Η αντεπανάσταση του 1956 στην Ουγγαρία και η αντικομμουνιστική προπαγάνδα στις μέρες μας


Εύα Λανγκ, στέλεχος του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος.

Το 1989-90 στην Ουγγαρία έγινε αστική αντεπανάσταση. Οι οπορτουνιστικές και ρεβιζιονιστικές δυνάμεις στο εσωτερικό της τότε καθοδήγησης του Ουγγρικού Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος (ΟυΣΕΚ) σύναψαν συμφωνία με καπιταλιστικούς κύκλους των ΗΠΑ και της Γερμανίας και παρέδωσαν την εξουσία στις αστικές αντεπαναστατικές δυνάμεις του εσωτερικού. Η μαρξιστική πτέρυγα του ΟυΣΕΚ δεν κατάφερε να υπερασπίσει τις κατακτήσεις του σοσιαλισμού. Αργότερα, αυτοί που πρόδωσαν το σοσιαλισμό, δημιούργησαν το Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα και εντάχθηκαν στο πολιτικό σύστημα της καπιταλιστικής Ουγγαρίας. Σε όλα αυτά έπαιξε ρόλο και η οπορτουνιστική πολιτική της τότε ηγεσίας της Σοβιετικής Ένωσης που πρόδωσε το σοσιαλισμό.

Οι αστικές δυνάμεις που πήραν την εξουσία το 1990 θεωρούν το 1956 ιστορικό ιδανικό τους. Πάνω σε αυτό οικοδομείται το πολιτικό και ιδεολογικό σύστημα της καπιταλιστικής Ουγγαρίας. Αποτελεί, επίσης, και το κύριο εργαλείο της σημερινής αντικομμουνιστικής προπαγάνδας.

Κατευθύνσεις της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας

Η σύγχρονη ουγγρική αστική ελίτ θεωρεί τα γεγονότα του 1956 «επανάσταση και πόλεμο για την ανεξαρτησία». Η αντικομμουνιστική προπαγάνδα κατευθύνεται πρώτα και κύρια στο να αναγκάσει τους ανθρώπους να δεχτούν μια τέτοια ερμηνεία του 1956. Η έννοια επανάσταση σημαίνει γι’ αυτούς και το ότι όλα όσα συνέβησαν στη σοσιαλιστική Ουγγαρία από το 1948 έως το 1956 δεν είναι αποδεκτά και πρέπει να απορριφθούν.

«Ο πόλεμος για την ανεξαρτησία» από την αστική σκοπιά σημαίνει ότι ο ουγγρικός λαός δήθεν αγωνιζόταν ηρωικά ενάντια στη Σοβιετική Ένωση. Σύμφωνα με τις επιγραφές στα σύγχρονα μνημεία εδώ, στη Βουδαπέστη «οι ηρωικοί Ούγγροι πατριώτες νίκησαν τον πιο ισχυρό στρατό του κόσμου». Βάσει των επιχειρημάτων της καπιταλιστικής προπαγάνδας τα σοβιετικά στρατεύματα προέβησαν σε πολεμικές επιχειρήσεις ενάντια στην Ουγγαρία χωρίς να κηρύξουν πόλεμο. Στις μάχες σκοτώθηκαν 2.652 Ούγγροι πολίτες και «η ηρωική πάλη για την απελευθέρωση, που διήρκησε πολλές μέρες, ηττήθηκε, μια και η χώρα παρέμεινε μόνη να αντιμετωπίσει έναν πολλαπλάσια ισχυρότερο αντίπαλο».

Σημαντική κατεύθυνση (πλευρά? στοιχείο?) της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας είναι και οι προσπάθειες να αποδειχτεί ότι ο κομμουνισμός είναι ξένος προς τη φύση των Ούγγρων. Η σοσιαλιστική περίοδος στη Ουγγαρία μπορούσε να επέλθει μόνο εξαιτίας της επιβολής της από τα έξω.

Από τα παραπάνω προκύπτει μια από τις πιο διαδεδομένες κατευθύνσεις επίθεσης της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, η οποία προσπαθεί να πείσει ότι το 1956-1958 το «κομμουνιστικό καθεστώς» δίωξε βίαια τους «ήρωες της επανάστασης και του πολέμου για την ανεξαρτησία», ακόμη και τους απλούς Ούγγρους. Σύμφωνα με την προπαγάνδα 400 άτομα εκτελέστηκαν για τη συμμετοχή τους στην επανάσταση, 21.668 φυλακίστηκαν και 16-18 χιλιάδες τέθηκαν σε περιορισμό.

