχετίζεται με ζητήματα αλφαβήτας της τακτικής της πολιτικής πάλης, όμως σήμερα, σε συνθήκες ενισχυόμενης αντίδρασης σε όλες τις χώρες, αποκτά νέα σημασία τόσο για τα κόμματα που έχουν συνηθίσει στη νόμιμη, «πολιτισμένη», νομοταγή, βασικά κοινοβουλευτική ύπαρξη, όσο και για κάθε είδους αριστερούς και αριστερούληδες, που συλλήβδην αποφεύγουν τη συμμετοχή στη νόμιμη δημόσια πολιτική, που ελέγχεται πλήρως από τις Αρχές. Ο Β. Ι. Λένιν δίδασκε: «Οι επαναστάτες, όμως, που δεν ξέρουν να συνδυάζουν τις παράνομες μορφές πάλης με όλες τις νόμιμες είναι πάντα πολύ κακοί επαναστάτες.» [9]
Και ειδικά για πολλούς συντρόφους μας, που δε βλέπουν τη δυνατότητα επανάληψης της επαναστατικής κατάστασης στη σύγχρονη σχετική καπιταλιστική ευημερία, ξεκαθάριζε: «Δεν είναι δύσκολο να είσαι επαναστάτης όταν η επανάσταση έχει πια ξεσπάσει και φουντώσει, όταν στην επανάσταση προσχωρούν οι πάντες από απλό ενθουσιασμό, από μόδα, κάποτε μάλιστα και από λόγους προσωπικής σταδιοδρομίας. Η “απαλλαγή” του προλεταριάτου από τέτοιους επαναστάτες της κακιάς ώρας του στοιχίζει αργότερα, ύστερα από τη νίκη του, πολύ μεγάλους κόπους και βασανιστικά -μπορούμε να πούμε- μαρτύρια. Είναι πολύ πιο δύσκολο -κι έχει πολύ μεγαλύτερη αξία- να ξέρεις να είσαι επαναστάτης όταν δεν υπάρχουν ακόμη οι συνθήκες για άμεσο, ανοιχτό, πραγματικά μαζικό, πραγματικά επαναστατικό αγώνα, να ξέρεις να υπερασπίζεις τα συμφέροντα της επανάστασης (με την προπαγάνδα, τη ζύμωση, την οργάνωση) μέσα σε μη επαναστατικά όργανα και συχνά σε απροκάλυπτα αντιδραστικά, μέσα σε μη επαναστατικές συνθήκες, μέσα σε μάζα που δεν μπορεί να καταλάβει αμέσως την ανάγκη της επαναστατικής μεθόδου δράσης.» [10]
Γ. Ορθή διαλεκτική κατανόηση της σχέσης: «Ηγέτες - Κόμμα - τάξη - μάζες». Συνέχεια της ταξικής πάλης και στην εποχή της δικτατορίας του προλεταριάτου, σιδερένια πειθαρχία στο Κόμμα για όλους, περιλαμβανομένων και των ηγετών του προλεταριάτου. Το επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου είναι η ανώτερη μορφή της ταξικής ένωσης των προλετάριων, που δε θα δικαιολογεί το όνομά του, μέχρι να διδαχτεί να συνδέει τους ηγέτες με την τάξη και τις μάζες σ’ ένα ενιαίο σύνολο, σε κάτι το αδιάσπαστο. Με αφετηρία αυτήν την κατανόηση του Κόμματος, ο Λένιν δίδασκε: «Η δικτατορία του προλεταριάτου είναι ένας επίμονος αγώνας, αιματηρός και αναίμακτος, βίαιος και ειρηνικός, πολεμικός και οικονομικός, διαπαιδαγωγικός και διοικητικός, ενάντια στις δυνάμεις και στις παραδόσεις της παλιάς κοινωνίας. Η δύναμη της συνήθειας εκατομμυρίων και δεκάδων εκατομμυρίων ανθρώπων είναι η πιο φοβερή δύναμη. Χωρίς Κόμμα σιδερένιο και ατσαλωμένο στην πάλη, χωρίς Κόμμα που ν’ απολαμβάνει την εμπιστοσύνη κάθε τίμιου στοιχείου της τάξης του, χωρίς Κόμμα που να ξέρει να παρακολουθεί τις διαθέσεις των μαζών και να τις επηρεάζει, είναι αδύνατο να διεξαχθεί μια τέτοια πάλη με επιτυχία. Είναι χίλιες φορές πιο εύκολο να νικήσουμε τη μεγάλη συγκεντροποιημένη αστική τάξη, παρά “να νικήσουμε” τα εκατομμύρια κι εκατομμύρια των μικρονοικοκυραίων, ενώ αυτοί με την καθημερινή, τη συνηθισμένη, την αφανή, την ασύλληπτη, την αποσυνθετική τους δράση φέρνουν τα ίδια εκείνα αποτελέσματα που χρειάζεται η αστική τάξη και τα οποία παλινορθώνουν την αστική τάξη. Όποιος αδυνατίζει έστω και λίγο τη σιδερένια πειθαρχία του Κόμματος του προλεταριάτου (προπαντός τον καιρό της δικτατορίας του) βοηθά έμπρακτα την αστική τάξη ενάντια στο προλεταριάτο.» [11]
Δ. Ο διεθνής χαρακτήρας των Σοβιέτ, ως μορφής της δικτατορίας του προλεταριάτου. Η υποχρεωτικότητα της εγχώριας πάλης με τον εκάστοτε μενσεβικισμό στις εκάστοτε συνθήκες. Να τι έγραφε για εμάς σχετικά με αυτό το ζήτημα ο Β. Ι. Λένιν: «Οι επαναστάσεις του Φλεβάρη και του Οκτώβρη του 1917 οδήγησαν σε μια ολόπλευρη ανάπτυξη των Σοβιέτ σε εθνική κλίμακα και αργότερα στη νίκη τους στην προλεταριακή, στη σοσιαλιστική επανάσταση. Και σε διάστημα λιγότερο από δύο χρόνια φάνηκε ο διεθνής χαρακτήρας των Σοβιέτ, η επέκταση αυτής της μορφής αγώνα και οργάνωσης στο παγκόσμιο εργατικό κίνημα και η ιστορική αποστολή των Σοβιέτ να γίνουν ο νεκροθάφτης, ο κληρονόμος, ο διάδοχος του αστικού κοινοβουλευτισμού, της αστικής δημοκρατίας γενικά.
Κάτι παραπάνω. Η ιστορία του εργατικού κινήματος δείχνει τώρα ότι σε όλες τις χώρες το εργατικό κίνημα πρέπει οπωσδήποτε να περάσει (πράγμα που άρχισε ήδη να γίνεται) μέσα από την πάλη του κομμουνισμού, που γεννιέται, δυναμώνει και τραβά προς τη νίκη, πριν απ’ όλα και κυρίως ενάντια στο δικό του (για την κάθε χώρα) “μενσεβικισμό”.» [12]
«Ωστόσο, αν και παντού το εργατικό κίνημα περνά από ένα ομοιογενές στην ουσία, προπαρασκευαστικό σχολείο για τη νίκη ενάντια στην αστική τάξη, η ανάπτυξη αυτή σε κάθε χώρα συντελείται με δικό της τρόπο.» [13]
«Όσο καιρό θα υπάρχουν εθνικές και κρατικές διαφορές ανάμεσα στους λαούς και στις χώρες -και αυτές οι διαφορές θα διατηρούνται πάρα πολύ καιρό ακόμη και ύστερα από την πραγματοποίηση της δικτατορίας του προλεταριάτου σε παγκόσμια κλίμακα- η ενότητα της διεθνούς τακτικής του κομμουνιστικού εργατικού κινήματος όλων των χωρών δεν απαιτεί τον παραμερισμό κάθε ποικιλομορφίας, ούτε την εξάλειψη των εθνικών διαφορών (αυτό για τις σημερινές στιγμές είναι ένα ανόητο όνειρο), αλλά απαιτεί μια τέτοια εφαρμογή των βασικών αρχών του κομμουνισμού (σοβιετική εξουσία και δικτατορία του