Στην πραγματικότητα δε χωρά αμφιβολία πως επρόκειτο για αντεπανάσταση ενάντια στο σοσιαλισμό. Τον Οκτώβρη του 1956 οι αντεπαναστατικές δυνάμεις στην Ουγγαρία, με τη στήριξη του διεθνούς ιμπεριαλισμού, επιτέθηκαν στο νεαρό σοσιαλιστικό κράτος. Σκοπός τους ήταν η ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος, η παλινόρθωση του καπιταλισμού, που υπήρχε πριν το 1945. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αξιοποίησαν τις συγχύσεις και τα λάθη που έκανε την περίοδο 1948-1956 το Ουγγρικό Κόμμα Εργαζομένων με επικεφαλής τον Ματίας Ράκοσι, που κυβερνούσε τότε τη χώρα. Το 1985 ο Γιάνος Κάνταρ, που καθοδηγούσε το κόμμα των Ούγγρων κομμουνιστών μετά το 1956 και για 32 χρόνια, σε συνάντησή του με τον τότε Γενικό Γραμματέα του ΚΚΣΕ Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, έλεγε για τα διδάγματα της ουγγρικής ιστορίας: «Η αποκάλυψη των λαθών δεν ακολουθήθηκε από τη διόρθωσή τους και διαμορφώθηκε μια τόσο βαθιά κοινωνική κρίση που εξελίχθηκε σε αντεπανάσταση». Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αξιοποίησαν για τους σκοπούς τους την κατάσταση που διαμορφώθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Σοβιετικής Ένωσης μετά το θάνατο του Στάλιν και την άνοδο του Χρουστσιόφ στην εξουσία. Οι «αποκαλύψεις» του Χρουστσιόφ έριχναν νερό στο μύλο της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας και της υποκίνησης εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης.

Δε χωρά αμφιβολία και το γεγονός ότι παρ’ όλα αυτά η μεγάλη πλειοψηφία του ουγγρικού λαού δεν επιθυμούσε την επιστροφή στο καπιταλιστικό παρελθόν. Δεν ήθελε την επιστροφή του καθεστώτος που από το 1920 έως το 1945 συνδέθηκε με το όνομα του Μίκλος Χόρτι και οδήγησε την Ουγγαρία στις καταστροφές του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και του φασισμού. Παρά τις δυσκολίες, τα προβλήματα και τα λάθη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης οι άνθρωποι στήριξαν τη σοσιαλιστική κοινωνία.

Το Νοέμβρη του 1956 η Σοβιετική Ένωση έσπευσε σε υπεράσπιση του ουγγρικού σοσιαλισμού. Αυτό εμπόδισε την ένοπλη ανάμειξη των ΗΠΑ και των άλλων ιμπεριαλιστικών κρατών στα γεγονότα της Ουγγαρίας και ταυτόχρονα επέτρεψε την καταστολή της ένοπλης αντίστασης των αντεπαναστατικών δυνάμεων.

Στις 4 Νοέμβρη του 1956 δημιουργήθηκε η Επαναστατική εργατο-αγροτική κυβέρνηση, με επικεφαλής τον Γιάνος Κάνταρ. Η κυβέρνηση Κάνταρ αντιμετώπισε σύμφωνα με τους νόμους της σοσιαλιστικής Ουγγαρίας αυτούς που δρούσαν ενάντια στο κρατικό οικοδόμημα.

Η αρχή μιας νέας περιόδου στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην Ουγγαρία μετά το 1956 αποτελεί ιστορικό γεγονός, που έκανε δυνατή τη σημαντική ανάπτυξη της ουγγρικής βιομηχανίας και της αγροτικής οικονομίας, τη γρήγορη και αισθητή άνοδο του επιπέδου ζωής, τη διάδοση της δωρεάν ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης και εκπαίδευσης, την εφαρμογή της συνταξιοδότησης για όλους. Η σημερινή Ουγγαρία εξακολουθεί να ζει χάρη στα αποθέματα που συσσωρεύτηκαν τα χρόνια του σοσιαλισμού.

Η αστική ερμηνεία του 1956

Το πρώτο μέτρο των αστικών δυνάμεων, που πήραν την εξουσία την άνοιξη του 1990, ήταν η νομική κατοχύρωση της αστικής ερμηνείας των γεγονότων του 1956. Ο νόμος XXVIII, που ψηφίστηκε το 1990, λέει ότι το 1956 έγινε «επανάσταση και πόλεμος για την ανεξαρτησία». Η συνένωση αυτών των δύο εννοιών αποτελούσε από μόνη της χειραγώγηση των ανθρώπων, μια και αξιοποιούσε όρους που παλαιότερα χρησιμοποιούνταν μόνο σε σχέση με την ουγγρική επανάσταση και τον πόλεμο για την ανεξαρτησία το 1848-49. Τα γεγονότα του 184849 εκτιμώνται από όλους τους Ούγγρους με τον ίδιο τρόπο και η επέτειός τους θεωρείται πανεθνική εορτή. Ο νόμος του 1990 διακηρύσσει την πολιτική και πνευματική συνέχεια μεταξύ του 1848, του 1956 και του 1989: «Αυτά τα ένδοξα γεγονότα της σύγχρονης ιστορίας της Ουγγαρίας μπορούν να συγκριθούν μόνο με την επανάσταση και τον πόλεμο για ανεξαρτησία του 1848-49. Η ουγγρική επανάσταση του φθινοπώρου του 1956 έθεσε τα θεμέλια της ελπίδας, ότι είναι δυνατή η δημιουργία ενός δημοκρατικού κοινωνικού συστήματος και ότι καμία θυσία για την ανεξαρτησία της πατρίδας δεν είναι μάταιη. Αν και η καταστολή, που ακολούθησε την επανάσταση, αποκατέστησε το προηγούμενο καθεστώς, δεν κατάφερε να σβήσει από την ψυχή του λαού το πνεύμα του 1956. Η κρατική συνέλευση διακηρύσσει ότι σύμφωνα με το πνεύμα του 1956 θα κάνει ό,τι είναι προς το συμφέρον της πολυκομματικής δημοκρατίας, των ανθρώπινων δικαιωμάτων και της ανεξαρτησίας του έθνους».

Στην ουσία ο νόμος καθορίζει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να σκέφτεται κανείς για το 1956. Είναι προφανές πως αυτός ο νόμος τάσσεται ενάντια στο σοσιαλισμό και στις κομμουνιστικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, από την αρχή αξιοποιείται και μια άλλη μέθοδος, ο αντισοβιετισμός. Από εκείνη τη στιγμή η Σοβιετική Ένωση παρουσιάζεται σαν καταπιεστής, εκμεταλλευτής και δικτάτορας. Αυτή την προσέγγιση στηρίζει ο νόμος XVII «Για τη σημασία της ανάκτησης της ανεξαρτησίας της χώρας και για τη μέρα της ουγγρικής ανεξαρτησίας», που ψηφίστηκε το 2001. Ο νόμος λέει: «Στις 19 Μάρτη του 1944 η χώρα κυριεύτηκε από τους Γερμανούς και ως αποτέλεσμα η πατρίδα μας βίωσε το τρόμο και τα βάσανα του πολέμου και της διακυβέρνησης των εθνικοσοσιαλιστών και των νιλασιστών (σ.μ. μέλη του φασιστικού κόμματος “Σταυρωμένα βέλη "). Αν και η πολεμική νίκη των συμμαχικών δυνάμεων έθεσε τέλος στη γερμανική κατοχή και στη δικτατορία που στηριζόταν σε αυτή, η χώρα δεν ανέκτησε την ανεξαρτησία της. Τη γερμανική κατοχή διαδέχτηκε η σοβιετική και υπό την προστασία των σοβιετικών όπλων η ξένη εξουσία έκανε δυνατή τη διακυβέρνηση της κομμουνιστικής δικτατορίας για τέσσερις δεκαετίες, που και αυτή έφερε ανυπολόγιστα βάσανα και ζημιές. Η επιρροή της επανάστασης και ο πόλεμος για την ανεξαρτησία το 1956 συνέβαλαν ώστε η νεότερη στροφή στην ιστορία μας να ξαναχαρίσει την πολύτιμη ελευθερία στο έθνος. Η χώρα ανέκτησε την κυριαρχία της. Στις 19 Ιούνη του 1991 ο τελευταίος Σοβιετικός στρατιώτης εγκατέλειψε το έδαφος της Ουγγρικής Δημοκρατίας και τώρα ο λαός της χώρας είναι αφέντης της μοίρας του, δεν εξαρτάται από ξένες δυνάμεις και δεν υφίσταται περιορισμούς».