προλεταριάτου), που θα παράλλαζε σωστά αυτές τις αρχές σε επιμέρους ζητήματα, που θα τις προσάρμοζε και θα τις εφάρμοζε σωστά στις εθνικές κι εθνικοκρατικές διαφορές. Να ερευνηθεί, να μελετηθεί, ν’ αναζητηθεί, να μαντευτεί, να κατανοηθεί το εθνικά ιδιαίτερο, το εθνικά ειδικό στους συγκεκριμένους τρόπους με τους οποίους κάθε χώρα αντιμετωπίζει τη λύση του ενιαίου διεθνούς καθήκοντος, τη νίκη ενάντια στον οπορτουνισμό και στον αριστερό δογματισμό μέσα στο εργατικό κίνημα, την ανατροπή της αστικής τάξης, την εγκαθίδρυση της σοβιετικής δημοκρατίας και της προλεταριακής δικτατορίας, να σε τι συνίσταται το βασικό καθήκον της ιστορικής στιγμής που περνούν οι προηγμένες (και όχι μόνο οι προηγμένες) χώρες.» [14]
Και η επικαιρότητα αυτής της σκέψης αποδείχτηκε από τη ζωή πάνω από μία φορά.
Ε. Αναγκαιότητα δουλειάς στις πλατιές, ακόμα και τις αντιδραστικές εργατικές οργανώσεις, ιδιαίτερα στα συνδικάτα. Ο Λένιν δίδασκε ότι η κομμουνιστική δουλειά πρέπει να γίνεται παντού, όπου το επιτρέπουν, ή και δεν το επιτρέπουν, οι συνθήκες: «Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι κύριοι “αρχηγοί” του οπορτουνισμού θα καταφύγουν σε όλες τις μανούβρες της αστικής διπλωματίας και στη βοήθεια των αστικών κυβερνήσεων, των παπάδων, της αστυνομίας και των δικαστηρίων, για να μην επιτρέψουν στους κομμουνιστές να μπουν στα συνδικάτα, για να τους εκτοπίσουν με κάθε μέσο από αυτά, για να κάνουν τη δουλειά τους μέσα στα συνδικάτα όσο το δυνατό πιο δυσάρεστη, για να τους προσβάλουν, να τους κατατρέξουν και να τους καταδιώξουν. Πρέπει να είμαστε σε θέση ν’ αντιταχτούμε σε όλα αυτά, να δεχτούμε όλες, και τις κάθε λογής θυσίες κι ακόμη -σε περίπτωση ανάγκης- να χρησιμοποιήσουμε κάθε λογής τεχνάσματα, κάθε πονηριά, κάθε παράνομο τρόπο δουλειάς, να παρασιωπούμε ή να κρύβουμε την αλήθεια, μόνο και μόνο για να μπούμε μέσα στα συνδικάτα, να μείνουμε σ’ αυτά, να κάνουμε μέσα σ’ αυτά με κάθε θυσία κομμουνιστική δουλειά.» [15]
Στ. Για τους συμμάχους και τους συνοδοιπόρους της εργατικής τάξης στην προλεταριακή επανάσταση και μετά από την πραγματοποίησή της. Πιστεύουμε πως έχει ιδιαίτερη αξία να κατανοηθεί η σκέψη του Λένιν όχι μόνο για την αναγκαιότητα συμμάχων στην πραγματοποίηση της επανάστασης, αλλά και η όχι λιγότερη σημασία της πολιτικής των συμμαχιών στην υπόθεση της οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