Τα ουγγρικά αστικά κόμματα, η Fidesz (Ένωση Νεαρών Δημοκρατών) και το MSP (Ουγγρικό Σοσιαλιστικό Κόμμα), έχουν την ίδια εκτίμηση για τη θέση του 1956 στην ιστορία της Ουγγαρίας. Και τα δύο κόμματα θεωρούν το 1956 ιστορικό προάγγελο της αντεπανάστασης του 1989-90 και έτσι διακηρύσσουν την ιστορική τους συνέχεια. Και οι δύο πολιτικές δυνάμεις ισχυρίζονται ότι ο κομμουνισμός και ο φασισμός είναι ταυτόσημες έννοιες και πρέπει να αντιπαλεύεται τόσο ο ένας όσο και ο άλλος. Οι απόψεις τους συμπίπτουν και στο ότι η Σοβιετική Ένωση τάχα έπαιξε το ρόλο του κατακτητή και του δικτάτορα. Υπάρχει πλήρης συμφωνία και στο ότι αυτή η προσέγγιση πρέπει να υιοθετηθεί στη σχολική εκπαίδευση, στη μαζική προπαγάνδα και τα ΜΜΕ.

Υπάρχουν ωστόσο και ουσιαστικές διαφορές. Το MSP διαχωρίζει το ρόλο του Ίμρε Νάγκι στα γεγονότα του 1956 και θεωρεί πως αυτή ήταν η αρχή του «δημοκρατικού σοσιαλισμού» που εκπροσωπεί το MSP και σήμερα. Ως γνωστόν, ο Ίμρε Νάγκι, μετά το θάνατο του Στάλιν τον Ιούνη του 1953, έγινε πρωθυπουργός της Ουγγαρίας μετά από σύσταση του ΚΚΣΕ. Το 1956 υπό την καθοδήγησή του η κυβέρνηση πήρε την απόφαση εισαγωγής του αστικού πολυκομματικού συστήματος, εξόδου από το Σύμφωνο της Βαρσοβίας, δημιουργίας των ενόπλων δυνάμεων της αντεπανάστασης, της εθνικής φρουράς. Το 1958 ο Ίμρε Νάγκι καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.

Τα χρόνια που βρισκόταν στην εξουσία το MSP έκανε αυτή την πτυχή επίκεντρο της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, παρουσιάζοντας τον Ίμρε Νάγκι ως θετική φυσιογνωμία του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Ταυτόχρονα παρουσίαζε τον Γιάνος Κάνταρ σαν πολιτικό που εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της Σοβιετικής Ένωσης, που εφάρμοζε «μαλακό» δικτατορικό καθεστώς και προσπαθούσαν να διαγράψουν τη μνήμη του από τη συνείδηση της κοινωνίας. Επαίσχυντο τμήμα αυτής της διαδικασίας ήταν η βεβήλωση του τάφου του Γιάνος Κάνταρ. Αυτό συνέβη τα χρόνια της διακυβέρνησης του MSP. Ο τάφος του Κάνταρ ανοίχτηκε και μέρος των λειψάνων του εξαφανίστηκε. Οι αρχές έκλεισαν την υπόθεση με εκπληκτική ταχύτητα.

Στον αντίποδα, το άλλο αστικό κόμμα, η Fidesz δεν αναγνωρίζει το δημοκρατικό σοσιαλισμό, δεν αναγνωρίζει και τον Ίμρε Νάγκι και θεωρεί αποδεκτές αποκλειστικά τις ιδέες της αστικής παλινόρθωσης, της καπιταλιστικής αντεπανάστασης.

Ο νόμος στην υπηρεσία του αντικομμουνισμού

Η αστική εξουσία χρησιμοποιεί μια σειρά νομικά μέτρα για να αντιπαλέψει τις κομμουνιστικές δυνάμεις. Το 1993 τροποποιήθηκε εδάφιο της 1ης παραγράφου 269/ του Ποινικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο «Όποιος α) διαδίδει, β) χρησιμοποιεί δημόσια, γ) εκθέτει σε κοινή θέα τη σβάστικα, το έμβλημα των Ες Ες, το σταυρό των νιλασιστών, το σφυροδρέπανο, το πεντάκτινο κόκκινο αστέρι, σε περίπτωση που δεν έχει διαπράξει πιο βαριά ποινή, διαπράττει αδίκημα και υπόκειται σε πρόστιμο». Αυτός ο νόμος αποτέλεσε παράδειγμα για τις άλλες χώρες και παρ’ όλες τις διαμαρτυρίες εξακολουθεί να ισχύει μέχρι σήμερα. Παρείχε τη νομική δικαίωση στον προπαγανδιστικό πόλεμο ενάντια στα κομμουνιστικά σύμβολα.

Το 2000 καθιερώθηκε ο εορτασμός της «Ημέρας μνήμης των θυμάτων των κομμουνιστικών δικτατοριών». Αυτό προδιέγραψε την απόφαση της Κρατικής Συνέλευσης αρ. 58/2000. (VI. 16.). Σύμφωνα με αυτή την απόφαση, κάθε χρόνο στις 25 Φλεβάρη σε όλα τα ιδρύματα μέσης εκπαίδευσης της χώρας τιμάται η Ημέρα μνήμης των θυμάτων του κομμουνισμού, στη μνήμη του γεγονότος ότι αυτή την ημέρα, το 1947, συνελήφθη και στη συνέχεια διαβιβάστηκε στη Σοβιετική Ένωση ο Μπέλα Κόβατς, Γενικός Γραμματέας του Κόμματος Μικροκαλλιεργητών. Αυτή η οδηγία ουσιαστικά έφερε την αντικομμουνιστική προπαγάνδα στα σχολεία.

Όταν η Fidesz ανέβηκε στην εξουσία, τον Απρίλη του 2010, ένα από τα άμεσα μέτρα που πήρε ήταν να αλλάξει την παράγραφο 269 του Ποινικού Κώδικα με τον ακόλουθο τρόπο: «Η δημόσια απάρνηση των εγκλημάτων του εθνικοσοσιαλιστικού και κομμουνιστικού συστήματος. Όποιος αρνείται, αμφισβητεί ή μειώνει το γεγονός της γενοκτονίας και των άλλων εγκλημάτων ενάντια στην ανθρωπότητα, που πραγματοποίησαν το εθνικοσοσιαλιστικό και το κομμουνιστικό σύστημα, μπροστά σε μεγάλο κοινό, διαπράττει έγκλημα που συνεπάγεται φυλάκιση μέχρι τρία έτη». Ο νέος νόμος αποτελεί ένα από τα πιο αποτελεσματικά εργαλεία της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας, αφού εξαρχής αποκλείει όλες τις νόμιμες δυνατότητες συζήτησης και προβολής αντεπιχειρημάτων. Σε αυτή τη βάση δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει δημόσια συζήτηση για τη θέση του 1956 στην ιστορία. Μπορούν να δημοσιευτούν μόνο έργα σύμφωνα με την επίσημη ερμηνεία.

Ωστόσο η αστική πολιτική ελίτ βλέπει καθαρά ότι δεν επαρκούν μόνο τα νομικά μέσα για να αλλάξει η συνείδηση των μαζών. Στην πραγματικότητα οι νομικές απαγορεύσεις πλήττουν τις παλιότερες γενιές, που εκτιμούν το 1956 με βάση την προσωπική τους πείρα, διαφορετικά από την επίσημη πολιτική. Όσον αφορά τις νέες γενιές που αναζητούν νέες απαντήσεις, χρησιμοποιούν πιο βαθιά, επιστημονικά και σύγχρονα προπαγανδιστικά μέσα.