«Η προλεταριακή πρωτοπορία έχει κατακτηθεί ιδεολογικά. Αυτό είναι το κυριότερο. Χωρίς αυτό δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε το πρώτο βήμα προς τη νίκη. Από αυτό όμως ως τη νίκη υπάρχει ακόμη αρκετή απόσταση. Με μόνη την πρωτοπορία δεν μπορούμε να νικήσουμε. Θα ήταν όχι απλώς ανοησία, αλλά κι έγκλημα να ρίξουμε μόνη την πρωτοπορία στην αποφασιστική μάχη, προτού όλη η τάξη, προτού οι πλατιές μάζες να έχουν πάρει θέση ή ανοιχτής υποστήριξης της πρωτοπορίας ή, τουλάχιστον, ευμενούς ουδετερότητας απέναντί της και να έχουν δείξει ότι είναι εντελώς ανίκανες να υποστηρίξουν τον αντίπαλό της.» [16]
«Ύστερα από την πρώτη σοσιαλιστική επανάσταση του προλεταριάτου, ύστερα από την ανατροπή της αστικής τάξης σε μια χώρα, το προλεταριάτο αυτής της χώρας εξακολουθεί για πολύ καιρό να είναι πιο αδύνατο από την αστική τάξη, απλούστατα εξαιτίας των τεράστιων διεθνών δεσμών αυτής της τελευταίας, καθώς κι εξαιτίας της αυθόρμητης και αδιάκοπης αναστήλωσης, αναγέννησης του καπιταλισμού και της αστικής τάξης από τους μικρούς εμπορευματοπαραγωγούς της χώρας εκείνης στην οποία ανατράπηκε η αστική τάξη. Μπορείς να νικήσεις έναν πιο ισχυρό αντίπαλο μόνο εντείνοντας στο έπακρο τις δυνάμεις και χρησιμοποιώντας υποχρεωτικά, με την πιο μεγάλη επιμέλεια, φροντίδα, προσοχή κι επιδεξιότητα κάθε, έστω και την ελάχιστη, “ρωγμή” ανάμεσα στην αστική τάξη των διάφορων χωρών, ανάμεσα στις διάφορες ομάδες ή κατηγορίες της αστικής τάξης στο εσωτερικό της κάθε χώρας -όπως και κάθε, έστω και την ελάχιστη, δυνατότητα ν’ αποκτήσεις μαζικό σύμμαχο, έστω και προσωρινά, ταλαντευόμενο, ασταθή, αβέβαιο και συμβατικό. Όποιος δεν το κατάλαβε αυτό δεν κατάλαβε ούτε κόκκο από το μαρξισμό και από τον επιστημονικό, σύγχρονο σοσιαλισμό γενικά. Όποιος δεν απέδειξε πρακτικά, μέσα σ’ ένα αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα και σε αρκετά πολύμορφες πολιτικές καταστάσεις, την ικανότητά του να εφαρμόζει την αλήθεια αυτή στην πράξη, αυτός δεν έμαθε ακόμη να βοηθά την επαναστατική τάξη στον αγώνα της για την απελευθέρωση όλης της εργαζόμενης ανθρωπότητας από τους εκμεταλλευτές. Κι αυτά που είπαμε αφορούν εξίσου την περίοδο πριν και μετά από την κατάκτηση της πολιτικής εξουσίας από το προλεταριάτο.» [17]
Ζ. Ικανότητα αξιοποίησης της τακτικής των συμβιβασμών και απόρριψη συμβιβασμών στον τομέα της ιδεολογίας. Η λενινιστική σκέψη απευθύνεται και σ’ εκείνους που αγαπούν τις συνταγές και τις έτοιμες αποφάσεις: «Είναι ανοησία να φτιάξεις μια τέτοια συνταγή ή έναν τέτοιο γενικό κανόνα (“κανένας συμβιβασμός”!) που να χρησιμεύει για κάθε περίπτωση. Πρέπει να έχεις τα μάτια σου τέσσερα για να μπορείς να προσανατολίζεσαι σε κάθε χωριστή περίπτωση. Η σημασία της κομματικής οργάνωσης και των ηγετών του Κόμματος που είναι άξιοι αυτού του τίτλου συνίσταται ακριβώς, ανάμεσα στ’ άλλα, στην επεξεργασία με τη μακρόχρονη, επίμονη, πολύμορφη, ολόπλευρη δουλειά όλων των σκεπτόμενων εκπροσώπων της δοσμένης τάξης των απαραίτητων γνώσεων, της απαραίτητης πείρας, του απαραίτητου -εκτός από τις γνώσεις και την πείρα- πολιτικού αισθητηρίου για τη γρήγορη και σωστή λύση των πολύπλοκων πολιτικών ζητημάτων.» [18]