Η επιστήμη στην υπηρεσία της αντικομμουνιστικής προπαγάνδας

Τα τελευταία είκοσι χρόνια με τη χρήση σημαντικών χρηματικών ποσών έγιναν σοβαρές προσπάθειες για τη δημιουργία επιστημονικών ινστιτούτων που υπηρετούν την αντικομμουνιστική προπαγάνδα. Ανάμεσα στα πρώτα, ήδη το καλοκαίρι του 1989, δημιουργήθηκε το «Ινστιτούτο ντοκουμέντων και έρευνας της ιστορίας της ουγγρικής επανάστασης του 1956» (Ινστιτούτο του 1956), στο οποίο δόθηκε σημαντική υλική στήριξη και ειδικοί. Αυτό το ινστιτούτο εξακολουθεί να είναι το κέντρο της ερευνητικής δουλειάς που σχετίζεται με το 1956. Παράλληλα με πολυάριθμες εκδόσεις, δημοσίευσε στο ίντερνετ 1.200 σελίδες ντοκουμέντων της περιόδου της αντεπανάστασης του 1956. Τα περισσότερα από αυτά για πρώτη φορά.

Δημιουργήθηκε ένα ίδρυμα με την ονομασία «Ιστορικό αρχείο των υπηρεσιών κρατικής ασφάλειας». Άμεσο καθήκον του ήταν η δημοσίευση των ντοκουμέντων των οργάνων που διεξήγαν εσωτερική πολιτική κατασκοπεία την περίοδο από το 1957 έως το 1989. Ιδιαίτερη προσοχή δόθηκε στις λίστες των αξιωματικών της κρατικής ασφάλειας και των στρατολογημένων πρακτόρων. Βάσει των υλικών του αρχείου εμφανίστηκαν εκατοντάδες δημοσιεύσεις που «αποκάλυπταν» την κομμουνιστική δικτατορία, τα γεγονότα μετά το 1956. Στόχος τους ήταν να αποδείξουν ότι όλοι όσοι συνεργάζονταν με το σοσιαλιστικό σύστημα ήταν είτε προδότες είτε πράκτορες.

Τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα σε σχέση με την 50ή επέτειο του 1956, στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα ενέταξαν και τις πιο γνωστές ουγγρικές βιβλιοθήκες. Έτσι, για παράδειγμα, σήμερα και στο ίντερνετ είναι προσβάσιμα τα αρχεία των προκηρύξεων και των αφισών της εθνικής βιβλιοθήκης, δηλαδή της κρατικής βιβλιοθήκης «Σέτσενι» και της βιβλιοθήκης «Έρβιν Σάμπο» της πρωτεύουσας.

Με τη στήριξη της ουγγρικής κυβέρνησης τα ουγγρικά ερευνητικά ινστιτούτα αναπτύσσουν αποτελεσματική συνεργασία με τα αρχεία της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Έτσι στην Ουγγαρία έφτασαν πολυάριθμα παλιά σοβιετικά έγγραφα, που δεν είχαν έως τώρα δημοσιευτεί και που δήθεν «αποκαλύπτουν» τις κομμουνιστικές δυνάμεις, ισχυριζόμενα ότι οι Ρώσοι προετοίμασαν τον Κάνταρ και ότι αυτός υπηρετούσε μονάχα τα μεγαλοκρατικά σοβιετικά συμφέροντα σε βάρος των συμφερόντων του ουγγρικού λαού.

Ταινίες και βιβλία για την αντεπανάσταση

Τα τελευταία χρόνια έχουν δημοσιευτεί τα ντοκουμέντα της αντεπανάστασης, απομνημονεύματα των συμμετεχόντων σε αυτή, υλικά που σχετίζονται με το εξωτερικό. Έως το 2010 δημοσιεύτηκαν περίπου 400 βιβλία για το 1956 και έγιναν 100 συνδιασκέψεις.

Στη Βουδαπέστη από το 2002 λειτουργεί «μουσείο» με το όνομα «Σπίτι του τρόμου» (http://www.terrorhaza.hu). Σκοπός του είναι να πείσει τον κόσμο με τα πιο σύγχρονα μέσα, ότι η κομμουνιστική δικτατορία και η φασιστική δικτατορία είναι το ίδιο, ακόμη και ότι η κομμουνιστική είναι χειρότερη. Το 2009 στην επαρχιακή πόλη Χοντμεζοβάσαρχεϊ άνοιξε τοπικό παράρτημα του Σπιτιού του τρόμου. Σχεδιάζεται η δημιουργία και νέων παραρτημάτων.

Μεγάλο βάρος δίνεται στις ταινίες. Για τα γεγονότα του 1956 βγήκαν 20 μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ με τη χρήση αυθεντικών ντοκουμέντων και των πιο σύγχρονων τεχνολογιών χειραγώγησης.

Άρχισε η καλλιτεχνική επεξεργασία του 1956 σύμφωνα με το αστικό πνεύμα. Το 2006 βγήκε η ταινία «Ελευθερία, αγάπη», που γύρισε μια από τις καλύτερες σύγχρονες σκηνοθέτιδες, η Κριστίνα Γκόντα, που σπούδασε σε Αγγλία και ΗΠΑ. Με τη σημαντική στήριξη του κράτους γυρίστηκαν ακόμη 15 ταινίες μεγάλου μήκους για τις διάφορες πτυχές των γεγονότων του 1956.

Η αντιπροπαγάνδα του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος

Η θέση του Ουγγρικού Κομμουνιστικού Εργατικού Κόμματος (ΟυΚΕΚ) για το 1956 είναι σαφής και μονοσήμαντη. Κατά την άποψη του ΟυΚΕΚ το 1956 πραγματοποιήθηκε αντεπανάσταση, ανεξάρτητα από τις υποκειμενικές προθέσεις των συμμετεχόντων σε αυτή και από τη συνθετότητα των γεγονότων. Αυτή η εκτίμηση δεν είναι καινούργια. Από το 1956 αποτελεί κοινά αποδεκτή θέση στα πλαίσια του ουγγρικού κομμουνιστικού κινήματος.

Το ΟυΚΕΚ διεξήγαγε επιστημονική συνδιάσκεψη με θέμα την αντεπανάσταση του 1956 και το 2006 η Κεντρική Επιτροπή διατύπωσε την πολιτική θέση του κόμματος. Το ΟυΚΕΚ στην ουσία βασίζεται στην εκτίμηση που έκανε το ΟυΣΕΚ το 1957. Σύμφωνα με αυτή, τέσσερις παράγοντες συντέλεσαν στην αντεπανάσταση: Πρώτον, ο δογματισμός και τα λάθη της καθοδήγησης με επικεφαλής τον Ράκοσι, που έγιναν κατά τη σοσιαλιστική οικοδόμηση. Δεύτερον, η προδοσία της ρεβιζιονιστικής πτέρυγας, που συσπειρώθηκε γύρω από τον Ίμρε Νάγκι. Τρίτον, η δράση του διεθνούς ιμπεριαλισμού. Τέταρτον, η συνομωσία των αντεπαναστατικών δυνάμεων του εσωτερικού.

Το ΟυΚΕΚ προσέγγισε με νέο τρόπο το ρόλο της Σοβιετικής Ένωσης και του ΚΚΣΕ. Σημείωσε πως η σοβιετική ηγεσία είχε άμεση ευθύνη για την άνοδο του Ίμρε Νάγκι στην εξουσία. Αποτέλεσε άμεση συνέπεια της αναθεωρητικής πολιτικής του Χρουστσιόφ, που αργότερα οδήγησε σε σοβαρά προβλήματα στη Σοβιετική Ένωση και στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.

Έτσι εκτιμά το ΟυΚΕΚ τη σχέση μεταξύ των γεγονότων του 1956 και του 1989. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ουγγρικού κομμουνιστικού κινήματος το ΟυΚΕΚ είπε πως η ηγεσία του ΟυΣΕΚ, καθώς και ο Γιάνος Κάνταρ, προσωπικά ευθύνονται για την παραμέληση της ταξικής πάλης, για τους συμβιβασμούς με το διεθνές κεφάλαιο και την αντιπολίτευση του εσωτερικού, που αργότερα οδήγησαν σε κατάρρευση του σοσιαλιστικού συστήματος.

Το ΟυΚΕΚ εκτίμησε ότι ήταν λάθος του πρώην ΟυΣΕΚ να «προσαρμόζεται» υπερβολικά στις επιθυμίες του ΚΚΣΕ, προσπαθώντας να πράττει σύμφωνα με όσα περίμεναν από αυτό στη Μόσχα και παραμελώντας την πείρα από τη σοσιαλιστική οικοδόμηση στην Κίνα, τη Γιουγκοσλαβία, την Κούβα, το Βιετνάμ και τις άλλες χώρες, καθώς και τα συμπεράσματα του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος.