Κανείς, μάλλον, μαρξιστής δεν αμφιβάλλει για το ότι ο Λένιν είχε το κεφάλι του στους ώμους και, παρόλ’ αυτά, ο ίδιος και οι άλλοι μπολσεβίκοι έκαναν λάθη σε ζητήματα τακτικά, πράγμα το οποίο δε δίσταζαν ν’ αναγνωρίζουν οι ίδιοι. Η γενική θέση κατά την επεξεργασία της τακτικής στις συγκεκριμένες συνθήκες δεν είναι μόνο «η απόλυτη ανάγκη για την πρωτοπορία του προλεταριάτου, για το συνειδητό του κομμάτι, για το κομμουνιστικό του κόμμα να καταφεύγει σε ελιγμούς, σε συμφωνίες, σε συμβιβασμούς με τις διάφορες ομάδες των προλετάριων, με τα διάφορα κόμματα των εργατών και των μικρονοικοκυραίων», αλλά πρώτ’ απ’ όλα η αντίληψη ότι πρέπει «να ξέρεις να εφαρμόζεις αυτήν την τακτική έτσι, που ν’ ανεβάζεις και όχι να χαμηλώνεις το γενικό επίπεδο της προλεταριακής συνειδητότητας, της επαναστατικότητας και της ικανότητας για τον αγώνα και τη νίκη». [19]
Η. Η αναγκαιότητα και η τακτική αξιοποίησης των δυνατοτήτων του αστικού κοινοβουλευτισμού για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης. Θα φαινόταν ότι αυτό το ζήτημα, η συμμετοχή στ’ αστικά κοινοβούλια, είναι επεξεργασμένο στη θεωρία και μελετημένο στην πράξη του κομμουνιστικού κινήματος καλύτερα από άλλα. Ο Β. Ι. Λένιν απλά επέμενε για την αναγκαιότητα αξιοποίησης των κοινοβουλευτικών δυνατοτήτων για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης: «Όσο καιρό δεν έχετε τη δύναμη να διαλύσετε το αστικό κοινοβούλιο και οποιοδήποτε αντιδραστικό ίδρυμα άλλου τύπου, είστε υποχρεωμένοι να δουλεύετε μέσα σ’ αυτά, γιατί εκεί μέσα υπάρχουν ακόμη εργάτες που τους έχουν αποβλακώσει οι παπάδες και η αποπνικτική ατμόσφαιρα των απομακρυσμένων χωριών. Διαφορετικά κινδυνεύετε να γίνετε απλούστατα φαφλατάδες.» [20]
Μάλιστα ο Λένιν σημείωνε τη νόμιμη απέχθεια των πρωτοπόρων προλετάριων προς τ’ αστικά κοινοβούλια και τους κοινοβουλευτικούς: «... Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς κάτι πιο ποταπό, πιο πρόστυχο, πιο προδοτικό από τη στάση της τεράστιας πλειοψηφίας των σοσιαλιστών και σοσιαλδημοκρατών βουλευτών στο κοινοβούλιο στο διάστημα του πολέμου και ύστερα από αυτόν.» [21]
Οι μπολσεβίκοι επεξεργάστηκαν την τακτική της κομμουνιστικής δουλειάς στο κοινοβούλιο, της αξιοποίησης των προεκλογικών εκστρατειών και των κοινοβουλευτικών εδρών για την ανάπτυξη της ταξικής πάλης: «Γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν στον κόσμο κομμουνιστές, οπαδοί της Γ' Διεθνούς σε όλες τις χώρες, για ν’ αλλάξουν σε όλη τη γραμμή, σε όλους τους τομείς της ζωής την παλιά σοσιαλιστική, τρεϊντγιουνιονιστική, συνδικαλιστική, κοινοβουλευτική δουλειά και να την μετατρέψουν σε νέα, κομμουνιστική δουλειά.» [22]