Παλεύοντας ενάντια στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα που σχετίζεται με τα γεγονότα του 1956, ερχόμαστε αντιμέτωποι με πολλές δυσκολίες. Τα επιχειρήματα του ΟυΚΕΚ στηρίζονται κυρίως στα βιβλία και τα άρθρα που είχαν εκδοθεί επί σοσιαλισμού, σύμφωνα με τα τότε πρότυπα και παραδόσεις. Σήμερα αυτό δεν αρκεί και τα υλικά αυτά δεν είναι πάντα κατάλληλα. Είναι απαραίτητη η μαρξιστική επεξεργασία των γεγονότων και των ντοκουμέντων του 1956. Σημαντική βοήθεια σε αυτό προσφέρει το γεγονός ότι το Κρατικό Αρχείο ανέβασε στο ίντερνετ τα ντοκουμέντα του ΟυΣΕΚ για την περίοδο 1956-1989. (http ://www. digitarchiv.hu).

Με τις δυνάμεις του το ΟυΚΕΚ ψηφιοποίησε και δημοσίευσε στο ίντερνετ 900 μαρξιστικά έργα, που πλέον δεν είναι προσβάσιμα. Αυτά τα έργα προκάλεσαν μεγάλο ενδιαφέρον (http://sala.uw.hu). Η ιστοσελίδα αυτή αναπτύσσεται συνεχώς.

Στην αντιπροπαγανδιστική του δουλειά το ΟυΚΕΚ συναντά σημαντική δυσκολία στο ξεπέρασμα των κλισέ και των προκαταλήψεων στη σκέψη, που διαμορφώθηκαν την εποχή του σοσιαλισμού και συνεχίζουν να υπάρχουν στη παλαιά γενιά των μελών του κόμματος. Δεν είναι ευκολότερη και η δουλειά με τη νέα γενιά, η οποία έχει υποστεί την καπιταλιστική «πλύση εγκεφάλου» και δέχεται συνεχώς την επίθεση της αστικής αντικομμουνιστικής προπαγάνδας.

Δυσκολεύει τη δουλειά και το γεγονός ότι ουσιαστικά δεν έχουμε πρόσβαση στα ντοκουμέντα που έχουν δημοσιευτεί σε άλλες χώρες. Δεν υπάρχει δυνατότητα επεξεργασίας και ερμηνείας τους.

Στην πάλη ενάντια στην καπιταλιστική προπαγάνδα σχετικά με το 1956 θα μπορούσε να παίξει σημαντικό ρόλο η συνεργασία των κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων. Θα ήταν χρήσιμη η επαγγελματική και πολιτική ανταλλαγή απόψεων για το 1956 και η ερμηνεία του. Πρότυπο μιας τέτοιας συζήτησης θεωρούμε την πρωτοβουλία του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας για τη μελέτη της πείρας της σοσιαλιστικής οικοδόμησης.

Θα ήταν σημαντικό να ανατρέξουμε στα παλαιά και τα σημερινά ντοκουμέντα των αδελφών κομμάτων, που συνδέονται με το 1956 ή που σχετίζονται με αυτό το θέμα. Θα ήταν καλό αν τα αδελφά κόμματα παρακολουθούσαν τα ντοκουμέντα που δημοσιεύονται στις χώρες τους. Εδώ θα ήταν ιδιαίτερα σημαντική η συμβολή των συντρόφων από τη Ρωσία, την Κίνα, τη Γερμανία και την Αγγλία. Σημαντικό βήμα εμπρός, ενάντια στην αντικομμουνιστική προπαγάνδα, θα μπορούσε να γίνει η προετοιμασία μιας κοινής επιστημονικής συλλογής κειμένων για την 55η επέτειο των γεγονότων, το φθινόπωρο του 2011. Επίσης θα ήταν καλό αν καταφέρναμε να εκδώσουμε μια ολοκληρωμένη συλλογή ντοκουμέντων, που να περιλαμβάνει σύγχρονα μαρξιστικά σχόλια, την 60ή επέτειο, το 2016.