«Οι κομμουνιστές της Δυτικής Ευρώπης και της Αμερικής πρέπει να μάθουν να δημιουργήσουν έναν καινούργιο, διαφορετικό από το συνηθισμένο, ένα μη οπορτουνιστικό, μη καριερίστικο κοινοβουλευτισμό, έτσι ώστε το κόμμα των κομμουνιστών να βάλει τα δικά του συνθήματα, οι πραγματικοί προλετάριοι με τη βοήθεια της ανοργάνωτης κι εντελώς κακομοιριασμένης φτωχολογιάς να κυκλοφορούν και να μοιράζουν προκηρύξεις, να επισκέπτονται τα σπίτια των εργατών, τις καλύβες των προλετάριων του κάμπου και των απόκεντρων χωριών (στην Ευρώπη, ευτυχώς, υπάρχουν πολύ λιγότερα απόκεντρα χωριά απ’ ό,τι σε μας, και στην Αγγλία είναι πάρα πολύ λίγα), να χώνονται στις πιο λαϊκές ταβερνούλες, να εισχωρούν στις πιο λαϊκές ενώσεις, συλλόγους, τυχαίες συγκεντρώσεις, να μιλούν με το λαό όχι δασκαλίστικα (και όχι πολύ κοινοβουλευτικά), να μην κυνηγούν ούτε τόσο δα μια “θεσούλα” στη Βουλή, αλλά παντού να ξυπνούν τη σκέψη, να προσελκύουν τη μάζα, να πιάνουν την αστική τάξη από τα ίδια της τα λόγια, να χρησιμοποιούν το μηχανισμό που δημιούργησε αυτή, τις εκλογές που ορίζει, τις εκκλήσεις που κάνει σε όλο το λαό, να κατατοπίζουν το λαό σχετικά με τον μπολσεβικισμό έτσι όπως ποτέ δεν κατόρθωσαν να το κάνουν (στις συνθήκες της κυριαρχίας της αστικής τάξης), εκτός από την περίοδο των εκλογών (με εξαίρεση, φυσικά, τις στιγμές των μεγάλων απεργιών, όταν αυτός ο ίδιος ο μηχανισμός παλλαϊκής ζύμωσης δούλευε σ’ εμάς ακόμη πιο εντατικά).» [23]
Σήμερα, οφείλουμε ν’ αναγνωρίσουμε ότι πολλά κόμματα της Δυτικής Ευρώπης και άλλων χωρών έχουν την αρρώστια του κοινοβουλευτικού κρετινισμού και υπόσχονται στα σοβαρά στους πολίτες βελτίωση της ζωής με τη μέθοδο της νίκης κάποιων αριστερών δυνάμεων στις εκλογές. Εμείς θα εξετάσουμε αυτό το ζήτημα πιο κάτω, ενώ τώρα θα σημειώσουμε απλά ότι ο Λένιν γι’ αυτό το ζήτημα εκφράστηκε πολύ κατηγορηματικά: «Μόνο παλιάνθρωποι ή κουτεντέδες μπορούν να νομίζουν πως το προλεταριάτο πρέπει πρώτα να κατακτήσει την πλειοψηφία στις εκλογές που διενεργούνται κάτω από το ζυγό της αστικής τάξης, κάτω από το ζυγό της μισθωτής δουλείας, κι έπειτα να προσπαθήσει να κατακτήσει την εξουσία. Αυτό είναι αποκορύφωμα αμβλύνοιας ή υποκρισίας, είναι αντικατάσταση της ταξικής πάλης με εκλογές σε συνθήκες του παλιού καθεστώτος, της παλιάς εξουσίας.» [24]
Ο Λένιν έκανε τη δουλειά για μας πάνω σε αυτά, τα αναφερόμενα παραπάνω, λάθη ακόμα το 1920. Μετά από το θάνατό του η Σοβιετική Ένωση κάτω από την καθοδήγηση του ΚΚΣΕ πέρασε ένα μακρύ και δύσκολο δρόμο επιτευγμάτων και νικών. Ο φασισμός συντρίφτηκε, η χώρα βγήκε στη 2η θέση στον κόσμο στους δείκτες της βιομηχανικής παραγωγής, ο Σοβιετικός άνθρωπος βγήκε πρώτος στο Διάστημα. Όμως έγιναν και αρκετά λάθη, ιδιαίτερα στο μέρος του αδυνατίσματος της πάλης με τον οπορτουνισμό και τορεβιζιονισμό, πράγμα που εκφράστηκε στο θλιβερό αποτέλεσμα —την προσωρινή ήττα του σοσιαλισμού και την καταστροφή της ΕΣΣΔ. Η ανάλυση αυτών των λαθών και τα συμπεράσματα για το μέλλον της πάλης είναι η δική μας δουλειά, στην οποία καθοδηγούμαστε από τη λενινιστική υπόδειξη: «Οι κομμουνιστές πρέπει να ξέρουν πως το μέλλον οπωσδήποτε τους ανήκει και γι’ αυτό μπορούμε (και πρέπει) να συνενώνουμε το μεγαλύτερο πάθος στο μεγάλο επαναστατικό αγώνα με τον πιο ψύχραιμο και νηφάλιο υπολογισμό των λυσσαλέων σπασμών της αστικής τάξης. » [25]
Εκφράζονται αρκετές γνώμες πολιτικών κομμάτων και ξεχωριστών ανθρώπων για τις αιτίες της ήττας του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Εμείς, φυσικά, εξετάζουμε τις γνώμες μόνο των οπαδών του σοσιαλισμού, επειδή τις γνώμες των αντιπάλων περί δήθεν ουτοπικότητας της θεωρίας του κομμουνισμού ως δυνατότητας ανάπτυξης της ανθρωπότητας τις σκόρπισε με την πράξη του ο ίδιος ο Μεγάλος Οκτώβρης και η εμπειρία ανάπτυξης της ΕΣΣΔ.
Πολύ δημοφιλής είναι η εκδοχή που θεωρεί βασική συνιστώσα της ήττας μας την προδοσία της υπόθεσης του σοσιαλισμού από ξεχωριστές προσωπικότητες μεταξύ των ανώτατων ηγετικών στελεχών του Κόμματος και του κράτους. Λέγονται τα ονόματα του Γκορμπατσόφ, του Γιέλτσιν, του Γιάκοβλεφ και πολλών συναδέλφων τους στην ΚΕ του ΚΚΣΕ και στην κυβέρνηση. Δημοφιλείς είναι και οι συλλογισμοί για μηχανορραφίες της Δύσης. Αναφέρονται παραδείγματα για τεκμηρίωση: Από το φημισμένο μισο-μυθικό «Σχέδιο Ντάλας», μέχρι την εκδοχή της στρατολογίας των ανώτατων καθοδηγητών, που έγιναν πράκτορες της επιρροής ξένων μυστικών υπηρεσιών. Αναφέρονται αριθμοί σε τρισεκατομμύρια δολάρια που ξόδεψε η Δύση στην πάλη με την ΕΣΣΔ, και δεν τα ξόδεψε τσάμπα. Πολλά στοιχεία αυτών των εκδοχών όχι μόνο είναι πολύ ενδιαφέροντα, αλλά και είχαν θέση στην πραγματικότητα. Όμως από τη δική μας, την υλιστική άποψη, οι βασικές αιτίες της προσωρινής ήττας του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, στην ταξική πάλη για τη μετεξέλιξη του σοσιαλισμού σε πλήρη κομμουνισμό με τις αντισοσιαλιστικές δυνάμεις, είναι εσωτερικές.
Εάν απαντήσουμε πολύ σύντομα στο ερώτημα «Γιατί, λοιπόν;» -για τις αιτίες της ήττας της σοβιετικής εξουσίας και του ΚΚΣΕ, απαντάμε ως εξής: Επειδή η εξουσία στην ουσία δεν ήταν πια σοβιετική και το Κόμμα δεν ήταν πια πραγματικά κομμουνιστικό.